Περιμένοντας να
συντάξουμε απάντηση, ως Εποπτικό
Συμβούλιο για όσα συμβαίνουν στη ΝΕΡΙΤ,
διάβασα πολλά και διάφορα, για την
παραίτηση Μακρυδημήτρη -Μορώνη και εν
συνεχεία Χωμενίδη. Το Εποπτικό, από το
οποίο δεν έχουμε παραιτηθεί ούτε η κα
Καραπαναγιώτη ούτε οι κ.κ. Φορτσάκης,
Ζούλας, Καρυτινός, ούτε εγώ, ερευνά όλα
όσα συνέβησαν σχολαστικά, στο μεταξύ
οι μέρες περνάνε και στα σόσιαλ μέντια
η εικόνα είναι ότι τις κυβερνητικές
πιέσεις και παρεμβάσεις τις προσπερνάμε,
ή τις θεωρούμε αυτονόητες. Επιπλέον δεν
θα πρέπει να είμαστε και τόσο ακέραιοι
άνθρωποι όσο οι άλλοι τρεις, που παραιτήθηκαν
Δεν γράφω για να
υποστηρίξω την ακεραιότητά μου, συνήθισα
τα τελευταία χρόνια σε ακατανόητης
κακίας επιθέσεις, αλλά για να εκθέσω
κάποια πράγματα και ορισμένες σκέψεις
που θα ήθελα να απασχολήσουν ανθρώπους
που ασχολήθηκαν με το θέμα και που
εκτιμώ
Ωστόσο διευκρινίζω ότι
δεν θεωρώ λόγο παραίτησης, για μένα
προσωπικά, τα τηλεφωνήματα πολιτικών
στον διευθυντή της ΝΕΡΙΤ. Οι πολιτικοί,
είτε είναι στην κυβέρνηση είτε στην
αντιπολίτευση, έχουν συνηθίσει να
θεωρούν την κρατική τηλεόραση ιδιοκτησία
τους και δεν θα σταματήσουν να σηκώνουν
το τηλέφωνο και να απαιτούν απ' αυτήν.
Οι διευθυντές οφείλουν να αντιστέκονται
και να χτίσουν την ανεξαρτησία τους
μέρα με τη μέρα. Δεν είναι εύκολο, και
είναι φυσικό να σηκώνουν τα χέρια ψηλά.
Μα, θα πείτε, το τηλεφώνημα
πέρασε και η συνέντευξη δεν μεταδόθηκε!
Πάνω σ' αυτή τη λογική, του καθήκοντος
της κρατικής τηλεόρασης να μεταδίδει
ζωντανά ολόκληρες τις εκδηλώσεις
πολιτικών και μάλιστα με δικά της μέσα,
θα ήθελα να βάλω κάποια ερωτηματικά.
Αυτή είναι η δουλειά της ΝΕΡΙΤ; Αυτό το
ερώτημα θα ήθελα να διατυπώσω σε όλους
όσοι κατηγορούν τη στάση και την επιλογή
της.
Στη συζήτηση που εμείς
είχαμε κάνει, από την οποία έλειπε ο κ.
Χωμενίδης, είχαμε δεχτεί τη λογική της
μιας απευθείας μετάδοσης ανά κόμμα.
Παραδοσιακά γίνονταν πολύ περισσότερες
μεταδόσεις, σύμφωνοι. Όμως συζητάμε για
αλλαγές. Συζητάμε για το πώς θα ξεφύγουμε
από παραδοσιακές δουλείες της τηλεόρασης
απέναντι στην κομματοκρατία.
Η προσωπική μου γνώμη
είναι ότι η ΝΕΡΙΤ δεν θα πρέπει να κάνει
καμία τέτοια ζωντανή μετάδοση. Αρκεί
να παρακολουθεί δημοσιογραφικά, σύμφωνα
με την κρίση των δικών της δημοσιογράφων,
την πολιτική κίνηση και τις ομιλίες,
των πρωθυπουργών και αρχηγών κομμάτων
και να επιλέγει τι και αν θα μεταδώσει.
Τα κόμματα, αν θέλουν να ακούγονται λάιβ
οι ομιλίες, ας διαθέτουν δικά τους μέσα
και ας καλούν τα κανάλια να επιλέγουν
ό,τι τα ενδιαφέρει. Ακόμα και η λογική
“καλύπτω τον πρωθυπουργό επειδή είμαι
κράτος” για μένα είναι η αρχή της
κατηφόρας. Μετά τον πρωθυπουργό πρέπει
να καλύψεις τον αντιπρόεδρο της
κυβέρνησης, κι ύστερα τον αρχηγό της
αξιωματικής αντιπολίτευσης, και πόσες
φορές; Μία ή δύο; Σαν κόμμα ή σαν κυβέρνηση;
Κι αν η κυβέρνηση είχε τρία κόμματα, θα
ήθελε τρεις καλύψεις η αξιωματική
αντιπολίτευση; Κι αν είχε τέσσερα; Και
ούτω καθεξής.
Και φτάνουμε στη σημείο
η επιλογή της μιας παρουσίασης ανά κόμμα
να θεωρείται λογοκρισία. Σαν αυτόματο
ξεπηδάει μέσα μας η αντίδραση, ξεχνάμε
διάφορες λεπτομέρειες όπως ότι η
αξιωματική αντιπολίτευση δηλαδή ο
ΣΥΡΙΖΑ, δεν αναγνωρίζει τη ΝΕΡΙΤ από
την οποία απαιτεί ζωντανή κάλυψη, και
άλλα γκροτέσκα. Τα έχουμε συνηθίσει
αυτά. Όπως έχουμε συνηθίσει να αντιδρούμε
στην υπόνοια της λογοκρισίας, και καλά
κάνουμε, όμως ξαναρωτάω: Αυτή πρέπει να
είναι η δουλειά της κρατικής τηλεόρασης;
Η κρατική τηλεόραση
οφείλει στο κοινό της υψηλού επιπέδου
κάλυψη δημοσιογραφική, αυτό είναι το
νόημα της ύπαρξης της. Να προσφέρει την
πολυτέλεια της ποιότητας που οι άλλοι
δεν μπορούν ή δεν ενδιαφέρονται. Αν
αποφασίσει ο διευθυντής της ότι πρέπει
να γίνει ζωντανή μετάδοση, να κάνει
ζωντανή μετάδοση. Αν όχι, να μην κάνει. Ας πάρουν σαράντα
τηλέφωνα υπουργοί και αρχηγοί κομμάτων.
Κάποτε θα καταλάβουν ότι δεν έχει νόημα
κάτι τέτοιο. Αλλά και να μην το καταλάβουν,
οι διευθυντές της ΝΕΡΙΤ απλώς οφείλουν
να τους αγνοούν.
Θα μου πείτε ότι αυτό
δεν γίνεται; Αν αυτό το πάρουμε απόφαση,
τότε όντως πρέπει να παραιτηθούμε όλοι. Φυσικά είναι μεγάλος ο πειρασμός της παραίτησης. Στο μεταξύ προσπαθούμε.