Τρίτη 30 Απριλίου 2013

Βάλε το κόκκινο φουστάνι

To κόκκινο φουστάνι φοριέται νύχτα, το λέει και το τραγούδι, το λέει και η Ζυράννα Ζατέλη στην ιστορία της κοκκινοφορούσας της. Ωστόσο ενίοτε η νύχτα προχωράει μέσα στη μέρα (το λέει ο Ευγένιος Ο' Νηλ) και η ντίβα των ξενυχτιών ξυπνάει νωρίς, ή δεν κοιμάται καθόλου, και ξεκινά να πάει με τα βραδυνά στη μεσημεριάτικη γιορτή. Ελπίζω το μήνυμα της μοιραίας αυτής διαφήμισης να μην επιφέρει μετατόπιση της Λαμπρής προς το βραδινότερο, γιατί όσο μεγαλώνω γίνομαι πρωινός τύπος. Ν' αφήσει μόνο την εντύπωση εθνικής συμφιλίωσης που προκύπτει απο τη θερμή υποδοχή της ιδιόρρυθμης νονάς στην οικογενειακή εστία.
Είναι Πάσχα, είναι μέρα Λαμπρής, κι όχι των ελεύθερων πολιορκημένων του Σολωμού, πώς να το κάνουμε; Εντάξει, καταλάβαμε, υπάρχουν πολλοί ανάμεσά μας που θα ήθελαν να ζουν για πάντα στο πολιορκημένο Μεσολόγγι, εκεί που λαλεί πουλί, παίρνει σπυρί κι η μάνα το ζηλεύει. Ας τους δεχτούμε με τα σουφρωμένα μούτρα τους, ας τους προσφέρουμε λίγη πετσούλα, όπως ο ψήστης με τη φανέλα στην απίθανη νονά. Λιγότερο ερωτικά βεβαίως, γιατί υπάρχει πιθανότητα οι ξινοί αυτοί άνθρωποι να αποστρέψουν τα μούτρα. Κι ύστερα να ξεκοκαλίσουν το αρνί μόνοι τους, αλλά εκεί πια πάμε σε Ντίκενς.
Υπάρχει στον πίνακα κι η κυρά με τα λεμόνια, μήπως υπονοούν ένα κάποιο ξίνισμα; Αυτή μάλλον δεν έκανε εμφάνιση στα μπουζούκια την προηγούμενη, ξύπνησε χαράματα να βοηθήσει το άναμμα της φωτιάς κι είναι ήδη ξεπατωμένη, αλλά σαν μητέρα γίνεται γενναιόδωρη, δέχεται την εισβολή της εντυπωσιακής κουμπάρας, τα παιδιά πρέπει να έχουν παραστάσεις απο ποικίλους κόσμους, ανοίγει την αγκαλιά της. Η κουρασμένη οικογένεια καλωσορίζει το απολωλός πρόβατο και προσφέρει απο το άλλο αρνί, το σουβλισμένο, με το οποίο ομολογεί η νονά τη συγγένεια της. Τραγουδάνε όλοι μαζί. Η φωνή της νονάς ξεχωρίζει, είναι δυνατή, ιδιαίτερη, πλούσια, αλλά την ακολουθούν οι άλλοι, ενώνονται οι φωνές, πράγμα που εύχομαι σε όλους και στον εαυτό μου πρωτίστως: ομαδικό τραγούδι. Ανοίγει τους πνεύμονες, πνίγει τις διαφωνίες επί θεμάτων ταυτότητας και άλλα. Ποιοί είμαστε και γιατί να είμαστε έτσι, πρέπει να είμαστε αλλιώς αλλά δεν μας καταλαβαίνουν. Ας είμαστε όπως να είναι χωρίς αποκλεισμούς, χρονιάρα μέρα.
Φέρνει η νονά δώρα πολλά, φτηνά για τα παιδιά. Αυτά τα δώρα εισπράττουν την πιο κακή κριτική. Δεν εκτιμάται όσο πρέπει η αξιοζήλευτη ικανότητα των παιδιών να ικανοποιούνται με φτηνά δώρα. Περιφρονούν πολλοί και στον εαυτό τους την τάση να έλκονται απο φτηνά, εντυπωσιακά έως κραυγαλέα αντικείμενα. Κι όμως η φτήνεια είναι μια στάση του σύγχρονου κόσμου που καλύτερα να προσπαθούσαν να καταλάβουν. Είναι η κινέζικη πρόταση που κατευνάζει την έμφυτη στον άνθρωπο απληστία, μετακινώντας πόρους, και ποταμούς και όρη, που υλοποιεί τη δημοκρατική υπόσχεση περί ευημερίας. Την έχουμε τιμήσει στα σπίτια μας, τα αυτοκίνητα, τα ρούχα, τη ζωή μας, άρα κάτι θα' χει ακριβό. Είναι πολυσυλλεκτική, όπως ο ίδιος ο Χριστιανισμός, ειδικά η γιορτή αυτή που περιμένουμε να γιορτάσουμε με μεγάλες και μικρές προσδοκίες.
Καλό Πάσχα. Εύχομαι ένα κόκκινο φουστάνι ανά οικογένεια και φωνή στεντόρεια να αξιοποιήσει τραγουδιστικά τις παραπανίσιες θερμίδες.
Εφημερίδα των συντακτών


Τετάρτη 24 Απριλίου 2013

Προσοχή εύθραυστο

Το αγόρι στη Βουλή έγραψε σε ένα φύλλο χαρτί πως είναι πρώτη του φορά σε μπουρδέλο, το έβγαλε φωτογραφία και πήρε πολλά μπράβο. Είναι δεκάξι χρονών και συγχωρείται. Δεν μπορεί να είναι όλα τα δεκαεξάχρονα σαν τον Τζακ Αντράκα που επινόησε το τεστ ανίχνευσης καρκίνου του παγκρέατος. Περνούν και δύσκολη ηλικία, όπου η έκρηξη παραγωγής νευρώνων και συνάψεων δεν μπορεί να συμβαδίζει με τη σωστή τους χρήση. Όταν οι μεγάλοι βρίζουν τη Βουλή κι απειλούν να την κάψουν, τι να σου κάνουν τα παιδιά; Όταν τόσοι και τόσοι κάθε μέρα από τηλεοράσεις και ραδιόφωνα, σάιτ κι εφημερίδες την απαξιώνουν, γιατί φαίνεται πολύ το 30% που θεωρεί ότι μπορεί και να ήταν καλύτερα χωρίς Δημοκρατία;
Ίσως κι οι μεγάλοι ονειρεύονται να ξαναγίνουν παιδιά, χωρίς Δημοκρατία, με μια αυταρχική εξουσία αυτό δεν συμβαίνει; Επιστροφή στην παιδική ηλικία για πάντα.
Με άνεση, με χάρη, με χιούμορ, εκτοξεύουν πολλοί καθημερινά το λογάκι τους ή τον βαρύ αφορισμό τους απέναντι σ' αυτό που λένε "σύστημα" και το θεωρούν άτρωτο στις επιθέσεις. Πολιτικά μπορεί να ονειρεύονται ολοκληρωτισμούς, αλλά για καλό σκοπό βεβαίως, πατριωτικό ή σοσιαλιστικό, ή τιμωρητικό, αυτό φοριέται τελευταία.. Δείχνουν συμπάθεια στα ξεσπάσματα με τις κρεμάλες, τα Γουδιά και τις άλλες απειλές. Ή τα βάζουν με τη μεταπολίτευση, την κατεδαφίζουν σε δυο φράσεις: "τι ήταν η Μεταπολίτευση; Αν εξαιρέσεις την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, τίποτε άλλο ουσιαστικό δεν συνέβη στη μεταπολιτευτική Ελλάδα", έγραφε χτες ένα άρθρο σε αυτήν την εφημερίδα, με γενικό συμπέρασμα πως ο Τσοχατζόπουλος είναι ο καθρέφτης της Μεταπολίτευσης.
Βλέπετε τον εαυτό σας στον Τσοχατζόπουλο; Όσο τεράστιο και να τον θεωρείτε, δεν κατάφερε να εκλεγεί ηγέτης. Πήρε μια εργαλειακή θέση, εκμεταλλεύτηκε την εμμονή με τα όπλα, μόνο αυτό έκανε η μεταπολίτευση;
Μπορεί όμως και να πιστεύουν στα σοβαρά όσοι γενικεύουν με τόσο απλοϊκό τρόπο, ότι η ισχυρή του φύση, του συστήματος, του δημοκρατικού πολιτεύματος, δεν έχω καταλάβει, θα το προστατέψει με μαγικό τρόπο απο κάθε εχθρό, του εαυτού τους συμπεριλαμβανομένου. Μπορεί να πιστεύουν ότι έχει άκρες στους ισχυρούς της γης, στους G8 και τους G20, τη λέσχη Μπίντελμπεργκ και τις κρυφές μασωνικές δυνάμεις, δεν εξαρτάται από το αν τηρούν αυτοί τους νόμους της, η Δημοκρατία, από το αν πιστεύουν πως αξίζει τον κόπο η προσπάθεια να την υπερασπίζονται, από το αν αγωνιούν μήπως παραβιάζονται οι αρχές της, ή τα δικαιώματα των άλλων. Ίσως οι επιθέσεις εναντίον της να κρύβουν στο βάθος εμπιστοσύνη στην αντοχή της. Την πεποίθηση ότι οι άνθρωποι είναι απο φυσικού τους προγραμματισμένοι να ζουν σε τέλειες δημοκρατίες, έτσι κανονίστηκε απο καταβολής κόσμου, δεν χρειάζεται προβληματισμός, να την επεξεργάζεσαι και να την προσέχεις. Δεν γράφει πουθενά στο πακέτο ότι έχει εύθραυστο περιεχόμενο, κρατάτε το ίσια, αποφύγετε τις βίαιες κινήσεις, είναι σαν το γυάλινο κόσμο.
Ας ελπίσουμε ότι δεν θα το καταλάβουμε απότομα από το σαματά των γυαλιών που σπάνε. Κι αφού το 30% δεν είναι και σίγουρο για την αξία του, πρέπει να προσέχουμ περισσότερο η πλειοψηφία. Στο κάτω- κάτω έχουμε ευθύνη, είμαστε πλειοψηφία. Δεν είναι μικρό πράγμα αυτό.
εφημερίδα των συντακτών 

Κυριακή 21 Απριλίου 2013

Ποιος θα μας προστατέψει από τους φύλακες;Του Δημήτρη Ψυχογιού από το ΒΗΜΑ


Αυτή τη στιγμή που γράφω είναι σε εξέλιξη ως παγκόσμιο real time media event η προσπάθεια σύλληψης του Tζοχάρ Τσαρνάεφ, υπόπτου για τις εκρήξεις βομβών στον Μαραθώνιο της Βοστώνης, ενώ ο αδελφός του Ταμερλάνος έχει ήδη σκοτωθεί. Για τα κίνητρά τους, για το πώς δύο νέοι τσετσενικής καταγωγής που ζούσαν πάνω από 10 χρόνια στη Βοστώνη, που ο ένας σπούδαζε με υποτροφία και ο άλλος προσπαθούσε να γίνει επιτυχημένος μποξέρ ώστε να αποκτήσει την αμερικανική υπηκοότητα, πώς αυτοί οι δύο νέοι κατάντησαν να γίνουν δολοφόνοι, ίσως μάθουμε κάποια στιγμή. Πάντως φαίνεται πως λειτούργησαν αυτόνομα, δεν υπήρξαν ως τώρα στοιχεία που να τους συνδέουν με διεθνείς τρομοκρατικές ισλαμιστικές οργανώσεις.

Πριν από λίγους μήνες η Βοστώνη είχε ξανά θρηνήσει θύματα, αυτά της επίθεσης του επίσης νεαρού Ανταμ Λάνζα στο προάστιο Νιουτάουν: 20 μικρά παιδιά και 6 ενηλίκους πρόλαβε να σκοτώσει προτού αυτοκτονήσει. Με θλίψη διαπιστώνει κανείς πως οι αμερικανοί νομοθέτες ενδιαφέρονται να προστατεύσουν τους συμπατριώτες τους από δολοφονικές επιθέσεις ξένων κρατών ή οργανώσεων που έχουν πολιτικά κίνητρα και όχι από παράφρονες - γιατί βέβαια, όταν η πρόσβαση σε όπλα είναι εύκολη, οι πιθανότητες για μακελειό αυξάνονται, όπως αποδεικνύει το γεγονός ότι στις ΗΠΑ είναι περισσότερες από οπουδήποτε αλλού μαζικές δολοφονίες από σκοτεινές ψυχές εφήβων ή ενηλίκων. Και ενώ το Κογκρέσο εξουσιοδότησε το 2011 (μετά την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους) τους προέδρους να πολεμούν τους τρομοκράτες σε όποιο σημείο της γης και αν βρίσκονται, η Γερουσία προχθές απέρριψε τις νομοθετικές ρυθμίσεις του Ομπάμα για περιορισμό της οπλοκατοχής στις ΗΠΑ. Υποθέτω ότι οι νεκροί αντιμετωπίζονται κάπως σαν τα θύματα τροχαίων, αφού είναι εξίσου νόμιμο να κατέχεις αυτοκίνητο και όπλα.

Φυσικά, όλες οι χώρες προσπαθούν να προστατεύσουν πολίτες και πολιτικούς από την τρομοκρατία, εγχώρια ή εισαγόμενη. Το τίμημα όμως είναι βαρύ: οι κυβερνήσεις έχουν δημιουργήσει τεράστιους αντιτρομοκρατικούς μηχανισμούς που έχουν υπέρμετρο κόστος, όχι τόσο οικονομικό όσο κυρίως θεσμικό: οι υπηρεσίες συχνά υπερβαίνουν τα όρια που είναι ανεκτά σε φιλελεύθερες κοινοβουλευτικές δημοκρατίες ως προληπτική ή κατασταλτική δράση απέναντι σε ομάδες που απειλούν το κράτος.

Οι ΗΠΑ έχουν υποστεί τις μεγαλύτερες απώλειες από την τρομοκρατία, έχουν απαντήσει με «παγκόσμιο πόλεμο» εναντίον της και ταυτόχρονα διαπρέπουν στις παραβιάσεις, με το στρατόπεδο του Γκουαντάναμο, με τους βασανισμούς αιχμαλώτων και ακόμα πιο πρόσφατα με τη χρήση μη επανδρωμένων αεροπλάνων (drones programme) εκτός των πεδίων μαχών του Αφγανιστάν για την εξόντωση τρομοκρατών στο Βόρειο Πακιστάν, στην Υεμένη, στη Σομαλία. Το θέμα των drones είναι και το σοβαρότερο γιατί αφορά την εκτέλεση ανθρώπων επειδή η CIA (στην αρμοδιότητά της είναι το πρόγραμμα drones) τους έχει εντάξει σε καταλόγους επικίνδυνων μελών της Αλ Κάιντα (targetted killing). Αλλά χωρίς δίκη, χωρίς κάποιον να υπερασπιστεί τον ύποπτο και να αμφισβητήσει τα στοιχεία των μυστικών υπηρεσιών, πώς είναι δυνατόν να αποφασίζεται η αφαίρεση ζωής; - αναρωτιέται ο Kenneth Roth, γενικός διευθυντής του Human Rights Watch, σε πρόσφατο τεύχος της New York Review of Books. Και δικαιούται η Αμερική, στο όνομα του global war που έχει κηρύξει, να σκοτώνει στόχους στους δρόμους του Παρισιού ή του Λονδίνου;

Και δεν είναι μόνο αυτό: οι χειριστές των drones έχουν το δικαίωμα να σκοτώσουν από χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά κάποιους που δεν έχουν εμπλακεί σε μάχη και δεν γνωρίζουν ποιοι είναι, αν κρίνουν από τις κινήσεις τους ότι είναι «πολεμιστές» (signature killing). Επιπλέον, μαζί με «πολεμιστές» ή και από λάθος έχουν σκοτωθεί άοπλοι πολίτες - οι εκτιμήσεις για τα θύματα των drones, ανάλογα με την πηγή, κυμαίνονται από 750 ως 3.500 θανάτους συνολικά. Αυτή η πρακτική παραβιάζει το δίκαιο του πολέμου που επιτρέπει φόνους μόνο τη στιγμή των μαχών και μόνο οπλισμένων στρατιωτών που εμπλέκονται στη σύγκρουση, με ελαχιστοποίηση των «παράπλευρων απωλειών» αμάχων. Ακόμη, ο νέος διευθυντής της CIA Τζον Μπρέναν είχε δηλώσει ρητά, όταν ακόμη ήταν σύμβουλος του Ομπάμα, πως η τακτική της Αμερικής είναι πλέον «θάνατοι και όχι αιχμάλωτοι». Ητοι, πλήρη περιφρόνηση των κανόνων του πολέμου, έστω και αν αυτός είναι ιδιότυπος πόλεμος.

Οσο και αν ο πόλεμος ενάντια στην τρομοκρατία είναι δικαιολογημένος, «κάθε πρόγραμμα που σκοτώνει στη βάση πληροφοριών μυστικών υπηρεσιών προσφέρεται για αυθαιρεσίες» καταλήγει στο άρθρο του ο Kenneth Roth. Και έχω προσωπικούς λόγους να συμμερίζομαι την άποψή του περί «αυθαιρεσίας» - ευτυχώς για θέμα που δεν αφορά την αφαίρεση ζωής αλλά την αφαίρεση βίζας: οι ΗΠΑ με θεωρούν επικίνδυνο τρομοκράτη και ακύρωσαν τη βίζα που μου είχαν δώσει το 2006 για να ταξιδέψω στην Αμερική· όχι μόνο τη δική μου αλλά και όλων των μελών της οικογένειάς μου που είχαν ταξιδέψει τότε. Η επικινδυνότητά μου προκύπτει, υποθέτω, από το γεγονός ότι επί χούντας ανήκα σε αντιστασιακή οργάνωση που τοποθετούσε βόμβες. Η επικινδυνότητα της οικογένειάς μου προκύπτει μάλλον από θεωρίες συλλογικής ευθύνης και τιμωρίας που δεν περίμενε κανείς να τις εφαρμόζει η Αμερική. Οταν λοιπόν οι υπηρεσίες των ΗΠΑ λειτουργούν έτσι, ανησυχεί κανείς πάρα πολύ για το πόσο τεκμηριωμένα είναι τα στοιχεία με τα οποία αποφασίζουν ότι θα σκοτώσουν τον άλφα ή βήτα «τρομοκράτη» στην Υεμένη ή τη Σομαλία.

Πολλοί υποστηρίζουν ότι η αντιτρομοκρατική πολιτική της Αμερικής, και πρωτίστως το πρόγραμμα drones, δημιουργεί στις ισλαμικές χώρες περισσότερους τρομοκράτες από όσους εξοντώνει. Μπορεί και να έχουν άδικο - φίλους πάντως δεν της προσπορίζει: η ανάμνηση της 11ης Σεπτεμβρίου ξεθωριάζει σιγά-σιγά και οι κινήσεις των ΗΠΑ δεν υπηρετούν πάντα αντιτρομοκρατικούς στόχους, έστω και αν τους επικαλούνται - με κορυφαίο παράδειγμα την επέμβαση στο Ιράκ. Αλλά αυτό φαίνεται δεν ενδιαφέρει τους πολιτικούς της, ίσως επειδή πιστεύουν ότι η ισχύς της χώρας τους τούς επιτρέπει να λύνουν προβλήματα αδιαφορώντας για λογική, ηθική και διεθνείς κανόνες.

Παρασκευή 19 Απριλίου 2013

Η φράουλα κυνηγάει το κοτσάνι της


Κι άλλοι εργοδότες χρησιμοποιούν εργαζόμενους μετανάστες χωρίς χαρτιά. Δεν κάνουν έτσι. Μπορούν όμως να δίνουν χαμηλά μεροκάματα, να καθυστερούν τις πληρωμές, να επινοούν ελαφρότερες αυθαιρεσίες. Αφού οι άνθρωποι είναι λαθρομετανάστες, η συμπεριφορά απέναντι τους επαφίεται στο χαρακτήρα των εργοδοτών τους, τις επιλογές τους, την ανθρωπιά τους, τις συνήθειες των χωριών, το τι έχει καθιερωθεί στα πέριξ, τα ήθη και τα έθιμα της περιοχής. Από τη στιγμή που κάτι θεωρείται παράνομο βγαίνει στο περιθώριο και του νόμου και της κοινωνίας, το ρυθμίζουν είτε άτυποι κανόνες είτε μαφίες που βάζουν τους δικούς τους κανόνες, ή και τα δυο.
Η επίσημη απάντηση του κράτους στο έγκλημα της Μανωλάδας είναι η αποστολή επιθεωρητών εργασίας. Οι επιθεωρητές, αν πιάσουν εργάτες χωρίς χαρτιά, πρέπει να τους στείλουν στο Τμήμα, στα κέντρα κράτησης, κι απο κεί απέλαση. Πες ότι το κάνουν, πιάνουν όλους τους ανασφάλιστους εργάτες, που δεν μπορούν ν' ασφαλιστούν ούτως ή άλλως γιατί δεν έχουν χαρτιά, και τους απελαύνουν. Ωραία. Και ποιος θα μαζέψει τις φράουλες;
Εντάξει, θα βρεθούν άλλοι. Τόσες χιλιάδες ακόμα υπάρχουν χωρίς χαρτιά, απασχολούμενοι σε εποχιακές εργασίες, οπότε θα πάνε να πιάσουν δουλειά. Θα πληρώσουν το νοίκι να μείνουν στα παραπήγματα των προηγούμενων, επίσης παράνομα, με κλεψιμέικη ύδρευση και τα σχετικά, κι οι φράουλες θα μαζευτούν.
Κι αν καταφέρει η αστυνομία και η Frontex κι όλη η κρατική οργάνωση τέλος πάντων να δίωξει όλους τους μετανάστες χωρίς χαρτιά απο την Ελλάδα; Τι θα γίνει μετά με τις φράουλες; Πες πως τους διώχνει όλους βρε αδερφέ! Μια υπόθεση κάνουμε.
Τότε θα πάνε να τις μαζέψουν εργάτες με χαρτιά, ασφαλισμένοι, που θα μένουν σε κανονικά σπίτια, θα πληρώνουν νοίκι, κλπ.
Απόδειξη θα παίρνουν απο το σπιτονοικοκύρη τους; Γιατί απ' ότι ξέρω δεν συνηθίζεται και πολύ στα μέρη εκείνα. Δεν δίνουν απόδειξη αυτοί που παίρνουν νοίκι, αυτοί που παίρνουν λεφτά για μια δουλειά που σου κάνουν, αυτοί που χτίζουν σπίτια, βάζουν υδραυλικά, κλπ. Όταν έχουν να κάνουν με εξωτερικούς παράγοντες βέβαια, αναγκαστικά κόβουν και αποδείξεις, αλλά το αποφεύγουν όσο μπορούν. Είναι ο τρόπος που έχουν συνηθίσει οι άνθρωποι να συναλλάσσονται, πατροπαράδοτος, παραδοσιακός. Δεν θα τον αλλάξουν τώρα για να κάνουν το χατίρι των ευρωπαίων. Και να βάλουν συνέταιρο στην τσέπη τους τον Τόμσεν και την υποταγμένη στο μνημόνιο ελληνική κυβέρνηση. Δεν πληρώνουν- δεν πληρώνουν, ούτε φόρους ούτε τη δουλειά των εργατών, κι είναι κρίμα που αυτοί οι άσχετοι μετανάστες δεν αντελήφθησαν το αγωνιστικό νόημα των εργοδοτών τους, αλλά τι περιμένεις απο αλλοδαπούς;
Πες όμως ότι οι επιθεωρητές εργασίας θα πιάσουν κι αυτοί σπίτι στην περιοχή και θα ελέγχουν κάθε μέρα. Ωραία, μένει να βρεθούν οι εργάτες για τις φράουλες.  Θα έχουν φύγει όλοι οι χωρίς χαρτιά εργάτες, οπότε θα μπορούν να πιάσουν δουλειά οι χιλιάδες άνεργοι με χαρτιά. Πωλήτριες, στελέχη επιχειρήσεων, επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων, νεαροί πτυχιούχοι, επιχειρηματίες, κόσμος και ντουνιάς χωρίς δουλειά εδώ και μήνες, θα πάνε να μαζέψουν φράουλες. Αφού θα έχει λυθεί το πρόβλημα της λαθρομετανάστευσης, θα λυθεί και της ανεργίας. Υπάρχουν πολλές φράουλες για μάζεμα, και μόλις τελειώσουν οι φράουλες βγαίνουν τα κεράσια, κι ύστερα τα ροδάκινα, τα βερίκοκα, δόξα τω θεώ, από φρούτα πάμε καλά.
Και να μη σταθούμε σε λεπτομέρειες τώρα του τύπου: οι πτυχιούχοι δεν ξέρουν να μαζεύουν φράουλες. Σιγά το δύσκολο. Θα μάθουν. Κάποτε ο Μάο είχε αποφασίσει να στείλει στα χωράφια το άνθος της κινεζικής φοιτητιώσας νεολαίας, και το έκανε. Και τους ξέκανε, αλλά αυτό είναι λεπτομέρεια. Λένε μερικοί πως οι ανειδίκευτοι εργάτες κάνουν δύσκολες δουλειές και ουσιαστικά ειδικεύονται στη σωματική αντοχή. Πού να ξέρω εγώ απ' αυτά, δεν μάζεψα ποτέ μου φράουλες. Είναι ένα θέμα για συζήτηση. Μέχρι να διώξει η αστυνομία όλους τους εργάτες χωρίς χαρτιά, να πείσει τους συναλλασσόμενους της επαρχίας να εκδίδουν αποδείξεις κλπ, μπορούμε να συζητάμε τις μεθόδους του Μάο και τι επεδίωξε κατά βάθος, να ξεκάνει τους νεαρούς διανοούμενους, να βοηθήσει την αγροτική παραγωγή, ή απλώς να δείξει σε όλους ποιος κυβερνούσε εκείνη τη χώρα; Η σκέψη του Μάο ως γνωστόν μας εμπνέει πάντα.
Στο μεταξύ τα φρούτα ωριμάζουν και οι εργάτες τα μαζεύουν, εργάτες χωρίς χαρτιά κυρίως, αφού αυτοί είναι οι χειρώνακτες. Δεν έχουν χαρτιά γιατί δεν υπαρχει τόπος να αποκτήσουν. Πρέπει πρώτα να δουλέψουν νόμιμα για καιρό κι ύστερα να βγάλουν. Αλλά πώς να δουλέψουν νόμιμα αφού δεν έχουν χαρτιά; Και πως να βγάλουν, αφού δεν δουλεύουν; Μπορείτε να συνεχίσετε τις ερωτήσεις σα φίδι που κυνηγά την ουρά του και να θαυμάσετε για λίγο τουλάχιστον αυτούς που κατάφεραν να αποκτήσουν χαρτιά μέσα στην τρέλα αυτού του συστήματος, καθώς και των ανθρώπων που τους βοήθησαν να τα εκδώσουν, δικηγόρων, εργοδοτών, δημοσίων υπαλλήλων. Δεν είναι μικρός ο άθλος. Κάθε απλή άδεια παραμονής κρύβει πίσω της Οδύσσειες ξένων και ντόπιων. Και φυσικά μεσάζaοντες μέσα στην πορεία στο άγνωστο.
Δεν υπάρχει πρόβλεψη για την ανάγκη φτηνών ανειδίκευτων εργατών στην ελληνική ύπαιθρο, ίσως ούτε και σε καμία ύπαιθρο. Τα πράγματα απλώς συμβαίνουν έτσι όπως συμβαίνουν. Εξάλλου είναι εποχιακά. Δεν κρατούν πολύ. Οι νόμοι δεν παραδέχονται ότι υπάρχουν τέτοιες ανάγκες. Ούτε και οι πολίτες το παραδέχονται, αν κουβεντιάσεις μαζί τους θα σου πουν ότι μια χαρά τα βγάζει πέρα η ύπαιθρος χωρίς ξένους. Έχουν όλοι ξεχάσει ότι πριν το 1990 δεν υπήρχαν εργάτες να μαζεύουν ελιές, φράουλες, κεράσια και πορτοκάλια. Μερικοί θυμούνται, και λένε ότι η μετανάστευση μας χάλασε. Ήρθαν εδώ πολλοί φτηνοί εργάτες. Βρήκαμε εύκολα άντρες για τα χωράφια και γυναίκες για το σπίτι, ξεμάθαμε την προλεταριακή ζωή, γίναμε μαλθακοί. Κι ύστερα μας βρήκε η τρόικα στη μαλθακότητα και δεν αντιδράσαμε δυναμικά όπως έπρεπε.
Ας γίνουν όλα όπως πρέπει λοιπόν. Ας απελαθούν όλοι οι μετανάστες χωρίς χαρτιά, ας αρχίσουν να κόβουν αποδείξεις οι επαρχιώτες εργολάβοι, κι ας πάνε οι άνεργοι να πιάσουν δουλειά στα χωράφια. Κι ας νοικιάσουν σπίτια στην επαρχία οι επιθεωρητές εργασίας να ελέγχουν ότι όλα θα δουλεύουν σωστά. Όλα λύνονται. Έχοντας στο μυαλό μας την τέλεια κατάσταση που θα προκύψει κάποτε, όταν όλα γίνουν όπως νομίζουμε ότι είναι, μπορούμε να κάνουμε λίγο σκόντο στις λεπτομέρειες.
Αλλά το καλό πράγμα αργεί. Ίσως μέχρι να επιτευχθούν όλ' αυτά να έχει περάσει και η κρίση. Και να μη θέλουν οι πτυχιούχοι να μαζεύουν φράουλες. Οπότε θα έχουμε ξανά τα ίδια ερωτήματα. Εκτός αν χρησιμοποιήσουμε τις μεθόδους του Μάο.
Aπό την Athens Voice

Τετάρτη 17 Απριλίου 2013

Αφαία η άφαντη

                         

-Παρακαλώ, υπάρχει λεωφορείο για την Αφαία;
-Μπα, δε νομίζω...
-Μα εσείς δεν είστε το γραφείο των ΚΤΕΛ;
-Ναι, αλλά δεν ξέρουμε ακόμα. Βλέποντας και κάνοντας...
-Περίπου πότε θα το ξέρετε;
-Όταν έρθει πλοίο, ίσως...
-Μα ήρθε πλοίο. Εμείς ήρθαμε με το πλοίο.
-Πόσοι είστε; Δεκαπέντε;
-Όχι, μόνο πέντε.
-Τότε δεν γίνεται. Από δεκαπέντε κι επάνω βάζουμε λεωφορείο.
-Άλλος τρόπος δεν υπάρχει να πάει κανείς;
-Υπάρχουν ταξί, να εκεί απέναντι.
Τα ταξί περίμεναν σε μια μακριά ουρά, ίδια με τις πιάτσες της Αθήνας αλλά σε γκρίζο. Τόσα χρόνια, τόσες εκδρομές και καλοκαίρια στην Αίγινα, τόσα φυστίκια και μυθιστορήματα Αιγίνης, τόσες ιστορίες και παιδικές αναμνήσεις, πώς είχε γίνει να μην φτάσω ποτέ ως την Αφαία;  Η Αίγινα είναι το κοντινό νησί, την τρώμε υποτίθεται με το κουτάλι. Κι όμως. Πάντα αναβάλαμε την επίσκεψη. Αυτή τη φορά είπα, θα πάω.
Ο ναός είναι σε λόφο, όπως ο Παρθενώνας κι εκείνος του Ποσειδώνα στο Σούνιο, με τους οποίους κάνει μαγικό τρίγωνο, μας είπε ο ταξιτζής. Γιατί είναι μαγικό το τρίγωνο θα σας γελάσω, τρία σημεία στο χάρτη αν δεν βρίσκονται σε ευθεία πάντα σχηματίζουν τρίγωνο, αυτή είναι η μαγεία της Γεωμετρίας εξάλλου, μπορεί να εννοείται κάτι τέτοιο. Ή απλώς η δυνατότητα να βρίσκεις τουλάχιστον ταξί εκεί που τα λεωφορεία δεν ξέρουν αν θα ξεκινήσουν. Εχει τη μαγεία του κι αυτό.
Η Αφαία δεν λεγόταν πάντα έτσι. Ήταν η ωραία νύμφη Βριτόμαρτυς που την λιμπίστηκε ο Μίνωας και την κυνήγησε σε στεριά και θάλασσα. Δεν ήθελε να κατακτηθεί η Βριτόμαρτυς, ας  ήταν και βασιλιάς ο Μίνωας. Άρχισε να τρέχει, να τρέχει, έφτασε στη θάλασσα, κολύμπησε, βγήκε στην Αίγινα, ανέβηκε στο δασωμένο βουνό κι εκεί εξαφανίστηκε. Κρύφτηκε σε μια σπηλιά, εξαφανίστηκε. Κι έκτοτε ονομάστηκε Αφαία, δηλαδή άφαντη.
Ήταν συχνά  οι νύμφες απρόθυμες να σμίξουν ακόμα και με θεούς. Η Δάφνη είχε προτιμήσει να μεταμορφωθεί σε δέντρο για να γλιτώσει από τις σεξουαλικές ορέξεις του Απόλλωνα, όχι οποιουδήποτε βάρβαρου κι άξεστου αρσενικού. Τη στιγμή που ο θεός την άγγιζε γινόταν δέντρο. Άφαντη μέσα σε μια ξένη μορφή.
Η Αφαία εξαφανίστηκε τελείως, ο Μίνως δεν βρήκε τίποτε ν' αγκαλιάσει. Οι Αιγινήτες έχτισαν ναό στο σημείο της εξαφάνισης. Ίσως εκεί να εμφανιζόταν, να δίδασκε στις νέες προσκυνήτριες τα μυστικά της σωστής εξαφάνισης, να τους αποκάλυπτε την αξία της απουσίας.
Ανεβήκαμε το λόφο όπου έχει απομείνει το ερείπιο του ναού, τόσο αρμονικό μέσα στη γαλήνη του τοπίου. Αυτά τα ερείπια είναι όλα ναοί της εξαφάνισης, ιερά της απουσίας. Λείπουν οι στέγες τους, οι τοίχοι, τα χρώματα, τα γλυπτά που τους στόλιζαν, λείπει και η λειτουργία τους κυρίως. Η μεγαλύτερη ομορφιά τους είναι η φθορά.
Θα ήμουν καλή πιστή για την άφαντη θεά ακόμα και σε αρτιμελή ναό της. Οχι μόνο επειδή θέλω πολύ συχνά να γίνω άφαντη κι εγώ, κι όσοι με ψάχνουν να μη με βρίσκουν στ' αλήθεια, ενώ θα στέκομαι σε περίοπτη θέση, σε βουνό πευκόφυτο ν' ατενίζω τη θάλασσα και τα δυο άλλα μέρη του μαγικού τριγώνου,  αλλά κι επειδή όσο φανερώνω τις σκέψεις και τα συναισθήματα μου, τόσο πιο άφαντη νιώθω. Χρειάζομαι αφάνεια για την προετοιμασία της εμφάνισης, όπως όλοι οι άνθρωποι, όλες οι γυναίκες, και δεν έχω αρκετή. Χρειάζομαι, κυρίως, διαχείριση της αφάνειας όσο και της εμφάνισης, κάποιος να με διδάξει. Ίσως να είναι ετούτη η κατάλληλη θεά, που ξέρει απο τέτοια. Να με διδάξει να αναγνωρίζω φόβους και προλήψεις, εμμονές και προκαταλήψεις, να μελετώ με ψυχραιμία ολονών τις επιπτώσεις, άμα τη εμφανίσει βεβαίως. Φυσικά είναι αδύνατον άνθρωπος να το πετύχει αυτό εγκαίρως, όταν η εμφάνιση μετράει, είναι δηλαδή νέος και ωραίος (για την ακρίβεια, νέα και ωραία) αλλά έστω κι εκ των υστέρων με στοχασμό και επίκληση κάτι μπορείς να κερδίσεις, τουλάχιστον στο όνομα της νέας γενιάς.
Όλ' αυτά θα ήταν καλύτερα και βαθύτερα αν ο ταξιτζής δεν βιαζόταν, αλλά πόση μαγεία πια να σου προμηθεύσει μια ξεχασμένη θεά;
Από το Protagon












Τρίτη 16 Απριλίου 2013

Το αναπάντητο ερώτημα


Ο καημένος ο Μάνος Χατζιδάκης έκανε ό,τι μπορούσε για την Αθήνα και τα περίχωρα. Τραγούδησε τον Ιλισσό, τον Υμηττό, τον Πειραιά και την ίδια την Αθήνα, αλλά τίποτε οι αθηναίοι. Κι αν αρχίζω απ' αυτόν τον πολυαγαπημένο, δεν ξεχνώ κι άλλους, με το Βοτανικό, την Καισαριανή, την Κυψέλη και το Παγκράτι, τη Σόλωνος και Σίνα, την πλατεία Αβησσυνίας. Κι ο Ξυδάκης τελευταία αφού έκλαψε εκεί που κάποτε περνούσε ο Ιλισσός, αναθυμούμενος και τον Χατζιδάκη πιστεύω, ανακάλυψε τον Ηριδανό με το λιγοστό του νεράκι, έδωσε και σ' αυτόν τραγούδι.
Προσπάθησαν οι μουσικοί να την τραγουδήσουν, να της δώσουν λίγη αίγλη, ένα μύθο, κάτι να πιαστεί και να σωθεί, αλλά δεν ήταν φαίνεται σωστός ο χρόνος, είχαν ήδη αργήσει και τους σκέπασε το κύμα χωρίς όνομα. Αυτό που δεν ξεχώριζε βουνά και λόφους και ποτάμια, δεν ενδιαφερόταν ποσώς για το μυστικό που κρυβόταν εκεί ψηλά στον Υμηττό, ούτε και για κανένα άλλο. Δεν το συγκινούσαν πόλεις μαγικές και παιδιά του Πειραιά, μετρούσε μόνο τετραγωνικά και τα έβρισκε πάντα λίγα.
Της έλειπε το τραγούδι, της έλειπαν οι ιστορίες, της έλειπε η εκτίμηση; Είχαν πάντα μεγάλες προσδοκίες όσοι δικαιούνταν να έχουν, ήθελαν κάτι καλύτερο, έφευγαν γι αλλού όλοι, βιάζονταν να ξεχάσουν τη φτώχεια, τον εμφύλιο, την ασφυξία της παλιάς γειτονιάς; Γιατί θα πρέπει να ήταν ασφυκτική η παλιά γειτονιά, αλλιώς δεν εξηγείται το πόσο βιαστικά θέλησαν όλοι να την αλλάξουν, να ξεφύγουν, να ξεχάσουν. Θα ήταν οι άνθρωποι κουτσομπόληδες και κακοί, θα καταπίεζαν τους νέους, θα παρακολουθούσαν ποιος μπαίνει και ποιος βγαίνει. Έφτιαξαν πολυκατοικίες και απαλλάχτηκαν απ' όλα. Στην αρχή είχε θυρωρούς, ύστερα τους ξεφορτώθηκαν κι αυτούς κι όταν πια έμειναν όλοι ελεύθεροι να κάνουν ό,τι θέλουν τους έπιασε νοσταλγία για την παλιά γειτονιά. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου.
Επί δεκαετίες έπρεπε να εγκαταλείψεις την Αθήνα για να περάσεις καλά, να σου συμβεί κάτι ευχάριστο. Τα δυο τελευταία χρόνια σα να την ξανακοιτάμε. Δεν είν' εύκολες και οι μετακινήσεις. Υπάρχουν αυτοί που τρόμαξαν με τις επιθέσεις στα όμορφα ιστορικά κτίρια. Αυτή η πόλη είναι ό,τι πολυτιμότερο έχουμε, μήπως να την κοιτάξουμε λιγάκι; Ξεκίνησε ο δήμος ξεναγήσεις, έγιναν σύλλογοι, οργανώθηκαν συναντήσεις γνωριμίας μαζί της. Μέχρι και την Κυψέλη περιοδεύουμε, μήπως έχει κάτι που δεν παρατηρούσαμε τόσα χρόνια; Μα ναι, έχει.
Ίσως ήρθε ο καιρός να θέσουμε ξανά τα ερωτήματα του Χατζιδάκη: 1ον Πώς τον λεν τον ποταμό; και κατα συνεκδοχή, υπάρχει ποταμός; 2ον: Ποιο είναι το μυστικό του Υμηττού; 3ον: όσο κι αν ψάξεις υπάρχει άλλο λιμάνι ικανό να σε τρελάνει από τον Πειραιά; (μάλλον όχι) κοκ.
Την Κυριακή μια ομάδα εθελοντών απο διάφορες οργανώσεις πήγαν στη γέφυρα του Ιλισσού και καθάρισαν την κοίτη του. Η ύπαρξη της γέφυρας δεν αποδεικνύει την ύπαρξη ποταμού, αλλά είναι μια πρώτη ένδειξη. Τίποτε δεν αποκλείεται πλέον. Ίσως κάποια βραδιά στην αμμουδιά κοχύλι σου να γίνω. Αθήηηηνα.

Κυριακή 14 Απριλίου 2013

Σκατά, σκατά, σκατά

Είδα αυτό το βίντεο με τις φοιτήτριες που βρίζουν τον καθηγητή τους, πρόεδρος της Σχολής τους είναι μάλιστα, κάθεται αμίλητος σε μια θέση αμφιθεάτρου ανάμεσά τους... περιμένεις κάτι να πει, δεν λέει τίποτε. Δεν θα έπρεπε, μου είπε μια γνωστή μου καθηγήτρια, θα ήταν επικίνδυνο να μιλήσει, μπορεί να τον χτυπούσαν... Έχει συμβεί να χτυπήσουν καθηγητές αν τολμήσουν να τους πάνε κόντρα.
Δεν μιλάει λοιπόν ο καθηγητής, και οι μικρές απο πάνω του τον βρίζουν, αφρίζουν, φωνάζουν, ψάχνουν να βρουν τις λέξεις. Σκατά, λέει η νεαρή στο γκρο πλαν και την ικανοποιεί αρκετά, το ξαναλέει. Σκατά, σκατά, σκατά, τα κάνατε όλα, διευκρινίζει. Η φωνή της ακούγεται υστερική, απωθητική, στρίγγλικη. Μια μικρή στρίγγλα που εκτίθεται με σιγουριά. Θα βρει υπερασπιστές, το ξέρει. Στο facebook που είδα το βίντεο μια γυναίκα είχε γράψει απο κάτω το εξής σχόλιο: "Μα σκεφτείτε πόση βία υφίστανται τα παιδιά και γίνονται βίαια!"
Υφίστανται βία τα παιδιά; Ποια παιδιά, τα σημερινά ελληνόπουλα; Οι φοιτητές ΤΕΙ και ΑΕΙ είναι ξυλοκοπημένα παιδιά που πανε στο Πανεπιστήμιο και δικαιούνται να εκφράζονται βίαια; Τα δέρνουν οι γονείς, τα δέρνουν οι δάσκαλοι, τα δέρνει η κοινωνία; Ποιος είναι βίαιος με τα παιδιά σήμερα; ΄Οποιος σηκώσει χέρι σε παιδί κινδυνεύει να βρεθεί σε φυλακή, κι ας είναι και δικο του. Πώς είναι δυνατόν να πιστεύουμε ότι τα παιδιά εισπράττουν βία γι αυτό τη βγάζουν με τη σειρά τους, και μάλιστα στους καθηγητές τους;
Μπορεί να το εννοούσε μεταφορικά βέβαια η γυναίκα. Με τη μεταφορική βία δεν βγάζεις άκρη, ο καθένας μπορεί να ονομάζει βία ό,τι του αρέσει, ή μάλλον ό,τι δεν του αρέσει. Κι εμένα μού 'ρχεται να ονομάσω βίαιη την υπερβολική και υπερβολικά αδέξια φροντίδα για τα παιδιά που τα μεγαλώνει χωρίς όρια και τους επιτρέπει να καταντήσουν έτσι. Γιατί όχι; Το να εκθέτεις τα παιδιά στη βία των ορμών τους, μπορεί μια χαρά να το πει κανείς βία. Τόσα πράγματα ονομάστηκαν βία, κι όταν φάμε ξύλο καμιά ώρα δεν θα θυμόμαστε πώς το λένε αυτό.
Αυτό το κορίτσι που είδα να τσιρίζει τόσο αντιπαθητικά στον καθηγητή του, μου θύμισε σκηνές νέων γονιών με μωρά που δεν ήξεραν τι να τα κάνουν και τα άφηναν να βασανίζονται και να βασανίζουν τους γύρω τους. Μωρά που κλαίνε και θέλουν να κοιμηθούν είναι το κλασσικό. Eίναι περίεργο γιατί κανείς δεν ειδοποιεί τους νέους γονείς ότι το παιδί θέλει τρόπο για να αποκοιμηθεί. Κι ύστερα μικρά παιδάκια που κάνουν σκηνές υστερίας κι οι γονείς προσπαθούν να τα καλμάρουν μιλώντας τους σα να είναι ενήλικες, ρωτώντας τι θέλουν, παίρνοντας στα σοβαρά κάθε ανοησία τους, χωρίς καμία αίσθηση του περιβάλλοντος χώρου. Γιατί ούτε για την ανάγκη να ενημερώνονται τα παιδιά εξ απαλών ονύχων ότι θα ζήσουν σε ανθρώπινη κοινωνία έχουν μάθει πολλοί σημερινοί γονείς.
Έχω συχνά λυπηθεί αυτούς τους γονείς, κυρίως αυτά τα παιδιά. Δεν ξέρουν τα κακόμοιρα πώς να βάλουν όρια στον εαυτό τους, τσιρίζουν, ουρλιάζουν από απελπισία ζητώντας από τους γονείς να τους βάλουν όρια, κι εκείνοι αρνούνται την ευθύνη. Κι αν εκείνοι αρνηθούν, ποιος θα την αναλάβει; Τα παιδιά είναι καταδικασμένα σε υστερική ζωή, κάθε ώρα και στιγμή να μετράνε τις δυνατότητες αποδοχής, να μη γνωρίζουν στιγμή γαλήνης, στιγμή εμπιστοσύνης σε κανόνες συμβίωσης, να μη χαλαρώνουν, να μη χαίρονται, να μην αναγνωρίζουν, να μην είναι άξια να νιώσουν ευγνωμοσύνη, να τα θέλουν όλα εδώ και τώρα, να μη βάζουν στόχους, να μην πιστεύουν στην προσπάθεια, να μην ... να μην...
Πόση στέρηση. Πόσες ελλείψεις. Πραγματικά, μπορείς να πεις ότι κάτι τέτοιο είναι κάτι σαν βία. Να μεγαλώνεις παιδιά που δεν τους βάζεις όρια. Μιλάω γι αυτά τα κλασσικά παραχαϊδεμένα ελληνόπουλα, αυτό το είδος που κυκλοφορεί πολύ τις τελευταίες δεκαετίες. Απο την τρομερή αυστηρότητα που γνώρισε η γενιά μας και κυρίως η προηγούμενη, φτάσαμε στην πλήρη αποδοχή κάθε ανώριμου χαρακτηριστικού. Τα παιδιά και οι έφηβοι αιχμάλωτα στην παιδικότητα και στην εφηβεία. Είναι μια γενική τάση βέβαια, αλλά πολλοί το παρακάνουν, με αποτέλεσμα τα παιδιά να μεγαλώνουν χωρίς να μπορούν να θαυμάσουν ή να σεβαστούν κανέναν και τίποτε. Και τότε ποιος θα είναι πρότυπό τους, ποιος θα μπορέσει να τους μάθει οτιδήποτε; Ποιος θα μπορέσει να εκτιμήσει μια προσπάθεια που κάνουν, μια δουλειά που τελειώνουν, μια πορεία, ένα κατόρθωμα; Αυτά τα παιδιά έχουν εξασφαλίσει τη δυστυχία τους δια βίου.
Αυτό το κορίτσι που ούρλιαζε 'σκατά' και δεν τα χόρταινε, μου φάνηκε πως φώναζε απελπισμένα 'σταματήστε με!'. Αλλά είναι αργά πια, κι όντως ο καθηγητής πρέπει να σκεφτεί τη σωματική του ακεραιότητα.

Σάββατο 13 Απριλίου 2013

Καισαριανή

Απο την παραπάνω γωνία του σπιτιού μου, Ευελπίδων και Κιμώλου, μπορείς να πάρεις το 224 και να κατέβεις στο νεκροταφείο της Καισαριανής. Από κει με μονοπάτια βγαίνεις γρήγορα στο Αισθητικό Δάσος που έφτιαξε η Φιλοδασική γύρω από τη Μονή Καισαριανής. Σε μια παράλληλη ζωή θα το έκανα αυτό όποτε ήθελα να ξεσκάσω. Αφού το σπίτι μας είναι η πόλη, όπως λένε οι αρχιτέκτονες του Rethink Athens, οι εξοχές της Αθήνας είναι ο κήπος μας. Αλλά άντε πες τα αυτά στους αθηναίους.

Στην κανονική ζωή πάντως έχω περπατήσει τον Υμηττό, από την Αγία Παρασκευή μέχρι το τέρμα του 224 με τον Ορειβατικό. Μας είχε πάρει εννέα ώρες, κι είμαι πολύ ευτυχισμένη που το έκανα. Μόνη μου είχα ξεκινήσει, κανένας φίλος δεν ήθελε να έρθει, αλλά είχα βρει έναν εκεί, με τον οποίο έχουμε την ευτυχία να αναπολούμε αυτή την εξαιρετική διάσχιση όποτε συναντιόμαστε.
Την Κυριακή πήγαμε στη Μονή, αρχαιολογική επίσκεψη, κι ύστερα μικρή βόλτα και πικνικ στο ανοιξιάτικο λιβάδι. Μ' αρέσει να ανακαλύπτω ξανά όμορφα μέρη με ξένους μαθητές. Κόβει το μάτι τους, παρατήρησαν τις αρχαίες κολόνες μέσα κι έξω απο την εκκλησία, και τη στρογγυλή μπανιέρα με τα καθίσματα, σίγουρα ρωμαϊκής εποχής που επέζησε στο μοναστηριακό λουτρό μέχρι να το κάνουν λιοτρίβι στην ύστερη τουρκοκρατία. Εγώ δεν θα το πρόσεχα. Ρωτήσαμε τις δυο υπαλλήλους του ΥΠΠΟ και μας διαβεβαίωσαν ότι ήταν όντως αυτή η μπανιέρα που κάθονταν γύρω οι λουόμενοι, όπως έχουν και τώρα στα τζακούζι.
«Η βιβλιοθήκη της ήταν φημισμένη και περιείχε κατά πάσα πιθανότητα έγγραφα από βιβλιοθήκες της αρχαιότητας. Τα χειρόγραφα, σύμφωνα με διαπίστωση των δημογερόντων της εποχής, "επωλήθησαν μεμβράναις εις τους Άγγλους, τα επίλοιπα υπηρετούσαν τους μαγείρους της μητροπόλεως.." Κατά δε την πολιορκία της Αθήνας από τους Τούρκους μεταφέρθηκαν στην ακρόπολη και χρησιμοποιήθηκαν για προσάναμμα στα φυσέκια» (Από το site της Φιλοδασικής)
Το έχουν θαυμάσια συντηρήσει το Μοναστήρι, τα κελιά, την εκκλησία, την τραπεζαρία, αλλά με το λουτρό δυσκολεύονται προφανώς, πώς να το εντάξουν; Να το αφήσουν λιοτρίβι, να το ξανακάνουν λουτρό; Μένει κλειδωμένο. Μπορείς να περιπλανηθείς στα υπόλοιπα, κι ύστερα να κάνεις το γύρο στους κήπους απο πάνω, να δεις τις λιμνούλες, τον κρουνό με το κεφάλι κριού που έχουν φέρει απο τον αρχαϊκό Παρθενώνα, και τη γούρνα με τις χελώνες, που συγκίνησαν βέβαια τα νεαρά μου πλάσματα περισσότερο απο κάθε αρχαιολογία.
Ανεβήκαμε ως την Ανάληψη, εκκλησοσπηλιά που θα υπήρξε ιερό κάποιας νύμφης, ύστερα πήγαμε στο Φραγκομονάστηρο όπου συνηθίζαμε παλιότερα να πηγαίνουμε με τα παιδιά μας να παίξουν, κι εκείνα έτριβαν τα παντελόνια τους κάνοντας με τις ώρες τσουλήθρα στα απότομα βράχια. Περπατήσαμε κάμποσο στα δρομάκια του Υμηττού κι ύστερα γυρίσαμε στα λιβάδια για πικνικ. Άρχισε να βρέχει μόλις μπήκαμε στο αυτοκίνητο να επιστρέψουμε.
Την άλλη φορά θα ξεκινήσουμε νωρίς, θα περπατήσουμε περισσότερο, θα, θα, θα, όλο έτσι λέμε όποτε πάμε στην Καισαριανή, και δεν το κάνουμε. Έτσι γίνεται με τον κήπο του σπιτιού σου, δεν μπορείς τις προετοιμασίες, βγαίνεις απλώς έξω μια στιγμή να πάρεις ανάσα, κι ύστερα ξαναμπαίνεις.
Μην ξεκινείστε πριν μπείτε στο site της Φιλοδασικής και διαβάστε λίγα πράγματα. Βλέπεις αλλιώς τριγύρω σου όταν ξέρεις ιστορίες.http://www.philodassiki.org/

Τετάρτη 10 Απριλίου 2013

Μπρούτζινο ταγέρ για τη σιδηρά κυρία

Στη Βρετανία λέει, σε κάποια χωριά πανηγυρίζουν με το θάνατο της Θάτσερ. Τι νόημα θα είχε κάτι τέτοιο; Έτσι κι αλλιώς είχε αποσυρθεί απο την πολιτική η ίδια εδώ και πολλά χρόνια. Αν και ο θατσερισμός ζει και βασιλεύει, όπως γράφουν οι αναλυτές.
Τι θα θυμάστε απο τη Θάτσερ; ρωτούν διάφορες έρευνες. Θα θυμάμαι κυρίως το ταγέρ της. Η Θάτσερ ήταν κυρίως αυτό, ένα ταγέρ με άνθρωπο μέσα, άνθρωπο καταπιεσμένο απο το φύλο του. Σε κάποια φωτογραφία είδα ένα άγαλμα που της έχουν φτιάξει στο Κοινοβούλιο, εκείνο που ξεχωρίζει είναι πάλι το ταγέρ. Μπρούτζινο ταγέρ για μια σιδηρά κυρία.
Φεμινίστρια όχι απλώς δεν ήταν, αλλά μάλλον θα τις αντιπαθούσε έτσι συντηρητική που υπήρξε. Παίρνοντας μέτρα λιτότητας σίγουρα θα έθιξε δικαιώματα των γυναικών σε σχέση με τη μητρότητα και τις κοινωνικές παροχές, αν και δεν ξέρω λεπτομέρειες. Γενικά είναι γνωστό ότι ψαλίδισε απο παντού κοινωνικές δαπάνες. Ωστόσο η παρουσία της υπήρξε φεμινιστική ακόμα και μόνο επειδή προσέφερε μια καινούργια εικόνα. Αυτήν με το στενό ταγέρ που λέγαμε.

Είχε γεννηθεί την ίδια χρονιά με τη μητέρα μου, το 1925. Μου έδινε πάντα την εντύπωση ότι της έμοιαζε, όχι μόνο στα γαλάζια μάτια ή στην κόμμωση, στον τρόπο που χτένιζε τα μαλλιά προς τα πίσω φουσκώνοντας τα, αλλά σε κάτι χαρακτηριστικό που είχε αυτή η γενιά των γυναικών και που δεν έχω ακόμα καταφέρει να το προσδιορίσω. Κάτι που το έβλεπα ακόμα και στο πώς γερνά το δέρμα τους. Ίσως ήταν η πρώτη γενιά γυναικών που εξέθεσαν τόσο πολύ τα πρόσωπά τους στον ήλιο και έχουν ίδιο στυλ πανάδες όλες τους. Ή που κούρασαν τόσο συστηματικά τα μαλλιά τους στο κομμωτήριο. Η προηγούμενη κάλυπτε πρόσωπα και μαλλιά, έμενε στη σκιά, φορούσε καπέλα και μαντίλια. Η επόμενη ανακάλυψε τα αντηλιακά και την ελευθερία της χαίτης, οπότε γερνά διαφορετικά. Η κάθε γενιά απ' αυτές τις τρεις βρέθηκε σε διαφορετικό στάδιο απελευθέρωσης του σώματος, του προσώπου, των μαλλιών, και της ύπαρξης εν γένει. Σε διαφορετικό στάδιο δυσκολιών και αποδοχής που όταν γερνούν φαίνεται στις κινήσεις. Μπορεί να είναι κάτι απλό, ή κάτι λιγότερο ξεκάθαρο, μια αποφασιστικότητα στο βήμα, η έκπληξη που χρειάστηκε να ξεπεράσουν στον πόλεμο, ή απλούστατα οι μόδες στα ρούχα. Οπότε ξαναγυρνάμε στα ταγέρ.
Η μάνα μου εξαφανιζόταν σε ταγέρ όσο τη θυμάμαι. Είχε παντρευτεί με ταγέρ, ένα άσπρο, για να μπορεί να το φορά μέχρι να λειώσει. Πήγαινε να δουλέψει με ταγέρ την εποχή που έτσι κι αλλιώς φορούσαν απο πάνω ποδιά υποχρεωτικά. Σε όλες τις φωτογραφίες φοράει ταγέρ, εκτός απο τις καλοκαιρινές. Ακόμα και τώρα, ενώ δεν έχει κανένα λόγο, συνεχίζει να φοράει ταγέρ. Μέσα στο σπίτι βάζει νάιλον κάλτσες, και πάντα γόβες όπου και να πηγαίνει. Ίδρωσα να την πείσω να αγοράσει παντελόνια, κι είναι όλα στη ντουλάπα αφόρετα. Στα κρύα φοράει πάλι ταγέρ με πιο χοντρή ζακέτα.  Τη βλέπω και τουρτουρίζω, μπαμπουλωμένη εγώ με σκουφιά και κασκόλ. Καπέλα και σκούφους δεν φοράνε οι γυναίκες του 1925, αφότου καταργήθηκαν εκείνα που στερεώνονταν στην κορφή της κόμμωσης.
Δεν πιστεύω ότι τους αρέσει τόσο το ταγέρ, ότι ήταν φετίχ γι αυτές τις γυναίκες. Μάλλον κάτι σαν πανοπλία για να μπουν στον αντρικό κόσμο. Μεταμφιεσμένες σε κάτι ενδιάμεσο προχώρησαν και κατέκτησαν τις αντρικές θέσεις. Αν τις συγκρίνεις με κάποιες μεταγενέστερες που φόρεσαν επιθετικά τη θηλυκότητα τους πάνω απο τα ταγέρ, τις προτιμώ ασυζητητί.
Ίσως οι άνθρωποι να είναι περισσότερο απο κάθε τι άλλο τέκνα της εποχής τους, σκέφτομαι όταν προσπαθώ να καταλάβω αυτή την παράξενη ομοιότητα. Ακόμα κι οι πιο σπουδαίοι, ακόμα κι αυτοί που υποτίθεται ότι αλλάζουν τις εποχές, δεν είναι τίποτε περισσότερο παρά χαρακτηριστικές εικόνες τους. 

Στο Protagon 

Τρίτη 9 Απριλίου 2013

Kαλύτερα να δεις Σουλεϊμάν


O Σουλεϊμάν με τον Φραγκίσκο της Γαλλίας
 Σε κάθε αλλαγή θρόνου της Βόρειας Κορέας δημιουργείται μια κρίση που βοηθάει την εδραίωση του ηγέτη, εξηγεί στο ραδιόφωνο ο αναλυτής διεθνών που ξέχασα δυστυχώς το όνομά του. Άκουγα ειδησεογραφικές εκπομπές περπατώντας στην Πανεπιστημίου με τ' ακουστικά στ' αυτιά. Ίσως είναι κακή συνήθεια, να κυκλοφορείς μ' αυτό τον τρόπο στην πόλη. Στην Πιονγιανγκ θα κινδύνευα, απ' όσα διάβασα αργότερα σε μια ανταπόκριση της μόνης, λέει, ελληνίδας που βρίσκεται εκεί, αλλά ετοιμάζεται κι αυτή να φύγει. Όλα είναι ήσυχα στην πρωτεύουσα της παράξενης αυτής χώρας, φτάνει να προσέχεις τα πούλμαν και τα λεωφορεία, τα οποία μπορεί να σε πατήσουν αν περπατάς αφηρημένος, όπως εγώ δηλαδή, με τ' ακουστικά στ' αυτιά.
Παράξενες πρακτικές εδραίωσης της εξουσίας για άτομα τόσο τρυφηλά όπως ελόγου μου, αυτό με τους Κορεάτες ηγέτες. Τι να καταλάβουμε οι φτωχοί; Ο γιος του προηγουμένου για να εδραιωθεί στη θέση του πατέρα, φτιάχνει μια κρίση που θα χαλυβδώσει το φρόνημα των χιλιάδων αξιωματικών και γενικώς του πολυάριθμου στρατού, ο οποίος μπροστά στον εχθρό ταυτίζεται καλύτερα με το πρόσωπο του ηγέτη; Κάτι τέτοιο. Και καθώς ο εχθρός πάντα καραδοκεί δεν υπάρχει χρόνος και όρεξη για αμφιβολίες ως προς την καταλληλότητα του διαδόχου. Δηλαδή μην το ψάχνεις και πολύ αν τυχόν έχεις βλέψεις για το θρόνο όντας αδερφός του προηγουμένου ηγέτη, ας πούμε, διότι η ένταση μέσα στην οποία ζούμε και το κλίμα των απειλών που μας περιζώνουν μας κάνουν νευρικούς και δεν ξέρουμε τι θα κάνουμε έτσι και νευριάσουμε κρατώντας το τιμόνι του τανκς κι ακουμπώντας το δαχτυλάκι στο κουμπί του πυραύλου.
Ίσως καταλαβαίνει κανείς περισσότερα βλέποντας Σουλεϊμάν. Η οθωμανική δυναστεία είχε υποδειγματική συνέχεια χάρις στα πολλά αγόρια που γεννούσαν οι πολλές γυναίκες και στην υγιεινή συνήθεια να σκοτώνουν όσα περίσσευαν όταν ξεκαθάριζε η διαδοχή και γινόταν η στέψη του σουλτάνου. Επειδή η ανθρωπότητα προοδεύει όσο κι αν λένε μερικοί το αντίθετο, κάποια στιγμή σταμάτησαν να σκοτώνουν τους περισσευούμενους και τους έκλειναν σε ένα ωραίο δωμάτιο του χαρεμιού που το έλεγαν κλουβί ή καφάσι. Μάλιστα τα τελευταία χρόνια της Αυτοκρατορίας είχε πολύ χαλαρώσει το κλείσιμο και μερικοί λένε ότι γι αυτό πήγε κατά διαβόλου και η ίδια η Αυτοκρατορία. Υπάρχουν πάντα άνθρωποι που πιστεύουν στις αρετές της  σκληρότητας και του εγκλεισμού, παράδειγμα η Βόρεια Κορέα.
Βέβαια άλλο είναι να είσαι διάδοχος και μετά ηγεμόνας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία του 16ου αιώνα κι άλλο στην κομμουνιστική Κορέα του 21ου. Δύσκολοι καιροί για πρίγκηπες που γίνονται βασιλιάδες αλλά δεν λέγονται έτσι και πρέπει να εκβιάζουν με πυρηνικά για να παίρνουν τη διεθνή βοήθεια την οποία διατείνονται πως δεν χρειάζονται. Μπερδεμένοι καιροί και πολύ άχαροι ενδυματολογικά. Πραγματικά, χίλιες φορές Σουλεϊμάν, με τα χαρέμια του, με τα σαλβάρια του, με τη μεγαλοπρέπεια  και με τα ωραία του.
εφημερίδα των Συντακτών

Παρασκευή 5 Απριλίου 2013

To τζαμί κλίνεται;


To τζαμί στην πατρίδα του πατέρα μου, Ισπάρτα
Ναι παιδιά, κλίνεται το τζαμί. Του τζαμιού, τα τζαμιά, των τζαμιών. Δεν είναι τόσο τρομερό, ουδέτερο σε –ι όπως το παιδί. Όπως και η τρόικα, της τρόικας, αλλά δεν θα τσακωθούμε. Οι μισοί τη λένε έτσι, οι άλλοι μισοί την κρατάνε άκλιτη, λες κι αν μείνει άκλιτη θα την ξορκίσουν, θα την κρατήσουν μακριά από εδώ, και γενικά θα δείχνουν πόσο ξένη τη θεωρούν. Το δύσκολο με την τρόικα όπως και με πολλά άλλα παρόμοια είναι η γενική πληθυντικού. Των τροϊκών; Δεν πάει. Αλλά δεν χρειάζεται κιόλας, διότι μία είναι η τρόικα, και ελπίζω να μη χρειαστούμε άλλες. Φαντάζεστε την πρωινή οπαδό του άκλιτου ‘της τρόικα’ να πρέπει να λέει στο ραδιόφωνο, ‘ήρθαν οι εκπρόσωποι των τρόικα; Μπρρ…

Τέλος πάντων, δεν έχουν ιδιαίτερη σημασία όλ’ αυτά, και ομολογουμένως απορώ με τον εαυτό μου, γιατί  ενοχλούμαι τόσο πολύ όταν ακούω στο ραδιόφωνο άκλιτες τις ξένες λέξεις που θα μπορούσαν να κλιθούν. Στις πολιτικές αναφορές είναι η τρόικα και διάφορες χώρες όπως η Βενεζουέλα, το Μεξικό κλπ. Στο Τρίτο πρόγραμμα το κονσέρτο κλίνεται ιταλιστί επειδή έχει ιταλική προέλευση. Τα κονσέρτι. Έχει εξελληνιστεί η λέξη, αλλά άντε πες το στους πολύξερους μουσικολόγους, πρέπει να δείξουν τι ωραία ιταλικά ξέρουν. Όταν όμως βρουν κανέναν Τζάνι  ή Τζοβάνι του βάζουν το γιώτα μετά το τζ, λένε Τζιάννι και Τζιοβάνι, πράγμα που είναι λάθος προφορά, έχω να τους πω η ιταλομαθής. Αλλά το θέμα δεν είναι  τα ιταλικά, είναι τα ελληνικά.
Στα ελληνικά κλίνουμε τις εξελληνισμένες λέξεις και το πόσο εξελληνίζονται εξαρτάται τελικά και από το πόσο τις κλίνουμε. Ας πούμε το ευρώ, καλύτερα να το είχαμε κάνει ‘το ευρό, του ευρού, τα ευρά, των ευρών’ και να μην είχαμε χρεοκοπήσει, παρά που το κρατήσαμε άκλιτο στη γλώσσα και του δώσαμε και κατάλαβε στις τράπεζες. Το παλτό και το στυλό, το πρώτο συνήθως κλίνεται γιατί όλοι έχουμε παλτά, το δεύτερο συνήθως όχι, ενώ αν γράφαμε περισσότερο με τα χεράκια μας ίσως είχαμε κάμψει τις αντιστάσεις του.
Αστειεύομαι βέβαια, αν και σήμερα το πρωί ακούγοντας στο ραδιόφωνο μια έξυπνη κοπέλα να διστάζει να βάλει το τζαμί στη γενική πληθυντικού, μου πέρασε από το μυαλό η ψυχαναλυτική εξήγηση της άρνησης. Δύσκολο να φανταστούμε στην Αθήνα ένα τζαμί,  πόσο μάλλον δυο τζαμιά. Ωστόσο χρειάζεται ένα τζαμί επίσημο και υπάρχουν πάρα πολλά ανεπίσημα έως κρυφά. Οι Αφγανές μαθήτριες μου, έφηβες με μαντίλα, δεν ξέρουν ίσως ότι το τζαμί τους είναι απολύτως ανεπίσημο, ενθουσιάζονται με τις γιορτές του, όπως τώρα που είχαν πρωτοχρονιά, ετοίμασαν ένα τραγούδι, πήραν μέρος σε διαγωνισμό  και κέρδισαν βραβείο. Όλ’ αυτά στο ανεπίσημο τζαμί, το μόνο μέρος που αισθάνονται ότι δικαιούνται να κυκλοφορούν χωρίς να ενοχλούν ούτε τους πολίτες της ξένης χώρα όπου τις έριξε η μοίρα, ούτε τους αυστηρούς γονείς τους. Μου τραγούδησαν το τραγούδι, μου άρεσε. Για λίγο ξέχασα  τη μαντίλα και τη μαύρη φτώχεια τους, για λίγο ένιωσα απέναντι τους φυσιολογικά, χάρηκα, ή και ζήλεψα μπορώ να πω, τα νιάτα και τη δροσιά τους. Κάποιες διαφυγές πρέπει να βρίσκουν οι άνθρωποι, όσο καταπιεσμένοι κι αν είναι, κάποιες διαφυγές πρέπει να είναι ανεκτές σε όλες τις θρησκείες. Όσο κι αν μου φαίνεται εμένα, και στους δυτικούς γενικά, το Ισλάμ καταπιεστικό για τις γυναίκες, θα πρέπει να έχει τις βαλβίδες του, σκέφτηκα εκείνη τη μέρα ακούγοντας τις, πράγμα που συνηγορεί στην υπόθεση ότι με το αληθινό, κανονικό τζαμί τα πράγματα θα είναι καλύτερα για τα κορίτσια αυτά, όπως και για όλους τους μουσουλμάνους της Αθήνας. Κι όπως και για τους χριστιανούς της Αθήνας εν τέλει, διότι τι χρωστάμε όλοι, χριστιανοί και άθεοι, να ζούμε σε μια πόλη που φέρεται μισαλλόδοξα και δεν επιτρέπει, ουσιαστικά, χρόνια τώρα και ζαμάνια, να χτιστεί ένα τέμενος μουσουλμανικό, να υποχρεωνόμαστε να βλέπουμε ανθρώπους να πηγαίνουν σε υπόγεια να λειτουργηθούν, σε πρώην μαγαζιά, μέσα σε κλίμα παρανομίας και ταπείνωσης; Μήπως νιώθουμε ανώτεροι έτσι; Το ακριβώς αντίθετο. Κατώτεροι και δειλοί.
Όλοι μας έχουμε προκατάληψη απέναντι στους μουσουλμάνους, δεν μεγαλώσαμε στο φεγγάρι, σ’ αυτή τη χώρα μεγαλώσαμε. Την πρώτη φορά που είχα πάει στη Λευκωσία, θυμάμαι, πριν τριάντα χρόνια σχεδόν, όταν με ξύπνησε χαράματα η φωνή του μουεζίνη είχα πλημμυρίσει τρόμο και φοβίες. Πολύ αργότερα, στην Κωνσταντινούπολη και την Ισπάρτα, τη μακρινή πατρίδα του πατέρα μου, συνειδητοποίησα ότι δεν είναι και τόσο άσχημο το θρησκευτικό κάλεσμα. Είχα εντρυφήσει στο μεταξύ  στο τραγούδι «μπιρ Αλλάχ», ένα θαυμάσιο εργαλείο πολυπολιτισμικής καλλιέργειας.
(Σαν βγαίνει ο Χότζας στο τζαμί/ Αργά σαν σουρουπώνει/ Κι όταν θα πει το μπιρ Αλλάχ/ μπιρ Αλλάχ το στήθος μου ματώνει…)
Κακά τα ψέματα, όπως ο χριστιανισμός απλώθηκε σε μια αυτοκρατορία που ήταν στην εποχή της κοσμοκρατορία και θέλησε να είναι θρησκεία μοναδική, έτσι και το Ισλάμ ξεκίνησε ορμητικό να κατακτήσει τον κόσμο με τη μοναδική του αλήθεια. Η εποχή μας είναι εξαιρετική γι αυτό το λόγο, δίνει την ευκαιρία στους οπαδούς των δυο αυτών ‘κοσμοκρατορικών’ θρησκειών να συνυπάρξουν ειρηνικά, και για τη διατήρηση της ειρήνης χρειάζεται βεβαίως προσοχή στις λεπτομέρειες, στο σεβασμό του άλλου και των συνηθειών του, από τον οποίο απαιτείς επίσης σεβασμό. Όλ’ αυτά είναι δύσκολα και περίπλοκα αλλά ωραία και ενδιαφέροντα, γιατί σε οδηγούν σε διαρκείς ανακαλύψεις και πρόοδο εντός σου, και γύρω σου, σε πολιτική και ανθρωπιστική καλλιέργεια, κι αν δεν τα έχετε ποτέ δοκιμάσει, σας τα συνιστώ ανεπιφύλακτα.
Ελπίζω να καταφέρει να τελειώσει το τζαμί, κι ας το κρατήσουν άκλιτο όσοι τους αρέσει.  Από την Αthens Voice

Τετάρτη 3 Απριλίου 2013

Οι κήποι του πασά


Πήγα για πρωινό καφέ σε έναν πεζόδρομο στη Θεσσαλονίκη  κι άνοιξα τυχαία τον τουριστικό οδηγό σε μια σελίδα που έγραφε «Κήποι του πασά» Ο καφετζής είχε βαθιά φιλοσοφική συζήτηση περί χριστιανισμού, δογματισμού και αμφισβήτησης, αλλά ήταν τόσο ευγενικός που αποφάσισα να τον διακόψω δείχνοντας του την ωραία φωτογραφία μιας παράξενης κατασκευής μέσα σε δέντρα.
-Μήπως ξέρετε πού είναι αυτό το μέρος;
Το πήρε, το κοίταξε, το γύρισε λίγο, το διάβασε, το έδωσε στον συνομιλητή του, το κοίταξε κι εκείνος. Παραδέχτηκαν πως δεν ήξεραν να με κατατοπίσουν.
Τηλεφώνησα στον παλιό μου φίλο Πάνο Ερμείδη που ξέρει την πόλη και μου είπε πάνω κάτω τις συντεταγμένες. Τέσσερα χρόνια φοιτήτρια περπάτησα συστηματικά τη Θεσσαλονίκη, όμως δεν θυμόμουν καθόλου εκείνη την περιοχή, δεν με τραβούσε.
Βγαίνεις από τα τείχη, περνάς απέναντι, πάνω από το νοσοκομείο που λέγεται τώρα Αγίου Δημητρίου, πρώην Δημοτικό, πρώην Ξένων, πρώην Χαμιδιέ, βλέπεις μια πράσινη έκταση περιφραγμένη με καγκελόπορτα. Μοιάζει κλειστή αλλά δεν είναι. Σπρώχνεις απαλά και περνάς.
Μόλις μπήκα άρχισε να ψιλοβρέχει. Το πάρκο είναι ανηφορικό, με δρομάκια που οδηγούν στο ψηλότερο σημείο όπου βρίσκονται οι παράξενες κατασκευές με τα μαγικά σύμβολα. Οι οπαδοί της ιερής γεωγραφίας το θεωρούν μαγικό τόπο με μαγνητικά πεδία, διάβασα στον οδηγό. Έχει κάτι το μυστηριώδες σίγουρα. Θυμίζει γλυπτά του Γκαουντί στο πάρκο Γκουέλ στη Βαρκελώνη. Εκεί έδωσαν ένα παρκάκι στον μεγάλο αρχιτέκτονα, να ξεδιπλώσει ελεύθερα τη φαντασία του. Είναι δυνατόν να έγινε κι εδώ το ίδιο; Και ποιος το έκανε; Υπήρχε Γκαουντί στη Σαλονίκη;
Πλησιάζω τις παράξενες κατασκευές, είναι γεμάτες με σκουπίδια οι διάφορες τρύπες. Ν’ αφήνουν οι οπαδοί της ιερής Γεωγραφίας σκουπίδια; Ή τα παιδιά του σχολείου που βρίσκεται ακριβώς από πάνω; Μήπως οι σατανιστές που κάνουν τελετές; Γιατί μέχρι κι αυτό διάβασα στο Ίντερνετ ψάχνοντας. Βρήκα  διάφορα, πολλά μαγικά, σατανιστικά και μασωνικά, και μια σοβαρή μελέτη των αρχιτεκτόνων Πελαγίας Αστρεινίδου και  Κλεοπάτρας Θεολογίδου, οι οποίες εξηγούν αναλυτικά ότι πρόκειται όντως για αρχιτεκτονικές δημιουργίες τύπου Γκαουντί, φανταστική αρχιτεκτονική στον κήπο του Νοσοκομείου που έγινε το 1904, όταν στην πόλη κτίζονταν κτίρια εκλεκτικιστικά, που συνδύαζαν δηλαδή τα διάφορα αρχιτεκτονικά στυλ, κυρίως το ρομαντικό με το κλασσικό, και γενικά εξευρωπαϊζόταν με πάθος η Θεσσαλονίκη. Ιδου η εργασία τους
Κι ο αρχιτέκτονας που άφησε τη φαντασία του ελεύθερη κι έπλασε με τα χέρια αυτό το έργο που έχει κάμποσο λεηλατηθεί, ποιος ήταν; Άγνωστο. Κι ο πασάς; Κανείς, μόνο μια γενική ιδέα κάποιου πασά που ονειρεύεται και σχεδιάζει πολυτέλειες. Εν ολίγοις η Θεσσαλονίκη διαθέτει κάτι ακόμα μοναδικό και παγκοσμίως άγνωστο, που είναι τόσο παράξενο ώστε να το θεωρούν του Σατανά πράμα. Κι εγώ που νόμιζα ότι ξέρω αυτή την πόλη, πιάστηκα άλλη μια φορά αδιάβαστη και απερπάτητη.
Ίσως πρέπει να κάνω μια στήλη που να λέγεται «Εξερευνητική πατριδογνωσία», να σημειώνω τις ανακαλύψεις μου και να προτείνω κάθε φορά την επιγραφή που θα μπορούσε να μπει σε κάθε μέρος, ώστε να διευκολύνονται οι μελλοντικοί επισκέπτες, να βρίσκουν έτοιμα αυτά που ανακάλυψα και να προχωρούν παραπέρα.   
http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.ta3idia&id=23415 
 Οι φωτογραφίες που έβγαλα είναι εδώ
http://www.facebook.com/media/set/?set=a.10200415793251139.1073741830.1045241404&type=3

Τρίτη 2 Απριλίου 2013

Το φλερτ του ελεγκτή

Μπήκε στο τρένο ένα κορίτσι μόνο του κουβαλώντας ένα σακβουαγιάζ. Δροσερό και πανέμορφο σαν από άλλο σύμπαν μέσα στο γεμάτο κουρασμένους μεσήλικες βαγόνι. Κάτι συνέβαινε με το εισιτήριο της, ανακάλυψε ο ελεγκτής μόλις του το έδειξε. Δεν κατάλαβα τι, αλλά φαινόταν να τον απασχολεί πολύ. Πήγε, ήρθε, συζήτησε μαζί της κάμποσο, ξανάφυγε, ξαναγύρισε. "Να το ξαναπληρώσω αν δεν είναι εντάξει", την άκουσα κάποια στιγμή να του λέει. Εκείνος της μιλούσε ψιθυριστά, σκυμμένος στο κάθισμα. Γκριζομάλλης, καλοκουρεμένος, με άψογα σιδερωμένο το γαλάζιο πουκάμισο του οργανισμού. Μα τι τέλος πάντων είχε αυτό το εισιτήριο και ασχολιόταν τόση ώρα; Θα του άρεσε να της μιλάει απλώς, δεν μπόρεσα να μη σκεφτώ, και δεν βρήκε άλλο τρόπο να τη φλερτάρει.
Κάποια στιγμή έφυγε, ησυχάσαμε. Ησυχο ταξίδι, όλοι κοιμόντουσαν, ακουγόταν κάποιος να ροχαλίζει. Μετά απο μισή ώρα νά τον πάλι, οπλισμένος με χαρτιά, ροζ, μπλε, γκρίζα, διπλότυπα, αποδείξεις, πάει στην κοπέλα. "Θα πας εκει, στο γραφείο παραπόνων, Καρόλου είναι,  πίσω απο τη Μάρνης..." Να εξηγεί με λεπτομέρειες πού είναι η Καρόλου, η Μάρνη, μάλλον η Μάρνης. Εκεί που ήταν η τροχαία. Ξέρεις που ήταν η τροχαία;
Δεν ήξερε πού ήταν η Τροχαία. Δεν ήξερε τίποτε, και δεν ήθελε να μάθει. Δεν ήθελε να παραπονεθεί, να ζητήσει πίσω τα λεφτά της οπως την προέτρεπε εκείνος, ο οποίος σε λίγο έφερε κι άλλα χαρτιά και της ζήτησε να τα διαβάσει. Ένα μεγάλο σα φιρμάνι του σουλτάνου, τυλιγμένο σε πλαστικό, γεμάτο ψιλά γράμματα, μυστήριο. Η λίστα με τα δικαιώματα του επιβάτη θα ήταν προφανώς. "Πάρε να το διαβάσεις" της λέει. Για πρώτη φορά τα φρύδια της έσμιξαν ενοχλημένα καθώς στριφογύριζε το σεντόνι εκείνο προσπαθώντας να φανταστεί ποια θα ήταν η σωστή αντίδραση. Σα να άρχιζε να τρομοκρατείται λίγο. Το θέμα θα ήταν σοβαρό, κάτι θα της είχε διαφύγει. Ο άλλος επέμενε να της εξηγεί που είναι η Καρόλου. Σώνει και καλά να τη στείλει στην παλιά Τροχαία, να την κάνει να ανεβαίνει σκάλες, να ταλαιπωρείται σε γραφεία με δύστροπους υπαλλήλους, ανήσυχος μην τυχόν και χάσει την ευκαιρία να γνωρίσει λίγη γραφειοκρατική πραγματικότητα και λίγη βρώμα της υποβαθμισμένης Αθήνας. Αυτό το κορίτσι που είχε τη σφραγίδα της ευζωίας και μιας ατρόμητης αθωότητας στο πρόσωπο να θέλει οπωσδήποτε να το φέρει σε επαφή με το περιβάλλον που φιλότιμα, καθημερινά φθείρει χωρίς λόγο τους ανθρώπους, τους υπενθυμίζει το κισμέτ, τη ματαιότητα κάθε απόπειρας διαφυγής. "Θα πας λοιπόν εκεί", να επιμένει. Σαν πράκτορας της γραφειοκρατίας που διψά  φρέσκο νεανικό αίμα. Είχε διαλέξει τρόπο να της μείνει κάπως αξέχαστος.
Μην πας! μου ήρθε να φωνάξω όταν τον είδα πια να φεύγει. Μείνε λίγο ακόμα έτσι μακρινή, καθυστέρησε την οικειότητα με τους βαριεστημένους υπαλλήλους, τα μεταλλικά τους γραφεία, το ύφος κυρίαρχων της μοίρας που έχουν όταν μας κοιτάζουν. Κάπου θα σε πετύχουν σύντομα, κανένας δεν γλιτώνει, αλλά όσο πιο αργά τόσο καλύτερα.
Δεν είπα τίποτε φυσικά.

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...