Παρασκευή 29 Ιουνίου 2018

Θλάση στο στέρνο και διάβασμα


Xτες το μεσημέρι γυρίζοντας στο σπίτι πέτυχα ένα τρόλεϊ με φρένα χάλια. Δυο τρεις φορές φρέναρε απότομα, και στρίβοντας στο Μουσείο, για να αποφύγει ένα μηχανάκι που πήγαινε ανάποδα φρέναρε τόσο απότομα που έπεσαν οι επιβάτες ο ένας πάνω στον άλλον, εγώ όμως έπεσα πάνω στο μηχάνημα ακύρωσης εισιτηρίων. Φώναζα να μου ανοίξει ο οδηγός να κατέβω, μου είχε κοπεί η ανάσα, τίποτε εκείνος. Κατέβηκα στη Μαυροματαίων και κάθησα σ' ένα πεζούλι να μπορέσω να λειτουργήσω ξανά τους πνεύμονες. Ωραίο σημείο γι αυτή τη δουλειά. Πέρασαν μερικά τρόλεϊ ακόμα, πήρα ένα, πήγα σπίτι, έμεινα ξάπλα όλη την υπόλοιπη μέρα, αντί να πάω στη συναυλία που είχα κανονίσει.
Διάβασα το βιβλίο της Τατιάνας Αβέρωφ για τον πατέρα της, το πρώτο μέρος της ζωής του Ευάγγελου Αβέρωφ -Τοσίτσα, μέχρι που παντρεύτηκε, και ταυτόχρονα τη σχέση της κόρης του μαζί του. Και τα δυο ενδιαφέροντα για μένα, η ζωή του πατέρα στην Ελλάδα του 1910- 1947 και η προσπάθεια της κόρης να κουμαντάρει το βάρος του.

Όπως λέει και η ίδια, είναι οι πρώτες πέντε ζωές, ακριβώς αυτές που αγνοούμε εμείς που τον γνωρίσαμε σαν πολιτικό μετά τη μεταπολίτευση. Ζωές που εμπλέκονται βέβαια με τα ιστορικά γεγονότα της εποχής.
Του είχα πάρει συνέντευξη κάποτε, ήταν ιδέα του Σοφιανού Χρυσοστομίδη στην Αυγή, ίσως για να με βοηθήσει να απαλλαγώ από τις προκαταλήψεις μου. Αλλά δεν κατάφερα να θυμηθώ λεπτομέρειες.

Τετάρτη 27 Ιουνίου 2018

Βόλτα στου Ζωγράφου



Στο βάθος του τοίχου η βίλα 
 Στο χάρτη είδα ότι το Δημοτικό θέατρο Ζωγράφου είναι στην περίφημη βίλα, κι έτσι αποφάσισα να πάω. Χρόνια πριν, τυχαία την είχα δει περνώντας με αυτοκίνητο, κι έκτοτε ήθελα να ανακαλύψω τι ήταν αυτό το κτίριο που με είχε θαμπώσει ανάμεσα στις πολυκατοικίες του Ζωγράφου. Κάποτε που είχα μείνει στου Ζωγράφου για λίγους μήνες,  δεν την είχα δει. ΄Εβλεπα μόνο στενά και στριμωγμένες πολυκατοικίες, πιο καινούργιες βέβαια από τις δικές μας, της Κυψέλης, αλλά τίποτε περισσότερο.
Λίγο πιο κάτω από το θέατρο και τη βίλα, κάποιο άλλο ωραίο
κτίριο έχει γίνει μάλλον παιδικός σταθμός
Ξεκίνησα λοιπόν με τον χάρτη της Google, και τη διαδρομή που μου υπέδειξε, να πάρω το 608 που παίρνουν και οι φοιτητές για την Πανεπιστημιούπολη. Η διεύθυνση της εκδήλωσης, Ανακρέοντος 60, με έβγαλε σε ένα στενό όπου βρισκόταν ένα υπόγειο "Πολιτιστικό κέντρο του Δήμου", αφού είχα ανέβει μια σκληρή ανηφόρα. Θα πάτε προς τα πάνω και ύστερα θα κατεβείτε, μου είπε μια γυναίκα που συνάντησα, η οποία γνώριζε μια δημοτική σύμβουλο και την πήρε τηλέφωνο. Τυχερή ήμουν.
Πίσω από τοίχο ψηλό και μουτζουρωμένο, ενισχυμένο με λαμαρίνα
η βίλα Ζωγράφου
Βρήκα το θέατρο, σουρούπωνε πια, και βίλα δεν έβλεπα πουθενά. Πήγα κύκλο -κύκλο ως τη μάντρα, τελικά το διέκρινα από τη δεξιά πλευρά των καθισμάτων, ένα κτίριο με προβολείς που φώτιζαν εμάς, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να το δούμε. Άφησα τη θέση μου και βγήκα να εξερευνήσω. Πώς μπορούσες να πλησιάσεις, να δεις την περίφημη βίλα από κοντά;
Δεν μπορούσες. Κατέβηκα ένα δρομάκι και βρέθηκα μπροστά σε μια άλλη βίλα, στην αρχή νόμιζα ότι ήταν η ίδια, αλλά τελικά, αφού ανέβηκα και κατέβηκα αρκετά, κατάλαβα ότι είναι άλλη, μικρότερη, που μάλλον έχει γίνει παιδικός σταθμός. Η μεγάλη ήταν κλειστή ολούθε, με τους προβολείς να τυφλώνουν τον υποψήφιο θεατή.
Γύρισα στο θέατρο κι άκουσα τη φίλη μου Γεωργία Βεληβασάκη να τραγουδά ελληνικά και ισπανικά τραγούδια με κρητική λύρα και κιθάρα. Ωραία ήταν.
Κάποια άλλη βίλα στου Ζωγράφου
Επιστρέφοντας στο σπίτι κάθησα κι έψαξα στο Internet να καταλάβω αν θα μπορέσω να δω αυτό το κτίριο που είχα κάποτε αντικρίσει σαν όνειρο. Ένα σωρό φωτογραφίες στις μηχανές αναζήτησης. Η βίλα, διάβασα στην Βικιπαίδεια, ήταν του κτηματία της περιοχής, ο οποίος είχε διατελέσει βουλευτής του Δηλιγιάννη. Είχε αγοράσει ένα τεράστιο κτήμα από την προηγούμενη ιδιοκτήτρια, κι είχε οικοπεδοποιήσει το μεγαλύτερο μέρος του, κρατώντας μόνο για τον εαυτό του το κομμάτι για το αρχοντικό του.
Το γνωστό σενάριο, το πώς δημιουργήθηκε η Αθήνα πέρα από το τρίγωνο που είχαν σχεδιάσει ο Κλεάνθης και ο Σάουμπερτ τότε που νόμιζαν ότι θα φτιαχνόταν για πρωτεύουσα του νέου κράτους μια κανονική πόλη. Κτηματίες που πριν φτιαχτεί σχέδιο, μόνοι τους χαράκωναν το χάρτη και πουλούσαν οικόπεδα, ύστερα έχοντας τις ψήφους των νέων ιδιοκτητών ως πολιτική δύναμη, περνούσαν το σχέδιο να εγκριθεί. Αν ήσουν και ο ίδιος πολιτικός θα απλουστευόταν η διαδικασία.
Για κάμποσα χρόνια, ίσως μετά από τότε που την είχα δει μπροστά μου ξαφνικά, η βίλα Ζωγράφου είχε καταληφθεί, βρίσκω και επ' αυτού πολλά ντοκουμέντα και κείμενα. Ως τον Μάρτιο του 2017, που την ανακατέλαβε ο Δήμος. Πετυχαίνω τηλεοπτικό ρεπορτάζ, είχαν γίνει και επεισόδια όταν μπήκαν τα ΜΑΤ στην κατάληψη, δείχνουν μέσα τα πανώ και ένα γυμναστήριο.
Αν αυτοί οι προνομιούχοι του 19ου αιώνα, ειδικά οι πολιτικοί, είχαν κρατήσει τα προσχήματα πουλώντας τα οικόπεδά τους και θησαυρίζοντας, αν είχαν σχεδιάσει μερικές πλατείες, δρόμους λίγο πιο φαρδείς, κοινόχρηστους χώρους, πόσο αλλιώτικη θα ήταν η ζωή μας στην Αθήνα! Για τον εαυτό τους και τη δική τους ζωή θεώρησαν δίκαιο να κρατήσουν χώρο και πράσινο και ομορφιά, για την πελατεία τα βασικά, κι ούτε καν. Κι ο κόσμος βέβαια αγόραζε οικόπεδα σαν ζεστά ψωμάκια. Κι έτσι αυτή η εξοχή, που μαντεύεις ακόμα τα ρέματα και τους λόφους, από το λαχάνιασμά σου, δίπλα στα δάση του Υμηττού, δεν έχει μια γωνιά της προκοπής, πέρα από τη βίλα του μεγαλοκτηματία.
Κι οι καταλήψεις βέβαια, δεν το συζητώ, πάντα στα ωραιότερα μέρη.

Το μεγάλο άλμα προς τα πάνω


Είχα πρωτοδεί Κινέζους τουρίστες πριν αρκετά χρόνια στη Στοκχόλμη. Τουρίστρια κι εγώ στον κήπο του Δημαρχιακού Μεγάρου χάζευα το ενθουσιώδες γκρουπ τους που άφηνε την ευτυχία του να ξεχειλίζει και χορτασμό δεν είχε. Τόση χαρά, σα να βλέπεις παιδιά στην πρώτη εκδρομή τους, άφηνες το κτίριο και κοίταζες αυτούς. Είχαν βαλθεί να βγάλουν μια φωτογραφία όπου να είναι όλοι μαζί στον αέρα, και δώστου πήδαγαν ψηλά προσπαθώντας να συγχρονιστούν κι έσκαγαν στα γέλια καθώς προσγειώνονταν, ξανάρχιζαν αμέσως. Κολλούσα γέλιο κι εγώ. Πέρασε ώρα που γελούσαν, κι όταν αποφάσισα να πάω παρακάτω συνέχιζαν εκείνοι να γελούν στην προσπάθεια να κάνουν το μεγάλο τους άλμα προς τα πάνω, έχοντας ίσως ξεχάσει το άλλο εκείνο «μεγάλο άλμα προς τα μπρος» του συντρόφου Μάο που είχε κοστίσει κάποια εκατομμύρια ζωές την εποχή των γονιών τους.
Από τότε κι όπου ταξιδεύω χαζεύω τους Κινέζους τουρίστες, που αφενός πληθαίνουν, κι αφετέρου συνηθίζουν τα ταξίδια, γίνονται σιγά- σιγά μπλαζέ όπως όλος ο κόσμος, συγκρατούν πια τη χαρά τους,  ξεπερνούν το στάδιο του νεοφώτιστου. Σε λίγο, σκέφτομαι, δεν θα μπορώ τόσο εύκολα να τους ξεχωρίζω από τους Γιαπωνέζους.  Αρχίζουν πια και τα πρόσωπα τους ν’ αλλάζουν, τσιτώνεται το δέρμα, σηκώνονται οι πλάτες, χάνονται σιγά- σιγά τα σημάδια του μόχθου, από αυτούς που μπορούν να ταξιδεύουν βέβαια. Ακόμα  είναι πιο απλά τα ρούχα από των Γιαπωνέζων, ακόμα πιο αθώο, πιο έκπληκτο το πρόσωπο, ακόμα υπάρχει αμηχανία στις κινήσεις, αλλά είναι υπό εξαφάνιση. Τους βλέπεις πια να μπαινοβγαίνουν με άνεση στα μαγαζιά της Βουκουρεστίου, μόνο στις πιο γνωστές κι ακριβές φίρμες, καταλαβαίνεις ότι οφείλουν να κατακτήσουν το ανάλογο ύφος καθώς αγοράζουν πανάκριβα αντικείμενα.
Χτες το πρωί ένιωσα ένα είδος θαυμασμού για την άνεση με την οποία μια σχετικά νεαρή Κινέζα χτύπησε το κουδούνι ενός θωρακισμένου κοσμηματοπωλείου και για τη χάρη με την οποία έσπρωξε την πόρτα και χαμογέλασε στον πωλητή. Μπορεί να μη θυμάται καθόλου την ομοιομορφία που μάστιζε τη χώρα της πριν μερικές δεκαετίες. Τα ματάκια της έλαμπαν καθώς δρασκέλιζε το κατώφλι. Κάπως ενοχλήθηκα, ύστερα γέλασα με τον εαυτό μου. Λες και δεν πρέπει, αφού πλούτισαν από την προτίμηση μας στα φτηνά προϊόντα, να προτιμούν τα ακριβά όταν μπορούν! Πλάκα έχουμε!
Τουλάχιστον ακόμα μπορώ να τους ξεχωρίζω από τους Γιαπωνέζους.
 http://www.efsyn.gr/arthro/megalo-alma-pros-ta-pano


Τετάρτη 20 Ιουνίου 2018

Μορφές πατριωτισμού


Συγχαρητήρια στους καλλιτέχνες!

Για δυο μέρες είχαμε αγωνία με τις παραστάσεις στο Ηρώδειο, θα γίνουν, δεν θα γίνουν; Έβρεχε το μεσημέρι, σταματούσε το απόγευμα, γινόταν η παράσταση το βράδυ. Κυριακή που πήγα εγώ στην Περουζέ, το πάνω διάζωμα ήταν άδειο, με τα μαξιλάρια πακεταρισμένα σε πλαστικό. Είχαμε μαζί ομπρέλα, αδιάβροχο, μπουφάν, συν το καρεκλάκι για τη μέση, αλλά μόνο το τελευταίο χρειάστηκε. Μαζεμένοι όλοι στο αρχαίο θέατρο μάλλον ζεσταθήκαμε, κι ο μαέστρος Βύρων Φιδετζής ήταν μούσκεμα στον ιδρώτα όταν βγήκε να υποκλιθεί στο τέλος. Στο πρόγραμμα διάβασα ότι η παρτιτούρα της όπερας του Θεόφραστου Σακελλαρίδη ήταν κατεστραμμένη, ότι τυχαία κατάφερε να τη βρει, ότι του πήρε δυο χρόνια η προσπάθεια να την αποκαταστήσει. Είναι εντυπωσιακό που το έργο ενός τόσο δημοφιλούς συνθέτη δεν διασώθηκε σε κάποια βιβλιοθήκη, σε κάποιον εκδότη. Δεν ήταν δα και το Μεσαίωνα, αρχές του 20ου αιώνα, κι όμως αγνοούνται πολλά έργα του.
Το χειμώνα είχα παρακολουθήσει στο Μέγαρο Μουσικής μια άλλη συναυλία της Φιλαρμόνια, της ορχήστρας που διευθύνει ο Βύρων Φιδετζής, με έργα από χαμένα χειρόγραφα του Σκαλκώτα που βρέθηκαν σε κάποια βιβλιοθήκη. Και πέρσι είχα πάρει κι εγώ μέρος, ως απλή χορωδός, στην πρώτη εκτέλεση ενός ρομαντικού έργου, του Ρέκβιεμ του Δημήτρη Λιάλιου, γραμμένου στα τέλη του 19ου αιώνα. Δεν τον γνώρισα καλύτερα τον μαέστρο, αλλά τον ζήλεψα βλέποντας τον σαν  Ιντιάνα Τζόουνς της μουσικής, σε αναζήτηση χαμένων χειρογράφων ή τυπωμένων μουσικών έργων. Απορώντας βέβαια πάντα, πώς γίνεται ακόμα και όπερες που αγαπήθηκαν να έχουν εξαφανιστεί; Καλά κάτι που ποτέ δεν κατάφερε να παιχτεί και μένει κλεισμένο στα συρτάρια, αλλά και οι επιτυχίες;  Ήταν καταδικασμένη σε απομόνωση η δυτική μουσική στην Ελλάδα; Δεν νομίζω, ο Σακελλαρίδης υπήρξε δημοφιλέστατος. Από την άλλη, και η λαϊκή παραγωγή άργησε να καταγραφεί, ακόμα καταγράφεται από διαδόχους της άλλης ερευνήτριας - Ιντιάνα Τζόουνς, της Δόμνας Σαμίου. Σα να υπάρχει σε όλα τα επίπεδα ένα είδος υποτίμησης της ίδιας της καλλιτεχνικής παραγωγής, μια συμπεριφορά που ωστόσο σταδιακά θεραπεύεται.
Η ζωή είναι μεγάλη και χωράει συγκινήσεις από όλα τα είδη της μουσικής, κι από πολλές ανακαλύψεις. Μερικοί στην παράσταση της Περουζέ γελούσαν με το ξεπερασμένο ιδίωμα, δεν ξέρω αν κάποια στιγμή κατάφεραν τα πάθη της να τους αγγίξουν. Προσωπικά, υπέκυψα στα μαγικά που πάντα κάνει το τραγούδι, όπως ο ήρωας του έργου. Θα καταφέρει να αφήσει ίχνη στους νέους που το τραγουδούσαν, να εμπνεύσει και να καρπίσει με κάποιον τρόπο;
Πόσο θα ήθελα να συζητάμε τέτοια…

Δευτέρα 18 Ιουνίου 2018

Εκατό λέξεις για τον μπαμπά μου


Ο μπαμπάς μου αγαπούσε την Αθήνα, πηγαίναμε βόλτα και μου την έδειχνε, με βεβαίωνε ότι έχει όλους τους θησαυρούς του κόσμου, με έβαζε από μικρή να ξεχωρίζω την Ακαδημία από το Πανεπιστήμιο και τη Βιβλιοθήκη. Του άρεσαν τα παλαιοπωλεία στο Μοναστηράκι, περνούσε ώρες να σκαλίζει εκεί μέσα παλιά έπιπλα και αντικείμενα, από δίπλα κι εγώ. Είχαμε αγοράσει κάποτε 4 υπέροχες καρέκλες με σκαλιστά πόδια και ράχη, και μια βαρύτιμη μπρούτζινη λάμπα πετρελαίου. Η μαμά μου είχε γκρινιάξει.
Πολλά χρόνια αργότερα πήγα τα παιδιά μου στα μαγαζιά εκείνα, θεωρώντας ότι κάτι σπουδαίο τους έδειχνα, αλλά βαρέθηκαν. Χωρίς τη δική του γοητευτική παρουσία δεν έβρισκες τίποτε.




(Μου το ζήτησε η συνάδελφος Στέλλα Αλαφούζου από το περιοδικό Mommy)

http://www.mommy.gr/ginaikes-miloun-me-100-lexeis-gia-ton-mpampa-tous/ 

Τετάρτη 13 Ιουνίου 2018

Θεραπεία με αφρούς



Τι πάω να κάνω στο  Athens pride, τη γιορτή της διαφορετικότητας;  Πάσχισα μια ολόκληρη ζωή να μην είμαι διαφορετική, και κάπως νομίζω τα κατάφερα, τι δουλειά έχω με τους διαφορετικούς; Τώρα που πια έχω νικήσει κάθε φόβο, τι σόι διεκδίκηση κάνω ακριβώς;
Δύσκολη ερώτηση. Η αλήθεια είναι ότι όντως, στον αγώνα για ομοιομορφία τα κατάφερα καλά. Και οικογένεια έκανα, και παιδιά, εντάξει έτυχε να είναι τα παιδιά από δυο γάμους, πράγμα που ακόμα σοκάρει τον Δήμο Αθηναίων, όποτε ζητάω πιστοποιητικό γεννήσεως και υπάρξεως. Από ένα γραφείο φωνάζει ο υπάλληλος στο άλλο, πέρα μακριά, τον ακούν ενδιάμεσα όλοι στην ουρά,  αναρωτιέμαι αν υπάρχει άλλη γυναίκα στην Α’ εκλογική περιφέρεια Αθηνών με παιδιά από δύο γάμους, τόσο που αναστατώνονται οι άνθρωποι.
Για να φτάσουμε στην αθώα αντίδραση δημοτικών υπαλλήλων, περάσαμε από σαράντα κύματα. Τίποτε δεν ήταν σίγουρο εκεί γύρω στα είκοσι, κάθε συμπεριφορά ήταν ύποπτη, κάθε παράλειψη ομοίως. Τα αγοράκια που είχαν παίξει με κούκλες μικρά, έπρεπε να αποδείξουν πως ήταν άντρες, κι αλίμονο τους αν δεν τα κατάφερναν, τα κοριτσάκια που τους άρεσε η μπάλα ότι δεν ήταν εντελώς αγοροκόριτσα. Μιλάει κάπως περίεργα, ψιθύριζαν οι μεγάλοι με ακατανόητο άγχος και ελαφρύ σαδισμό. Όλο κορίτσια είναι η παρέα, κι αγκαλιάζονται διαρκώς. Λεσβία; Πούστης; Οι λέξεις δεν προφέρονταν καν. Υπήρχαν εκφραστικές εικόνες, φρούτα, παρομοιώσεις. Και κάποιες άλλες στα πέριξ,  μου τις θυμίζει καμιά φορά η ενενηκοντούτις θεία, έλεγαν για τις γυναίκες «μητρομανής» και «νυμφομανής». Μπορούσαν να θεραπευτούν αυτά από γιατρό, αφροδισιολόγο. Όπως και οι λοιπές ανωμαλίες, θεραπεύονταν, ξεριζώνονταν. Με αφρούς, έκανα τον συνειρμό, δεν είχα συνδέσει τη λέξη με τη θεά του έρωτα. Στην οποία ομνύαμε βεβαίως με πάθος, στο πείσμα των φόβων και των απαγορεύσεων.
Εκείνον το σκοτεινό τρόμο θυμάμαι, την απειλή που δεν εκφραζόταν καν καθαρά, τι θα πάθαινες δηλαδή αν ήσουν πούστης ή λεσβία, ή ξερωγώ μητρομανής (μπρρ); Θα ζούσες στη δυστυχία και στην παρανομία, ή κάτι τέτοιο, δεν ήταν ξεκάθαρο. Εθισμένος σε κάτι ανεξέλεγκτο, θύμα και εγκληματίας μαζί. Γέρασα, κι ακόμα δεν τον έχω τινάξει τελείως από μέσα μου. Κι ενώ δεν πάω πια σε παρελάσεις και πορείες, πηγαίνω στο pride, να νιώσω περηφάνεια για την εποχή μου, για τη γενιά μου και για τις επόμενες.


Σάββατο 9 Ιουνίου 2018

Προϊστορικό μουσείο

-Παρακαλώ, τουαλέτα;
Ενοχλώ προφανώς τους δύο φύλακες του Προϊστορικού Μουσείου Φηρών Σαντορίνης, οι οποίοι επιδίδονται σε βαθυστόχαστη, μεγαλόφωνη συζήτηση περί των ερωτικών κάποιου φίλου τους. Κατ' αρχάς επειδή μιλώ ελληνικά, άρα τους έχω ακούσει, και πού βρέθηκε αίφνης Ελληνίδα εκεί μέσα, πώς και γιατί; Ελα μου ντε; Και θέλει και τουαλέτα. Γυρίζουν, με κοιτάζουν.
-Α, είναι κλειστές!
Απομακρύνομαι διακριτικά, να τους αφήσω να συνεχίσουν την κουβέντα τους. Θα μπορούσα να ρωτήσω γιατί οι τουαλέτες είναι κλειστές, αλλά ξέρω ότι δεν θα μου πουν αλήθεια. Για μένα πια δεν υπάρχει τίποτε αθώο πίσω από ελλείψεις και παραλείψεις σε μουσεία και αρχαιολογικούς χώρους. Μόλις πέρασα δίπλα από τη συσκευή ελέγχου εισιτηρίων, η οποία δεν δουλεύει. Βγάζει έναν ανεπαίσθητο συριστικό ήχο, ίσως από παράπονο για τα λεφτά που κόστισε.
Πέρσι, πρόπερσι, πότε ήταν; είχε ξεσπάσει κάποιο σκάνδαλο για τις μηχανές αυτές. Το θυμάται κανείς; Οι φύλακες ήταν που δεν ήθελαν τις μηχανές; Κάποιοι πληρώθηκαν γι’ αυτές, αγοράστηκαν, στήθηκαν, αφήνονται να σκουριάζουν.
Μουσείο ενός υπερβολικά διάσημου νησιού, με υπερβολικά σπάνια ευρήματα. Τοιχογραφίες από το Ακρωτήρι έχουν μεταφερθεί εδώ, εκμαγεία επίπλων, αγγεία. Κάτι τόσο πολύτιμο για τον αρχαίο κόσμο, σαν την Πομπηία, δεκαεφτά αιώνες αρχαιότερο. Το κτίριο έχει κοστίσει πολλά, φαίνεται - μεγάλο, ευάερο, ευήλιο, βαμμένο με τα καλύτερα υλικά.
Τα ευρήματα είναι συγκλονιστικά. Δεν υπάρχει πωλητήριο. Δεν έχουν να σου δώσουν ούτε ένα φυλλαδιάκι. Δεν πουλιούνται ούτε βιβλιαράκια, τίποτε. Μπορείς να αγοράσεις βέβαια ποικιλία σουβενίρ στα μαγαζιά της πόλης, αν θέλεις. Αλλά στο μουσείο μόνο φωτογραφίες μπορείς να βγάλεις, και βέβαια λες, πάλι καλά που δεν τις απαγορεύουν κι αυτές μέχρι να δημοσιευτούν τα ευρήματα, ή δεν ξέρω τι άλλο.
Ναι, ας δούμε τα θετικά: βρήκαμε το μουσείο ανοιχτό, κλείνει βέβαια στις 3 το μεσημέρι, αλλά φροντίσαμε να προλάβουμε. Μας άφησαν να βγάλουμε φωτογραφίες. Τα αντικείμενα είναι σπάνια, δεν έχουμε από άλλα μέρη τέτοια απομεινάρια του αρχαίου κόσμου και μπορούμε να τα θαυμάσουμε έναντι ευτελούς τιμήματος, δεν πουλήθηκαν λαθραία, δεν καταστράφηκαν, βρέθηκαν και εκτέθηκαν, αυτό κι αν είναι σπουδαίο.
Στον προθάλαμο δύο διαδραστικές οθόνες, πληρωμένες από το Ταμείο Ευρωπαϊκής Ανάπτυξης έχουν χαλάσει, δεν πειράζει, κάποιοι κάποτε πληρώθηκαν γι' αυτές και αναπτύχθηκαν σε προσωπικό επίπεδο. Και οι κλειστές τουαλέτες σίγουρα κάποιον έχουν βοηθήσει να αναπτυχθεί σε προσωπικό επίπεδο, απλώς δυσκολεύομαι να φανταστώ με ποιον τρόπο.

Παρασκευή 1 Ιουνίου 2018

Η νίκη των Ιρλανδέζων

Εμείς εδώ στην Ελλάδα δύσκολα καταλαβαίνουμε τη σημασία του νόμου περί εκτρώσεων που επιτέλους αλλάζει στην Ιρλανδία. Επειδή, όχι μόνο επιτρέπονται στην Ελλάδα οι εκτρώσεις από το 1986, πράγμα που μπορεί να ξαφνιάζει πολλούς ευλαβείς από εκείνους που πιστεύουν ακράδαντα ότι οι αξίες τους κυβερνούν τον κόσμο, και επιπλέον αρνούνται να πληροφορηθούν τι στ’ αλήθεια συμβαίνει, αλλά και επειδή, και παλαιότερα που απαγορεύονταν, γίνονταν κανονικά και με αρκετές εγγυήσεις ασφάλειας και υγιεινής.
Αυτά όμως συμβαίνουν σε χώρες μυστήριες όπως η Ελλάδα, μαθημένες να ζουν στην υποκρισία που πληρώνουν οι αδαείς, όπως η καημένη η νεαρή που έπνιξε το μωρό της. Εκεί όπου οι νόμοι εφαρμόζονται τα πράγματα είναι δύσκολα. Δεν θα φανταστούμε ποτέ τι τραβούσαν οι Ιρλανδές, οι Πολωνές, και παλαιότερα οι Ιταλίδες και οι Γαλλίδες, οι Ευρωπαίες που χρειάστηκε να δώσουν μάχη με μεγάλα ρίσκα για το δικαίωμα αυτό.
Δεν κλείνει το θέμα ούτε τώρα. Το να μπορούν οι γυναίκες να ελέγχουν το σώμα και τη ζωή τους είναι μεγάλη υπόθεση, το διακύβευμα της εποχής μας, και έχουν επενδύσει ηγεσίες και θρησκείες στην υπόσχεση να καταργήσουν τη δυνατότητα των εκτρώσεων.
Ακόμα και στη Δύση, όπου κατοχυρώνονται τα ατομικά δικαιώματα αργά και σταθερά, βλέπουμε διάφορα κινήματα να προσπαθούν να καταργήσουν τις ελεύθερες εκτρώσεις, έχοντας αντιληφθεί ότι δεν υπάρχει εξουσία πιο βαθιά και μοιραία από αυτήν που επεμβαίνει στο κρεβάτι και στις μήτρες των ανθρώπων ή που δίνει αυτή την εντύπωση.
Βαθιές ανασφάλειες καλύπτονται πίσω από την απαγόρευση των εκτρώσεων, η φαντασιακή απώλεια της πατρότητας, η ανεξάρτητη γυναικεία απόλαυση, πηγή κάθε κακού στις πατριαρχίες. Στο άλλο μισό του κόσμου εκατοντάδες χιλιάδες οικογένειες κάνουν κλειτοριδεκτομή στα κορίτσια τους για να τους εξασφαλίσουν μια ζωή χωρίς σεξουαλική απόλαυση και τους κινδύνους που κρύβει.
Πέρα από όλα αυτά, κι αφού γιορτάσουμε τη μεγάλη νίκη με ολονύκτιες οινοποσίες και άλλα όργια, να θυμίσουμε ότι τίποτε δεν είναι σαν το προφυλακτικό, αυτή τη μοναδική ανθρώπινη εφεύρεση που συχνά οι άντρες αποφεύγουν, και ότι σαν μαχόμενες γυναίκες πρέπει να αγωνιζόμαστε για τη διάδοσή του, επιμένοντας ότι ακόμα και αν καταργηθεί κάθε άλλο πλαστικό στον πλανήτη, για να προστατευτεί το περιβάλλον, τα προφυλακτικά είναι αυτά που θα πρέπει να συνεχίσουν να παράγονται και να βελτιώνονται.
http://www.efsyn.gr/arthro/i-niki-ton-irlandezon 

Τριακόσια χρόνια ζωή

Ωραία η όπερα «Υπόθεση Μακρόπουλου» που ανέβασε η Λυρική σκηνή. Στο έργο, μια ιστορία του Κάρολ Τσάπεκ, υπάρχει ένας Ελληνας γιατρός τον 16ο αιώνα, Κρητικός, που κατασκευάζει ένα μαγικό φίλτρο για να ζει κάποιος τριακόσια χρόνια. Το πίνει η κόρη του και τη βλέπουμε τριακόσια χρόνια μετά να προσπαθεί να ξαναβρεί τη συνταγή του γιατί νιώθει γερασμένη.
Δεν είναι εντυπωσιακό που ο συγγραφέας διάλεξε να είναι Ελληνας Κρητικός ο γιατρός του φίλτρου; Κάπως θα τον ενέπνεαν η Κρήτη κι η Ελλάδα, θα είχαν κάτι μαγικό στο μυαλό του, κάτι αρχαίο οπωσδήποτε, μυστηριώδη γνώση και σοφία, κάτι εξωτικό. Ακούγεται το όνομα αλλιώτικα, «Μακρόπουλος», τόσο συνηθισμένο, μεταφερμένο σε σενάριο με μαγεία αλλάζει.
Σαν να πίνεις μαγικό φίλτρο είναι και η απλή επίσκεψη στον χώρο της νέας Οπερας και της νέας Βιβλιοθήκης, εδώ που τα λέμε, σαν να ταξιδεύεις σε άλλη χώρα, χωρίς τις μιζέριες της αθηναϊκής καθημερινότητας.
Πόσο το περιβάλλον μας ζουπάει προς τα κάτω, αλλά και πόσο οι ίδιοι οι Αθηναίοι έκαναν κάποτε ό,τι μπορούσαν για να το υποβαθμίσουν... Ακόμα συνεχίζουν βέβαια, δεν είναι ότι άλλαξε η φορά του κύκλου. Στην κάθε διαδρομή στην πόλη θα πέσεις πάνω σε επιθετικές συμπεριφορές, από τους συνεπιβάτες και τους οδηγούς ενίοτε στα μέσα μεταφοράς, μέχρι τους υπαλλήλους δημόσιων υπηρεσιών, ακόμα και τους συνανθρώπους στον δρόμο.
Ωστόσο, σαν από θαύμα ή από μαγικό φίλτρο, η χώρα υπάρχει, αργά και βασανιστικά κινείται, όσο κι αν ο πρωτογονισμός κάθε μέρα απειλεί την ύπαρξή της αχόρταγα. Μπορεί, σαν εκείνη την αθώα κόρη του γιατρού που δοκίμασε το φίλτρο στα δεκάξι της, να πήρε κι αυτή το μαγικό της ποτό πριν από σχεδόν διακόσια χρόνια, οπότε της μένουν άλλα εκατό εγγυημένα για να γίνει αληθινό κράτος, με πολίτες που θα σέβονται τον εαυτό τους.
Ας πιστέψουμε λίγο στη μαγεία, μη μας πιάνει μαύρη απογοήτευση, μπορεί να αλλάξουν όλα προς το καλύτερο τα επόμενα εκατό χρόνια, οπότε θα ζήσουν θαυμάσια τα δισέγγονα των σημερινών κατοίκων. Μετά τα πρώτα τριακόσια χρόνια, αν τα πράγματα βαίνουν καλύτερα, δεν θα χρειαστεί άλλη μαγεία, θα κανονίσει η ωριμότητα των πολιτών για τη μακροζωία της Ελλάδας και τα δισέγγονα των δισεγγόνων μας θα είναι ευτυχισμένα.
http://www.efsyn.gr/arthro/triakosia-hronia-zoi

Οι μητέρες δίπλα

Αγόρασα λουλούδια για την Ημέρα της Μητέρας, αν κι η μητέρα μου τα τελευταία χρόνια επιμένει ότι είμαι η αδερφή της. Δεν πειράζει, τα λουλούδια είναι πάντα ευχάριστο πράγμα, είτε από κόρη είτε από αδερφή.
Της τα πήγα η ίδια, κι όπως κουβαλούσα το μπουκέτο στην πολυκατοικία, ορμήσανε στη σκάλα τα πιτσιρίκια του πρώτου, ή του δεύτερου ή του τρίτου, δεν ξέρω πια, τα μπερδεύω. Από πίσω η μάνα τους να σέρνει στα σκαλιά ένα μακρύ μαύρο ράσο, τυλιγμένο σφιχτά σε μαντίλα το πρόσωπό της, μακρύ και το μανίκι.
Νεότατη. Περαστική, θα μείνει, θα φύγει, ποιος ξέρει; Αριθμός παιδιών απροσδιόριστος, δεν ξέρω πόσα είναι δικά της, πόσα της ευρύτερης οικογένειας κι αν έχει φτάσει κάποια ευρύτερη οικογένεια εδώ στα δικά μας στενά. Αγνωστο.
Και το πόθεν έρχεται κι από πούθε κατεβαίνει και τι θα κάνει με τα παιδιά, θα τα στείλει σχολείο; Και τα κορίτσια θα τα μαντιλοδέσει όταν μπουν στην εφηβεία; Και κείνα τι θα κάνουν, θα καθίσουν φρόνιμα να μαντιλοδεθούν; Και τι θα βγει απ' όλ' αυτά, θα τραφεί επιθετικότητα προς τη δική μας κοινωνία; Γιατί αυτό με νοιάζει πρωτίστως, εδώ που τα λέμε.
Προσπαθώ να φανταστώ από πού να προέρχεται μια τέτοια παρουσία. Αφγανικό χωριό σε χαμένα βουνά ή τίποτε οάσεις της Συρίας; Εχει οάσεις η Συρία; Ντύνονται έτσι όλες εκεί ή υπάρχει κάποια ομάδα σκληροπυρηνικών που το παρακάνει; Λίγο πιο κάτω η πολύτεκνη μαντιλοφορούσα τουλάχιστον δεν φοράει ράσο, κάτω από ένα φαρδύ πουκάμισο έχει τζιν.
Κι έχει και τρία παιδιά που ξημεροβραδιάζονται στο παράθυρο του ισογείου. Είναι τα παιδιά που δεν τους δίνουν θέση στο τρόλεϊ, μπορούν να καθίσουν και τα τρία μαζί υποθέτουν, επίσης μπορούν να σκαρφαλώσουν στις χειρολαβές και να κρεμαστούν από κει, ξανα-υποθέτουν.
Πώς περνάνε τη μέρα τους, αναρωτιέμαι. Παίζουν με τα γειτονόπουλα, πάνε σχολείο; Και στο σχολείο εμφανίζονται οι μητέρες και επικοινωνούν με τους δασκάλους; Κρύβει κόμπλεξ και ζήλια και μίσος το ράσο κι η μαντίλα ή καμουφλάρει την έλξη των γυναικών προς τον δικό μας τρόπο ζωής; Θα αλλάξουν ζώντας εδώ, και προς ποια κατεύθυνση; Θα μάθουν τα παιδιά τους να προσπαθούν να προσαρμοστούν, ή να διατηρήσουν στην ψυχή την ανάμνηση του τόπου που άφησαν; Μα είναι τόσο μικρούλια τα παιδιά τους! Δεν πρόλαβαν να γνωρίσουν τίποτε εκεί κάτω. Κι εδώ που μεγαλώνουν, στα πεζοδρόμια της Κυψέλης, θα νιώσουν κάποιο ενδιαφέρον για τον κόσμο, θα τα κοιτάξει κάποιος με συμπάθεια, ή θα μεγαλώσουν με αίσθημα άρνησης και καταδίωξης;
Μπορεί να έχει πια αναπτυχθεί στις χώρες της Ευρώπης ένας κόσμος παράλληλος, ο δικός τους, που καταφέρνει να είναι αδιαπέραστος από τον δικό μας. Αυτό σίγουρα επιδιώκουν, αλλά το επιδιώκουν στ' αλήθεια; Ή μήπως ο φερετζές είναι πιο πολύ για να καλύπτουν από τους δικούς τους ανθρώπους την έλξη που νιώθουν για τον δικό μας κόσμο;
 Ισως δεν μεγαλώσουν καν εδώ τα παιδιά τους. Μπορεί να είναι περαστικές κι αυτές, να καταλήξουν στη Γερμανία, στη Μέρκελ, τη μεγάλη μητέρα.

Ο Μποστ δεν έφταιγε

φΟι λογοτέχνες που ξεκίνησαν να γράφουν στη νέα ελληνική λίγο πριν-λίγο μετά την Επανάσταση είχαν συνείδηση -και στόχο- ότι κατασκευάζουν γλώσσα, αυτήν που θα χρησιμοποιούσαν οι κάτοικοι του νέου κράτους. Δεν ήταν μόνο ο Διονύσιος Σολωμός που έπλασε τη γλώσσα. Ο Αλέξης Πολίτης περιγράφει αναλυτικά στο βιβλίο του «Η ρομαντική λογοτεχνία και το εθνικό κράτος» πώς ο καθένας που έγραφε συμμετείχε συνειδητά στην προσπάθεια. Πριν η γλώσσα μιληθεί, είχε γραφτεί, είχαν επινοηθεί λέξεις και εκφράσεις, και στο πώς μιλάμε σήμερα δικαιώνονται οι πιο πετυχημένες.
Ο Μποστ δεν είχε τέτοιες φιλοδοξίες, έκανε πλάκα. Διασκέδαζε με τις ελληνικούρες παραγόντων της πολιτικής ζωής, επαρχιωτών αξιωματούχων, αμόρφωτων που προσπαθούσαν να φανούν μορφωμένοι· με την καθαρεύουσα που υποχρεωτικά μάθαιναν τα παιδιά στο σχολείο, αλλά δεν την καλομάθαιναν κιόλας· οι κουρελήδες ήρωές του με τις σημαίες μιλούσαν κολλώντας βαρύγδουπες μετοχές σε άσχετα σημεία με λάθος τρόπο. Εγραψε στίχους που τους θυμόμαστε χάρη στη νοστιμιά του λάθους. Εκανε πολλά, αλλά δεν είχε συνείδηση ότι φτιάχνει τη γλώσσα τού αύριο. Ωστόσο, την έφτιαξε.
Μερικές δεκαετίες και κάμποσες εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις μετά, όλοι μιλάνε σαν τον Μποστ. Απόφοιτοι σχολών θεωρητικής εκπαίδευσης δεν καταφέρνουν να γράψουν κείμενο χωρίς άχρηστες ελληνικούρες, χωρίς λάθη γραμματικής κι ενίοτε συντακτικού. Κάθε φράση μοιάζει να έχει περάσει βασανιστήρια πριν καταφέρει να διατυπωθεί, κι εκδικητικά βασανίζει τον αναγνώστη και ακροατή της. Οι λάθος μετοχές δίνουν και παίρνουν, το «παρόν» που είναι «παρών» και «παρούσα» στα δύο άλλα γένη, ας πούμε, παρίσταται και βασανίζεται στην ίδια τη Βουλή και τις ανταποκρίσεις με κάθε ευκαιρία.
Τα τριγενή και δικατάληκτα έχουν εντελώς ξεφύγει, κλίνεται το καθένα με όποιον τρόπο θέλει ο χρήστης τους, δοκιμάζοντας στιγμές αδιανόητης ελευθερίας. Εσωτερικές αυξήσεις και άλλα τέτοια λουξ πράγματα χοροπηδούν χαρούμενα και μεταμορφώνονται από στόμα σε στόμα κατά βούληση· τα τριτόκλιτα ουσιαστικά ζουν καινούργια ζωή σε άγνωστο περιβάλλον· τα δευτερόκλιτα βλέπουν νέους ορίζοντες... Γενικώς, χίλια λουλούδια ανθίζουν στον χλοερό τόπο των καταλήξεων που κάποτε καθοδηγούσαν γένη και αριθμούς. Ασχημες μεταφράσεις αγγλικών εκφράσεων διώχνουν μια χαρά ελληνικές, γιατί διαθέτουν την απλότητα που έχουμε αρνηθεί στη γλώσσα μας. Ουδείς ασχολείται πλέον να διορθώνει, γιατί να γίνεσαι κακός με τους συνανθρώπους σου; Το μόνο άσχημο είναι ότι δεν κάνει ούτε να γελάμε.
Ο Μποστ δεν το ήξερε, αλλά έφτιαξε τη νέα γλώσσα. Βοήθησαν κι άλλοι, τα αναλυτικά προγράμματα Δημοτικού και Γυμνασίου, π.χ., αλλά σ’ αυτόν αναγνωρίζουμε τον γνήσιο πρόδρομο και δημιουργό.

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...