Τετάρτη 25 Απριλίου 2018

Φοιτήτρια ξανά

Για λίγο θα ήθελα να ξεχαστώ στο αμφιθέατρο της Νομικής Σχολής, όπου πήγα να παρακολουθήσω το μάθημα του συνταγματολόγου Σταύρου Τσακυράκη, το τελευταίο του πριν βγει στη σύνταξη.
Να νιώσω σαν φοιτήτρια ανάμεσα στους φοιτητές κι εγώ, που συζητάμε για τα ανθρώπινα δικαιώματα και την πηγή τους κι ακούμε τις απόψεις και αντιλαμβανόμαστε αργά και απολαυστικά, με την απόλαυση που δίνει η αντίληψη των πραγμάτων δηλαδή, το τι σημαίνει η κάθε μία.
Θα ήθελα να νιώσω εικοσάχρονη, όπως τότε που ήμουν στ' αλήθεια φοιτήτρια της Νομικής και καθόμουν στ' αμφιθέατρα με το στυλό μου και τα βιβλία μου, αλλά δεν τα κατάφερα. Μοιραία, αντί για την ωραία ψευδαίσθηση, με πλημμύρισε ζήλια.
Ανθρώπινα δικαιώματα, ποτέ δεν είχαμε ασχοληθεί με τέτοια θέματα τα χρόνια εκείνα. Κινέζικα θα ακούγονταν στα δικά μας έδρανα και άκρως υποκριτικά, αφού είχαμε καθεστώς περιστολής των ατομικών ελευθεριών λόγω των μεγάλων κινδύνων που διέτρεχε η πατρίς, η θρησκεία και η οικογένεια.
Ετσι γίνεται με τις περιστολές, βρίσκονται οι κίνδυνοι και εμφανίζονται οι σωτήρες. Ο τότε καθηγητής του Συνταγματικού είχε συνεργαστεί στο Σύνταγμα της χούντας, το ηθικό μας πρόβλημα, πολύ εσωτερικό κι απολύτως πολυτελές, ήταν ό,τι έπρεπε να μελετήσουμε το βιβλίο του και να περάσουμε το μάθημα, αν θέλαμε να συνεχίσουμε τις σπουδές μας. Ασκούμασταν στην αντοχή της σιωπής, στην καχυποψία έναντι των πάντων, στην ιχνηλάτηση κρυφών νοημάτων.
Εβλεπα το Δίκαιο σαν ξένο ένδυμα, σαν πανί ταυρομάχου που σαλεύει προκλητικά για να μας παγιδεύσει. Πώς να είχε νόημα; Πώς να συμμετέχεις σ’ αυτό, αν όχι με εξέγερση, όπως έκανε τότε και ο Τσακυράκης;
Ο οποίος, ως καθηγητής πια που αποχαιρέτησε χτες τη Νομική μετά από τριάντα έξι χρόνια διδασκαλίας, συνταγματολόγος κι αυτός, κατάφερε ώς και στο τελευταίο του μάθημα να φωτίσει ιδέες προστασίας των ελευθεριών, ισότητας, συμμετοχής στη Δικαιοσύνη.
Στο τωρινό αμφιθέατρο σχεδόν έσχιζαν τον αέρα οι αστραπές της σκέψης, οι προκλήσεις των καινούργιων ιδεών, αυτές οι πνευματικές ηδονές της ελευθερίας. Καμία σχέση με το πνευματικό μαράγκιασμα που ζήσαμε επί χούντας. Τι κρίμα να μην υπάρχει ανθρώπινο δικαίωμα επιστροφής στη νεότητα, επανάληψης των φοιτητικών χρόνων. Δικαίωμα στις σπουδές, στη διά βίου μάθηση δεν αρκεί, δεκαοχτάρης να γίνεσαι και ν' ακούς τους σοφούς με το μυαλό ολόφρεσκο ξανά, αυτό να κατοχυρωνόταν!
http://www.efsyn.gr/arthro/oi-idees-kai-ta-hronia

Ανθρωποφάς

Δεν ξέρω αν ακόμα είναι της μόδας ανάμεσα στους γονείς να αποφεύγουν να αγοράζουν όπλα στα παιδιά τους για παιχνίδι. Οταν μεγάλωναν οι σημερινοί τριαντάρηδες ήταν κοινός τόπος, που άρχιζε από τα προνήπια. Στις ίδιες τάξεις που τους μάθαιναν στις 28 Οκτωβρίου να τραγουδάνε το «κορόιδο Μουσολίνι» και να παρελαύνουν με χάρτινα σημαιάκια, τους έβαζαν να ζωγραφίζουν αφισούλες εναντίον του πολέμου και να θάβουν τα παιχνίδια τους με τελετές.
Καλούσαν και κάποιοι δήμοι, φέρτε τα παιδιά σας να θάψουν τα πολεμικά παιχνίδια τους. Τώρα δεν ακούγονται πια τέτοια, μάλλον ο φιλειρηνισμός δεν φοριέται σε καμιά μορφή του, αλλά, φαίνεται, η παιδική στέρηση της εποχής εκείνης χτυπάει τους ώριμους άντρες (ώριμοι, τρόπος του λέγειν) που επειδή δεν σκότωσαν αρκετά πλαστικά ή ξύλινα ή ηλεκτρονικά πλάσματα στον καιρό που πρέπει να καθαρίζεις χίλια τέτοια την ημέρα για να έρχεσαι στα ίσα σου, τώρα τρώγονται με τα ρούχα τους.
Μπορεί δηλαδή να φταίει αυτό, ή να φταίει που μετά τον τραγικό θάνατο του πιλότου, τον οποίο σκέφτηκαν να τιμήσουν βάζοντας σημαία σε βραχονησίδα με το πολύ εκφραστικό όνομα Ανθρωποφάς τρεις νεαροί στις διακοπές τους, ακούστηκαν τα μύρια όσα, αλλά δεν έγινε καμιά κουβέντα περί των περίφημων αναχαιτίσεων και ό,τι αυτές συνεπάγονται.
Κάνα δυο άρθρα διάβασα που υποστηρίζουν ότι το κόστος της διακήρυξης της Ελλάδας για τον εναέριο χώρο της, τον οποίο δεν αναγνωρίζει κανείς όπως τον έχει διακηρύξει η ίδια, είναι μεγάλο σε ανθρώπινες ζωές. Τι σκοπιμότητα έχει αυτή η κατάσταση, τι κοστίζει, τι κερδίζουμε, τι χάνουμε; Γιατί; Από πότε; Και μέχρι πότε;
Δεν θα ήταν λογικό να μπουν αυτά τα ζητήματα ξεκάθαρα σε ένα τραπέζι και να μάθουμε κάτι περισσότερο ως πολίτες, από το να βριζόμαστε για το ποιος δικαιούται να ονομάζεται ήρωας πάνω από τη χαμένη ζωή ενός νέου ανθρώπου; Εκτός αν οι κραυγές ακούγονται κυρίως για ν’ αποφύγουμε κάθε συζήτηση και προβληματισμό, για να φτιάξουμε ένα τεράστιο ταμπού πάνω από κάποιες κινήσεις εξωτερικής πολιτικής που είναι ήδη πληρωμένες με αρκετό αίμα.
Μέσα σ’ αυτή την απίστευτη αμετροέπεια που μας έχει πλημμυρίσει, το πιο σοφό πράγμα είναι το όνομα της νησίδας: Ανθρωποφάς. Δείτε τον εαυτό σας ως θήραμα.
http://www.efsyn.gr/arthro/anthropofas

Διαβατήριες τελετές

Αδειασε η Αθήνα τις τελευταίες μέρες και φάνηκαν παιδιά, κάποια που δεν έχουν εξοχικό ή χωριό να πάνε, ακούστηκαν να φωνάζουν και να κλαίνε, βρήκαν χώρο να τρέξουν, να πέσουν και να χτυπήσουν στην άσφαλτο και τις τσιμεντόπλακες.
Θα τα παιδεύει η άνοιξη κι αυτά, πού να βολευτούν, τι να κάνουν σε φτωχά διαμερίσματα, ίσως στριμωγμένα σε ένα δωμάτιο με όλη την οικογένεια, μ' αυτή την ακαταμάχητη επιθυμία για κίνηση που τα αναστατώνει καθημερινά; Τη θυμάμαι πολύ καλά, φυλακισμένη καθώς υπήρξα κι εγώ στα παιδικά μου χρόνια στον μοντέρνο τότε τρόπο ζωής, αλλά είχα τις διαφυγές μου.
Τυχερή. Υπήρχε ο παππούς στο Αγρίνιο, κάναμε ένα ταξίδι κάθε άνοιξη, στις διακοπές του Πάσχα, και με υποδεχόταν με άγριες διαθέσεις για τον εκκλησιασμό μου, που ήξερε ότι ήταν ανύπαρκτος τον υπόλοιπο καιρό. Μ' έπαιρνε από το χέρι και πηγαίναμε στην εκκλησία οι δυο μας, τον αγαπούσα τόσο που έκανα υπομονή με τις ατέλειωτες ψαλμωδίες και τα απολύτως ακατανόητα δρώμενα, ακόμα και στα 12 ευαγγέλια της Μεγάλης Πέμπτης με πήγαινε, και κάθε τόσο τον ρωτούσα, «πόσα έχει ακόμα» έτοιμη να σωριαστώ από πλήξη.
Ωστόσο μου άρεσε, όχι για την εκκλησία αλλά για το μέγεθος, το ένιωθες πως η πόλη ήταν μικρή, πιο πολύ στα μέτρα σου, μπορούσες σαν παιδί να κυκλοφορήσεις, μας άφηναν, τα καταφέρναμε. Και συμμετείχαμε τέλος πάντων στις τελετές για το πέρασμα από τον χειμώνα στην άνοιξη, με τις δέουσες τιμές και τη δέουσα απομάκρυνση από το ασφυκτικό αστικό περιβάλλον, πράγμα που επαναλαμβάνεται ακόμα σε μεγάλη κλίμακα, ίσως υπερβολική.
Τώρα στην πόλη ξεμένουν ελάχιστα παιδιά, προσφυγάκια μοιάζουν όσα συναντώ. Καθώς ανοίγουμε παράθυρα, έρχονται οι φωνές από τα πιτσιρίκια του ισογείου, στριμωγμένα όλη μέρα στο σπίτι τους, τουλάχιστον ευχαριστιούνται τσιρίδα αυτές τις μέρες ανεμπόδιστα, να διαλαλούν την ικανότητα βαθιάς διαφραγματικής αναπνοής, που δεν τα έχει εγκαταλείψει. Συμμετέχουν βέβαια αυτά σε άλλου είδους τελετές διαβατήριες, η ίδια τους η ζωή είναι διαβατήρια, για πού άραγε διαβαίνουν, και τι θα μπορούν να γιορτάζουν εις ανάμνηση σε μερικές δεκαετίες; Ειρωνεία, να μένουν εδώ τα διαβατάρικα, όταν λείπουν όλα τ' άλλα.

Δευτέρα 9 Απριλίου 2018

Ρουτίνα στην Αθήνα

Μια μέρα ρουτίνας. Η Πανεπιστημίου είναι κλειστή από το Σύνταγμα, δεν ξέρω γιατί. Τη βλέπω άδεια να απλώνεται σε όλο της το μεγαλείο, τι κρίμα τελικά να μη γίνει εκείνη η πεζοδρόμηση, έτσι κι αλλιώς πεζοδρομείται από την Αστυνομία κάθε τρεις και λίγο, θα είχε τουλάχιστον δέντρα, ίσως κι ένα ποτάμι να κυλάει. Μπορεί να περνούσε και τραμ.
Τώρα δεν περνάει τίποτε, κάτι διαδηλωτές μόνο περνούν από τον χώρο τον λεγόμενο Προπύλαια Πανεπιστημίου στον άδειο δρόμο, προσπαθώντας να φαίνονται πολλοί. Είναι γύρω στους 150, όσο αραιά και να σταθούν δεν γίνεται να γεμίσουν και τα Προπύλαια και τον δρόμο.
Λίγο στη στάση κοιταζόμαστε, άνθρωποι γύρω μου τόσο κουρασμένοι που ούτε διαμαρτυρία δεν ακούγεται, ούτε γκριμάτσα. Παραιτημένοι κοιτάζουν στο βάθος, ανέκφραστοι, ξεχειλωμένοι από αποδοχή κάθε είδους ταλαιπωρίας που καθημερινά σκαρφίζεται όποιος έχει εξουσία κι όποιος προσπαθεί να αποκτήσει, στην πόλη αυτή.
Κατεβαίνω στο μετρό, εκεί έχουμε επίσκεψη μιας παρέας ωραίων νεαρών που μοιράζουν χαρτιά και κάθε τόσο φωνάζουν όλοι μαζί ένα δίστιχο: «Θέλουμε ελεύθερες μετακινήσεις για όλους!» Και ποιος σας εμποδίζει να μετακινηθείτε ελεύθερα, ρε παίδες, σκέφτομαι σιωπηλά, ο δρόμος είναι ανοιχτός επάνω, υπερβολικά ανοιχτός μάλιστα, και τα σκυλιά δεμένα σε γενικές γραμμές.
Πηγαίνετε όπου θέλετε και μη μας ξεκουφαίνετε! Υστερα αργά χαράζει στο μυαλό μου η δεύτερη σκέψη: όταν λένε τα παιδιά «ελεύθερες μετακινήσεις» δεν εννοούν αυτό που νομίζω, αυτό που εννοούμε στα ελληνικά δηλαδή, αλλά δωρεάν. Πώς λέμε ελεύθερη είσοδος; Αυτό. Μεταφράζουν την αγγλική έκφραση, το free. Εμ βέβαια, ξέρουν αγγλικά, όχι όπως εγώ που όταν είχα πρωτοπάει στο Λονδίνο έκανα μέρες να καταλάβω ότι το «ελεύθερο» εκεί ήταν το δωρεάν.
Αυτά είναι γαλουχημένα στην αγγλική κουλτούρα, φαίνονται εξάλλου, τόσο καλοζωισμένα, αστραφτερά νιάτα, καμία σχέση με τους ταλαίπωρους της στάσης επάνω, είναι ζήτημα αν έχουν μπει σε λεωφορείο μια φορά στη ζωή τους. Μια νεαρή με μπροκάρ σορτσάκι πάνω από διχτυωτό καλσόν κάνει να μου δώσει φυλλάδιο, γυρίζω εχθρικά από την άλλη πλευρά, πόσο ακόμα νομίζεις ότι αντέχουν σφυροκόπημα από την κακομαθημένη μανία σας οι θεσμοί και οι δομές, πόσο αντέχουμε οι άνθρωποι αυτής της πόλης, μου έρχεται να της πω, αλλά φυσικά δεν λέω τίποτε, αντίθετα εκείνη μαζί με τους άλλους πιάνουν άλλο ποίημα εν χορώ και ρυθμώ: «Ελεύθερα αγαθά σε κάθε γειτονιά».
Η λέξη «γειτονιές» με εντυπωσιάζει. Μεγαλωμένα σε λουξ διαμερίσματα με τις καλύτερες οθόνες και κάθε σύγχρονο μέσο, νοσταλγούν πιθανόν γειτονιές με ασβεστωμένα πεζοδρόμια και γριές σε καρέκλες να τα παρακολουθούν που φλερτάρουν και να τα κατσαδιάζουν - ίσως χωρίς κάτι τέτοιο τα νιάτα να είναι άνοστα. Ας μετακινηθούν ελεύθερα προς τα εξοχικά τους για λίγο, μπας και λειτουργήσει κάνα τρόλεϊ, μουρμουρίζω φουρκισμένη.
Τελικά γύρισα με τα πόδια κι αργά το βράδυ άκουσα πως έριξαν δακρυγόνα γύρω από το Πανεπιστήμιο. Εγώ πάντως δεν τα χρειάζομαι. Κλαίω από μόνη μου.

Γήρας αμήχανον

Η γενιά των γονιών μας γέρασε, και γερνά ακόμα, ξαφνιασμένη από τη μοναξιά, για την οποία δεν είχε προετοιμαστεί καταλλήλως. Κι όμως, ήταν εκείνη που αγωνίστηκε πολύ για την αξιοπρεπή καθημερινότητα της πυρηνικής οικογένειας, για την ανεξαρτησία της από τα μεγάλα σόγια, από τους πατριάρχες και τις βασιλομήτορες που είχαν λόγο σε όλα κι ανακατεύονταν στη μοίρα και την καθημερινότητα των νέων ζευγαριών.
Η γενιά των γονιών μας χώρισε τα τσανάκια της όσο μπόρεσε, έδωσε τη μάχη της, πλήρωσε χρυσά τα τριάρια και τα δυάρια της ελευθερίας της κι όταν τα χρόνια πέρασαν, άρχισε να νοσταλγεί τα σπίτια του χωριού με τις προσθήκες και τα πανoπτικά που θα τους επέτρεπαν, αφού πια είχαν γεράσει, να έχουν εκείνοι την εποπτεία ή, έστω, τη θέα των κατιόντων. Αλλά είναι αργά πια να γκρεμιστούν οι τοίχοι και να ξαναχτιστεί η οικογένεια, να ξαναδεθεί με όλα τα δεσμά που μάτωσε να αποτινάξει.
Βέβαια, υπάρχουν πάντα μερικοί που δεν χρειάστηκε να περάσουν τέτοιες δοκιμασίες. Από παιδιά βολεύτηκαν εύκολα στις καταστάσεις που τους έλαχαν, θα έλεγε μάλιστα κανείς, κρίνοντας από την οικοδομική δραστηριότητα των προαστίων, πως υπάρχει ειδική μεσογειακή ευκολία στην προσαρμογή των μελών της οικογένειας στον σύγχρονο γενικό οικοδομικό κανονισμό με τα πανταχόθεν ελεύθερα οροφοδιαμερίσματα εσωτερικής γενεακής εξάρτησης, αλλά δεν παύουν να είναι λίγοι.
Ισως υπήρξαν οι πιο προνοητικοί, αυτοί που ήξεραν το μέτρο, ζύγισαν τις κερδισμένες αποστάσεις και τη χαμένη επιτήρηση και βρήκαν τη χρυσή τομή ή έστω κάτι που της μοιάζει. Οι πιο πολλοί πέρασαν το μεγάλο ξάφνιασμα, πώς ερημώνει έτσι το σπίτι όταν μεγαλώνουν τα παιδιά κι αργούν να κάνουν εγγόνια, πώς να τα προσελκύσεις πίσω, τι να μαγειρέψεις, πώς να καλλιεργήσεις την ανάγκη που ήδη ξεπεράστηκε. Δύσκολα ζητήματα για γέρους ανθρώπους, συχνά αναπάντητα για όποιον δεν προνόησε από νωρίς να τα λύσει.
Καθώς γερνούν οι άνθρωποι που θυμούνται ακόμα κάποιον παππού τους να περιλαμβάνεται στο τοπίο του πατρικού σπιτιού, παραξενεύονται που δεν υπάρχει γύρω τους κόσμος, που δεν έχουν τη θέση εκείνου.
Η δική μας γενιά, που μεγάλωσε χωρίς πολύ κόσμο γύρω της, στην εξασφαλισμένη ανεξαρτησία της πυρηνικής οικογένειας, θα πρέπει να επινοήσει κάτι πρωτότυπο για τα γεράματά της, έναν καινούργιο τρόπο ζωής. Μόνο που οι πρωτοτυπίες ταιριάζουν στη νεότητα, κι εκεί θα ξανασυναντήσει την αμηχανία.

Ήταν ένα μικρό καράβι

Για την ημέρα της ποίησης, την οποία τραγουδάμε επίσης: Το τραγουδάκι, "Ήταν ένα μικρό καράβι" μεταφερμένο από τα γαλλικά, δεν τελειώνει με τους στίχους: "κι ο κλήρος πέφτει στον πιο νέο, που ήταν αταξίδευτος" και λοιπές παραλλαγές με αγόρια και κορίτσια. Συνεχίζεται, και λέει τα εξής:
_Αχ, θάλασσα μου, και κυρά μου, βοήθησε με τώρα, το παιδί:
Και τότε έγινε το θαύμα που έχουν να λένε όλοι οι ναυτικοί
Γιατί μονάχα τους τα ψάρια πηδούσαν στο κατάστρωμα
Τα πιάσαν και τα μαγειρέψαν, και γλύτωσε ο ναύτης, το παιδί
Κι αν σας αρέσει αυτή η ιστορία, την ξαναλέμε από την αρχή!"

Το αθάνατο μαλάκιο

Το μυστικό της αιώνιας νεότητας υπάρχει και το έχουν ανακαλύψει οι μέδουσες. 

Λίγο σεβασμό λοιπόν όταν τις πιάνετε και τις πετάτε πάνω στα βότσαλα για να μπορέσετε να κολυμπήσετε σε θάλασσα καθαρή. 

Μπορεί η παλάμη σας να αγγίζει κάτι από την αθανασία των σωμάτων έστω και σε γλοιώδη μορφή. Μπορεί να είναι και κάποια μακρινή συγγενής του είδους Τurritopsis nutricula, του μοναδικού στον πλανήτη που μπορεί και γυρίζει τον χρόνο πίσω. Μόλις μεγαλώσει και αισθανθεί το γήρας να την πολιορκεί, η Τurritopsis περνά από το ώριμο ενήλικο στάδιο στο ανώριμο στάδιο του πολύποδα. Ξαναγίνεται μωρό σιγά σιγά. Σαν τον Μπέντζαμιν Μπάτον, φτάνει από πίσω προς τα μπρος, και μετά πάλι από την αρχή. Φαίνεται πως δεν πλήττει να ξαναγίνεται νήπιο στα ίδια γαλάζια νερά, αν και δεν έχει να ζήσει μεγάλες αλλαγές, όπως οι άνθρωποι. Ας πούμε, δεν έχει τη δυνατότητα να μεγαλώνει στα χρόνια του τηλέγραφου, να γερνάει, να μικραίνει, και να ξαναμεγαλώνει στα χρόνια του κινητού και του Ιντερνετ. Τίποτε από αυτά, η μέδουσα μπορεί να μη θυμάται κιόλας ότι υπήρξε κάποτε παιδί, κάθε φορά να ξεκινά από την αρχή. Ή μπορεί τα πολλά της νεανικά πόδια κάτι να συγκρατούν σαν μνήμη, πάντως τα καταφέρνει και ξαναζεί μία και δύο και τρεις ζωές, κι όταν ξαναγερνάει ξαναμωραίνεται. Διάφανη τόσο που μοιάζει κενή, βουτηγμένη στον ωκεανό της ματαιότητάς της καθώς και στα νερά των ωκεανών. 

Τόσο πολύ καλόμαθε μάλιστα που αυξάνεται ως είδος και πληθύνεται και θα κατακυριεύσει όπου να ΄ναι τις θάλασσες. Η ζωή στη θάλασσα ξεκίνησε, εκεί θα ξεκινήσει και η αθανασία. Κι εμείς; Αν γίνουμε πιο διάφανοι, πιο μαλακοί και κολυμπάμε περισσότερο, έχουμε ελπίδες; 

Από τα ΝΕΑ το 2010 http://www.tanea.gr/opinions/all-opinions/article/4568861/?iid=2

Κυριακή 1 Απριλίου 2018

Ιερή πορνεία

Ήταν ή δεν ήταν πόρνες οι γυναίκες του ναού; Ορισμένες αμερικανίδες φεμινίστριες αμφισβητούν το νόημα των αρχαίων κειμένων που αναφέρονται σε πορνεία μέσα σε ναούς, και μάλιστα κάποιοι αρχαιολόγοι λένε πως μπορεί να έχουν και δίκιο. Δεν είναι απόλυτα σίγουρο ότι η ιερή πορνεία ήταν ακριβώς πορνεία και δεν έχει μετρηθεί πόσο ήταν ιερή. 

Ποιος έπαιρνε δηλαδή τα λεφτά, το κορίτσι ή ο ιερέας; 

Καμιά απάντηση δεν είναι σίγουρη, αλλά σίγουρα βρέθηκε ένα ευχάριστο και ενδιαφέρον θέμα να συζητηθεί σε διάφορες εσωτερικές σελίδες εφημερίδων. Και να προβάλει πάλι την Ελλάδα. Δεν τη γλιτώνουμε την προβολή, όσο σεμνοί και να γινόμαστε. Και δη τη σεξουαλική προβολή, διατί να το κρύψωμεν άλλωστε, είναι ο τόπος γεμάτος αναμνήσεις ερώτων. 

Πάντως δεν τις καταλαβαίνω τις αμερικανίδες φεμινίστριες, και μάλλον κι αυτές δεν καταλαβαίνουν την αρχαιότητα. Πιο πολύ μιλάνε σαν κόρες πουριτανών παρά σαν επιστήμονες που πλησιάζουν ένα θέμα χωρίς προκατάληψη. Ούτε μου φαίνεται η στάση τους πολιτικά ορθή, διότι θέλουν να αφαιρέσουν από την πορνεία την πιθανότητα μιας διαφορετικής αντιμετώπισης στο παρελθόν. Άσε που τις καταγγέλλω για επίθεση στην ελληνική γλώσσα, γιατί υποσκάπτουν την έννοια της λέξης «ιερόδουλος». 

Οι αρχαίοι δεν είναι παράδειγμα προς μίμησιν, ούτως ή άλλως. Εκτός από ιερόδουλους είχαν και σκέτες δούλες, καθώς και δούλους. 

Πίστευαν ότι η γη είναι επίπεδη, ότι τους κεραυνούς τους στέλνει ο Δίας και τους σεισμούς τους προκαλεί ο Εγκέλαδος. Το λέει ακόμα η τηλεόραση, που έχει μείνει λίγο πίσω. Επειδή έγιναν πετυχημένοι χολιγουντιανοί ήρωες δεν είναι για να τους προσκυνάμε κιόλας. Ας μην τους παίρνουν τόσο στα σοβαρά οι αμερικανίδες φεμινίστριες, κι όλοι όσοι το παθαίνουν. 

Από τα ΝΕΑ το 2010 http://www.tanea.gr/opinions/all-opinions/article/4567762/?iid=2 

Ιπτάμενες γιαγιάδες

  Σηκώνω το εγγόνι μου αγκαλιά να πάμε στην αλλαξιέρα και καθώς το μικρό του βάρος πλημμυρίζει το σώμα μου, προφέρω ασυναίσθητα τις χαϊδευτι...