Πιάνω και φτιάχνω αλυσιδίτσα με τις πευκοβελόνες, σαν αυτές που κάναμε στην κατασκήνωση. Βγάζεις τη μία από τη θηκούλα της και λυγίζεις την άλλη, πιάνεις εκεί την επόμενη και μπορείς να φτιάξεις εύθραυστο κολλιέ όσο μακρύ το θελεις με όσες σειρές αντέχεις να δημιουργήσεις. Μας περιτριγυρίζουν πεύκα εδώ, πεύκα μεγάλα και μικρά, γέρικα και νεαρά, πράσινα ανοιχτά και σκούρα. Οι πλαγιές είναι στρωμένες με πευκοβελόνες, το φως είναι στις αποχρώσεις του πεύκου, σκιά και παρηγοριά είναι πεύκινες. H μυρωδιά του ρετσινιού με το αεράκι φέρνει δροσιά μαζι με υποσχέσεις. Θα σου χαρίσω μαγικές δυνάμεις, ψιθυρίζει το ρετσίνι, θα σου αποκαλύψω όλα τα μυστικά.
Από την αυλή του σπιτιού της Καλλιόπης βλέπω τα πεύκα να υψώνονται πάνω από τη μικρή πλαγιά που πάει στη θάλασσα. Κατεβαίνεις εκεί αν θέλεις για μπάνιο από κάτι απότομα τσιμεντένια σκαλιά, θέλει κλειστό παπούτσι και ελεύθερα χέρια. Οι πευκοβελόνες γλιστράνε και μόνο από τις πέτρες κάτω μπορείς να κρατηθείς. Κολυμπάμε εκεί κάτω από τον αρχαιολογικό χώρο του λιμανιού, με τη μοναδική κολώνα που υψώνεται στη μύτη του μικρού ακρωτηρίου
Εχω χρόνια να έρθω στην Αίγινα καλοκαίρι, είναι σα να βυθίστηκα με χρονομηχανή στις παιδικές μου διακοπές που πάντα ήταν στον Αργοσαρωνικό, δεν είχα γνωρίσει άλλο νησί μέχρι τα 15 μου, πέρα από Αίγινα, Πόρο, Ύδρα, Σπέτσες. Για να ταξιδέψουμε περπατούσαμε κουβαλώντας τις βαλίτσες μας μέσα από το πάρκο, το Πεδίο Άρεως, περνάγαμε την Πατησίων, μπαίναμε στο σταθμό Βικτόρια του ΗΣΑΠ και φτάναμε Πειραιά. Νοικιάζαμε κάτι σπίτια με τσιμεντένιο πάτωμα και μπαλκονια χωρίς κάγκελα, δεν είχαν ακόμα τελειώσει το χτίσιμο.
Τον ένα από τους δυο μήνες του καλοκαιριού εγώ πήγαινα στην κατασκήνωση των υπαλλήλων Τραπέζης Ελλάδος στην Πάρνηθα, άλλα πεύκα εκεί, δάση ολόκληρα και πλαγιές με πευκοβελόνες, όπου αν βρίσκαμε κανένα μεγάλο χαρτόνι, καθόμασταν επάνω και γλιστρούσαμε σα να ήταν έλκηθρο. Φτιάχναμε κολιέ με πάθος, αλυσιδίτσες με πευκοβελόνες αλλά κυρίως περνούσαμε κουκουναράκια σε σπάγκο. Γινόταν μεγάλος ανταγωνισμός ποια θα βρει περισσότερα κουκουναράκια, δεν έμενε στα δέντρα ούτε μισό. Μερικές τα βάφανε με ασημένια ή χρυσή μπογιά, ήταν κάτι το καταπληκτικό να τα βλέπεις, δεν έχω συγκινηθεί και ζηλέψει κόσμημα τόσο πολύ στη ζωή μου όσο αυτά τα χρυσαφένια κουκουναράκια.
Ναι, τα πεύκα είναι εύφλεκτα, δεν είναι καν αυτοφυή παντού, δάσκαλοι τα φύτευαν σε λόφους με τα παιδιά κάποια εποχή που είχαν μανία με αναδασώσεις, όμως πώς να μην τα αγαπάς;
Από την αυλή του σπιτιού της Καλλιόπης βλέπω τα πεύκα να υψώνονται πάνω από τη μικρή πλαγιά που πάει στη θάλασσα. Κατεβαίνεις εκεί αν θέλεις για μπάνιο από κάτι απότομα τσιμεντένια σκαλιά, θέλει κλειστό παπούτσι και ελεύθερα χέρια. Οι πευκοβελόνες γλιστράνε και μόνο από τις πέτρες κάτω μπορείς να κρατηθείς. Κολυμπάμε εκεί κάτω από τον αρχαιολογικό χώρο του λιμανιού, με τη μοναδική κολώνα που υψώνεται στη μύτη του μικρού ακρωτηρίου
Εχω χρόνια να έρθω στην Αίγινα καλοκαίρι, είναι σα να βυθίστηκα με χρονομηχανή στις παιδικές μου διακοπές που πάντα ήταν στον Αργοσαρωνικό, δεν είχα γνωρίσει άλλο νησί μέχρι τα 15 μου, πέρα από Αίγινα, Πόρο, Ύδρα, Σπέτσες. Για να ταξιδέψουμε περπατούσαμε κουβαλώντας τις βαλίτσες μας μέσα από το πάρκο, το Πεδίο Άρεως, περνάγαμε την Πατησίων, μπαίναμε στο σταθμό Βικτόρια του ΗΣΑΠ και φτάναμε Πειραιά. Νοικιάζαμε κάτι σπίτια με τσιμεντένιο πάτωμα και μπαλκονια χωρίς κάγκελα, δεν είχαν ακόμα τελειώσει το χτίσιμο.
Τον ένα από τους δυο μήνες του καλοκαιριού εγώ πήγαινα στην κατασκήνωση των υπαλλήλων Τραπέζης Ελλάδος στην Πάρνηθα, άλλα πεύκα εκεί, δάση ολόκληρα και πλαγιές με πευκοβελόνες, όπου αν βρίσκαμε κανένα μεγάλο χαρτόνι, καθόμασταν επάνω και γλιστρούσαμε σα να ήταν έλκηθρο. Φτιάχναμε κολιέ με πάθος, αλυσιδίτσες με πευκοβελόνες αλλά κυρίως περνούσαμε κουκουναράκια σε σπάγκο. Γινόταν μεγάλος ανταγωνισμός ποια θα βρει περισσότερα κουκουναράκια, δεν έμενε στα δέντρα ούτε μισό. Μερικές τα βάφανε με ασημένια ή χρυσή μπογιά, ήταν κάτι το καταπληκτικό να τα βλέπεις, δεν έχω συγκινηθεί και ζηλέψει κόσμημα τόσο πολύ στη ζωή μου όσο αυτά τα χρυσαφένια κουκουναράκια.
Ναι, τα πεύκα είναι εύφλεκτα, δεν είναι καν αυτοφυή παντού, δάσκαλοι τα φύτευαν σε λόφους με τα παιδιά κάποια εποχή που είχαν μανία με αναδασώσεις, όμως πώς να μην τα αγαπάς;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου