Είχαμε πάει επίσκεψη σε κάποιο σπίτι με κήπο. Υπάρχουν φωτογραφίες, εγώ πολύ μικρή με τους γονείς μου σε καρέκλες πλιάν, γύρω μας τα δέντρα, κάτω πλακάκια και παρτέρια. Μα τίνος ήταν αυτός ο κήπος; Δεν σκέφτηκα να ρωτήσω τους γονείς μου όσο ζούσαν αν και οι φωτογραφίες εκείνες με πλημμύριζαν θαυμασμό και απορία. Είχα πατήσει εγώ η ίδια το πόδι μου σε τέτοιο κήπο; Είχα παίξει εγώ η στερημένη από κήπους, από χώμα, από δέντρα, πάνω σε τέτοιο πλακάκι; Οι φωτογραφίες το επιβεβαίωναν. Και ποιοι ήταν αυτοί που είχαν το σπίτι αυτό; Γιατί δεν τους θυμόμουν, γιατί δεν ξαναπήγαμε ποτέ ξανά επίσκεψη, σε εποχή μεταγενέστερη, που θα μπορούσα να καταγράψω την ανάμνηση;
Περπατώντας αυτούς τους μήνες στην Αθήνα σε μέρη που δεν
συνήθιζα, επιστρέφοντας τρόπον τινα σε γειτονιές απαρνημένες, στα Πατήσια και
πιο νότια και πιο δυτικά, περνάω μπροστά από μονοκατοικίες που μπορεί να έχουν
κήπο. Δεν φαίνεται πάντα ο κήπος, δεν έχει κάποια ταμπέλα στην πόρτα που να
γράφει «Στο βάθος κήπος» όπως είχαν κάποτε μερικές ταβέρνες και ήθελα πάντα να
προχωρήσω μέσα, να δω τον κήπο στο βάθος, αλλά δεν γινόταν. Ή έτσι νόμιζα,
γιατί τι θα πείραζε να προχωρούσα λίγο και να έλεγα, «συγγνώμη, μπορώ να δω τον
κήπο;» Θα έβρισκα κάποια δικαιολογία, ότι θέλω να φέρω την παρέα μου που είναι
λίγο παράξενη με τους κήπους. Πάνε χρόνια που δεν έχω δει τέτοια ταμπέλα, οπότε
μάλλον καθυστερημένα μου ήρθε η ιδέα.
Μερικές από τις
μονοκατοικίες της οδού Νάξου, που διασχίζω από τη μια άκρη στην άλλη, είναι
παρατημένες και η στενή πορτούλα του κήπου χτισμένη έτσι που δεν μπορείς να
δεις μέσα. Μερικά δέντρα όμως έχουν ψηλώσει πάνω από τις πόρτες, πάνω από τους
φράχτες, καμιά φορά και πάνω από το ίδιο το σπίτι. Μαντεύεις ότι εκεί πέρα
υπάρχει κήπος, κρυμμένος, αποκλειστικός, για τους κατοίκους του σπιτιού και για
τους γύρω ακάλυπτους. Το πολεοδομικό της Αθήνας σ’ αυτούς στηρίχτηκε εξάλλου, σχεδίασε τετράγωνα πολυκατοικιών με φάτσα μπαλκόνια
και στο βάθος κήπο, κάποιου σπιτιού που είχε κήπο ήδη, και κάπως οι τριγύρω τον
εκμεταλλεύονταν ενώ ταυτόχρονα τον κατέθλιβαν με το ύψος τους. Ο ξένος κήπος
καθώς έφθινε και χανόταν μετονομάστηκε σε ‘ακάλυπτο’, ίσως να είχε από την αρχή αυτό το όνομα, δεν ξέρω ιστορία
πολεοδομικής ορολογίας. Θα ήταν ενδιαφέρον να την έγραφε κάποτε κάποιος
ειδικός, μαζί με όλη αυτή την αλλαγή που έχουμε ζήσει στον τρόπο που κατοικούμε
μέσα στην πόλη.
Αναρωτιέμαι πώς κατάφεραν οι άνθρωποι που είχαν τέτοιο
προνόμιο, κήπο στο σπίτι τους, να τον απαρνηθούν και να μετακομίσουν σε
διαμερίσματα. Βέβαια υπήρχαν προβλήματα πολύ πιο σοβαρά, έπρεπε ο κόσμος να
χωρέσει, κάποιοι χρειάζονταν χρήματα, διαμερίσματα, ορόφους, αλλά και πάλι.
Ομολογώ ότι θα ήθελα κάποτε να αναλύσει κάποιος τόσο πολυτελή τραύματα, τη
μετακόμιση από τις μονοκατοικίες στις πολυκατοικίες, αλλά πέρα από τα συνήθη
κλισέ. To πώς νιώθει μια γυναίκα που είχε συνηθίσει να πίνει καφέ στον
κήπο της, ας πούμε, να δέχεται επισκέψεις το απόγευμα και να μιλά για ποικιλίες
τριανταφυλλιών, όταν μετακομίζει σε διαμέρισμα με μπαλκόνι.
Έχει ησυχία, περπατώντας, καθώς προσπαθώ να μαντέψω σε ποιο
βάθος απ’ όλους κρύβεται κήπος, μου φαίνεται ότι κάνω κάτι σαν ψυχαναλυτική
καταβύθιση στο δικό μου παρελθόν. Αυτό που δεν θυμάμαι κι ας έχω τεκμήρια. Λες
κι είναι κρυμμένοι στον κήπο που ψάχνω οι γονείς μου και θα φανούν να με
καλέσουν μέσα, γελαστοί και νέοι, να μου τον δείξουν επιτέλους αυτό το μυστικό
κήπο που δεν μπορώ να θυμηθώ, να τον δω με όλα του τα χρώματα, τον ήλιο του και
τη σκιά του, τη ζέστη του και τη δροσιά του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου