Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2008

Συνταγή για ευτυχία

Το είχαμε υποψιαστεί, αλλά τώρα το απέδειξε και η επιστήμη: η ευτυχία διαδίδεται, μεταδίδεται, κολλάει, και μπορεί να φτάσει από τον έναν άνθρωπο στον άλλον, να γίνει κάτι σαν κύμα που θα πηγαινοέρχεται ανάμεσα στον πληθυσμό της ανθρωπότητας. Αν κάποιος φίλος σας είναι ευτυχής, καλύτερα να μη μένει πολύ μακριά, σε απόσταση 800 μέτρα η ευτυχία έχει 45% πιθανότητες να βρει κι εσάς, αλλά αν απομακρύνεστε 1,5 χιλιόμετρο πέφτει στο 42% και σταδιακά εξαφανίζεται όσο πιο μακριά πάτε. 
Αν ζείτε με χαρούμενο και ευτυχισμένο σύντροφο, έχετε σχεδόν εξασφαλίσει την ευτυχία σας, φτάνει να μην είστε εσείς πολύ δυστυχής και τον επηρεάσετε αντίστροφα. 
Αν και η έρευνα, στην οποία πήρε μέρος κι ένας καθηγητής του Χάρβαρντ με το όνομα Νίκολας Κριστάκης, δεν προσδιορίζει τι συμβαίνει με τη δυστυχία. Ασχολείται αποκλειστικά με την ευτυχία, αυτό το είδος εν ανεπαρκεία, είκοσι χρόνια τη μελέτησε και δίνει τη συνταγή, λέει τα μυστικά της.
 Φίλοι, συγγενείς και σύντροφοι ευτυχισμένοι σας εξασφαλίζουν ένα μεγάλο ποσοστό, τώρα αν τους έχετε και δεν κολλάτε ευτυχία, θα πρέπει να είστε πολύ σοβαρή περίπτωση. 

Στο γραφείο δεν πιάνεται, για κάποιο λόγο δεν λειτουργεί εκεί η συνταγή, ίσως η ευτυχία των συναδέλφων να μη μπορεί παρά να γίνει αντικείμενο φθόνου, οπότε καλύτερα να την κρατάτε εκεί διακριτικά κρυμμένη την ευτυχία σας, αν έχετε, γιατί ακόμα κι αν θέλετε να τη διαδώσετε, ο εργασιακός χώρος δεν είναι ο κατάλληλος. Κρίμα, γιατί ετοιμαζόμουνα να ικετεύσω τον κ. Κριστάκης, που είναι μάλλον ελληνικής καταγωγής, να κάνει καμιά βόλτα στη μακρινή πατρίδα του με ένα τσουβάλι από αυτό το 45%, μπας και μεταδώσει κάτι στην κακόκεφη χώρα μας που μουρτζουφλιάζει χιλιάδες χιλιόμετρα από το πανεπιστήμιό του.

https://www.tanea.gr/2008/12/23/opinions/analwsima-syntagi-gia-eytyxia-xristoygenniatiki-i-kathimerini/

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2008

O Θείος με τα βιβλία

Όταν ήμασταν παιδιά ο θείος μας ερχόταν για τις γιορτές και μας χάριζε κάθε φορά μια μικρή στοίβα βιβλία της Εστίας, εκείνα τα μικρά με το σκληρό εξώφυλλο. Η διαδικασία ήταν σκέτη απογοήτευση: το τυλιγμένο πακέτο που πάντα, ξεχνώντας τη μανία του για βιβλία, περιμέναμε να έχει κάποιο παιχνίδι μέσα, το ανοίγαμε και βλέπαμε τους δεμένους τόμους. Πείσμα που είχε να χαρίζει σε ανυπόμονα παιδιά «δύσκολα» βιβλία λογοτεχνίας, ξέροντας ότι θα αντίκρυζε κατεβασμένα μούτρα και θα άκουγε ξινισμένα «ευχαριστώ». Δεν είχαμε καλλιτεχνικές εορταστικές πολυτέλειες, θεατρικές παραστάσεις ή κονσέρτα, υπήρχε όμως αυτή η σταθερή προσφορά, που δεν εκτιμούσαμε. Ένα σωρό βιβλία, μεγαλίστικα, χωρίς εικόνες, τα ξεφυλλίζαμε λίγο αναζητώντας κάτι χρωματιστό, αλλά είχαν μόνο τα κοσμήματα των αρχικών γραμμάτων και σελίδες ατελείωτες με τυπωμένες λέξεις, απελπισία. Μυθιστορήματα φημισμένα κατά τους μεγάλους, οι οποίοι κουνούσαν επιδοκιμαστικά το κεφάλι, άγνωστα και αδιάφορα σε μας. Τα κλείναμε και μένανε στο ράφι της βιβλιοθήκης, που ήταν πολύ πιο λιτή από αυτές που έχουμε σήμερα στα σπίτια μας. Ερχόταν ύστερα κάποιο πληκτικό απόγευμα που δεν είχες τι να κάνεις, δεν σε χωρούσε ο τόπος, και τότε καμιά φορά άπλωνες το χέρι, άνοιγες κάποιο τόμο, έλεγες, ας κάνω μια προσπάθεια. Κι εκεί απέδιδε το δώρο. Πόση ευχαρίστηση, πόσες συγκινήσεις χρωστούσα τελικά στον θείο μου . Ακόμα αναρωτιέμαι, τώρα που έχει πια χαθεί, αν τον ευχαρίστησα ποτέ μέσα από την καρδιά μου για την τόσο ακατανόητη εκείνον τον καιρό γενναιοδωρία του, την επιμονή να μας χαρίζει βιβλία. Πρόλαβα; Αμφιβάλλω. Τον θυμάμαι τέτοια εποχή αγοράζοντας βιβλία και λίγο τον ζηλεύω. Δύσκολα ρισκάρω να κάνω τέτοια δώρα σε παιδιά.

Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2008

Κρυφές χαρές στα μετόπισθεν

Αδεια ξανά η Πανεπιστημίου. Μια γυναίκα με άσπρα μαλλιά περπατάει στο οδόστρωμα κάνοντας ζικ-ζακ. Φοράει χρωματιστό κασκόλ, κάνει δυο βήματα χορευτικά, κοριτσίστικα. Αμέσως μετά κοιτάζει με αγωνία μήπως τη βάλει σημάδι κανένα μηχανάκι. Ανεβαίνει ένας ποδηλάτης από τη λεωφορειολωρίδα, λαχανιασμένος αλλά χαμογελαστός. Για λίγη ώρα, μέχρι να βγάλουν την ασπροκόκκινη λωρίδα οι τροχαίοι και να χυμήξουν τα αυτοκίνητα, φαίνεται τόσο μεγάλη η λεωφόρος, τόσο ανοιχτός ο ορίζοντας. Δεν ακούγονται τα κορναρίσματα και τα λαχανιασμένα μοτέρ των αυτοκινήτων που βασανίζονται να ανέβουν στριμωγμένα την Ακαδημίας, να κατέβουν τη Σόλωνος. Εδώ απολαμβάνει κανείς τους σχηματισμούς των νεφών σε γκρο-πλαν. 

Κατά βάθος πιστεύω ότι γι΄ αυτό οι διαδηλωτές κλείνουν τους δρόμους, αλλά το δράμα είναι πως δεν το καταλαβαίνει κανείς. Μόνο μερικοί μοναχικοί τύποι που ξεμένουν πίσω και απολαμβάνουν. Είναι μια ανάγκη που υποβόσκει πιστεύω, όχι να βασανιστούν οι οδηγοί και να ταλαιπωρηθούν οι επιβάτες τρόλεϊ και λεωφορείων, αλλά να ελευθερωθεί λίγος χώρος, υποσυνείδητα, να επιστρέψει σε κάποια μάλλον ανύπαρκτη εποχή του παρελθόντος, πιο γαλήνια. Λέμε συχνά ότι σε άλλες μεγάλες πόλεις του κόσμου οι διαδηλώσεις πάνε από το πεζοδρόμιο, αλλά δεν έχουμε αναλύσει επαρκώς τις διαφορές του δρόμου και του πεζοδρομίου της Αθήνας από των άλλων μεγάλων πόλεων. Είναι άγρια τα πράγματα γύρω μας, γι΄ αυτό αγριεύουμε κι εμείς. Παρακάτω, κάποιος ονειρεύεται ολοκληρωτικές καταστροφές: «Οι άσχημες πόλεις όμορφα καίγονται», έχει γράψει σε έναν τοίχο κοντά στην Ομόνοια. 

Θα ακουγόταν ποιητικό αν δεν είχε κινδυνέψει να γίνει πραγματικότητα. Δεν ξέμεινε ποτέ πίσω από την πορεία, να δει ότι μπορεί να είναι και όμορφη. Μπροστά στην ικανοποίηση πρωτόγονων ενστίκτων πυρομανίας οι κλεμμένες κρυφές χαρές στους αποκλεισμένους δρόμους είναι ειρηνική συνεισφορά. 

https://www.tanea.gr/2008/12/19/opinions/analwsima-kryfes-xares-sta-metopisthen/

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2008

Στα πέριξ



Νέα προάστια μεγαλώνουν ήσυχα εκεί που το λεκανοπέδιο γλείφει τα γύρω βουνά. Χειροποίητες γειτονιές, όπως ήταν κάποτε τα προσφυγικά μέσα στην καρδιά της Αθήνας, αλλά άλλων προδιαγραφών τώρα πια. Μεγάλα λίβινγκ ρουμ, μεγάλα παράθυρα, μεγάλες ανάγκες, πολλά τετραγωνικά. Μόνο ένα κοινό σημείο έχουν με την  Αθήνα, δεν φτιάχνουν πεζοδρόμια. Κολλητά στο δρόμο οι μάντρες των οικοπέδων, και μόνο αν οι ιδιοκτήτες το σκεφτούν αφήνουν λίγο χώρο. Στην ερημιά, στη φύση, στο βουνό, τι να το κάνουν το πεζοδρόμιο, θα σκέφτονται. Δεν φτιάχνουν ούτε πάρκινγκ, ποιος θα έρθει να μείνει εδώ; Ωστόσο το τοπίο είναι σε μεταβατική κατάσταση. Γιαπιά που μεγαλώνουν αργά, κατοικείται ένα δωμάτιο και τα άλλα είναι με τα τούβλα, παράγκες που εξαπλώνονται, και μερικά περιποιημένα καινούργια σπίτια που γενναία ατενίζουν το μέλλον. Μερικοί κατεβαίνουν και στα ρέματα, πιστεύουν ακράδαντα στην τεχνολογία του μπαζώματος. Φυσικό, αν η πρωτεύουσα του κράτους σου μπάζωσε τα αρχαία της ποτάμια, να μην ελπίζεις ότι θα φροντίσει και ορισμένες κοίτες ασήμαντης ιστορικής αξίας που διασώθηκαν γύρω της; Σε μερικούς μήνες θα τα μάθουμε όλοι αυτά τα μέρη επειδή θα έχουν πλημμυρίσει οι νέες οικοδομές και θα εμφανίζονται απελπισμένοι και αγανακτισμένοι κάτοικοι στις οθόνες να μας δείχνουν τα χαλασμένα τους υπόγεια. Στο μεταξύ τρέχουν να βρουν τους τίτλους για το Κτηματολόγιο, να προλάβουν να το τακτοποιήσουν το θέμα οριστικά. Και ίσως να το πάρουν πιο σοβαρά το πράγμα αν νιώσουν εξασφαλισμένοι, περασμένοι στα χαρτιά και επίσημοι, ίσως να το σκεφτούν καλύτερα το μέλλον τους σε ένα περιβάλλον που θα το έχουν μόνοι τους υποβαθμίσει και λυπηθούν τον εαυτό τους..

Ανακωχή

Κανονικά θα έπρεπε όλες αυτές τις ημέρες να αποστηθίζει ρήματα της αρχαίας ελληνικής, κεφάλαια της πανελληνίως εξεταζόμενης Ιστορίας, ολίγα λατινικά. Αντί γι΄ αυτό φτιάχνει συνθήματα, αποστηθίζει στίχους τραγουδιών που θεωρήθηκαν ανατρεπτικά, νότες για την κιθάρα. Κατεβαίνουν τα τραγούδια από το Ίντερνετ με καταιγιστικό ρυθμό, αφομοιώνο- νται σε δευτερόλεπτα. Στίχοι γραμμένοι τις τελευταίες ημέρες, παλιότεροι που αξιοποιούνται καταλλήλως. Ένα βράδυ ήταν Βάρναλης. Κρίμα που δεν αλλάζει εκτάκτως η ύλη των Πανελληνίων, τόση δίψα για ποίηση πάει χαμένη.

Ιδέες και απόψεις μεταβάλλονται διαρκώς, τη μία μέρα είναι μαχητικά ειρηνιστικές, την επόμενη γίνονται πολεμοχαρείς, ανοίγει ο προβληματισμός να πετάξουμε και κανένα νεράντζι, ύστερα συζητιέται και η πέτρα. Με πιάνει αγωνία, θα σταματήσει εκεί; Έχω δώσει καλή αγωγή, πρόλαβα τον πειρασμό της βίας; Ό,τι ήταν να δώσω έχει δοθεί πάντως, το γκισέ έχει κλείσει.

Τα Σαββατοκύριακα είναι διήμερες εκδρομές στο κέντρο της Αθήνας, το πρωινό ξύπνημα πιο δύσκολο από ποτέ. Ζητώ μια τυπική ενημέρωση, πού είσαι, πότε θα γυρίσεις (στο περίπου), είσαι αρτιμελής, κ.λπ. Μιλάμε λίγο, οι συζητήσεις γίνονται καβγάδες, υψώνεται φωνή. Στην εφηβεία, έχω διαβάσει, ο εγκέφαλος πλουτίζεται με τεράστιο αριθμό νέων κυττάρων, συνάψεων, νευρώνων, όλα τα σπουδαία υλικά του μυαλού, είναι τόσο απότομη η έκρηξη που τα παιδιά διαθέτουν το πιο φρέσκο μέσο σκέψης και αντίληψης, αλλά δεν μπορούν να το οργανώσουν, μπερδεύονται, χάνουν τον έλεγχο. Σκέφτομαι επιστημονικά, σωπαίνω. Πώς θα ξαναγυρίσουμε στο σχολικό πρόγραμμα; Τα ωράρια έχουν διαλυθεί. Πέρσι τέτοιες μέρες ανυπομονούσε να έρθουν Χριστούγεννα. Φέτος, το λένε οι τοίχοι, άλλες γιορτές πήραν τη σκυτάλη. Ανησυχία και θυμός διασταυρώνονται στον διάδρομο με την αμηχανία των μεγάλων. Μόνο χτες, σαν κάτι να θυμήθηκε απότομα, γυρίζει και ρωτάει σχεδόν φιλικά: Έλατο πότε θα στολίσουμε φέτος;

Όπα! Συμβιβασμός στον ορίζοντα...


https://www.tanea.gr/2008/12/18/opinions/analwsima-anakwxi/

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2008

Καλησπέρα κατάθλιψη

Σάββατο βράδυ, κατεβαίνοντας τη Μαυρομματαίων για το Τριανόν, τους είδα στη γωνία της Πατησίων, καμιά δεκαπενταριά με μαύρους φερετζέδες, λοστούς στα χέρια και μια μολότοφ. Δεν ήταν έφηβοι, σίγουρα ηλικίες μετά τα είκοσι. Μια κοπέλα ανάμεσά τους. 

Διέκρινα καθαρά το μπουκάλι με το κουρέλι να κρέμεται, έτοιμο να πάρει φωτιά, να κάψει τι; Με έκοψε φόβος, τάχυνα το βήμα, να βρεθώ στο σινεμά. Όλη την ώρα είχα άγχος, μη γίνει τίποτα εκεί κοντά και κλειστούμε μέσα. Βγαίνοντας είδαμε τι είχαν κάψει- τις δυο Εθνικές στην Πατησίων, τον Γερμανό και τη Βόνταφον, κι είχαν σπάσει ενδιαμέσως πολλές βιτρίνες. 

Η κατάθλιψη που είχε αρχίσει να διαλύεται μετά το ειρηνικό μήνυμα του Συντάγματος το πρωί, με ξανάπιασε. Και ενοχές που δεν μίλησα, δεν έκανα τίποτα, φοβήθηκα τόσο. 

Θα νόμιζαν ότι δεν με νοιάζει, ότι ίσως αρέσκομαι. Τι μπορούσα να τους πω; Για τα παιδιά που πέρασαν όλη την ημέρα μπροστά στη Βουλή κρατώντας το πανό με το σύνθημα εναντίον της βίας; Ή μήπως για τη ζεστασιά που δίνουν στη νύχτα οι φωτισμένες βιτρίνες; 

Αυτό στα «ΝΕΑ» το είχα γράψει και με κράξανε... 

Μας βάζουν σε πειρασμό οι βιτρίνες, άρα; Φωτιά και τσεκούρι, ή μάλλον σιδηρολοστός. Κακά τα ψέματα, ό,τι και να λέω εκ των υστέρων, εκείνη την ώρα με έκοψε φόβος. 

Χειρότερος από ό,τι όταν βλέπω ΜΑΤ σε κατάσταση έξαρσης. Γιατί στα ΜΑΤ δικαιούμαι να φωνάξω, και καμιά φορά φωνάζω, εδώ όμως ήταν σαν να έβλεπα τυφλούς, να μη φορούσαν τα μαύρα μαντίλια κάτω από τα μάτια, να έκλειναν με αυτά μάτια και αυτιά. 

Έπρεπε να έχω ειδική εκπαίδευση πολίτη που ζει σε ειδικές συνθήκες, αλλά ούτως ή άλλως στις συνθήκες αυτές δεν υπάρχει διάλογος. 

https://www.tanea.gr/2008/12/15/opinions/analwsima-kalispera-katathlipsi/

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2008

Eξάρχεια

Tι γύρευαν παιδιά από το Ψυχικό να γιορτάζουν στα Εξάρχεια, αναρωτιούνται πολλοί, και ο δικηγόρος του ειδικού φρουρού ρίχνει κιόλας λάσπη- κάτι δεν πήγαινε καλά, σου λέει, με το παιδί αυτό. Επειδή και τα δικά μου παιδιά στα Εξάρχεια τριγυρίζουν, φοράνε φούτερ με κουκούλες, να σας εξηγήσω όσο μπορώ: τα Εξάρχεια είναι χώρος ενδιαφέρων. 

Έχει μαγαζιά με κόμικς που δεν βρίσκεις αλλού, προχωρημένα ηλεκτρονικά, ρουχάδικα, βιβλιοπωλεία, στους τοίχους αφίσες με αστεία και ανατρεπτικά συνθήματα, πρωτότυπες ιδέες. Γενικά μια αύρα ελευθερίας που υπόσχεται πρωτότυπες ανταλλαγές ιδεών, ήταν πάντα γειτονιά φοιτητική και καλλιτεχνική. Από όλα αυτά τα ωραία, το κράτος έβλεπε μόνο τις ομάδες καταστροφέων, φρουρούσε την περιοχή με ΜΑΤ. Και οι δημοσιογράφοι μιλούσαν και έγραφαν με ελαφριά καρδιά για το «κράτος των Εξαρχείων». 

Συμπεριφορά συντηρητικής κοινωνίας. Τώρα λένε ότι τα Εξάρχεια εξήχθησαν παντού, και δεν εννοούν την ελευθερία και τις ιδέες, αλλά τη βία. Από όλον τον πλούτο, τις τάσεις, το πιο φτωχό, πρωτόγονο, βάρβαρο κομμάτι κυριάρχησε. 

Ανάμεσα στις ιδέες που εκφράζονταν, ήταν και οι αναρχικές, οι μηδενιστικές, οι ακραίες. Έχουν ενδιαφέρον ως αναλύσεις. 

Νομίζω όμως ότι ούτε οι ίδιοι οι φορείς αυτών των ιδεών δεν είχαν αποφασίσει αν έπρεπε να καταλυθεί το αστικό κράτος με φωτιά και τσεκούρι τη νύχτα που βγήκαν οι καταστροφείς και έκαιγαν την πόλη. 

Δεν μπορώ να δω την εφαρμογή καμίας ιδέας, Εξαρχείων ή μη, ούτε του Μπακούνιν, ούτε καν κάποιου μεθυσμένου πυρομανούς, στο να κοπανάς με λοστό ένα βανάκι της Πυροσβεστικής- μια κοινή περιουσία που χρησιμεύει να σβήνεις φωτιά- και να το πυρπολείς. Αλλά φοβάμαι ότι άδικα προσπαθούν οι μαθητές να ξεχωρίσουν από τους τρελούς και οργανώνουν ειρηνικές και ευφάνταστες διαμαρτυρίες· το μπάχαλο μόνο προκαλεί ενδιαφέρον. 
https://www.tanea.gr/2008/12/12/opinions/analwsima-eksarxeia/

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2008

Οι βεντέτες και τα γκέτο

Εχουν, λέει, βεντέτα τα ΜΑΤ με τους αναρχικούς στα Εξάρχεια! Άκου να δεις! Τι είναι δηλαδή τα ΜΑΤ για να έχουν βεντέτες; Τάγματα ατάκτων είναι, τίποτα φίλαθλοι ή οικογένεια Μανιατών οχυρωμένη στον πύργο της; Δεν είναι ελληνικό κράτος τα ΜΑΤ; Σε αυτό το κράτος, οι ηγέτες του οποίου, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Πρωθυπουργός, εξέφρασαν τη βαθύτατη οδύνη τους στην οικογένεια του παιδιού που σκότωσε ο ΜΑΤατζής; Δεν υπάγονται σε υπουργείο τα ΜΑΤ, δεν πληρώνονται από το κρατικό ταμείο; Κι αν δεν έχουν καταλάβει τα ίδια τι ρόλο παίζουν και πιάνουν βεντέτες από παρεξήγηση, τους εξαφανίζεις από την κυκλοφορία μέχρι να τους περάσει και η βεντέτα και οι βεντετισμοί. 

Δεν είναι δυνατόν ούτε να δεχόμαστε να ακούμε τέτοιες φράσεις. Ή την άλλη εξυπνάδα, το «γκέτο των Εξαρχείων». Εκτός αν αποφασίζεις, εσύ το κράτος, να ζήσεις με βεντέτες που ανθούν όχι απλώς στην επικράτειά σου, αλλά στα ίδια σου τα μισθωτά όργανα, οπότε έχεις αυτοκτονήσει ως κράτος. Δεν υπάρχεις, καταργείς την κρατική κυριαρχία αν επιτρέπεις σε ΜΑΤ ή οτιδήποτε άλλους να χρησιμοποιούν όπως τους καπνίσει τα όπλα που τους έχεις δώσει για να υπερασπίζονται τη νομιμότητα. Κλείσ΄ το το μαγαζί, δεν έχει νόημα. 

Αλλά θα μου πεις, όταν γίνεται η δίκη «της ζαρντινιέρας» και μόνο που δεν τον ξαναδέρνουν τον νεαρό επειδή τις έφαγε τότε από την Αστυνομία, ξεχνάνε τα ΜΑΤ τι ρόλο παίζουν και ξεχνάμε κι οι υπόλοιποι τι ρόλο παίζουν κι αυτοί κι εμείς. Παύουμε να είμαστε πολίτες, παύουμε να είμαστε Πολιτεία, παραδινόμαστε μοιραίοι στον νόμο της ζούγκλας και του ισχυροτέρου, πίσω στην καθυστέρηση, στον Μεσαίωνα, στην αυθαιρεσία, στον αυταρχισμό, στη σύγχυση και την ανομία. Για συνέλθετε λίγο, μην τρελαθούμε τελείως. 

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2008

Σταματήστε τα όλα!

Μούδιασε το μυαλό μας και το σώμα μας ξεράθηκε. Δεν έχουμε πόλη πια, αλλά δεν μπορούμε να σκεφτούμε τίποτε καλύτερο από το να οργανώσουμε καινούργιες πορείες, ειρηνικές, στην οποία θα έρθουν πάλι οι επαγγελματίες της βίας και θα οργανώσουν την πυρά για ό,τι έχει μείνει όρθιο. Το χριστουγεν- νιάτικο δέντρο και την Εθνική Βιβλιοθήκη τα χαρήκαμε που κάηκαν; Τι θα κάψουν τώρα, το Πανεπιστήμιο, την Ακαδημία, τη Βουλή; Δεν είναι όλα δείγματα του αστικού κράτους; Γιατί όχι την Αρχαία Αγορά και την Ακρόπολη; Η αρχαία κοινωνία ήταν πολύ χειρότερη, ήταν δουλοκτητική. Τίποτα να μη μείνει, λίθος επί λίθου... τέλειο έργο της ενδιαφέρουσας μηδενιστικής ιδεολογίας η πόλη μας. Άβουλοι, σαν υπνοβάτες, συνεχίζουμε στον δρόμο μας. Τις πορείες μας, τις απεργίες μας, δεν μας ξυπνάει τίποτα. Η κυβέρνηση δεν καταλαβαίνει ότι γύμνωσε από νόημα τους θεσμούς με το πλιάτσικο που άφησε να γίνει. Τα άλλα κόμματα δεν καταλαβαίνουν ότι είναι στιγμή που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τι μας συμβαίνει. Ποιος θα καταλάβει; Η ΓΣΕΕ θα κάνει πορεία αύριο. 

Μήπως η ΓΣΕΕ νιώσει ότι αντί για πορεία πρέπει να μαζέψει συνεργεία ειδικευμένων να πάνε για επισκευές στα κατεστραμμένα κτίρια; Τι θέλουν οι εργαζόμενοι δηλαδή, να ζήσουν ο καθένας οχυρωμένος σε ένα μικρό ιδιωτικό κάστρο; Θέλουμε την πόλη μας πίσω, ναι ή όχι; Θα την αφήσουμε στη μοίρα της; Αυτά τα μαγαζιά που κάηκαν θα τα αφήσουμε στη μοίρα τους; Δεν είναι δικά μας, οι πεζόδρομοι, οι βιτρίνες, η ελπίδα για τις γιορτές, οι δημόσιοι χώροι; Έχουμε εντελώς τρελαθεί; Δεν ήταν και Παρίσι, να την κάνουμε νεκροταφείο λοιπόν; Να χάσουμε και τον ελάχιστο χώρο δημόσιας ζωής που είχαμε, πριν συνέλθουμε, τα τελευταία ψίχουλα; 

Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2008

Δεν υπάρχει ειρμός

Tελικά όσα έγιναν στην Αθήνα το Σαββατοκύριακο δεν έχουν ειρμό, άδικα ψάχνουμε να βρούμε. 

Δεν προκάλεσε την επίθεση του αστυνομικού η συμπεριφορά των παιδιών. Ο αστυνομικός είναι έμπειρος επαγγελματίας επίλεκτων σωμάτων, τα παιδιά είναι- ήταν- έφηβοι που κάναν βόλτα, επιδεικνύοντας αυτό το άγριο στυλ που έχουν συχνά οι έφηβοι. Κάποιος πέταξε ένα μπουκάλι, κάποιος άλλος δέχτηκε τρεις σφαίρες από τον ειδικό φρουρό δεν ξέρω-γωπώς-τους-λένε, ο οποίος τσαντίστηκε, νευρίασε, ξέσπασε. Αργότερα, όταν οι ομάδες των κουκουλοφόρων-προσωποσκεπασμένων-πετροβολητών- μολοτοφοριπτών κατέστρεφε την Αθήνα, κανένας αστυνομικός δεν θέλησε να ξεσπάσει. Τα έχουν συνηθίσει αυτά. Οι έφηβοι τους εκνευρίζουν. 

Οι καταστροφείς σε μια θεωρητική σφαίρα απευθύνονται εναντίον της Αστυνομίας, και δικαιολογούν την ύπαρξή της. Δηλαδή, σου λέει, εφόσον κυκλοφορούν τέτοιοι, καλώς υπάρχουν ΜΑΤ οπλισμένα. Μα τα ΜΑΤ δεν πειράζουν κουκουλοφόρους, παρά μόνο αν είναι ακίνδυνοι έφηβοι. Θα μπορούσε να είναι δικός μου γιος εκεί, μπροστά στις σφαίρες, κάνει συχνά βόλτες φορώντας κουκούλα. Θα μπορούσε να είναι δικός σας, του καθενός. Η Αστυνομία κυνηγά τους εφήβους, κινδυνεύουν επειδή περπατάνε και κάνουν εφηβικές ανοησίες, να χάσουν τη ζωή τους. 

Έπρεπε να κατέβουμε όλοι με τα παιδιά μας στην πορεία. 

Δεν υπάρχει ειρμός. Οι πετρορίπτες καίνε μεγάλα μαγαζιά επειδή έτσι θέλουν. Από ζήλεια, κακία, γινάτι που δεν τους φτάνουν τα λεφτά να ψωνίσουν τα πάντα. Δεν καταστρέφουν απλώς περιουσία των καταστηματαρχών. Καταστρέφουν την ελευθερία μας να κυκλοφορούμε, να συναλλασσόμαστε, να ψωνίζουμε, να επιθυμούμε, να σχεδιάζουμε, να ζούμε ειρηνικά. Καταστρέφουν την πόλη μας, ολωνών μας. 

Ζούμε ανάμεσα σε πυρά που δεν διασταυρώνονται καν. Ο στόχος είμαστε εμείς οι πολίτες. Και η μία πλευρά των πυρών, η πιο επικίνδυνη όπως αποδείχτηκε, είναι το κράτος. Η αστυνομία κυνηγά τα παιδιά μας. Οι κουκουλοφόροι κυνηγούν εμάς. Δεν υπάρχει ειρμός. Υπάρχει το συμπέρασμα ότι έχουμε παραδοθεί στη βία.
https://www.tanea.gr/2008/12/09/opinions/analwsima-den-yparxei-eirmos/

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2008

Κάλπικη φροντίδα, σφαίρες αληθινές

Τους έβλεπα εκείνο το ίδιο πρωί, του Σαββάτου, περνώντας τον πεζόδρομο της Βαλτετσίου, τους αστυνομικούς με ασπίδες και ρόπαλα να βαριούνται και να χαζεύουν. Ένας είχε βάλει το κλομπ παραμάσχαλα και σκέφτηκα ότι λίγο να έστριβε απότομα κάποιον θα χτυπούσε, αν δεν πρόσεχε. Κουβαλάνε τόσα όπλα, τόσα εξαρτήματα, πώς να τα κουμαντάρουν όλα. Μήνες και χρόνια τούς βλέπω, κάθε μέρα, κάθε νύχτα, στις ίδιες γωνίες να φυλάνε τι; Τα σύνορα των Εξαρχείων, αυτό το καλαμπούρι που ξεκίνησαν οι τηλεοράσεις μέσα στην πλήξη τους και πες- πες κατάφεραν να το ιδρύσουν το «ανεξάρτητο κράτος»; Και να ομάδες αστυνομικών στις γωνίες, οπλισμένοι σαν αστακοί, άντρες- τι άντρες δηλαδή, αγόρια χαμένα στις στολές τους, να περιμένουν τι; 

Τόσοι μήνες, τόσα χρόνια, τόσος οπλισμός, εναντίον τίνος; Δεν περίσσεψαν ποτέ λεφτά και διάθεση να αναζητηθούν λύσεις άλλου τύπου για τα προβλήματα με τους βίαιους νεαρούς και τις επιθέσεις τους, με το εμπόριο ναρκωτικών, με την υποβάθμιση της συνοικίας, με την έλλειψη χώρων για κοινωνική ζωή, με την περίφημη εντύπωση της ανασφάλειας και της ασφάλειας, με τη βρώμα, που και αυτή δημιουργεί κλίμα- δεν είναι τυχαίο ότι συνέχεια βάζουν φωτιά στα σκουπίδια οι «αναρχικοί». Μόνοι τους οι κάτοικοι προσπαθούσαν να ευπρεπίσουν τη γειτονιά, να καλλιεργήσουν μια ποιότητα ζωής, να ξεφύγουν από τη συγκρουσιακή λογική, να προσεγγίσουν τα προβλήματα. Το κράτος μόνο για όπλα και στολές είχε αυτιά και χρήμα. Άλλο τίποτα δεν είχε σκεφθεί από το να ανταποκρίνεται στις κραυγές της τηλεόρασης. Κάτι σαν ηθοποιούς παρέτασσε με τρομερή εξάρτυση, αλλά δυστυχώς και αληθινές σφαίρες στα περίστροφά τους. Ε, όταν συσσωρεύεις τόσα όπλα και καλλιεργείς τέτοια νοοτροπία, δεν θα έρθει κάποια στιγμή η έκρηξη; 

https://www.tanea.gr/2008/12/08/opinions/analwsima-kalpiki-frontida-sfaires-alithines/

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2008

Ξωτικά της Λαχαναγοράς

Aνεβαίνοντας την Πειραιώς με μποτιλιάρισμα, Σάββατο βράδυ, είχαμε τη φαεινή ιδέα να στρίψουμε προς Ευριπίδου. Κι εκεί κολλήσαμε κανονικά μισή ώρα σε δυο τετράγωνα, σε μια γεμάτη νταραβέρι ακινησία. Το πεζοδρόμιο ήταν γεμάτο μαύρα κορίτσια και δεν καταλάβαινες αν παζάρευαν με τους οδηγούς και καθυστερούσε η πομπή ή ήταν κλειστός ο κάθετος δρόμος και δεν υπήρχε περίπτωση να προχωρήσει ποτέ κανένας. Για μερικά εφιαλτικά δεκάλεπτα νιώσαμε αληθινά εγκλωβισμένοι στο λαμαρινένιο κουτί μας, περιεχόμενο ενός δοχείου που το έχουν ρίξει σε αφιλόξενα νερά, ενώ μας αγνοούσαν βεβαίως και τα κορίτσια και οι υποψήφιοι πελάτες τους. Όλες υπερβολικά νέες, όμορφες και έμοιαζαν μεταξύ τους κατά κάποιον τρόπο. 

Κάπου διάβασα πως είναι από ένα συγκεκριμένο χωριό στο Μάλι, ένα μέρος που εξάγει καλλονές για πορνεία όπως άλλα εξάγουν χαλιά. Ήταν παράξενη η νιότη τους, έμοιαζαν άφθαρτες και με δέρμα κρουστό, ήταν εντυπωσιακή η στάση τους, περήφανη, με το κεφάλι ψηλά, το πρόσωπο ανέκφραστο, το χαμόγελο, όταν εμφανιζόταν, δεν το προκαλούσαν οι προτάσεις των πελατών, ούτε η άδεια Λαχαναγορά πίσω τους, ούτε και με μας γελούσαν. Από κάτι μακρινό έπαιρναν ενέργεια, ίσως μια εικόνα από το χωριό στο Μάλι, όπως θα διαμορφωθεί όταν επιστρέψουν εκεί πλούσιες, ή κάποια άλλη μελλοντική εικόνα της δικής τους μοίρας, κάτι πάντως πολύ πέρα από τα στενά της Ομόνοιας. Δεν θύμιζαν εικόνες γυναικών που εκδίδονται, και για μια στιγμή κόντεψα να πιστέψω ότι δεν πρόκειται για πλάσματα που υφίστανται την καθημερινή βία του «αρχαιότερου επαγγέλματος» αλλά για υπερκόσμια ξωτικά που περνούν λίγο από τη Λαχαναγορά τη νύχτα, έτοιμη να διώξω γρήγορα την πικρή σοφία μου με μια ρομαντική υπέρβαση.

 https://www.tanea.gr/2008/12/04/opinions/analwsima-kswtika-tis-laxanagoras/

Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2008

Oι βιτρίνες

Ο γωνιακός φούρνος είχε ανάψει τα φώτα του μέσα στη νύχτα και θεράπευε λίγο το παθολογικό σκοτάδι του μικρού δρόμου. Ανεβασμένη σε μια σκάλα η ιδιοκτήτρια  περνούσε κίτρινη χρυσοποίκιλτη κουρτίνα μπροστά στη βιτρίνα, μαζεμένη σα στόρι με φουντωτές χριστουγεννιάτικες γιρλάντες και βροχές από λαμπιόνια. Ασυναίσθητα στάθηκα και τη χάζευα, μου αρέσει πάντα να παρακολουθώ τους μαγαζάτορες την ώρα που στολίζουν τις προθήκες τους, αυτές τις κοπιώδεις στάσεις που άθελα εκθέτουν προς τα έξω. Δεν ήταν τυχαίο που η ντροπαλή μας φουρνάρισσα διάλεξε να το κάνει μέσα στη μαύρη νύχτα, να ετοιμάσει διακριτικά τον εορταστικό διάκοσμο, να είναι το πρωί σα να πέρασε νεράιδα. Θυμήθηκα ξαφνικά ότι την εποχή που ήμουν παιδί ο Δήμος Αθηναίων έκανε διαγωνισμό χριστουγεννιάτικης βιτρίνας κάθε χρόνο και ήταν μεγάλη υπόθεση να πάρεις το βραβείο. Ο νικητής το έβαζε κι αυτό στη βιτρίνα και περνούσαμε απαραιτήτως να το θαυμάσουμε, αλλά ελέγχαμε και τους άλλους διαγωνιζόμενους για να κρίνουμε και μόνοι μας αν είχε κερδίσει δίκαια. Με αυτόν τον τρόπο τσεκάραμε την καλλιτεχνική αξία της βιτρίνα μαγαζιών που δεν σκοπεύαμε να επισκεφτούμε ποτέ, αλλά η όψη που προσέφεραν στο δρόμο μας αφορούσε. Η καλύτερη βιτρίνα ήταν σπουδαίο θέμα συζήτησης και διαφωνίας. Ο αγώνας φυσικά συνεχίζεται, οι μαγαζάτορες κάνουν ότι μπορούν, ενώ εμείς υποτίθεται ότι προσπαθούμε να αντισταθούμε στον πειρασμό, να μην παρασυρόμαστε από το ντεκόρ, να βλέπουμε γυμνό το αντικείμενο και να το φανταζόμαστε στο περιβάλλον του σπιτιού μας. Οι πρώτες βιτρίνες πολυτελείας που ετοιμάστηκαν στην Αθήνα φαίνεται να εξαντλούν τη φαντασία τους για να μας δελεάσουν. Υποτίθεται ότι θα είμαστε δύσκολοι σε εποχή κρίσης, αλλά ίσως είναι ευκαιρία να ξαναδούμε τη βόλτα καλλιτεχνικά.

https://www.tanea.gr/2008/12/02/opinions/analwsima-oi-bitrines/

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...