Σάββατο 27 Φεβρουαρίου 2021

Street food

 Πήγα με τα πόδια ως το Λυκαβηττό, βρήκα την Καλλιόπη και κατεβήκαμε στο Ζάππειο. Από ένα συμπαθητικό καφενείο στο Φωκιανό πήραμε στο χέρι από μια τάρτα και ψάχναμε παγκάκι να καθίσουμε να φάμε. Είδα από μακριά ένα παγκάκι, τρεις νεαροί, όχι πολύ νεαροί, κάθονταν στο διπλανό και είχαν μπροστά στο άδειο παγκάκι το ποδήλατο τους. "Να καθίσουμε παρακαλώ;" είπα με τα κομμάτια της τάρτας στα χέρια κι ο ένας σηκώθηκε να πάρει το ποδήλατο. Τότε διαπίστωσα οτι το παγκάκι ήταν σπασμένο, είχε μόνο ένα ξύλο. Φτου να πάρει η ευχή! Αμέσως σηκώθηκαν οι τρεις και μας προσέφεραν τη θέση τους. Κάναμε ελάχιστα τις δύσκολες κι αμέσως στρωθήκαμε, πού να τρέχαμε με τις τάρτες να ισοροπούν στα χαρτονάκια;

Οι τρεις τύποι κάθησαν εκείνοι στο μοναδικό τραβέρσο του παγκακιού. Μας είπαν ότι ήταν Τούρκοι, όχι τουρίστες, φυγάδες από τον Ερντογάν. Δάσκαλοι το επάγγελμα, ζούσαν ήδη λίγους μήνες στην Αθήνα, είχαν πάρει άσυλο, έπαιρναν κάποιο επίδομα. Κουνούσαν λυπημένοι το κεφάλι. Έχει πολλούς Τούρκους στην Αθήνα, μας είπαν. Φυγάδες από τον Ερντογάν...

-Και οι οικογένειες σας; ρωτήσαμε και μας είπαν ότι οι οικογένειες τους δεν είχαν έρθει, δεν ήξεραν αν θα τα κατάφερναν. Μας λείπουν πολύ, δήλωσαν, κι όλο κουνούσαν το κεφάλι. Τους είπα τις λίγες τούρκικες λέξεις που θυμάμαι, κι ότι ο πατέρας μου ήταν από τα Σπάρτα. Κι εγώ είμαι απο εκεί, δήλωσε ο ένας. 

Η Καλλιόπη μας διηγήθηκε ότι τότε που είχε πάει στην Αγκυρα με ένα μπαλέτο όπου έκανε τα κοστούμια, και χόρευε η χορεύτρια γυμνόστηθη, δεν είχε καθόλου στήθος, ο δε τούρκος σκηνοθέτης φώναζε "μπερντέ! μπερντέ!" κι η Ελληνίδα "γιοκ μπερντέ!" Επεσα κάτω απο τα γέλια. "Τελικά τους είπα εγώ "Καραμπογιά, πινέλ, σκουπιζ, φαρας, και έβαψα μαύρο το στήθος!"

Οι καημένοι οι Τούρκοι τι έχουν πάθει...

Πέμπτη 25 Φεβρουαρίου 2021

Όνειρο της εποχής

 Ξύπνησα στις 5 το χάραμα από έναν εφιάλτη. Μέναμε λέει σε κάτι σπίτια σαν διαμερίσματα κάποιου ιδρύματος, κάτι δωμάτια στη σειρά, κι ήμουν με κάποιες άλλες, ήταν μικρές, ήταν κόρες μου, ή κάτι τέτοιο. Μας επισκέφτηκε ένα τύπος, μπήκε μέσα κι έλεγε κι έλεγε διάφορα κι ερχόταν από πίσω μας στα δωμάτια, και ένιωθα να μας πιέζει με τις βλακείες του, ένοιωθα να μας απειλεί με δήθεν χιούμορ, όπως όταν ήμουν νέα και πολύ συχνά η συνάφεια με τους αρσενικούς έβγαζε ένα τέτοιο αίσθημα που συνήθως δικαιωνόταν τα επόμενα λεπτά, είτε ήταν συμφοιτητές που μπορεί να το ρίχναν στο πιοτό και να λέγαν μια κουβέντα παραπάνω, είτε ήταν διάφοροι σε τρένα, λεωφορεία, στο δρόμο, οπουδήποτε, παντού. Ακόμα και στο καφενείο που καθόσουν με φίλες σου μπορεί να γύριζε ο άλλος από το παραπέρα τραπέζι και να τραβήξει ένα επιθετικό λογύδριο με χειρονομίες και απειλές και σάλια. Αυτό το αίσθημα της απειλής ξαφνικά με πλημμύρισε στο όνειρο και είπα πρέπει να φύγει αυτός από δω, πρέπει να τον διώξω. Έκανα λοιπόν κάτι που στην πραγματική ζωή, τότε, το απέφευγα από φόβο να μην προκαλέσω χειρότερα, κακώς, αλλά τέτοιος τύπος ήμουν κι είμαι ακόμα. Γύρισα και του είπα, στο όνειρο, «σήκω φύγε από δω, δεν σε θέλουμε». Σα να είχα πάρει κουράγιο, στο όνειρο τώρα, από τις διάφορες καταγγελίες σεξουαλικής βίας και παρενόχλησης, σα να αποφάσισα, στο όνειρο, να αλλάξω στάση κι εγώ, να πάψω να είμαι δειλή και να πασχίζω πάντα, πάντα, να τους καλοπιάνω για να αποφύγω τα χειρότερα, όπως έκανα, να γίνω πια κι εγώ θαρραλέα, όπως γίνονται τώρα τα κορίτσια.

«Σήκω φύγε, του φώναζα, σήκω φύγε από δω, και χαιρόμουν την αποφασιστικότητα μου, την επιμονή μου, το θάρρος μου. Σηκώθηκε και τον ανάγκασα να οπισθοχωρήσει ως την εξώπορτα και να βγει έξω και την έκλεισα πίσω του κι αισθανθήκαμε ανακούφιση, εγώ και τα κοριτσάκια, κι εκεί που ήμουν έτοιμη να φύγω προς τα μέσα, είχαμε και πράγματα να κάνουμε το σπίτι ήταν γεμάτο και μας περίμενε, πρόσεξα ότι η κλειδαρότρυπα, που ήταν μεγάλη -μεγάλη, σκοτείνιασε, κι όπως κοίταξα λίγο τον είδα να περιμένει εκεί έξω και να έχει φέρει άλλους δυο, τεράστιους χοντρούς φριχτούς τύπους, και να στέκονται απειλητικά εκεί έξω.  Και πια ήταν φανερές οι προθέσεις του και το πόσο κακός ήταν. Και τότε δεν μπορούσα να συνεχίσω να παριστάνω την άνετη, άρχισαν να με ζώνουν τα φίδια, και σκέφτηκα με τρόπο να κλειδώσω την πόρτα, να μην μπορέσουν να μπουν, αν τους ερχόταν η ιδέα. Και κλειδί δεν είχα. Πήγα στην άλλη πόρτα για να πάρω από κει, ούτε εκεί δεν υπήρχε κλειδί, σε καμία πόρτα δεν υπήρχε κλειδί και μ’ έπιασε μεγάλος φόβος όσο περνούσε η ώρα. Πάνω εκεί στην αγωνία ξύπνησα λαχανιασμένη, δυστυχής που δεν είχα προλάβει να κλειδώσω κι άφησα τα κοριτσάκια μόνα τους εκεί ξεκλείδωτα…

Εννοείται ότι ήμουν τόσο νευρική που δεν μπορούσα να ξανακοιμηθώ, νευρική και θυμωμένη με τον εαυτό μου, τι άλλο; βέβαια, εγώ έφταιγα, ποιος άλλος; Σηκώθηκα και πήγα στην κουζίνα, έπλυνα τα κατσαρολικά στο νεροχύτη, καθάρισα καλά- καλά το μάρμαρο, θυμήθηκα ότι ο Ντίνος είχε παραπονεθεί που τα μπιφτέκια ήταν ξεροσφύρι κι έβγαλα έξω τα μισομαραμένα αγγούρια και ένα γιαούρτι 5% λιπαρά να φτιάξω τζατζίκι, άρα ήθελα και σκόρδο, και μετά σκέφτηκα το καρότο, και μετά σκέφτηκα το χειροκίνητο κόφτη καρότου και μ ’αυτόν ψιλόκοψα καρότο και αγγούρι. Ευτυχώς δεν ήταν πολύ μαραμένο, έγινε ένα ωραίο τζατζίκι. Ορίστε τι σου κάνω σεξιστικέ φόβε, σε υποτάσσω με μια ωραία εργασία όχι σεξιστική, διότι αυτά τα πράγματα στο σπίτι μας τα έκανε ο μπαμπάς μου. Αυτός σηκωνόταν στις 5 το πρωί και μαγείρευε, έπλενε τα πιάτα, ετοίμαζε καφέδες για τους υπόλοιπους. Τον άκουγα που περνούσε από το δωμάτιο μου στο διάδρομο για την κουζίνα, άκουγα μετά κάπως μακρινά αλλά οικεία, και τα πιατικά να χτυπάνε.

Όμως εγώ δεν έμεινα ξύπνια ως το πρωί. Κατά τις 7 ένιωσα εξαντλημένη και πήγα να συμπληρώσω τον ύπνο, και ξανακοιμήθηκα ως τις 10 και είδα κι άλλο όνειρο με μια γνωστή από τη χορωδία, που κι εκεί κάτι είχα κάνει πάλι λάθος, πάλι ξύπνησα με αίσθημα αποτυχίας, αλλά όχι τόσο φοβερό, κι ο ήλιος είχε βγει κι όλα ήταν καλύτερα, καλύτερα…

Τρίτη 23 Φεβρουαρίου 2021

Βολτα στη Σταδίου

 Δεν ξέρω αν θα μας μείνει η συνήθεια των μεγάλων περιπάτων στην πόλη όταν τελειώσει με το καλό αυτή η παράξενη φάση που περνάμε. Μακάρι να μείνει. Ανακαλύπτουν νομίζω την πόλη πολλοί που αναγκαστικά μένουν εδώ, βλέπουμε κι εμείς ανθρώπους στα πάρκα και τις πλατείες, βλέπουμε παιδάκια, που νομίζαμε ότι έχουν σταματήσει να γεννιούνται. Υπάρχουν παιδιά!

Προσωπικά έχω αποκτήσει αντοχή μαραθωνοδρόμου, στο περπάτημα όμως, κάνω διαδρομές που άλλοτε τις έκανα μόνο με τα μέσα μαζικής συγκοινωνίας, στα οποία έχω να μπω ένα χρόνο. Μέχρι και στη Σταδίου χαμηλά παρασύρθηκα να περάσω, που την αποφεύγω την τελευταία εικοσαετία όπως ο διάβολος το λιβάνι. Αλλά και πόσο να την αποφύγει κανείς; Είναι το κέντρο της πόλης μας, πόσο να αποστρέψεις το βλέμμα;

Με τη φόρα που έχω πάρει λοιπόν πέρασα από τα Χαυτεία κανονικά μια μέρα ήσυχη και ηλιόλουστη, θαύμασα άλλη μια φορά το σάβανο του Μινιόν, διέσχισα εκείνο το απωθητικό κομμάτι με την περίεργη κυκλοφορία αυτοκινήτων, μεταξύ Πανεπιστημίου και Σταδίου, κάτω από τον λεπρό τοίχο του νεοκλασικού μεγάρου, κι ύστερα πέρασα στο πεζοδρόμιο απέναντι, αυτό που βούλιαξε πριν -πόσα χρόνια;- και τώρα το έχουν περιφράξει στενεύοντας το άλλο πεζοδρόμιο. Καλά εμείς από στενά πεζοδρόμια δε μασάμε, μάλλον άμα βρεθούμε σε φαρδύ χάνουμε τα νερά μας. Εκεί ήταν ο Κατράντζος σπορ στα παιδικά μου χρόνια, άλλο θύμα της διαρκούς αθηναϊκής επανάστασης εναντίον των καπιταλιστικών αδυναμιών μας.

Εκεί έχω πια παρασυρθεί κι ονειρεύομαι ένα υποψήφιο δήμαρχο που θα δηλώσει ευθαρσώς προεκλογικά ότι δεσμεύεται να μην κάνει μεγάλα έργα και εντυπωσιακά, αλλά να καταπιαστεί με τις μικρές -όχι και τόσο μικρές βέβαια- πληγές της πόλης που χρονίζουν και γαγγραινιάζουν. Να πει ότι θα βάλει τα δυνατά του, θα ασχοληθεί, θα κάνει ό,τι μπορεί για να επισκευάσει το Αττικόν, να βρει λύση για το Μινιόν, να διορθώσει το πεζοδρόμιο Σταδίου- Αιόλου, να βρει μια λύση για τα ερειπωμένα νεοκλασικά. Αυτά και τίποτ’ άλλο, ούτε περιπάτους, ούτε παρεμβάσεις, ούτε μεγάλα έργα ούτε μικρά, ούτε διακόσμηση χριστουγεννιάτικη. Μόνο αυτές τις επουλώσεις να υποσχεθεί και να πραγματοποιήσει την υπόσχεσή του.

Φυσικά όλοι οι υποψήφιοι δήμαρχοι ξέρουν ότι αυτό που μετράει για τις ψήφους είναι οι χριστουγεννιάτικες διακοσμήσεις και τα έργα βιτρίνας. Οπότε πρέπει μόνη μου να βρω πώς θα συμβιβαστώ με αυτές τις πληγές της πόλης.

Παρασκευή 19 Φεβρουαρίου 2021

Μεταξύ Βαλεντίνου και Μηδείας

Αν είναι να διαλέξω ανάμεσα στις δυο ερωτικές στάσεις που προτάθηκαν αντάμα ολόκληρη την ψυχρή περασμένη Κυριακή μέσα στην παράξενη συνθήκη που ζούμε, προτιμώ τον γλυκανάλατο Βαλεντίνο από την παθιασμένη ερωτευμένη και παιδοκτόνο Μήδεια, κι ας ήταν αυτή που ενέπνευσε τους μεγαλύτερους τραγωδούς ενώ ο Βαλεντίνος περιορίζεται σε ανθοπώλες και σοκολατοποιούς. Εκτίμησα ιδιαίτερα το γεγονός πως επιτράπηκε να είναι ανοιχτά τα ανθοπωλεία την ημέρα του Αγίου. Και μόνο για την ιδέα, που ίσως έδωσε σε κάποιον ή κάποια την ώθηση να κάνουν την παραγγελία τους, να στείλουν ή να προσφέρουν λουλούδια. Όπως καλλιεργούνται τα άνθη υπάρχει ελπίδα να καλλιεργηθούν και οι καλές συνήθειες προσέγγισης του ερωτικού αντικειμένου, ή /και συντήρησης μιας παλιάς σχέσης με ευγενικές χειρονομίες. Ειδικά αυτή την εποχή που αποκαλύπτονται σωρηδόν περιστατικά σεξουαλικών επιθέσεων και ακούμε ως υπεράσπιση τους διάφορες απαράδεκτες απόψεις περί αρσενικών και του πώς πρέπει να φέρονται, μπερδεύοντας στο ήδη ταλαιπωρημένο από την κλεισούρα μυαλό μας βασικές έννοιες.

Πώς έχει γίνει και κυκλοφόρησε τόσο πολύ στα καθ’ ημάς το στερεότυπο του σκληρού άντρα, είναι μεγάλη μελέτη που χρειάζεται πολλές σελίδες, αλλά μπορεί κανείς να καταθέσει κάποιες απορίες. Εγώ ας πούμε που ανήκω στις ομάδες οι οποίες δεν εμβολιάζονται ακόμα με το Astra zeneka αλλά πρέπει να περιμένουν το Pfizer, έχω την εντύπωση ότι πρόλαβα να γνωρίσω ένα εξευγενισμένο αντρικό πρότυπο, καλοξυρισμένο και κοστουμαρισμένο, με δωράκια στα χέρια και χαμόγελο στα χείλη, με την τέχνη του κομπλιμέντου επεξεργασμένη σε υψηλό επίπεδο, με ιδέες για ευχάριστες εξόδους, αλλά θα πρέπει να ήταν στη γενιά του πατέρα μου. Τι έφταιξε κι εξαφανίστηκε μετά αυτό το είδος; Το πήρε η μπάλα της σεξουαλικής επανάστασης, των χίπιδων, η απλοποίηση της μόδας και της ζωής; Κι αν το πήρε η μπάλα αυτή, το πήρε από παντού, ή μόνο από εμάς εδώ, τους θαυμαστές της παλλικαριάς και της αμεσότητας που είχαμε καταπιεστεί υποτίθεται από την ελάχιστη, τη χλωμή εμφάνιση εκείνης της ευγενικής ελαφράδας, τους απογόνους των κλεφταρματωλών και ανταρτών, που φαντασίωναν επιστροφή στα βουνά και τη φύση; Και γιατί η φύση να είναι αξύριστη και βλοσυρή με φυσεκλίκια σταυρωτά κι όχι απαλή και γυμνή, ροδοκόκκινη στην καλοκαιρινή αμμουδιά;

Πολλά ερωτηματικά να απαντηθούν στις ημέρες της ακινησίας προ του Pfizer.


Τρίτη 9 Φεβρουαρίου 2021

Eνσταντανέ

Χιόνια μου δείχνουν στους λονδρέζικους δρόμους τα ενσταντανέ των παιδιών μου. Ενσταντανέ, λέξη του περασμένου αιώνα, τότε που κλέβαμε τους Γάλλους ακόμα. Ωραία εποχή για λάτρεις των λατινικών και άλλων αρχαιοτήτων. Οι Άγγλοι είναι απελπιστικά μοντέρνοι άμα τη εμφανίσει τους.

Χιόνια, τη μέρα που εδώ καλοκαίριαζε λίγο περισσότερο από την προηγούμενη μέρα. Ακόμα μέσα μου έχω τα φανταστικά φτερά των αεροπορικών εταιριών, κι ας ακύρωσα δυο ταξίδια. Δεν προσγειώθηκα, ενώ τα πουλιά μας εκδικούνται με γρίπες πτηνών για την αλαζονεία μας, να νομίζουμε ότι πετάμε. Να νομίζουμε ότι δεν τρέχει τίποτε που έφυγαν τα παιδιά μας από τη γειτονιά, από την πόλη, από τη χώρα, να νομίζουμε ότι θα είμαστε εκεί σε τακτά διαστήματα να βοηθάμε σε καμιά μετακόμιση, καμιά φροντίδα σκύλου, καμιά προμήθεια σούπερ μάρκετ. Διακριτικά, γλυκά, χωρίς φωνές, μακριά από το κλισέ της ελληνίδας μάνας. Το οποίο, ειρήσθω εν παρρόδω, μας καπέλωσε χωρίς ουδέποτε να το χρησιμοποιήσουμε. Μαγικές ιδιότητες των κλισέ. Δεν πα να πορεύεσαι χρόνια κοπιαστικά ενάντια τους, με στόχο να τα κατεδαφίσεις; Αυτά σε έχουν στο μεταξύ χτίσει ολόγυρα, χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ…

Μαζί με τα πουλιά, έρχονται κι άλλοι να ζητήσουν εκδίκηση για την αυξημένη κινητικότητα. Οι Άγγλοι με το Μπρέξιτ τους πρωτίστως. Επινοούν τώρα διευκολύνσεις για να πείσουν τους νέους Ευρωπαίους να γυρίσουν στις πατρίδες τους, προσφέρουν το εισιτήριο και δυο χιλιάδες ευρώ για τα πρώτα έξοδα. Θα μπει στον πειρασμό κανένας Πολωνός υδραυλικός άραγε;

Εναλλακτικά, άλλοι ξένοι στην Αγγλία μαθαίνουν την Ιστορία του τόπου. Τα βράδια μαγειρεύουν εναλλάξ, ο Ιταλός, η Ουγγαρέζα, ο Έλληνας, ο Ινδός, η Ιταλίδα, η Ισπανίδα. Έχουν γίνει οικογένεια πια, κλεισμένοι στο σπίτι τόσους μήνες, περιποιούνται το μικρό τους κήπο, μοιράζονται πρώτες ύλες και συνταγές, κρατάει ο ένας το βιβλίο του άλλου μαθαίνουν τις ερωτήσεις Ιστορίας που χρειάζεται η πολιτογράφηση, να γίνουν Βρετανοί υπήκοοι.  Στο μεταξύ στην Αθήνα κρατώ κι εγώ τα βιβλία να μάθουν Ιστορία νέες και νέοι από Αλβανία, Ουκρανία, Ρωσία, Ρουμανία, που ζητούν εδώ πολιτογράφηση. Να γίνουν Έλληνες υπήκοοι. Ο καθένας με την εθνική Ιστορία του άλλου, ενώ η Ιστορία γίνεται συλλογική. Οι εθνικές ιστορίες ως παρελθόν που είναι, εκδικούνται κι αυτές για τα φτερά μας, με την ξεπερασμένη τοπική τους προσήλωση.

Όμως πού θα πάει; Θα περάσει η εκδικητική περίοδος. Θα ξαναπετάξουμε.

 

Ακόμα οι ετερόχθονες

 Ακόμα οι ετερόχθονες

Θυμάμαι ακόμα την εντύπωση που μου έκανε το κείμενο της Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου μια μέρα που περίμενα να δω καθηγητές στο σχολείο των παιδιών μου, χαζεύοντας κάδρα. Τόσο φιλελεύθερο, προχωρημένο στην υπεράσπιση των δικαιωμάτων κείμενο, ντροπή μου βέβαια έπειτα από σπουδές στη Νομική, για την οποία είχα εξεταστεί και στην Ιστορία, να εκπλήσσομαι σαν να το έβλεπα πρώτη φορά, αλλά μπορεί και να το έβλεπα πρώτη φορά. Μέσα στη χούντα είχα τελειώσει το σχολείο, σχεδόν και το Πανεπιστήμιο, θα απέφευγαν να αναλύουν διακηρύξεις ελευθερίας, δικαιωμάτων και ελευθεροτυπίας. Ενώ μαθαίναμε υποχρεωτικά ένα σωρό χρονολογίες μαχών και αριθμούς νεκρών εκατέρωθεν, με τόση επιμονή που δεν περίσσευε χώρος και χρόνος να αποκτήσουν τα γεγονότα τη βαθύτερη σημασία τους.

Δημοσιεύονται και αναλύονται φέτος ξανά εκείνα τα κείμενα. Πραγματικά σπουδαία για την εποχή τους, σε μια κοινωνία τόσο διαφορετική από το όραμά τους. Μπορεί να μην εφαρμόστηκαν τότε, αλλά και τώρα ακόμα δεν έχουν ξεπεραστεί, σαν ιδέες. Η ισότητα και τα δικαιώματα για όλους τους ανθρώπους είναι τώρα πια νόμοι στα περισσότερα κράτη του κόσμου, και τίποτε καλύτερο δεν έχει σκεφτεί κανείς. Στην πράξη μπορεί να απέχει ακόμα πολύ η ανθρωπότητα, αλλά τουλάχιστον η ιδέα έχει επικρατήσει.

Αν πάρουμε ένα-ένα τα δικαιώματα, είναι σήμερα για όλους κατοχυρωμένα. Για όλους; Οχι. Υπάρχει μια κατηγορία ανθρώπων που ακόμα δεν έχουν φτάσει στο επίπεδο των πολιτών, και είναι οι μετανάστες. Σαν να ξαναζεί στο σήμερα εκείνη η παλιά διαίρεση αυτοχθόνων και ετεροχθόνων, οι νόμοι μας οι τόσο επεξεργασμένοι, τόσο προχωρημένοι, με την τόσο λεπτομερή υπεράσπιση των δικαιωμάτων, δεν καλύπτουν ακόμα τους ανθρώπους που ζουν εδώ χρόνια, ας μιλήσουμε μόνο γι’ αυτούς. Παιδιά που πάνε στο ελληνικό σχολείο και δεν έχουν ιθαγένεια. Εργαζόμενους κι εργαζόμενες εγκατεστημένους με την οικογένειά τους που πληρώνουν ξανά και ξανά αιτήσεις υπηκοότητας, οι οποίες συχνά απορρίπτονται για λόγους που δεν καταλαβαίνουν.

Καλές είναι οι γιορτές και οι δημοσιεύσεις, αλλά μήπως πρέπει να κάνει κάτι η Πολιτεία κάτι πιο επαναστατικό για να τιμήσει τη μεγάλη Επανάσταση; Ενα βήμα τολμηρό σαν εκείνα τα δικά της, να καταργήσει ας πούμε τουλάχιστον εκείνο το απαράδεκτο jus sanguinis για την ιθαγένεια των παιδιών που γεννιούνται εδώ ή έρχονται σε παιδική ηλικία και μεγαλώνουν στην Ελλάδα; Δεν θα ήταν άξιο κάτι τέτοιο εκείνων των υπέροχων οραματιστών που σχεδίασαν τον σημερινό κόσμο των δικαιωμάτων μας;

Θαυμαστοί καινούργιοι άνθρωποι

Αργά και βασανιστικά αλλάζει ο κόσμος. Όταν ήμασταν εμείς στην εφηβεία ανέμιζαν στα δυτικά σύνορα οι σημαίες της σεξουαλικής επανάστασης. Και ποια δυτικά σύνορα δηλαδή, δεν υπήρχαν καν τέτοια σύνορα, αλλά έρχονταν τα μηνύματα, τα τραγούδια, οι ιδέες, οι τουρίστες, τα καλοκαίρια. Ωραία χρόνια με τα ρίσκα και τους κινδύνους τους, με τις βαριές κι ασήκωτες επαναστατικές αξίες. Το να χαρακτηριστείς στερημένη από σεξ, έγινε η χειρότερη βρισιά, ταυτόχρονα ίσχυε και η άλλη, η χορτάτη από σεξ. Περίπλοκο είδος οι άνθρωποι, περίπλοκες και οι εποχές.

Είχαμε όμως αγωγή που μας χαλύβδωνε στην πεποίθηση ότι αν κάτι συμβεί στραβό στην ερωτική ζωή, αν αναγκαστούμε να υποκύψουμε σε πιέσεις, αν υποχωρήσουμε, αν υποστούμε επίθεση, θα ήταν αποκλειστικά δικό μας λάθος. Έπρεπε να είμαστε έξυπνες και χειριστικές, να απωθούμε αυτόν που επέμενε, να αποθαρρύνουμε, να αποφεύγουμε, να νικάμε με όπλα την πονηριά και ίσως έξυπνες γονατιές, αυτόν που απειλούσε. Αλλιώς κακό του κεφαλιού μας. Να έχουμε καρφίτσες στο λεωφορείο, για να τις χώσουμε στην παλάμη κάποιου που θα χούφτωνε, να μην περνάμε από σκοτεινούς δρόμους, να μην απαντάμε σε ερωτήσεις του τύπου «τι ώρα είναι;» ή «πού βρίσκεται η τάδε πλατεία», να, να, να. Κυρίως να μην προκαλούμε αυτούς που δεν μας άρεσαν. Αν γινόταν να γινόμασταν αόρατες μπροστά στα μη ελκυστικά αρσενικά. Κι αν κάποιος μας άρεσε, κι εν συνεχεία έβγαζε τον βίαιο εαυτό του; Ε, τότε πάλι ήμασταν άξιες της μοίρας μας. Γιατί δεν διείδαμε το βίαιο χαρακτήρα την ώρα του φλερτ; Δύσκολο να περιγράψουμε ακόμα και στις φίλες μας τέτοιου είδους ατυχήματα, και βέβαια με τίποτε στους γονείς μας. Γιατί οι γονείς της δικής μου γενιάς διαφωνούσαν τελείως με την σεξουαλική επανάσταση, ήταν έξαλλοι, δυστυχείς, απελπισμένοι, οπότε δεν υπήρχε περίπτωση συμπαράστασης. Δικό μας το στρατόπεδο, δικά μας και τα όπλα. Ας προσέχαμε.

Παρακολουθώ με θαυμασμό τις νέες γυναίκες που βρίσκουν τρόπο και μιλούν για τους βιασμούς κάθε μορφής, που επιτέλους καταγγέλουν κάθε αναγκαστική υποταγή σε ερωτικές επιθυμίες που δεν συμμερίζονταν, που δεν φοβούνται να μην τις πουν χαζές κι ανίκανες, στερημένες από σεξ ή υπερπλήρεις, που δεν φοβούνται τον καταιγισμό των κακόπιστων σχολίων που ακολουθούν τις αποκαλύψεις τους. Περνούν δύσκολες, άχαρες στιγμές, αλλά ανοίγουν δρόμους. Ας νιώθει πιο περήφανη η Σοφία Μπεκατώρου από την ώρα που τη στεφάνωνε δάφνη ως ολυμπιονίκη και ανέκρουαν τον εθνικό ύμνο.

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...