Η γειτονιά μου δεν είναι στο κόκκινο με τον κορωνοϊό. Παρά τις τρομερές αφίσες που κοσμούν τους ταλαίπωρους τοίχους της, με διάφορα σαλπίσματα ανυπακοής και μακροσκελείς εξηγήσεις, γιατί το εμβόλιο δεν πρέπει να το κάνουμε, και γιατί η μάσκα είναι χούντα, στολισμένες με σβάστικες, μπότες και άλλα χιτλερικά, παρόλη αυτή την ενορχηστρωμένη προσπάθεια να μας ριζοσπαστικοποιήσουν σώνει και καλά, ο κόσμος στους δρόμους κυκλοφορεί με μάσκα. Το βρίσκω κάπως υπερβολικό, αλλά τελικά μου συμβαίνει κι εμένα όταν βγω από το ένα μαγαζί και κρατάω τσάντες και ετοιμάζομαι να μπω σε άλλο, η μάσκα μένει στο πρόσωπο μου. Κι όταν βλέπω μανάδες με τα παιδιά τους μασκοφορεμένα, ντρέπομαι λίγο κι αν δεν φορώ μάσκα εκείνη τη στιγμή, ψάχνω και βάζω. Είμαστε φαίνεται πολύ συντηρητική γειτονιά και υπάκουη, άδικα ξοδεύουν τα λεφτά τους οι διάφοροι αλιείς ψυχών τε και ψήφων ταπετσάροντας με εκατοντάδες αφίσες κάθε δεύτερη μέρα, όλο και καινούργιες, όλο πιο προκλητικές φράσεις επινοώντας, τους ταλαίπωρους τοίχους.
Η γειτονιά μου είναι ακόμα ανάμεσα στην υποβάθμιση και στην
αναβάθμιση. Δεν ελπίζω να συναντήσω στο δρόμο τυχαία παρά μόνο τις τρεις φίλες
που μένουν εδώ κοντά, οι άλλοι, οι φίλοι οι παλιοί, έχουν από καιρό μετακομίσει
στα προάστεια. Ξέρω ότι και στο κέντρο να πάω, και συνεχώς πηγαίνω, δεν θα δω
γνωστούς, η Αθήνα είναι για μένα σαν ξένη πόλη. Αν ήταν και λίγο πιο όμορφη θα
περνούσα ωραία, αν έμενε έστω όπως ήταν παλιά. Τότε που μπορούσες να χαρείς μια
βόλτα από την Πατησίων ως το Σύνταγμα και να μη σε πιάνει κατάθλιψη. Τότε,
θυμάμαι καλά, γκρίνιαζα και κριτίκαρα τα πάντα ζητώντας ακόμα καλύτερες
συνθήκες, δεν φανταζόμουν ότι σαράντα χρόνια μετά θα νοσταλγούσα τη φάση
εκείνη. Γι αυτό πρέπει κανείς να χαίρεται αυτό που έχει, αλλά αυτή η σοφία δεν
περνά το δέρμα μας.
Λένε πως έγινε της μόδας η γειτονιά, πως εγκαθίστανται
πολλοί Ευρωπαίοι και νέα ζευγάρια.
Μάλιστα, οι άνθρωποι ανωτέρων τάξεων που έρχονται φοβούνται ακριβώς αυτό που
κάνουν, τους ανθρώπους ανωτέρων τάξεων που έρχονται. Δεν αρέσει σε κανέναν η μαζικότητα, εκτός κι αν ελπίσει να κυβερνήσει τις μάζες. Έχουμε πάντως
τους ριζοσπαστικοποιητές που αγρυπνούν, σήμερα μας προτρέπουν «να μάθουμε να
κλωτσάμε» έτσι γενικώς και αορίστως. Ίσως
φταίει η έλλειψη γηπέδων ποδοσφαίρου για όλη αυτή την άχρηστη
επιθετικότητα. Τα πεζοδρόμια δεν χωρούν να κλωτσήσεις τίποτε, μπορεί να βρεθεί
το πόδι σου απέξω και να στο πατήσει αυτοκίνητο. Οπότε, προσέχουμε γενικώς.