Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2003

Δύσκολα βράδια


Τι μελαγχολική η Αθήνα την Κυριακή με το κρύο. Κλειστά τα μαγαζιά, ερημιά στο δρόμο. Στην Εθνική Βιβλιοθήκη μπροστά ένα κοριτσάκι τσιρίζει ταίζοντας τα περιστέρια, γυρίζουν οι λιγοστοί διαβάτες φρικαρισμένοι, κοιτάζονται ανήσυχοι, σα να άκουσαν κραυγή δαιμονική από τον άλλο κόσμο, φοβούνται τα μύρια όσα ακούγοντας μια παιδική φωνή. Σαν λάθος υπάρξεις νοιώθουν όσοι ξέμειναν στο δρόμο τέτοια μέρα, να μην είναι σε μια ζεστή γωνιά, να μη χαίρονται τη θαλπωρή, ή έστω το φασαριόζικο μπελά μιας οικογένειας. Πολύ ανέτοιμοι υλικά και ψυχολογικά  είμαστε στο κρύο, που είναι και καιρός για δύο. Δεν φτάνει η μοναξιά, έχουμε και τις παροιμίες. Παραδοσιακοί, κολλημένοι στις αναγνωρισμένες σχέσεις και ανοργάνωτοι για κάθε περίοδο ελλείψεων, είτε πετρελαίου για τον καυστήρα, είτε μιας φιλικής ψυχής για την αποψίλωση της Κυριακής. Να περνούσε κανένα λεωφορείο τουλάχιστον, να μπεις μέσα να πεις κάτι για το κρύο στο συνεπιβάτη. Εξαφανίζεται αυτό το είδος τις μέρες της σχόλης. Μόνο τα φαστφουντάδικα είναι ανοιχτά, φωτεινά και σφουγγαρισμένα όπως πάντα, εκκλησίες κοινωνικότητας. Και τα ίντερνετ καφέ, μεγάλη παρηγοριά. Προσηλωμένοι στις οθόνες οι νεαροί, με όπλα τα πλήκτρα και το ποντίκι, αγνοούν την έχθρα της νύχτας που έρχεται βιαστική και με λιγότερα ακόμα λεωφορεία, καφενεία και μαγαζιά. Παρόντες με αιτία στην παράλογη ερημία. Λένε ότι το ίντερνετ απομονώνει, αλλά δεν σκέφτονται τους απομονωμένους ή τους ντροπαλούς, αυτούς που δεν έχουν το χάρισμα να πιάνουν κουβέντες ή να φτιάχνουν φιλίες, αυτούς που δεν εκπαιδεύτηκαν καν για να μπορέσουν να το κάνουν. Επικοινωνούν τουλάχιστον με το πληκτρολόγιο και την οθόνη, στο ρυθμό των λέξεων που γράφονται. Διαπλέουν σώοι τη δύσκολη στιγμή. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...