Παρασκευή 17 Ιανουαρίου 2003

Ο φόβος του κενού

Ο κ. Στεφανής είναι ψυχίατρος και ξέρει για τι πράγμα μιλάει. Η ζωή μας απειλείται από ένα μεγάλο κενό, κι όσο την απλοποιούμε τόσο νιώθουμε στον σβέρκο την καυτή του ανάσα. Του κενού. Τουλάχιστον αυτό έχουμε πιστέψει, με βάση αυτή τη φιλοσοφία πορευόμαστε. Κάνουμε τη ζωή μας δύσκολη από το πρωί μέχρι το βράδυ, γινόμαστε ακοινώνητοι προσπαθώντας να τη διευκολύνουμε εις βάρος των άλλων και πιστεύουμε ότι έτσι μπορούμε να σωθούμε, με αποτέλεσμα να γίνεται για όλους μας όλο και πιο δυσάρεστη και καταθλιπτική. Και βαθιά μέσα μας εκτρέφουμε τη σιγουριά ότι έτσι πνιγμένοι καθημερινά από τα ασήμαντα, δεν κινδυνεύουμε να συναντήσουμε τα σημαντικά, τα υπαρξιακά, τα σοβαρά, που θα μας πιάσουν από τον γιακά και θα μας ταρακουνήσουν. Κολυμπάμε, παλεύουμε, αγωνιζόμαστε με νύχια, δόντια, θράσος, μούτρα και βρισιές και δεν αυτοκτονούμε σαν τους Σουηδούς που τα έχουν όλα λυμένα και σπάνε τα μούτρα τους στα υπαρξιακά ερωτήματα. Έτσι νομίζουμε. Αυτή είναι η εικόνα που έχουμε για τον εαυτό μας. Και δεν ζητάμε δυνατά και αποφασιστικά αυτή την περίφημη καλυτέρευση των συνθηκών, για την οποία γίνεται τόσος λόγος. Υποσυνείδητα φοβόμαστε το κενό που θα προκύψει όταν στ' αλήθεια λυθούν τα καθημερινά.
Μήπως δεν είμαστε άξιοι για τόση άνεση; Μήπως δεν έχουμε την κατάλληλη παιδεία; Ή μήπως κάποιοι άλλοι επωφεληθούν περισσότερο από μας - αυτός ο φόβος προπάντων.
Δεν έχουμε μετρήσει ακόμα πόσο βαραίνει η ταπείνωση από τα καθημερινά, δήθεν ασήμαντα, πάνω στον καθένα, τι χάνουμε σε ενέργεια και ευτυχία από το ποσοστό ταλαιπωρίας που μας αναλογεί, πόσο καθηλωμένοι μένουμε με αυτή τη νοοτροπία.

Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2003

Δύσκολες επιστροφές

Απρόθυμο τεράστιο ερπετό, να σέρνεται η ουρά των αυτοκινήτων προς Αθήνα. Παρ' όλες τις αναγγελίες θυέλλης και χιονοπτώσεων, το χιόνι δεν έπεσε έγκαιρα, να αποκλειστούν μερικοί στα χωριά τους, να αραιώσει η κίνηση, να γίνει σταδιακά η επάνοδος. Και κάθε βράδυ τα καλοκαιρινά χρώματα απομάκρυναν τις τελευταίες ελπίδες κακοκαιρίας. Τι ωραία που ήταν πέρσι, εκείνη η τριήμερη παράταση, όταν τα σχολεία έμειναν κλειστά λόγω χιονιού και δεν μπορούσε τίποτα να κυκλοφορήσει στην πόλη. Τότε όλοι γκρίνιαζαν βέβαια, για το κράτος που δεν δούλευε σωστά, που είχε αποδιοργανωθεί και τα τοιαύτα. Σα να μη δικαιούται κανείς λίγη χαλάρωση. Κανένας δεν κάθησε να μετρήσει τα κέρδη από αυτή την κατάσταση, την παραπάνω ξεκούραση των εργαζομένων ας πούμε, ή των μαθητών, που έχει θετικά αποτελέσματα στην υγεία τους και πόσο ωφελήθηκε ο προϋπολογισμός του ΕΣΥ από αυτά. Ή τις σπάνιες εικόνες που χαρήκαμε όλοι και πόσο πλούτισε η μέση φαντασία του καταναλωτή έργων τέχνης από τις χιονισμένες εμπειρίες, και πού διοχετεύθηκε ο πλούτος αυτός, σε βιβλία, εισιτήρια θεάτρου, μπογιές ζωγραφικής κι άλλους τομείς οικονομικούς που άπτονται της τέχνης και πάντα τους περιφρονούμε. Όλα αυτά δεν αποτιμήθηκαν και δεν εκτιμήθηκαν όσο έπρεπε, πέρσι που τα είχαμε και φέτος τα νοσταλγούμε, αλλά είναι αργά για να γίνουν οι θετικοί απολογισμοί της έκτακτης εκείνης κατάστασης. Από κάθε άποψη έκτακτης. Αχ να χιόνιζε ξανά, να αναγκαζόμασταν πάλι να μείνουμε ακίνητοι για τρεις ακόμα μέρες. Θα ξανάρχιζαν όλοι την γκρίνια ή θα ήταν μια θαυμάσια ευκαιρία να ιδρύσουμε ινστιτούτα μέτρησης ωφελειών από απροσδόκητες καταστάσεις και να εντρυφήσουμε στην αξία τους με μεγαλύτερη σοφία;

Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2003

Κλώνοι και κλωνιά

Οι γυμνοί κλώνοι του χειμώνα που συναντάς στα ορεινά χωριά όταν πηγαίνεις εκδρομές, αυτοί είναι οι αγαπημένοι μου κλώνοι. Υπομονετικά υψωμένοι, χωρίς σεμνοτυφία για τη γύμνια τους, περιμένουν την άνοιξη γεμάτοι σφιχτά ματάκια, που θα γίνουν καινούργια φύλλα. Οι κατά κυριολεξία κλώνοι δηλαδή, σε δέντρα επί τούτου φυτεμένα, για να αφήνουν το λιγοστό φως του χειμώνα να περνάει και να παρέχουν δροσιά το καλοκαίρι. Τα επί τούτου φυτεμένα παιδιά ωστόσο είναι άλλο πράγμα. Μεγαλώνουμε δένδρα, εκτρέφουμε ζώα, παρεμβαίνουμε στη φύση, την καταπιέζουμε, αλλά διατηρούσαμε αυτό το ταμπού με το ανθρώπινο είδος, να επιτρέπουμε σε κάθε νέο άτομο ένα ποσοστό τού τυχαίου στον σχηματισμό του. Κι ήταν αυτό ίσως η αυταπάτη της ελευθερίας που είχαμε αποφασίσει ότι αξίζουμε ως άνθρωποι. Πέρα από ράτσες και οικογένειες και εισοδήματα, πέρα από χώρες και καταστάσεις όπου κάθε παιδί γεννιόταν, τουλάχιστον είχε τη δυνατότητα να εκπλήξει τους γεννήτορές του. Το αυτονόητο δικαίωμα να είναι κάτι καινούργιο, κάτι αναπάντεχο εν τέλει, όσο κι αν τους μοιάζει. Και κάθε νεογέννητο να έχει μαζί του τους τρεις μάγους με τα δώρα, κλειστά πακέτα τα δώρα, να μην ξέρει κανείς τι περιέχουν. Τώρα που η μικρή Εύα στερείται την ελευθερία αυτή, καταλαβαίνουμε πόσο σπουδαίο πράγμα είναι. Και γεννιέται μαζί της μια υποψία: μήπως δεν την αξίζουμε; Ίσως, αφού έχουμε υποτάξει τη φύση, αφού έχουμε υποδουλώσει τα ζώα, να μην έχουμε δικαίωμα σ' αυτή την πολυτέλεια. Ίσως να μας αξίζει ως είδος αυτή η εξέλιξη, από τη μεγάλη αλαζονεία, να παρακμάσουμε έτσι, βυθιζόμενοι στα ίδια μας τα γονίδια. Φριχτό. Εν αντιθέσει με τα υπέροχα κλωνιά των δένδρων.

Στο εργαστήρι του συγγραφέα

 Στο εργαστήρι του συγγραφέα (για το βιβλίο μου, Δυο καλοκαίρια και μισό φθινόπωρο) Εχω πάντα στο μυαλό μου τις φίλες μου, θέλω διαρκώς να γ...