Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2008

Συνταγή για ευτυχία

Το είχαμε υποψιαστεί, αλλά τώρα το απέδειξε και η επιστήμη: η ευτυχία διαδίδεται, μεταδίδεται, κολλάει, και μπορεί να φτάσει από τον έναν άνθρωπο στον άλλον, να γίνει κάτι σαν κύμα που θα πηγαινοέρχεται ανάμεσα στον πληθυσμό της ανθρωπότητας. Αν κάποιος φίλος σας είναι ευτυχής, καλύτερα να μη μένει πολύ μακριά, σε απόσταση 800 μέτρα η ευτυχία έχει 45% πιθανότητες να βρει κι εσάς, αλλά αν απομακρύνεστε 1,5 χιλιόμετρο πέφτει στο 42% και σταδιακά εξαφανίζεται όσο πιο μακριά πάτε. 
Αν ζείτε με χαρούμενο και ευτυχισμένο σύντροφο, έχετε σχεδόν εξασφαλίσει την ευτυχία σας, φτάνει να μην είστε εσείς πολύ δυστυχής και τον επηρεάσετε αντίστροφα. 
Αν και η έρευνα, στην οποία πήρε μέρος κι ένας καθηγητής του Χάρβαρντ με το όνομα Νίκολας Κριστάκης, δεν προσδιορίζει τι συμβαίνει με τη δυστυχία. Ασχολείται αποκλειστικά με την ευτυχία, αυτό το είδος εν ανεπαρκεία, είκοσι χρόνια τη μελέτησε και δίνει τη συνταγή, λέει τα μυστικά της.
 Φίλοι, συγγενείς και σύντροφοι ευτυχισμένοι σας εξασφαλίζουν ένα μεγάλο ποσοστό, τώρα αν τους έχετε και δεν κολλάτε ευτυχία, θα πρέπει να είστε πολύ σοβαρή περίπτωση. 

Στο γραφείο δεν πιάνεται, για κάποιο λόγο δεν λειτουργεί εκεί η συνταγή, ίσως η ευτυχία των συναδέλφων να μη μπορεί παρά να γίνει αντικείμενο φθόνου, οπότε καλύτερα να την κρατάτε εκεί διακριτικά κρυμμένη την ευτυχία σας, αν έχετε, γιατί ακόμα κι αν θέλετε να τη διαδώσετε, ο εργασιακός χώρος δεν είναι ο κατάλληλος. Κρίμα, γιατί ετοιμαζόμουνα να ικετεύσω τον κ. Κριστάκης, που είναι μάλλον ελληνικής καταγωγής, να κάνει καμιά βόλτα στη μακρινή πατρίδα του με ένα τσουβάλι από αυτό το 45%, μπας και μεταδώσει κάτι στην κακόκεφη χώρα μας που μουρτζουφλιάζει χιλιάδες χιλιόμετρα από το πανεπιστήμιό του.

https://www.tanea.gr/2008/12/23/opinions/analwsima-syntagi-gia-eytyxia-xristoygenniatiki-i-kathimerini/

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2008

O Θείος με τα βιβλία

Όταν ήμασταν παιδιά ο θείος μας ερχόταν για τις γιορτές και μας χάριζε κάθε φορά μια μικρή στοίβα βιβλία της Εστίας, εκείνα τα μικρά με το σκληρό εξώφυλλο. Η διαδικασία ήταν σκέτη απογοήτευση: το τυλιγμένο πακέτο που πάντα, ξεχνώντας τη μανία του για βιβλία, περιμέναμε να έχει κάποιο παιχνίδι μέσα, το ανοίγαμε και βλέπαμε τους δεμένους τόμους. Πείσμα που είχε να χαρίζει σε ανυπόμονα παιδιά «δύσκολα» βιβλία λογοτεχνίας, ξέροντας ότι θα αντίκρυζε κατεβασμένα μούτρα και θα άκουγε ξινισμένα «ευχαριστώ». Δεν είχαμε καλλιτεχνικές εορταστικές πολυτέλειες, θεατρικές παραστάσεις ή κονσέρτα, υπήρχε όμως αυτή η σταθερή προσφορά, που δεν εκτιμούσαμε. Ένα σωρό βιβλία, μεγαλίστικα, χωρίς εικόνες, τα ξεφυλλίζαμε λίγο αναζητώντας κάτι χρωματιστό, αλλά είχαν μόνο τα κοσμήματα των αρχικών γραμμάτων και σελίδες ατελείωτες με τυπωμένες λέξεις, απελπισία. Μυθιστορήματα φημισμένα κατά τους μεγάλους, οι οποίοι κουνούσαν επιδοκιμαστικά το κεφάλι, άγνωστα και αδιάφορα σε μας. Τα κλείναμε και μένανε στο ράφι της βιβλιοθήκης, που ήταν πολύ πιο λιτή από αυτές που έχουμε σήμερα στα σπίτια μας. Ερχόταν ύστερα κάποιο πληκτικό απόγευμα που δεν είχες τι να κάνεις, δεν σε χωρούσε ο τόπος, και τότε καμιά φορά άπλωνες το χέρι, άνοιγες κάποιο τόμο, έλεγες, ας κάνω μια προσπάθεια. Κι εκεί απέδιδε το δώρο. Πόση ευχαρίστηση, πόσες συγκινήσεις χρωστούσα τελικά στον θείο μου . Ακόμα αναρωτιέμαι, τώρα που έχει πια χαθεί, αν τον ευχαρίστησα ποτέ μέσα από την καρδιά μου για την τόσο ακατανόητη εκείνον τον καιρό γενναιοδωρία του, την επιμονή να μας χαρίζει βιβλία. Πρόλαβα; Αμφιβάλλω. Τον θυμάμαι τέτοια εποχή αγοράζοντας βιβλία και λίγο τον ζηλεύω. Δύσκολα ρισκάρω να κάνω τέτοια δώρα σε παιδιά.

Παρασκευή 19 Δεκεμβρίου 2008

Κρυφές χαρές στα μετόπισθεν

Αδεια ξανά η Πανεπιστημίου. Μια γυναίκα με άσπρα μαλλιά περπατάει στο οδόστρωμα κάνοντας ζικ-ζακ. Φοράει χρωματιστό κασκόλ, κάνει δυο βήματα χορευτικά, κοριτσίστικα. Αμέσως μετά κοιτάζει με αγωνία μήπως τη βάλει σημάδι κανένα μηχανάκι. Ανεβαίνει ένας ποδηλάτης από τη λεωφορειολωρίδα, λαχανιασμένος αλλά χαμογελαστός. Για λίγη ώρα, μέχρι να βγάλουν την ασπροκόκκινη λωρίδα οι τροχαίοι και να χυμήξουν τα αυτοκίνητα, φαίνεται τόσο μεγάλη η λεωφόρος, τόσο ανοιχτός ο ορίζοντας. Δεν ακούγονται τα κορναρίσματα και τα λαχανιασμένα μοτέρ των αυτοκινήτων που βασανίζονται να ανέβουν στριμωγμένα την Ακαδημίας, να κατέβουν τη Σόλωνος. Εδώ απολαμβάνει κανείς τους σχηματισμούς των νεφών σε γκρο-πλαν. 

Κατά βάθος πιστεύω ότι γι΄ αυτό οι διαδηλωτές κλείνουν τους δρόμους, αλλά το δράμα είναι πως δεν το καταλαβαίνει κανείς. Μόνο μερικοί μοναχικοί τύποι που ξεμένουν πίσω και απολαμβάνουν. Είναι μια ανάγκη που υποβόσκει πιστεύω, όχι να βασανιστούν οι οδηγοί και να ταλαιπωρηθούν οι επιβάτες τρόλεϊ και λεωφορείων, αλλά να ελευθερωθεί λίγος χώρος, υποσυνείδητα, να επιστρέψει σε κάποια μάλλον ανύπαρκτη εποχή του παρελθόντος, πιο γαλήνια. Λέμε συχνά ότι σε άλλες μεγάλες πόλεις του κόσμου οι διαδηλώσεις πάνε από το πεζοδρόμιο, αλλά δεν έχουμε αναλύσει επαρκώς τις διαφορές του δρόμου και του πεζοδρομίου της Αθήνας από των άλλων μεγάλων πόλεων. Είναι άγρια τα πράγματα γύρω μας, γι΄ αυτό αγριεύουμε κι εμείς. Παρακάτω, κάποιος ονειρεύεται ολοκληρωτικές καταστροφές: «Οι άσχημες πόλεις όμορφα καίγονται», έχει γράψει σε έναν τοίχο κοντά στην Ομόνοια. 

Θα ακουγόταν ποιητικό αν δεν είχε κινδυνέψει να γίνει πραγματικότητα. Δεν ξέμεινε ποτέ πίσω από την πορεία, να δει ότι μπορεί να είναι και όμορφη. Μπροστά στην ικανοποίηση πρωτόγονων ενστίκτων πυρομανίας οι κλεμμένες κρυφές χαρές στους αποκλεισμένους δρόμους είναι ειρηνική συνεισφορά. 

https://www.tanea.gr/2008/12/19/opinions/analwsima-kryfes-xares-sta-metopisthen/

Πέμπτη 18 Δεκεμβρίου 2008

Στα πέριξ



Νέα προάστια μεγαλώνουν ήσυχα εκεί που το λεκανοπέδιο γλείφει τα γύρω βουνά. Χειροποίητες γειτονιές, όπως ήταν κάποτε τα προσφυγικά μέσα στην καρδιά της Αθήνας, αλλά άλλων προδιαγραφών τώρα πια. Μεγάλα λίβινγκ ρουμ, μεγάλα παράθυρα, μεγάλες ανάγκες, πολλά τετραγωνικά. Μόνο ένα κοινό σημείο έχουν με την  Αθήνα, δεν φτιάχνουν πεζοδρόμια. Κολλητά στο δρόμο οι μάντρες των οικοπέδων, και μόνο αν οι ιδιοκτήτες το σκεφτούν αφήνουν λίγο χώρο. Στην ερημιά, στη φύση, στο βουνό, τι να το κάνουν το πεζοδρόμιο, θα σκέφτονται. Δεν φτιάχνουν ούτε πάρκινγκ, ποιος θα έρθει να μείνει εδώ; Ωστόσο το τοπίο είναι σε μεταβατική κατάσταση. Γιαπιά που μεγαλώνουν αργά, κατοικείται ένα δωμάτιο και τα άλλα είναι με τα τούβλα, παράγκες που εξαπλώνονται, και μερικά περιποιημένα καινούργια σπίτια που γενναία ατενίζουν το μέλλον. Μερικοί κατεβαίνουν και στα ρέματα, πιστεύουν ακράδαντα στην τεχνολογία του μπαζώματος. Φυσικό, αν η πρωτεύουσα του κράτους σου μπάζωσε τα αρχαία της ποτάμια, να μην ελπίζεις ότι θα φροντίσει και ορισμένες κοίτες ασήμαντης ιστορικής αξίας που διασώθηκαν γύρω της; Σε μερικούς μήνες θα τα μάθουμε όλοι αυτά τα μέρη επειδή θα έχουν πλημμυρίσει οι νέες οικοδομές και θα εμφανίζονται απελπισμένοι και αγανακτισμένοι κάτοικοι στις οθόνες να μας δείχνουν τα χαλασμένα τους υπόγεια. Στο μεταξύ τρέχουν να βρουν τους τίτλους για το Κτηματολόγιο, να προλάβουν να το τακτοποιήσουν το θέμα οριστικά. Και ίσως να το πάρουν πιο σοβαρά το πράγμα αν νιώσουν εξασφαλισμένοι, περασμένοι στα χαρτιά και επίσημοι, ίσως να το σκεφτούν καλύτερα το μέλλον τους σε ένα περιβάλλον που θα το έχουν μόνοι τους υποβαθμίσει και λυπηθούν τον εαυτό τους..

Ανακωχή

Κανονικά θα έπρεπε όλες αυτές τις ημέρες να αποστηθίζει ρήματα της αρχαίας ελληνικής, κεφάλαια της πανελληνίως εξεταζόμενης Ιστορίας, ολίγα λατινικά. Αντί γι΄ αυτό φτιάχνει συνθήματα, αποστηθίζει στίχους τραγουδιών που θεωρήθηκαν ανατρεπτικά, νότες για την κιθάρα. Κατεβαίνουν τα τραγούδια από το Ίντερνετ με καταιγιστικό ρυθμό, αφομοιώνο- νται σε δευτερόλεπτα. Στίχοι γραμμένοι τις τελευταίες ημέρες, παλιότεροι που αξιοποιούνται καταλλήλως. Ένα βράδυ ήταν Βάρναλης. Κρίμα που δεν αλλάζει εκτάκτως η ύλη των Πανελληνίων, τόση δίψα για ποίηση πάει χαμένη.

Ιδέες και απόψεις μεταβάλλονται διαρκώς, τη μία μέρα είναι μαχητικά ειρηνιστικές, την επόμενη γίνονται πολεμοχαρείς, ανοίγει ο προβληματισμός να πετάξουμε και κανένα νεράντζι, ύστερα συζητιέται και η πέτρα. Με πιάνει αγωνία, θα σταματήσει εκεί; Έχω δώσει καλή αγωγή, πρόλαβα τον πειρασμό της βίας; Ό,τι ήταν να δώσω έχει δοθεί πάντως, το γκισέ έχει κλείσει.

Τα Σαββατοκύριακα είναι διήμερες εκδρομές στο κέντρο της Αθήνας, το πρωινό ξύπνημα πιο δύσκολο από ποτέ. Ζητώ μια τυπική ενημέρωση, πού είσαι, πότε θα γυρίσεις (στο περίπου), είσαι αρτιμελής, κ.λπ. Μιλάμε λίγο, οι συζητήσεις γίνονται καβγάδες, υψώνεται φωνή. Στην εφηβεία, έχω διαβάσει, ο εγκέφαλος πλουτίζεται με τεράστιο αριθμό νέων κυττάρων, συνάψεων, νευρώνων, όλα τα σπουδαία υλικά του μυαλού, είναι τόσο απότομη η έκρηξη που τα παιδιά διαθέτουν το πιο φρέσκο μέσο σκέψης και αντίληψης, αλλά δεν μπορούν να το οργανώσουν, μπερδεύονται, χάνουν τον έλεγχο. Σκέφτομαι επιστημονικά, σωπαίνω. Πώς θα ξαναγυρίσουμε στο σχολικό πρόγραμμα; Τα ωράρια έχουν διαλυθεί. Πέρσι τέτοιες μέρες ανυπομονούσε να έρθουν Χριστούγεννα. Φέτος, το λένε οι τοίχοι, άλλες γιορτές πήραν τη σκυτάλη. Ανησυχία και θυμός διασταυρώνονται στον διάδρομο με την αμηχανία των μεγάλων. Μόνο χτες, σαν κάτι να θυμήθηκε απότομα, γυρίζει και ρωτάει σχεδόν φιλικά: Έλατο πότε θα στολίσουμε φέτος;

Όπα! Συμβιβασμός στον ορίζοντα...


https://www.tanea.gr/2008/12/18/opinions/analwsima-anakwxi/

Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2008

Καλησπέρα κατάθλιψη

Σάββατο βράδυ, κατεβαίνοντας τη Μαυρομματαίων για το Τριανόν, τους είδα στη γωνία της Πατησίων, καμιά δεκαπενταριά με μαύρους φερετζέδες, λοστούς στα χέρια και μια μολότοφ. Δεν ήταν έφηβοι, σίγουρα ηλικίες μετά τα είκοσι. Μια κοπέλα ανάμεσά τους. 

Διέκρινα καθαρά το μπουκάλι με το κουρέλι να κρέμεται, έτοιμο να πάρει φωτιά, να κάψει τι; Με έκοψε φόβος, τάχυνα το βήμα, να βρεθώ στο σινεμά. Όλη την ώρα είχα άγχος, μη γίνει τίποτα εκεί κοντά και κλειστούμε μέσα. Βγαίνοντας είδαμε τι είχαν κάψει- τις δυο Εθνικές στην Πατησίων, τον Γερμανό και τη Βόνταφον, κι είχαν σπάσει ενδιαμέσως πολλές βιτρίνες. 

Η κατάθλιψη που είχε αρχίσει να διαλύεται μετά το ειρηνικό μήνυμα του Συντάγματος το πρωί, με ξανάπιασε. Και ενοχές που δεν μίλησα, δεν έκανα τίποτα, φοβήθηκα τόσο. 

Θα νόμιζαν ότι δεν με νοιάζει, ότι ίσως αρέσκομαι. Τι μπορούσα να τους πω; Για τα παιδιά που πέρασαν όλη την ημέρα μπροστά στη Βουλή κρατώντας το πανό με το σύνθημα εναντίον της βίας; Ή μήπως για τη ζεστασιά που δίνουν στη νύχτα οι φωτισμένες βιτρίνες; 

Αυτό στα «ΝΕΑ» το είχα γράψει και με κράξανε... 

Μας βάζουν σε πειρασμό οι βιτρίνες, άρα; Φωτιά και τσεκούρι, ή μάλλον σιδηρολοστός. Κακά τα ψέματα, ό,τι και να λέω εκ των υστέρων, εκείνη την ώρα με έκοψε φόβος. 

Χειρότερος από ό,τι όταν βλέπω ΜΑΤ σε κατάσταση έξαρσης. Γιατί στα ΜΑΤ δικαιούμαι να φωνάξω, και καμιά φορά φωνάζω, εδώ όμως ήταν σαν να έβλεπα τυφλούς, να μη φορούσαν τα μαύρα μαντίλια κάτω από τα μάτια, να έκλειναν με αυτά μάτια και αυτιά. 

Έπρεπε να έχω ειδική εκπαίδευση πολίτη που ζει σε ειδικές συνθήκες, αλλά ούτως ή άλλως στις συνθήκες αυτές δεν υπάρχει διάλογος. 

https://www.tanea.gr/2008/12/15/opinions/analwsima-kalispera-katathlipsi/

Παρασκευή 12 Δεκεμβρίου 2008

Eξάρχεια

Tι γύρευαν παιδιά από το Ψυχικό να γιορτάζουν στα Εξάρχεια, αναρωτιούνται πολλοί, και ο δικηγόρος του ειδικού φρουρού ρίχνει κιόλας λάσπη- κάτι δεν πήγαινε καλά, σου λέει, με το παιδί αυτό. Επειδή και τα δικά μου παιδιά στα Εξάρχεια τριγυρίζουν, φοράνε φούτερ με κουκούλες, να σας εξηγήσω όσο μπορώ: τα Εξάρχεια είναι χώρος ενδιαφέρων. 

Έχει μαγαζιά με κόμικς που δεν βρίσκεις αλλού, προχωρημένα ηλεκτρονικά, ρουχάδικα, βιβλιοπωλεία, στους τοίχους αφίσες με αστεία και ανατρεπτικά συνθήματα, πρωτότυπες ιδέες. Γενικά μια αύρα ελευθερίας που υπόσχεται πρωτότυπες ανταλλαγές ιδεών, ήταν πάντα γειτονιά φοιτητική και καλλιτεχνική. Από όλα αυτά τα ωραία, το κράτος έβλεπε μόνο τις ομάδες καταστροφέων, φρουρούσε την περιοχή με ΜΑΤ. Και οι δημοσιογράφοι μιλούσαν και έγραφαν με ελαφριά καρδιά για το «κράτος των Εξαρχείων». 

Συμπεριφορά συντηρητικής κοινωνίας. Τώρα λένε ότι τα Εξάρχεια εξήχθησαν παντού, και δεν εννοούν την ελευθερία και τις ιδέες, αλλά τη βία. Από όλον τον πλούτο, τις τάσεις, το πιο φτωχό, πρωτόγονο, βάρβαρο κομμάτι κυριάρχησε. 

Ανάμεσα στις ιδέες που εκφράζονταν, ήταν και οι αναρχικές, οι μηδενιστικές, οι ακραίες. Έχουν ενδιαφέρον ως αναλύσεις. 

Νομίζω όμως ότι ούτε οι ίδιοι οι φορείς αυτών των ιδεών δεν είχαν αποφασίσει αν έπρεπε να καταλυθεί το αστικό κράτος με φωτιά και τσεκούρι τη νύχτα που βγήκαν οι καταστροφείς και έκαιγαν την πόλη. 

Δεν μπορώ να δω την εφαρμογή καμίας ιδέας, Εξαρχείων ή μη, ούτε του Μπακούνιν, ούτε καν κάποιου μεθυσμένου πυρομανούς, στο να κοπανάς με λοστό ένα βανάκι της Πυροσβεστικής- μια κοινή περιουσία που χρησιμεύει να σβήνεις φωτιά- και να το πυρπολείς. Αλλά φοβάμαι ότι άδικα προσπαθούν οι μαθητές να ξεχωρίσουν από τους τρελούς και οργανώνουν ειρηνικές και ευφάνταστες διαμαρτυρίες· το μπάχαλο μόνο προκαλεί ενδιαφέρον. 
https://www.tanea.gr/2008/12/12/opinions/analwsima-eksarxeia/

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2008

Οι βεντέτες και τα γκέτο

Εχουν, λέει, βεντέτα τα ΜΑΤ με τους αναρχικούς στα Εξάρχεια! Άκου να δεις! Τι είναι δηλαδή τα ΜΑΤ για να έχουν βεντέτες; Τάγματα ατάκτων είναι, τίποτα φίλαθλοι ή οικογένεια Μανιατών οχυρωμένη στον πύργο της; Δεν είναι ελληνικό κράτος τα ΜΑΤ; Σε αυτό το κράτος, οι ηγέτες του οποίου, ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας και ο Πρωθυπουργός, εξέφρασαν τη βαθύτατη οδύνη τους στην οικογένεια του παιδιού που σκότωσε ο ΜΑΤατζής; Δεν υπάγονται σε υπουργείο τα ΜΑΤ, δεν πληρώνονται από το κρατικό ταμείο; Κι αν δεν έχουν καταλάβει τα ίδια τι ρόλο παίζουν και πιάνουν βεντέτες από παρεξήγηση, τους εξαφανίζεις από την κυκλοφορία μέχρι να τους περάσει και η βεντέτα και οι βεντετισμοί. 

Δεν είναι δυνατόν ούτε να δεχόμαστε να ακούμε τέτοιες φράσεις. Ή την άλλη εξυπνάδα, το «γκέτο των Εξαρχείων». Εκτός αν αποφασίζεις, εσύ το κράτος, να ζήσεις με βεντέτες που ανθούν όχι απλώς στην επικράτειά σου, αλλά στα ίδια σου τα μισθωτά όργανα, οπότε έχεις αυτοκτονήσει ως κράτος. Δεν υπάρχεις, καταργείς την κρατική κυριαρχία αν επιτρέπεις σε ΜΑΤ ή οτιδήποτε άλλους να χρησιμοποιούν όπως τους καπνίσει τα όπλα που τους έχεις δώσει για να υπερασπίζονται τη νομιμότητα. Κλείσ΄ το το μαγαζί, δεν έχει νόημα. 

Αλλά θα μου πεις, όταν γίνεται η δίκη «της ζαρντινιέρας» και μόνο που δεν τον ξαναδέρνουν τον νεαρό επειδή τις έφαγε τότε από την Αστυνομία, ξεχνάνε τα ΜΑΤ τι ρόλο παίζουν και ξεχνάμε κι οι υπόλοιποι τι ρόλο παίζουν κι αυτοί κι εμείς. Παύουμε να είμαστε πολίτες, παύουμε να είμαστε Πολιτεία, παραδινόμαστε μοιραίοι στον νόμο της ζούγκλας και του ισχυροτέρου, πίσω στην καθυστέρηση, στον Μεσαίωνα, στην αυθαιρεσία, στον αυταρχισμό, στη σύγχυση και την ανομία. Για συνέλθετε λίγο, μην τρελαθούμε τελείως. 

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2008

Σταματήστε τα όλα!

Μούδιασε το μυαλό μας και το σώμα μας ξεράθηκε. Δεν έχουμε πόλη πια, αλλά δεν μπορούμε να σκεφτούμε τίποτε καλύτερο από το να οργανώσουμε καινούργιες πορείες, ειρηνικές, στην οποία θα έρθουν πάλι οι επαγγελματίες της βίας και θα οργανώσουν την πυρά για ό,τι έχει μείνει όρθιο. Το χριστουγεν- νιάτικο δέντρο και την Εθνική Βιβλιοθήκη τα χαρήκαμε που κάηκαν; Τι θα κάψουν τώρα, το Πανεπιστήμιο, την Ακαδημία, τη Βουλή; Δεν είναι όλα δείγματα του αστικού κράτους; Γιατί όχι την Αρχαία Αγορά και την Ακρόπολη; Η αρχαία κοινωνία ήταν πολύ χειρότερη, ήταν δουλοκτητική. Τίποτα να μη μείνει, λίθος επί λίθου... τέλειο έργο της ενδιαφέρουσας μηδενιστικής ιδεολογίας η πόλη μας. Άβουλοι, σαν υπνοβάτες, συνεχίζουμε στον δρόμο μας. Τις πορείες μας, τις απεργίες μας, δεν μας ξυπνάει τίποτα. Η κυβέρνηση δεν καταλαβαίνει ότι γύμνωσε από νόημα τους θεσμούς με το πλιάτσικο που άφησε να γίνει. Τα άλλα κόμματα δεν καταλαβαίνουν ότι είναι στιγμή που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε τι μας συμβαίνει. Ποιος θα καταλάβει; Η ΓΣΕΕ θα κάνει πορεία αύριο. 

Μήπως η ΓΣΕΕ νιώσει ότι αντί για πορεία πρέπει να μαζέψει συνεργεία ειδικευμένων να πάνε για επισκευές στα κατεστραμμένα κτίρια; Τι θέλουν οι εργαζόμενοι δηλαδή, να ζήσουν ο καθένας οχυρωμένος σε ένα μικρό ιδιωτικό κάστρο; Θέλουμε την πόλη μας πίσω, ναι ή όχι; Θα την αφήσουμε στη μοίρα της; Αυτά τα μαγαζιά που κάηκαν θα τα αφήσουμε στη μοίρα τους; Δεν είναι δικά μας, οι πεζόδρομοι, οι βιτρίνες, η ελπίδα για τις γιορτές, οι δημόσιοι χώροι; Έχουμε εντελώς τρελαθεί; Δεν ήταν και Παρίσι, να την κάνουμε νεκροταφείο λοιπόν; Να χάσουμε και τον ελάχιστο χώρο δημόσιας ζωής που είχαμε, πριν συνέλθουμε, τα τελευταία ψίχουλα; 

Τρίτη 9 Δεκεμβρίου 2008

Δεν υπάρχει ειρμός

Tελικά όσα έγιναν στην Αθήνα το Σαββατοκύριακο δεν έχουν ειρμό, άδικα ψάχνουμε να βρούμε. 

Δεν προκάλεσε την επίθεση του αστυνομικού η συμπεριφορά των παιδιών. Ο αστυνομικός είναι έμπειρος επαγγελματίας επίλεκτων σωμάτων, τα παιδιά είναι- ήταν- έφηβοι που κάναν βόλτα, επιδεικνύοντας αυτό το άγριο στυλ που έχουν συχνά οι έφηβοι. Κάποιος πέταξε ένα μπουκάλι, κάποιος άλλος δέχτηκε τρεις σφαίρες από τον ειδικό φρουρό δεν ξέρω-γωπώς-τους-λένε, ο οποίος τσαντίστηκε, νευρίασε, ξέσπασε. Αργότερα, όταν οι ομάδες των κουκουλοφόρων-προσωποσκεπασμένων-πετροβολητών- μολοτοφοριπτών κατέστρεφε την Αθήνα, κανένας αστυνομικός δεν θέλησε να ξεσπάσει. Τα έχουν συνηθίσει αυτά. Οι έφηβοι τους εκνευρίζουν. 

Οι καταστροφείς σε μια θεωρητική σφαίρα απευθύνονται εναντίον της Αστυνομίας, και δικαιολογούν την ύπαρξή της. Δηλαδή, σου λέει, εφόσον κυκλοφορούν τέτοιοι, καλώς υπάρχουν ΜΑΤ οπλισμένα. Μα τα ΜΑΤ δεν πειράζουν κουκουλοφόρους, παρά μόνο αν είναι ακίνδυνοι έφηβοι. Θα μπορούσε να είναι δικός μου γιος εκεί, μπροστά στις σφαίρες, κάνει συχνά βόλτες φορώντας κουκούλα. Θα μπορούσε να είναι δικός σας, του καθενός. Η Αστυνομία κυνηγά τους εφήβους, κινδυνεύουν επειδή περπατάνε και κάνουν εφηβικές ανοησίες, να χάσουν τη ζωή τους. 

Έπρεπε να κατέβουμε όλοι με τα παιδιά μας στην πορεία. 

Δεν υπάρχει ειρμός. Οι πετρορίπτες καίνε μεγάλα μαγαζιά επειδή έτσι θέλουν. Από ζήλεια, κακία, γινάτι που δεν τους φτάνουν τα λεφτά να ψωνίσουν τα πάντα. Δεν καταστρέφουν απλώς περιουσία των καταστηματαρχών. Καταστρέφουν την ελευθερία μας να κυκλοφορούμε, να συναλλασσόμαστε, να ψωνίζουμε, να επιθυμούμε, να σχεδιάζουμε, να ζούμε ειρηνικά. Καταστρέφουν την πόλη μας, ολωνών μας. 

Ζούμε ανάμεσα σε πυρά που δεν διασταυρώνονται καν. Ο στόχος είμαστε εμείς οι πολίτες. Και η μία πλευρά των πυρών, η πιο επικίνδυνη όπως αποδείχτηκε, είναι το κράτος. Η αστυνομία κυνηγά τα παιδιά μας. Οι κουκουλοφόροι κυνηγούν εμάς. Δεν υπάρχει ειρμός. Υπάρχει το συμπέρασμα ότι έχουμε παραδοθεί στη βία.
https://www.tanea.gr/2008/12/09/opinions/analwsima-den-yparxei-eirmos/

Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2008

Κάλπικη φροντίδα, σφαίρες αληθινές

Τους έβλεπα εκείνο το ίδιο πρωί, του Σαββάτου, περνώντας τον πεζόδρομο της Βαλτετσίου, τους αστυνομικούς με ασπίδες και ρόπαλα να βαριούνται και να χαζεύουν. Ένας είχε βάλει το κλομπ παραμάσχαλα και σκέφτηκα ότι λίγο να έστριβε απότομα κάποιον θα χτυπούσε, αν δεν πρόσεχε. Κουβαλάνε τόσα όπλα, τόσα εξαρτήματα, πώς να τα κουμαντάρουν όλα. Μήνες και χρόνια τούς βλέπω, κάθε μέρα, κάθε νύχτα, στις ίδιες γωνίες να φυλάνε τι; Τα σύνορα των Εξαρχείων, αυτό το καλαμπούρι που ξεκίνησαν οι τηλεοράσεις μέσα στην πλήξη τους και πες- πες κατάφεραν να το ιδρύσουν το «ανεξάρτητο κράτος»; Και να ομάδες αστυνομικών στις γωνίες, οπλισμένοι σαν αστακοί, άντρες- τι άντρες δηλαδή, αγόρια χαμένα στις στολές τους, να περιμένουν τι; 

Τόσοι μήνες, τόσα χρόνια, τόσος οπλισμός, εναντίον τίνος; Δεν περίσσεψαν ποτέ λεφτά και διάθεση να αναζητηθούν λύσεις άλλου τύπου για τα προβλήματα με τους βίαιους νεαρούς και τις επιθέσεις τους, με το εμπόριο ναρκωτικών, με την υποβάθμιση της συνοικίας, με την έλλειψη χώρων για κοινωνική ζωή, με την περίφημη εντύπωση της ανασφάλειας και της ασφάλειας, με τη βρώμα, που και αυτή δημιουργεί κλίμα- δεν είναι τυχαίο ότι συνέχεια βάζουν φωτιά στα σκουπίδια οι «αναρχικοί». Μόνοι τους οι κάτοικοι προσπαθούσαν να ευπρεπίσουν τη γειτονιά, να καλλιεργήσουν μια ποιότητα ζωής, να ξεφύγουν από τη συγκρουσιακή λογική, να προσεγγίσουν τα προβλήματα. Το κράτος μόνο για όπλα και στολές είχε αυτιά και χρήμα. Άλλο τίποτα δεν είχε σκεφθεί από το να ανταποκρίνεται στις κραυγές της τηλεόρασης. Κάτι σαν ηθοποιούς παρέτασσε με τρομερή εξάρτυση, αλλά δυστυχώς και αληθινές σφαίρες στα περίστροφά τους. Ε, όταν συσσωρεύεις τόσα όπλα και καλλιεργείς τέτοια νοοτροπία, δεν θα έρθει κάποια στιγμή η έκρηξη; 

https://www.tanea.gr/2008/12/08/opinions/analwsima-kalpiki-frontida-sfaires-alithines/

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2008

Ξωτικά της Λαχαναγοράς

Aνεβαίνοντας την Πειραιώς με μποτιλιάρισμα, Σάββατο βράδυ, είχαμε τη φαεινή ιδέα να στρίψουμε προς Ευριπίδου. Κι εκεί κολλήσαμε κανονικά μισή ώρα σε δυο τετράγωνα, σε μια γεμάτη νταραβέρι ακινησία. Το πεζοδρόμιο ήταν γεμάτο μαύρα κορίτσια και δεν καταλάβαινες αν παζάρευαν με τους οδηγούς και καθυστερούσε η πομπή ή ήταν κλειστός ο κάθετος δρόμος και δεν υπήρχε περίπτωση να προχωρήσει ποτέ κανένας. Για μερικά εφιαλτικά δεκάλεπτα νιώσαμε αληθινά εγκλωβισμένοι στο λαμαρινένιο κουτί μας, περιεχόμενο ενός δοχείου που το έχουν ρίξει σε αφιλόξενα νερά, ενώ μας αγνοούσαν βεβαίως και τα κορίτσια και οι υποψήφιοι πελάτες τους. Όλες υπερβολικά νέες, όμορφες και έμοιαζαν μεταξύ τους κατά κάποιον τρόπο. 

Κάπου διάβασα πως είναι από ένα συγκεκριμένο χωριό στο Μάλι, ένα μέρος που εξάγει καλλονές για πορνεία όπως άλλα εξάγουν χαλιά. Ήταν παράξενη η νιότη τους, έμοιαζαν άφθαρτες και με δέρμα κρουστό, ήταν εντυπωσιακή η στάση τους, περήφανη, με το κεφάλι ψηλά, το πρόσωπο ανέκφραστο, το χαμόγελο, όταν εμφανιζόταν, δεν το προκαλούσαν οι προτάσεις των πελατών, ούτε η άδεια Λαχαναγορά πίσω τους, ούτε και με μας γελούσαν. Από κάτι μακρινό έπαιρναν ενέργεια, ίσως μια εικόνα από το χωριό στο Μάλι, όπως θα διαμορφωθεί όταν επιστρέψουν εκεί πλούσιες, ή κάποια άλλη μελλοντική εικόνα της δικής τους μοίρας, κάτι πάντως πολύ πέρα από τα στενά της Ομόνοιας. Δεν θύμιζαν εικόνες γυναικών που εκδίδονται, και για μια στιγμή κόντεψα να πιστέψω ότι δεν πρόκειται για πλάσματα που υφίστανται την καθημερινή βία του «αρχαιότερου επαγγέλματος» αλλά για υπερκόσμια ξωτικά που περνούν λίγο από τη Λαχαναγορά τη νύχτα, έτοιμη να διώξω γρήγορα την πικρή σοφία μου με μια ρομαντική υπέρβαση.

 https://www.tanea.gr/2008/12/04/opinions/analwsima-kswtika-tis-laxanagoras/

Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2008

Oι βιτρίνες

Ο γωνιακός φούρνος είχε ανάψει τα φώτα του μέσα στη νύχτα και θεράπευε λίγο το παθολογικό σκοτάδι του μικρού δρόμου. Ανεβασμένη σε μια σκάλα η ιδιοκτήτρια  περνούσε κίτρινη χρυσοποίκιλτη κουρτίνα μπροστά στη βιτρίνα, μαζεμένη σα στόρι με φουντωτές χριστουγεννιάτικες γιρλάντες και βροχές από λαμπιόνια. Ασυναίσθητα στάθηκα και τη χάζευα, μου αρέσει πάντα να παρακολουθώ τους μαγαζάτορες την ώρα που στολίζουν τις προθήκες τους, αυτές τις κοπιώδεις στάσεις που άθελα εκθέτουν προς τα έξω. Δεν ήταν τυχαίο που η ντροπαλή μας φουρνάρισσα διάλεξε να το κάνει μέσα στη μαύρη νύχτα, να ετοιμάσει διακριτικά τον εορταστικό διάκοσμο, να είναι το πρωί σα να πέρασε νεράιδα. Θυμήθηκα ξαφνικά ότι την εποχή που ήμουν παιδί ο Δήμος Αθηναίων έκανε διαγωνισμό χριστουγεννιάτικης βιτρίνας κάθε χρόνο και ήταν μεγάλη υπόθεση να πάρεις το βραβείο. Ο νικητής το έβαζε κι αυτό στη βιτρίνα και περνούσαμε απαραιτήτως να το θαυμάσουμε, αλλά ελέγχαμε και τους άλλους διαγωνιζόμενους για να κρίνουμε και μόνοι μας αν είχε κερδίσει δίκαια. Με αυτόν τον τρόπο τσεκάραμε την καλλιτεχνική αξία της βιτρίνα μαγαζιών που δεν σκοπεύαμε να επισκεφτούμε ποτέ, αλλά η όψη που προσέφεραν στο δρόμο μας αφορούσε. Η καλύτερη βιτρίνα ήταν σπουδαίο θέμα συζήτησης και διαφωνίας. Ο αγώνας φυσικά συνεχίζεται, οι μαγαζάτορες κάνουν ότι μπορούν, ενώ εμείς υποτίθεται ότι προσπαθούμε να αντισταθούμε στον πειρασμό, να μην παρασυρόμαστε από το ντεκόρ, να βλέπουμε γυμνό το αντικείμενο και να το φανταζόμαστε στο περιβάλλον του σπιτιού μας. Οι πρώτες βιτρίνες πολυτελείας που ετοιμάστηκαν στην Αθήνα φαίνεται να εξαντλούν τη φαντασία τους για να μας δελεάσουν. Υποτίθεται ότι θα είμαστε δύσκολοι σε εποχή κρίσης, αλλά ίσως είναι ευκαιρία να ξαναδούμε τη βόλτα καλλιτεχνικά.

https://www.tanea.gr/2008/12/02/opinions/analwsima-oi-bitrines/

Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2008

Ένα ζωντανό μνημείο

Με τις πρώτες βροχές, και τις δεύτερες, και τις τρίτες, τρέμει το φυλλοκάρδι της πολυκατοικίας. Είναι του 55, κομμάτι άξιο να ανθολογηθεί, μοναδική στο είδος της αρχιτεκτονικά και χωροταξικά, αλλά θεμελιακά  μοιάζει με πολλές, από ό,τι λένε. Τότε δεν υπήρχε δίκτυο αποχέτευσης στο δρόμο. Επίσης, υπήρχε νόμος που απαγόρευε τις υπόγειες κατοικίες και επέτρεπε τις αποθήκες. Ο κατασκευαστής έφτιαξε 8 (οκτώ) υπόγεια διαμερισματάκια και ένα σωλήνα αποχέτευσης που έβγαζε σε αχαρτογράφητα υπόγεια νερά. Δέκα χρόνια μετά ήρθε το αποχετευτικό δίκτυο της ΕΥΔΑΠ, ένα μέτρο ψηλότερα. Τριάντα χρόνια μετά κανείς δεν έμενε στα υπόγεια, αλλά ούτε σκέφτηκε να τα αχρηστέψει. Πενήντα χρόνια μετά τα υπόγεια κατοικήθηκαν ξανά, από μετανάστες. Οι κληρονόμοι του κατασκευαστή, μαζί με μεγάλη περιουσία πήραν κι αυτά τα ανήλιαγα κελιά και δεν τους πείραξε να βγάλουν κάτι. Εξήντα χρόνια μετά ο πρώτος αγωγός  είχε εντελώς καταστραφεί. Έγινε καινούργιος, πιο βαθύς από της ΕΥΔΑΠ, λόγω υπογείων, με μηχανική αντλία. Όλα τα είχε η Μαριορή, απέκτησε κι από αυτό. Αλλά οι παράνομες κατοικίες είναι στο έλεος της διαφοράς επιπέδου και πάντα κινδυνεύουν. Ποιος φταίει άραγε για την κατάσταση; Η πολιτεία είχε κάνει νόμο, άρα δεν φταίει. Δεν είχε κάνει δίκτυο, αλλά πόσα να προλάβει κι αυτή; Ο μηχανικός παρανόμησε, αλλά όλοι έτσι έκαναν τότε. Ποιος ήταν αυτός που θα πήγαινε κόντρα στο ρεύμα, να βγει από την πιάτσα, να γίνει νούμερο;. Η ΕΥΔΑΠ έκανε ψηλότερα τον αγωγό, δεν είχε υποχρέωση να καλύψει παρανομίες. Κανείς δεν φταίει. Μόνο οι μετανάστες που μένουν εκεί και πρόθυμα δίνουν νοίκια. Δεν μας αφήνουν να προοδεύσουμε. Χωρίς αυτούς θα τα αφήναμε να πλημμυρίσουν. Θα είχαμε μια ωραία υπόγεια δεξαμενή, ένα ζωντανό μνημείο της μεταπολεμικής οικοδομικής ιστορίας.

https://www.tanea.gr/2008/11/24/opinions/analwsima-ena-zwntano-mnimeio/

Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2008

Το αεικίνητο

Ας βάλουμε πίσω το ρολόι, είναι πάλι σκοτάδι στις επτά το πρωί που χτυπά το ξυπνητήρι. Ρυθμισμένο στο Γ΄ Πρόγραμμα, φέρνει στον βυθισμένο σε νάρκη εγκέφαλο- ο πιο γλυκός ύπνος έρχεται λίγα λεπτά πριν- ένα παιχνίδισμα βιολιού, ένα ζωηρό, επιδεικτικό τρέμουλο, σαν σταγόνα δροσιάς σε φύλλα, που ποτέ δεν είδα, κάτι τόσο καινούργιο και περήφανο, που δεν πάει το χέρι να το κλείσει. Ακούω όλο το κομμάτι προτού καταφέρω να σηκωθώ και ύστερα η οικεία φωνή της Ράνιας Βισβάρδη με πληροφορεί ότι είναι το «περπέτουο μόμπιλε» του Ούγγρου συνθέτη Νόβατσεκ που πέθανε το 1900. Το αεικίνητο στη μουσική για να ξυπνά το αεικίνητο στη ζωή, να το βάζει μπρος.

Αυτό που θα όφειλε να είναι αεικίνητο.

Έρχονται πρωινά που θα προτιμούσε να μείνει ακίνητο στο κρεβάτι. Άντε σήκω, λέει όλο αισιοδοξία το σόλο βιολί, και μου τάζει με το παιχνίδισμά του μοναδική προσέγγιση της μέρας: θα έχει φτιάξει ο φούρναρης ονειρεμένο ψωμί, θα βρεις στο γάλα την πιο απρόσμενη γεύση, ο ουρανός θα είναι αποκάλυψη και το ραδιόφωνο θα σε υποδεχτεί με γλυκές ειδήσεις, με φωνές αγαπημένες, εξυπνάδες ψαγμένες.

Αφήνω το κομμάτι να τελειώσει, το αφήνω να με ταρακουνήσει κι ας ξέρω ότι η υπόσχεσή του είναι αυτοτελής, ό,τι λέει το τηρεί τη στιγμή που το λέει. Το πιστεύει όσο εκφέρεται. Περιμένει να το γευτώ όσο κρατάει.

Ωστόσο κάπως διαπερνά τη μέρα η σταθερή προσήλωσή του στην ελαφράδα και τον ρυθμό, κάπως ελαφραίνουν τα πόδια.

Το επόμενο πρωί, ίδια ώρα, το ίδιο αέρινο βιολί κι ανάμεσά του οι παθιασμένες ανάσες του πιάνου. Διπλή επίδραση ελαφράδας.

Ευχαριστώ κυρία Βισβάρδη. Δεν το καθιερώνετε, κάθε μέρα στις 7, ίδιο βιολί να ξυπνά τα αεικίνητα που πρέπει να είμαστε;

Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2008

Μαχμούτ και Μπάρακ

 

Δεν με λένε πια Μαχμούτ, μου ανακοίνωσε ψύχραιμο το γειτονάκι μας, επτά χρόνων παιδί που μοιάζει μικρότερο. Το αλλάξαμε! Τώρα με λένε Κώστα! Ούτε καν Τάκη από το υποκοριστικό ελληνοποίησης: Μαχμούτ Μαχμουτάκη, ούτε καν Μάκη από την πρώτη συλλαβή, Κώστα για σιγουριά και ασφάλεια. Δεν τόλμησα να πω στο παιδί ή στους γονείς του να αφήσουν ήσυχο το όνομά του, όπως έκανε η νεαρή φίλη που ήταν μαζί μου.

Στην Ελλάδα θα ζήσουν, κατάλαβαν έγκαιρα ότι η ζωή θα είναι πιο εύκολη χωρίς εξωτικά ονόματα, και δη μουσουλμανικά. Όσο για τα ψυχικά τραύματα του παιδιού, θα τα λύσει όταν καζαντίσει. Ακόμα δεν μπορούμε εύκολα να δεχθούμε τους διαφορετικούς από εμάς.

Και έχουμε καταντήσει μανιακοί με τα ονόματα, όχι μόνο της Μακεδονίας και της Βόρειας Κύπρου, ή όλων αυτών των χωριών που άλλαξαν υποχρεωτικά στις αρχές του 20ού αιώνα και των εξοχών που ακόμα παλεύουν οι ελληνοπρεπέστεροι όλων ημών να αλλάξουν, αλλά και των μεταναστών. Για να δούμε, θα μπορέσουμε ποτέ να ξεπεράσουμε αυτό το στάδιο; Θα λειτουργήσει άραγε απελευθερωτικά η εκλογή του Ομπάμα, ή θα την αφομοιώσουμε και αυτή μέσα στον αντιαμερικανισμό μας πριν επωφεληθούμε από τις ευεργετικές ουσίες της; Θα ήταν κρίμα. Γιατί πέρα από το ποια πολιτική θα ακολουθήσει ο νέος πρόεδρος, το συμβολικό βάρος της εκλογής του θα μπορούσε να αλλάξει πολλά στο μυαλό των ανθρώπων, το γεγονός ότι είναι μιγάς, συνδυασμός δηλαδή χρωμάτων- και όχι μόνο-, ακόμα και το όνομά του, τόσο ελάχιστα αμερικανικό. Μπαράκ, φέρνει στον νου μπάρες, σύνορα και εμπόδια δηλαδή, που ωστόσο τα ξεπέρασε, σαν να σήκωσε άλλες μπάρες, εκείνες των πρωταθλητών βαρέων βαρών που κάποτε θαυμάζαμε. Εμείς θα περάσουμε καμιά μπάρα;

https://www.tanea.gr/2008/11/10/opinions/analwsima-maxmoyt-kai-mparak/

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2008

O κόσμος αλλάζει

 H λευκή γιαγιά του Ομπάμα πέθανε λίγο πριν ανοίξουν οι κάλπες. Ήταν η γυναίκα που τον είχε μεγαλώσει από τα 10 του, σύμφωνα με τις δικές της αρχές καταπώς είχε δηλώσει, αρχές μιας γυναίκας από το Κάνσας η οποία είχε δουλέψει πολύ σκληρά στη ζωή της και είχε στερηθεί διάφορες καταναλωτικές χαρές για το χατίρι του εγγονού της. Και μάλλον θα τον είχε πληγώσει όταν κάποτε δήλωσε, ίσως της ξέφυγε, ότι φοβάται καμιά φορά στον δρόμο όταν την προσπερνούν μαύροι άνδρες. Πάντως καλά τον διαχειρίστηκε τον φόβο της ο Ομπάμα, δεν του έκοψε τα πόδια. Κι εκείνη πάλι, ωραία τον πάλεψε και τον φόβο αυτόν και τις άλλες προκαταλήψεις που σίγουρα θα είχε, μεγαλώνοντας με στερήσεις το μαύρο εγγόνι. Δεν είναι οι άνθρωποι εκ γενετής άνετοι και γενναιόδωροι, δεν μεγαλώνουν με τα βασικά άρθρα περί ισότητας στην καρδιά τους, μπορούν να το παλέψουν ωστόσο, και με την πάλη αυτή αλλάζουν τον κόσμο. Γιατί υπάρχουν παππούδες και γιαγιάδες που δυσκολεύονται να δεχθούν τα εγγόνια τους από μεικτούς γάμους, αρνούνται να τα βάλουν με τις προκαταλήψεις τους, τις θεωρούν αιώνιες αλήθειες και καταδικάζουν μικρά παιδιά να μεγαλώνουν με μια απόρριψη που τα πληγώνει σε ανυπολόγιστο βάθος. Ο κόσμος αλλάζει όσο τον αλλάζει ο καθένας μόνος του, γύρω του όσο μπορεί, και μέσα του όσο αντέχει. Αν οι δυο αυτοί παππούδες, ο βετεράνος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και η κλητήρας που κατάφερε να γίνει διευθύντρια τράπεζας, είχαν μείνει κολλημένοι στους φόβους τους, ο κόσμος θα είχε μείνει πολύ πίσω. Ο κόσμος άλλαξε με τη στάση τους, με την υπέρβαση που έκαναν, όπως αλλάζει με την υπέρβαση που μπορούν να κάνουν όλοι όσοι τυχεροί έχουν την ευκαιρία.

https://www.tanea.gr/2008/11/05/opinions/analwsima-o-kosmos-allazei/

Τρίτη 4 Νοεμβρίου 2008

Είχε νόημα η ουτοπία;

Τώρα, σήμερα, εμείς περνάμε μια συνηθισμένη Τρίτη κι οι πολίτες των ΗΠΑ ζουν κάτι πολύ ξεχωριστό και πρωτόγνωρο, ομολογώ τους ζηλεύω. Μπορεί να έφτασαν εκεί που βρίσκονται από απελπισία, από την οικονομική κρίση και τα οκτώ χρόνια Μπους, αλλά το σοκολατί πρόσωπο της ελπίδας στις εκλογές αυτές θα πρέπει να τους δίνει φτερά. Και δίνει σε όλους μας φτερά. Μπορεί να μην κάνει θαύματα ο Ομπάμα αν βγει, πρέπει να τα βγάλει πέρα με την κατάσταση που θα βρει, η πραγματικότητα θα προσγειώσει σίγουρα πολλές προσδοκίες. Όμως η δική του εκλογή θα είναι το θαύμα. Μπορεί να μην είναι πια υπερδύναμη, οι ΗΠΑ, να μη ρυθμίζει ολομόναχη τις τύχες του πλανήτη, στο κάτω- κάτω αυτό ποτέ δεν συνέβη στ΄ αλήθεια, όμως ακόμα ό,τι συμβαίνει εκεί έχει μεγάλη επιρροή σε όλο τον κόσμο. Τα σύμβολα που παράγει μπολιάζουν κι αλλάζουν κάθε ανθρώπινο πλάσμα στη γη. Είναι μέγας παραγωγός εικόνων, πέρα από οτιδήποτε άλλο, εξάγει ιστορίες και παραμύθια, αλήθειες και ψέματα, ιδέες κάθε είδους, αριστουργήματα και ανοησίες περισσότερο από κάθε άλλη χώρα. Και με τον Ομπάμα απέδειξε ότι μπορεί να κάνει τις ιδέες πράξη. Κέρδισαν την πραγμάτωση των ιδεών τους οι Αμερικάνοι, κι αυτό το κέρδος το προσφέρουν στον κόσμο ολόκληρο. Δεν πήγαν τσάμπα οι νόμοι, οι θεσμοί, τα άρθρα για την ισότητα, δεν πήγαν χαμένοι οι αγώνες κατά του ρατσισμού. Είχαν δίκιο όσοι πίστεψαν στην ουτοπία της ισότητας, των ευκαιριών, στην πλήρη κατάργηση των διακρίσεων. Μπορεί όντως ένας μαύρος να γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ. Δεν έγινε σε μια μέρα, δεν ήταν στρωμένη με ροδοπέταλα η προσπάθεια, δεν αφορά όλον τον κόσμο, δεν έλυσε τα προβλήματα, δεν κατάργησε όλες τις διακρίσεις. Αλλά είχε περιεχόμενο, το απέδειξε, και συνεχίζει ακόμα.

https://www.tanea.gr/2008/11/04/opinions/analwsima-eixe-noima-i-oytopia/

Τετάρτη 17 Σεπτεμβρίου 2008

Ξένα ρούχα

Σαν να ήρθαν διακοπές στο σπίτι μου τουρίστες του Βορρά, γέμισαν τις ντουλάπες με ρούχα άχρηστα μέσα σ΄ αυτό το αιθαλοφθινόπωρο. Μανίκια και μπατζάκια, έννοιες ξεπερασμένες. Μόνο κελεμπίες τιραντέ σηκώνει το νέο κλίμα. Μεταναστεύει ο τροπικός, αντί για τους ανθρώπους. Δεν ξέρω αν φταίει το φαινόμενο του θερμοκηπίου, αλλά αν δεν είχε καεί η Πάρνηθα θα μπορούσαμε τουλάχιστον ψυχολογικά να στηριχτούμε. Θα μου πείτε, ποιος παρηγορείται με την Πάρνηθα; Μόνο κάτι τρελοί σαν εμένα. Γενικά οι Έλληνες δεν αγαπούν το βουνό, δεν τους αρέσει το περπάτημα, γιατί να τη φροντίσουν; Κι επίσης, αν ο Δήμος Αθηναίων τότε που κήρυξε την απαλλοτρίωση στον γειτονικό μας κήπο, την είχε όντως κάνει, θα ήταν αλλιώς το κλίμα πολλών τετραγώνων εδώ γύρω, ακόμα κι αν το φαινόμενο του θερμοκηπίου επιδεινωθεί και λειώσουν οι πάγοι. Αλλά ο δήμος δεν συνηθίζει να πληρώνει τις απαλλοτριώσεις, γιατί ποιος συγκινείται από τη βελτίωση της ζωής μερικών κατοίκων σε κάποια μικρή γειτονιά; Δεν έχει μαζική απήχηση. Κι αν κάποια στιγμή, έστω τη δεκαετία του ΄80, ή του ΄90, ή ακόμα και τώρα, έμπαιναν όρια στην κάλυψη οικοπέδων στο κέντρο της Αθήνας, πάλι θα μπορούσαμε λίγο να αναπνέουμε, έστω κι αν δεν ξεπεραστεί το πετρέλαιο σαν παγκόσμιο καύσιμο. Αλλά ποιος πολιτικός θα άντεχε να αντιμετωπίσει τέτοια λαϊκή αγανάκτηση; Πιο εύκολο να λες μεγάλα λόγια για την παγκόσμια κατάσταση, το φαινόμενο του θερμοκηπίου και τέτοια, παρά να τα βάλεις με τον μικροϊδιοκτήτη που θέλει να βγάλει το μάξιμουμ από το οικοπεδάκι του, έστω κι αν χρειαστεί να μετακομίσει κι αυτός αφού καταστρέψει τον γύρω χώρο. Έχουμε κινητικότητα ως λαός. Χαλάμε τη μια γειτονιά, πάμε σε καλύτερη. Από εμάς έμαθε και το κλίμα.

Τρίτη 16 Σεπτεμβρίου 2008

Η Ελλάδα από χαμηλά

Ανατριχιάζοντας ξεφυλλίζω το λεύκωμα με τις υπέροχες εικόνες της Ελλάδας από ψηλά. Τόσο ωραία, τα φλαμίνγκο πάνω από την αλυκή, τα οργωμένα χωράφια, οι διπλές αμμουδιές, τα χωριά των βουνών με τη γύρω φύση, τόσο ανυπεράσπιστα μέρες που είναι. Ειδικά τα πουλιά, τόσο ανύποπτα. Ποζάρουν χωρίς να το ξέρουν, δεν θα μάθουν ποτέ ότι ανήκουν στον τόπο αυτό που ονομάζουμε Ελλάδα. Ίσως να αισθάνονται ότι ζουν επικινδύνως, αλλά τη σημασία των λέξεων και των ονομάτων δεν θα τη μάθουν. Το όνομα Ελλάδα, ας πούμε, και τη λέξη «φιλέτο» με την οποία οι Έλληνες χαρακτηρίζουν τα ακριβά οικόπεδα. Σαν φλαμίνγκο πετά κι ο αναγνώστης πάνω από δάση και φαλακρές βουνοκορφές, πάνω από λίμνες (μοναστηριακές άραγε; μετόχια μήπως;) και ακρογιαλιές, κι από μικρά νησάκια. Πόση ομορφιά, πόσο νέα είναι όλα αυτά έτσι από ψηλά! Εδώ στα χαμηλά που ζούμε και στο καθημερινό περιβάλλον που συνηθίσαμε να αντικρύζουμε στο ύψος των ματιών, στην ασχήμια που μας καταπίνει δεν μπορούμε να φανταστούμε ότι από μακριά φαίνονται όλα διαφορετικά, τόσο ειδυλλιακά. Να μπορούσαμε να πετάμε και να βλέπουμε κι εμείς από ψηλά τα πάντα, πόσο διαφορετικά θα ήταν, πόσο ανώδυνα... Δεν χορταίνω να τα βλέπω, αλλά σαν να πετάω ήδη με πιάνει ζαλάδα και αναρωτιέμαι, τι είναι αυτά που βλέπω; Είναι παραλίες ή μήπως είναι φιλέτα; Είναι λόφοι και κόλποι και κάμποι, είναι κωμοπόλεις και χωριά, είναι δέντρα χιονισμένα ή ανθισμένα, είναι στέγες και ταράτσες, ή μήπως είναι μελλοντικά ανταλλάξιμα κομμάτια, ή αξιοποιήσιμα; Δεν είμαστε για πτήσεις αυτή την εποχή, ακόμα και των φτερών την αθωότητα την έχουμε χάσει.

Δευτέρα 15 Σεπτεμβρίου 2008

Κλέφτες παιδιών

Απίστευτο αλλά ναι, αληθινό. Η μικρή Σίλβια δεν ήταν η μικρή Σίλβια. Η μητέρα της που έλεγε διαρκώς ότι είναι φυσική της μητέρα, είναι όντως φυσική της μητέρα, και με τη βούλα του DΝΑ! Θα κάνει άραγε αγωγή για ψυχική οδύνη, που την κουβάλησαν εσπευσμένα στην Αθήνα, της έκαναν τεστ και δεν την άκουγαν καθόλου; Δεν κάνουν τέτοια οι λούμπεν άνθρωποι. Κι αν δεν ήταν το DΝΑ, τι θα γινόταν; Έχει ακόμα και την ελιά στο πρόσωπο, μιλάει ιταλικά, τα έχει όλα ίδια αυτή η πιτσιρίκα. Μπας και γελιέται το DΝΑ; Κάτι μέσα μας αρνείται να δεχτεί το άδοξο τέλος της ιστορίας. Η προκατάληψη ακόμα νικάει. Τόσο απλά πιστεύουμε αμέσως, οι Τσιγγάνοι κλέβουν παιδιά. Και όσοι μοιάζουν λούμπεν, μετανάστες, φτωχοί που περιφέρονται, βάζουν τα παιδιά τους να πουλάνε χαρτομάντιλα. Ποιος δεν λυπάται τώρα την οκτάχρονη που αντί να βρεθεί στην Ιταλία, σε μια καλύτερη ζωή, θα συνεχίσει να πουλάει χαρτομάντιλα;

Είναι όντως τραγικό να υποχρεώνουν οι γονείς τα παιδιά τους να δουλεύουν και μάλιστα τόσο σκληρά, αλλά άλλο αυτό κι άλλο να κλέβουν ξένα παιδιά και να τα αναγκάζουν να το κάνουν. Πότε συνέβη για τελευταία φορά να συλληφθεί Τσιγγάνος για κλοπή παιδιών; Έχουμε ακούσει τίποτα, ή είναι φανταστικό όλο το κατασκεύασμα; Εγώ προσωπικά θυμάμαι έναν λούμπεν τύπο γνωστό στη γειτονιά, χρόνια πριν, καθώς τριγυρνούσα αλλόφρων στο Πεδίον του Άρεως ψάχνοντας το δίχρονο γιο μου που του άρεσαν οι περιπλανήσεις και είχε εξαφανιστεί, να έρχεται με το παιδί στους ώμους. Τον είχε βρει στην Πατησίων, μου είπε, και τον παρέδωσε όλο καμάρι. Αλλά δεν μου μπήκε η ιδέα τότε ότι οι λούμπεν τύποι βρίσκουν παιδιά, ούτε και το διέδωσα όσο θα έπρεπε.


https://www.tanea.gr/2008/09/15/opinions/analwsima-kleftes-paidiwn/

Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2008

Αρωγός άνευ ευδοκιμήσεως

Κάθε Σεπτέμβρη, τη μέρα που ανοίγουν τα σχολεία, τα πρωτάκια χασμουριούνται. Τι να κάνουν τα καημένα, τα ξύπνησαν νωρίς, στέκονται και όρθια στον αγιασμό, ακούνε και διάφορα βυζαντινά, ο εγκέφαλός τους ζητάει επειγόντως οξυγόνωση και τα σαγόνια ανοίγουν. Κινδυνεύουν να χάσουν λόγια μεγάλων ανδρών που πηγαίνουν να εκκλησιαστούν μαζί τους την πρώτη μέρα του Δημοτικού, γύρευε γιατί. 

Εκεί στο σχολείο της Παιανίας που πήγε ο Πρωθυπουργός μπορεί να είχαν γλαρώσει και να μην άκουσαν αυτή τη συγκινητική του διαβεβαίωση, ότι η Πολιτεία θα είναι αρωγός στην εκπαιδευτική τους προσπάθεια. Ευτυχώς το επανέλαβαν πλειστάκις τα δελτία ειδήσεων, κι εμείς οι μεγαλύτεροι θυμηθήκαμε εκείνη την ιστορική αρωγή που μαζί με την ευδοκίμηση είχε χαλάσει κόσμο στο θέμα της Έκθεσης των Εισαγωγικών στα Πανεπιστήμια που μάλλον δεν λέγονταν τότε «Πανελλήνιες». Τότε υποστήριζαν πολλοί ότι τα παιδιά που τελείωναν το Λύκειο δεν ήξεραν τι θα πουν αυτές οι δύσκολες λέξεις. Είδατε λοιπόν πόσο πολύ έχουμε προοδεύσει ως λαός; Τώρα πια ξέρουν και οι μαθητές της Α΄ Δημοτικού, και μάλιστα πριν μπουν στην τάξη, τι θα πει αρωγός. Το έχουμε πει, έχουμε το πολιτιστικό πλεονέκτημα, τι τα θες, είναι στο DΝΑ. Οι γνώσεις περνάνε από γενιά σε γενιά, αφού εκείνα τα παιδιά του Λυκείου με την αρωγή μπορεί να είναι τώρα γονείς μαθητών Α΄ Δημοτικού. Αλλά και να μην κατάλαβαν πολύ καλά την έννοια (είναι και λίγο εξωπραγματική) σημασία έχει ότι έπιασαν το νόημα: 

στο σχολείο μαθαίνεις διάφορα ακαταλαβίστικα με βαρύγδουπο ύφος. Όσο πιο γρήγορα γίνει κατανοητό τόσο το καλύτερο, για να μπορεί και η Πολιτεία να κάνει τη δουλειά της. Ως αρωγός, βεβαίως. 
https://www.tanea.gr/2008/09/12/opinions/analwsima-arwgos-aney-eydokimisews/

Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2008

Το πεδίο με τα χρυσόβουλα. (Ή μήπως το παιδίο;)

Αυτό θα πει παράδοση παιδιά μου, ή μάλλον παιδία, αν ακόμα αναρωτιέστε τι έπρεπε να γράψετε στην Έκθεση. Βυζαντινά χρυσόβουλα που φέρνουν στο άβατο του Βατοπεδίου πολύ βατά και ακριβά οικόπεδα για εκμετάλλευση. Είναι σκληρό να ζεις μέσα στο άβατο των βάτων, γι΄ αυτό και το πεδίο με τα βάτα έγινε παιδίο μέσα στα βάτα. Κι όπως όλοι ξέρετε, τα παιδία κοστίζουν. Υπάρχει μία ακόμα εκδοχή για την ορθογραφική αλλαγή: το πεδίο θυμίζει την πέδη, που θα πει φρένο, και η έννοια αυτή δεν ταιριάζει σε μια μονή γεμάτη χρυσόβουλα. Γενικά το άβατο σε συνδυασμό με τα βάτα δημιουργεί ξέφρενες καταστάσεις. Εξάλλου δεν πρόκειται για πεδίο, για πεδιάδα, αλλά για όρος, άγιο μάλιστα, άβατο της περισυλλογής, γυναίκες απαγορεύονται, όχι παίζουμε, δύσβατη οδός αναζήτησης και δοκιμασίας. Εκεί οι άνθρωποι αποσύρονται από τα εγκόσμια, αν δεν το καταλάβατε. Γι΄ αυτό χρειάζονται για σουβενίρ των εγκoσμίων ακριβά ακίνητα, να εξασκούνται με τη γλυκιά νοσταλγία. Στερούνται τα πάντα οι καημένοι, εκτός από το φαγητό που είναι σαφές ότι παραμένει η μόνη τους απόλαυση. Το ράσο δεν κάνει τον παπά, αλλά κρύβει την κοιλιά. Εξάλλου θυμίζει κι αυτό παιδία, οι κρυμμένες κοιλιές είναι σαν να εγκυμονούν και ένα και δύο και τρία και τέσσερα παιδιά. Σκεφτείτε τι κινδύνους διατρέχουν οι μοναχοί διατηρώντας τέτοιες κοιλιές, πόσο κινδυνεύουν καθημερινά από εμφράγματα και εγκεφαλικά, κι όλα αυτά προς δόξαν της ορθοδοξίας και τη σωτηρία της ψυχής τους. Ρίγη συγκίνησης μας διαπερνούν μέρες τώρα, που μαθαίνουμε πόσο σπουδαία πράγματα οργανώνουν οι άξιοι συνεχιστές της αδερφικής πορείας κράτους και εκκλησίας. Εκκλησίας και κράτους μάλλον, είναι σαφές ότι ο αρχαιότερος θεσμός παραμένει ο ισχυρότερος, αυτός που υπηρετείται με πάθος. 

https://www.tanea.gr/2008/09/11/opinions/analwsima-to-pedio-me-ta-xrysoboyla-i-mipws-to-paidio/

Τετάρτη 10 Σεπτεμβρίου 2008

Ki υστερα ήρθαν οι μελιτζάνες

O σεμνός ήταν αυτός που μιλούσε από το βήμα. Ταλέντο ρητορείας, προικισμένη εκφορά λόγου, δοκιμασμένο θέαμα, μόνο που τόσο δοκιμάστηκε ώστε να αρχίσει να χάνει το γούστο του. Μπορεί να μην είναι συγκλονιστική ως Διεθνής Έκθεση η ΔΕΘ, αλλά ως ντόπια τελετή έχει αποκτήσει τη σημασία ενός ελληνικού Χαλοουίν, τουλάχιστον. Πάντα μας έλειπε μια φθινοπωρινή γιορτή. Κι ας είναι εντελώς αντίθετη από το Χαλοουίν, σοβαρή και γραβατοφερεμένη, τεχνολογική και οικονομίστικη, αν το καλοσκεφτείς όλα αυτά μαζί στο βάθος περιέχουν μεγάλη δόση τρόμου για πολύ κόσμο, πιο ισχυρού από αυτόν που πουλάνε τα πιτσιρίκια ντυμένα κακές μάγισσες το Χαλοουίν. Συμβολικά ήταν φορτωμένη όπως έπρεπε. 

Στο βήμα η σεμνότης, από κάτω η έλλειψη σεμνότητας: όλοι αυτοί οι διαδηλωτές που σπατάλησαν ένα σωρό ζαρζαβατικά για να δείξουν την αντίθεσή τους στον Πρωθυπουργό και στον λόγο του, σίγουρα δημιούργησαν ένα κλίμα γραφικό, ενδιαφέρον και πολύχρωμο, αν και κάπως υποτιμητικό για τα λαχανικά. Γιατί να θεωρείται σύμβολο αποδοκιμασίας η ντομάτα, η υπέροχη, ωφέλιμη, δροσερή και γεμάτη βιταμίνες, που μάλιστα ζει τη μεταβατική της εποχή, από εποχικό λαχανικό ετοιμάζεται να γίνει θερμοκηπίου και να ακριβύνει; Ευτυχώς οι διαμαρτυρόμενοι σκέφτηκαν και τις μελιτζάνες, πιο ανθεκτικές στις ρίψεις, πιο κρουστές, χτυπάνε αλλά δεν χαλάνε. Υπήρξε ένα περίσσευμα μελιτζάνας, ένα κονδύλι για πολιτικές μελιτζάνες, όπως δίνεται για αφίσες, για ντουντούκες, για πλακάτ. Όμως η μελιτζάνα έχει άλλη δυναμική. Στρώθηκαν στην άσφαλτο οι μελιτζάνες της διαμαρτυρίας κι αμέσως δημιουργήθηκε κάτι σαν τελετή λήξης: βρέθηκαν άνθρωποι που άρχισαν να σκύβουν και να τις μαζεύουν σε σακούλες πλαστικές. Χωρίς μιλιά, εντελώς άσεμνα αλλά εξαιρετικά ταπεινά, χωρίς ρητορεία, αλλά και χωρίς κουράγιο για διαμαρτυρία. 

Και δεν θα μάθουμε ούτε πώς τις μαγείρεψαν. 

Παρασκευή 5 Σεπτεμβρίου 2008

Θέατρο κατσάβραχων

Το φθινοπωρινό τοπίο της πόλης, οι καινούργιες της αφίσες, μας πληροφορεί ότι έρχονται ένα σωρό σπουδαίοι καλλιτέχνες να υποδεχτούν το φθινόπωρο στην Αθήνα. Ή να τραβήξουν περισσότερο το καλοκαίρι τους, θα τους είπαν ότι κάνει ζέστη και τα υπαίθρια θέατρα λειτουργούν ακόμα. Υπαίθρια θέατρα χαμένα στις υπώρειες των ορέων, Πέτρας το ένα, Βράχων το άλλο, υπάρχει και ένα Ρεματιάς; Σε μέρη άγνωστα ακόμα, αναδυόμενα, πρώην λατομεία, πρώην ποτάμια, πρώην βουνά, ανήκουν σε μια αστική γεωγραφία που επεκτείνεται μέχρι να βρει βράχο και να σταθεί. Μπορεί δηλαδή κάποιος άνθρωπος του κέντρου να ξεκινήσει για το Βράχων και να βρεθεί στο Πέτρας, που είναι ακριβώς στην άλλη άκρη της Αθήνας, κι άντε να γυρίσεις πίσω. Είναι ζωτικής σημασίας να πετύχεις τη σωστή πετριά με την πρώτη, γιατί ύστερα σου χρειάζεται μεγάλη ψυχική αντοχή να ταξιδέψεις σε άγνωστες γειτονιές με περαστικούς που πρώτη φορά ακούνε ότι το λατομείο έχει γίνει θέατρο, να παρκάρεις σε χωράφια σηκώνοντας σύννεφα σκόνης όταν τελικά το βρεις, κι ύστερα να την αναπνεύσεις κιόλας. Οπότε θα πρέπει να δεις αριστούργημα για να αποζημιωθείς. Ήδη ο Λυκαβηττός με την ανηφόρα του μας δυσκόλευε ως φιλοθεάμον κοινό, αλλά τουλάχιστον ξέραμε τον δρόμο. Πάλι καλά που υπήρξε κι εκεί νταμάρι κάποτε κι απέκτησε η νεώτερη Αθήνα ένα υπαίθριο θέατρο. Αλλιώς θα είχε μείνει με το ρωμαϊκό της, το Ηρώδειο, αφού ποτέ δεν περίσσεψε στην ακριβή της χωροταξία τίποτα μεγαλύτερο από θερινό σινεμά. Το κακό είναι ότι αμέσως μετά άρχισε η αποκέντρωση στην εξόρυξη πέτρας. Οπότε, οι μόνες ελπίδες για νέα μεγάλα υπαίθρια θέατρα είναι τα λατομεία της Πεντέλης και του Μαρκόπουλου.

Δευτέρα 1 Σεπτεμβρίου 2008

Αυγουστος αυτοκράτορας

Φρόνιμος και συνεργάσιμος ο Αύγουστος φέτος, ήρθε Παρασκευή, τελείωσε Κυριακή, τακτικότατος. Να μην αναστατώσει τους αδειούχους, να βοηθήσει να οργανωθούν, τόσο που πέρασε μια έννοια της τάξης μέσα στην επαφή τους με τη θάλασσα, αυτή την καλοκαιρινή, την ανώδυνη, τους έκανε να πιστέψουν βαθιά ότι τη δικαιούνται. Δόθηκαν ανεπιφύλακτα στην απόλαυσή της, λες και μπορεί κανείς να ξεχνά τα σοβαρά αυτού του κόσμου ατιμωρητί και να κυκλοφορεί επί ώρες με μαγιό και με παρεό όχι μόνο παρά θιν΄ αλός, αλλά και μέσα σε στενά αλλοτινών πόλεων, που υπήρξαν μάλιστα οχυρωμένες και κρυμμένες στα βουνά για τον φόβο των πειρατών. Κι εκεί όπου κυκλοφορούσε ο φόβος των πειρατών, να κυκλοφορεί αεράκι και να σηκώνει τα παρεό και να δροσίζει τις επιδερμίδες που έχουν μαυρίσει εντατικά όλο το πρωί κάτω από την προστασία αντηλιακών. Αύγουστος απατηλός. Σαν να μην υπήρξαν ποτέ πειρατές και σαν να μην υπήρξε ποτέ ούτε χειμώνας, ούτε κρύο, ούτε λειψυδρία και σκολιώσεις νεαρών κοριτσιών που κουβαλούσαν το νερό από τη βρύση. Όλα εύκολα να τα προσφέρει, σύκα δωρεάν πάνω από ξερολιθιές, και μύγδαλα ακόμα που μόλις ωρίμασαν, και πρώιμα καρύδια, όλα γενναιόδωρα, σαν να μην έχει εφευρεθεί το εμπόριο. Κάποιες μακρινές ειδήσεις προσπάθησαν να πικράνουν τις γεύσεις, σημαίες με δικέφαλους αετούς, Λερναία Ύδρα τελικά αυτός ο δικέφαλος, άπειρα τα κεφάλια του, αλλά ακόμα η ανάλυση της κατάστασης- αναγνώριση, απόσχιση, νεκροί, πρόσφυγες, πόλεμος ψυχρός μετά τον θερμό που έγινε Αύγουστο, φυσικά- όλα αυτά μπορούν να περιμένουν. Μόνο σε ένα μας ξεγέλασε ο ημίγυμνος Αύγουστος, φαινόταν ατελείωτος και τελείωσε, φαινόταν αραχτός αλλά βιαζόταν, τελείωσε πριν να το καταλάβουμε, έφυγε χωρίς αποχαιρετισμούς, σιχαίνεται τα δάκρυα, μην τον είδατε. Ο άτιμος. 
https://www.tanea.gr/2008/09/01/opinions/analwsima-aygoystos-aytokratoras/

Παρασκευή 1 Αυγούστου 2008

Aύγουστος ανελέητος

Eiναι μυστήριο το γιατί όλος ο κόσμος κάνει διακοπές τον Αύγουστο. Υποτίθεται ότι υπάρχει κάποια ελευθερία επιλογής στην περίοδο που θα πάρεις άδεια, και όλοι χρησιμοποιούν αυτή την ελευθερία για να επιλέξουν τον ίδιο άχαρο μήνα. Τον Αύγουστο η μέρα έχει αρχίσει να μικραίνει, το καλοκαίρι να κουράζεται, φυσάνε αδιάκοπα βοριάδες, η θάλασσα είναι δύσκολη και στο κολύμπι και στην πλεύση. Κάνει λιγότερη ζέστη, αλλά λόγω του αέρα είναι πιο επικίνδυνη εποχή για πυρκαγιές. Όλα τα πεύκα που ξεράθηκαν καλά καλά τον Ιούλιο κινδυνεύουν να καούν τον Αύγουστο και γενικά οι συνθήκες είναι μάλλον ακραίες. Αλλά επιμένουν όλοι να κατεβάζουν ρολά, να αναχωρούν, οπότε η μόνη εξήγηση που υπάρχει είναι ότι δεν αντέχουν να μείνουν μόνοι ούτε και για έναν μήνα ή λιγότερο. 

Έχουν συνηθίσει τον υπερπληθυσμό της πόλης, αν φύγουν Ιούλιο θα νιώσουν μοναξιά στα μικρά ήσυχα μέρη των διακοπών, ενώ τον Αύγουστο έχουν το μάξιμουμ των πιθανοτήτων να συναντήσουν κι άλλους αδειούχους. Παρ΄ όλα αυτά, γκρινιάζουν διαρκώς ότι οι ταβέρνες βάζουν χάλια ντομάτες στη χωριάτικη, τις οποίες εισάγουν από το Βέλγιο, πως οι τηγανητές πατάτες είναι προτηγανισμένες από το σούπερ μάρκετ, γιατί δεν προλαβαίνει το προσωπικό να εξυπηρετήσει την αυξημένη πελατεία και ότι δεν βρίσκουν χώρο να απλώσουν στην παραλία την πετσέτα τους. Θα πρέπει να είναι ο ευρωπαϊκός ιμπεριαλισμός, επειδή εκεί κάνει ζέστη τον Αύγουστο, τους ακολουθούμε κι εμείς, που θα έπρεπε να αρχίζουμε Ιούνιο να ξεκουραζόμαστε και Αύγουστο να συμμαζευόμαστε. Ακόμα μία εξάρτηση από τα ευρωπαϊκά πρότυπα, για την οποία φταίει ο εκσυγχρονισμός και οι παραφυάδες του, να το συμπέρασμα. Παίρνω άδεια κι εγώ και εύχομαι καλές διακοπές. Συνεπής οπαδός του εκσυγχρονισμού, δυστυχώς. 
https://www.tanea.gr/2008/08/01/opinions/analwsima-aygoystos-aneleitos/

Πέμπτη 31 Ιουλίου 2008

Ό Αυστραλός είναι νεκρός

Κλινικά νεκρός. Το «κλινικά» το κάνει να ακούγεται ελαφρύτερο, διότι καταλαβαίνετε, νεκρός ένας νεαρός 20 ετών, είναι βαρύ. Αν και στο μονόστηλο ο θάνατός του αναφέρεται ως θάνατος αλλοδαπού, κι ελαφραίνει ακόμα περισσότερο από το «κλινικά». Καθ΄ ότι αλλοδαπούς λέμε εμείς τους ανεπιθύμητους, που έρχονται με τα πλοία παράνομα από την Τουρκία και στοιβάζονται στα νησιά, οπότε ένας λιγότερος, δύο λιγότεροι, είναι συνηθισμένο. Χάνονται στον δρόμο μερικοί, είναι στο πρόγραμμα η φύρα. Αλλά αυτός ο αλλοδαπός είναι Αυστραλός, δυστυχώς. Και μάλλον δεν ήρθε από την Τουρκία παράνομα, το δε νησί όπου έπεσε κλινικά νεκρός δεν είναι η Σάμος με το στρατόπεδο προσφύγων, ούτε η Λέρος, ούτε καν η Λέσβος, αλλά η Μύκονος, αν είναι δυνατόν. Φαίνεται ότι ο αλλοδαπός αυτός ήταν τουρίστας, που είχε πάει σε νυχτερινό κέντρο στη Μύκονο, κι απλώς δεν άρεσε η φάτσα του στους μπράβους. Τον λιάνισαν οι σεκιουριτάδες τον μικρό, αστυνομικοί ιδιωτικοί λέγονται επίσης και σχεδιάζεται να οπλοφορούν, διότι καμιά φορά δεν χτυπάνε αρκετά δυνατά με τα ρόπαλα. Τι να σου κάνουν και τα ρόπαλα όταν ανεβοκατεβαίνουν σε στιβαρά κεφάλια εικοσάχρονων; Κινδυνεύουν και να σπάσουν. Πάντως φαίνεται ότι εκεί στην Αυστραλία δεν τους ταΐζουν καλά, διότι το συγκεκριμένο εικοσαετές κεφάλι έσπασε- κλινικά πάντα- και ο θάνατος επήλθε. Τον πέρασαν, λέει, οι μπράβοι για κλέφτη, και μπορεί ο νόμος να λέει ότι για την κλοπή δεν ισχύει ποινή θανάτου, αλλά πού να το ξέρουν οι σεκιουριτάδες; Νομική τελείωσαν; Αυτοί να χειρίζονται όπλα ξέρουν, για τα υπόλοιπα ας βγάλει άκρη το διπλωματικό σώμα με την πρεσβεία της Αυστραλίας. Κρίμα πάντως να μην κάνουν οι άλλοι αλλοδαποί, αυτοί που πρέπει να τρώνε τις ροπαλιές, τουρισμό στη Μύκονο, και να μπλέκεται κανείς έτσι...

Τετάρτη 30 Ιουλίου 2008

Στη γιορτή της Δημοκρατίας

Μερικοί χαρακτήρισαν επικοινωνιακό κόλπο του Τσίπρα την εμφάνιση της νεαρής Καντίτζας στο Προεδρικό Μέγαρο, στη γιορτή για τη Δημοκρατία. Προφανώς, επειδή η παρουσία της απευθύνει στη Δημοκρατία ένα ευθύ μήνυμα. Έχει γεννηθεί και έχει μεγαλώσει στην Ελλάδα, έχει πάει σχολείο στην Αθήνα, έχει τρέξει στους δρόμους της πόλης αυτής, μιλά τη γλώσσα της, δουλεύει, ζει, ερωτεύεται και ονειρεύεται σε αυτή την πόλη, σε αυτή τη χώρα. Και η χώρα αυτή δεν τη θεωρεί πολίτη της. Δεν είναι Αφρικάνα, όπως έγραψαν οι εφημερίδες, είναι Αθηναία. Και στο πρόσωπό της, στο πρόσωπο όλων των συμπολιτών και συνανθρώπων μας που ζουν εδώ και η Πολιτεία αρνείται να τους θεωρήσει υπηκόους της- υπακοή ζητά, υπηκοότητα δεν δίνει- η Δημοκρατία θίγεται και αμφισβητείται. Είναι αντιδημοκρατικός ο ελληνικός νόμος περί ιθαγένειας. Θεωρεί Έλληνες μόνο όσους γεννηθούν από έναν τουλάχιστον Έλληνα γονιό. Χιλιάδες νέους που γεννήθηκαν εδώ δεν τους έχει απλώς ως β΄ κατηγορίας πολίτες, δεν τους έχει καν ως πολίτες. Πάνε σχολείο, ευτυχώς εκεί υπάρχει λογική, πληρώνουν φόρους, αλλά δεν παίρνουν υπηκοότητα. Είναι χειρότερος από αντιδημοκρατικός αυτός ο νόμος, είναι ρατσιστικός. Αναφέρεται καθαρά στην ξεπερασμένη έννοια της ράτσας. Θα έπρεπε ο Δικηγορικός Σύλλογος να έχει κηρύξει απεργία επ΄ αόριστον για να ξεκουνήσει τον συντηρητικό νομοθέτη. Είναι ένας νόμος που μας προσβάλλει όλους. Με αυτή την έννοια, ίσως ήταν έλλειψη τακτ να προσκληθεί στη γιορτή της Δημοκρατίας μία κοπέλα που η Δημοκρατία μας θέλει να αγνοεί. Αλλά, από την άλλη μεριά, ήταν δείγμα εμπιστοσύνης στη Δημοκρατία. Η οποία οφείλει να επανορθώσει τάχιστα αυτό το μεγάλο λάθος που αμαυρώνει την εικόνα της και του χρόνου να γιορτάσει με μερικές χιλιάδες νέους πολίτες της. Στο Σύνταγμα, για να χωρέσουν.

Τρίτη 29 Ιουλίου 2008

Ευτυχώς ξεχνάμε

Πώς τα καταφέρνει η Σερβία; Γιατί εμείς εδώ, δυσκολευόμαστε. Ως σύμμαχοι και αδερφοί ορθόδοξοι, που κάποτε αφεθήκαμε να πάρουμε θέση με ενθουσιασμό σε έναν εμφύλιο τον οποίο δεν καταλαβαίναμε. Θυμάμαι ακόμα μια φωτογραφία του Σαββόπουλου με τον Κάρατζιτς αγκαλιά, τη θυμάμαι ακριβώς επειδή δεν την είχα καταλάβει. Η λεζάντα δεν εξηγούσε τι δουλειά είχε ο Σαββόπουλος με έναν πολέμαρχο, ούτε γιατί χαμογελούσε πλατιά. Ίσως ήθελε να πει ότι στους πολέμους παίρνουμε μέρος, δεν καθόμαστε να κοιτάμε ουδέτερα, κι οι Έλληνες ανεπισήμως σε εκείνον τον πόλεμο είχαν πάρει το μέρος των Σέρβων χωρίς να εξετάζουν λεπτομέρειες. Αγαπούσαν τους Σέρβους γι΄ αυτό που ήσαν, ή που νόμιζαν ότι ήσαν, όχι για όσα έκαναν. Επισήμως η Ελλάδα είχε άλλη πολιτική, κι αυτό έκανε πολλούς Έλληνες να νιώθουν πικραμένοι. Κι η επίσημη Ελλάδα δεν εξηγούσε γιατί είχε άλλη πολιτική, όπως απέφευγε να εξηγεί τόσα. 

Χρειάζονται ενέργεια οι εξηγήσεις, που δεν είχε, χρειάζονται εκπαίδευση. 

Τώρα που συνελήφθη ο Κάρατζιτς, δεν είναι ότι επικρατεί το δίκαιο και διώκονται στ΄ αλήθεια τα εγκλήματα πολέμου, γράφουν ορισμένοι αρθρογράφοι, αλλά ότι νικήθηκε και υφίσταται τις συνέπειες της ήττας. Δεν έχουν άδικο. Αλλά αν η πλευρά Κάρατζιτς και οι Έλληνες που την υποστήριζαν θεωρούν ότι οι σφαγές αμάχων και οι εθνοκαθάρσεις είναι κάτι αποδεκτό στον πόλεμο, ενώ η άλλη πλευρά το θεωρεί απαράδεκτο, το έχει ονομάσει έγκλημα, ίσως αξίζει τον κόπο να ξανασκεφτούν και οι Έλληνες υποστηρικτές του με ποιου το μέρος είναι. Μήπως τελικά έχει σημασία το ότι η πολιτισμένη ανθρωπότητα ορίζει κάποια πράγματα ως «εγκλήματα πολέμου» και δεν πιστεύει ότι ο πόλεμος επιτρέπει τα πάντα. Οι Σέρβοι πάντως αυτό αποφάσισαν, φαίνεται. 
https://www.tanea.gr/2008/07/29/opinions/analwsima-eytyxws-ksexname/

Δευτέρα 28 Ιουλίου 2008

Περασμένα κτήματα

Σαν υπόκωφος βρασμός στα σωθικά της τυραννισμένης πόλης, η δουλειά για το Κτηματολόγιο συνεχίζεται. Γέροι και άλλοι αναξιοπαθούντες στήνονται καρτερικά στην ουρά των τραπεζών, μετά στα γραφεία του Κτηματολογίου, ακόμα και τα φωτοτυπάδικα έχουν δουλειές με φούντες στο κατακαλόκαιρο. Ε, να μην αρνηθούμε τις κτήσεις και τις κατακτήσεις μας, με ιδρώτα τις αποκτή- σαμε, με ιδρώτα τις καταγράφου- με. Μπορεί γι΄ αυτό να το όρισαν στην περίοδο της ζέστης, συμβολικά. Πολύ ψυχολόγοι οι γραφειοκράτες μας. Υπάρχουν μερικοί που ζητάνε κατανόηση και κάθονται να περιμένουν στις καρέκλες, όσοι έχουν άσπρα μαλλιά έχουν κατακτήσει το προνόμιο, έστω κι αν τους το παραχωρούν οι άλλοι με μεγάλο ζόρι. Οι γυναίκες παραδέχονται πιο δύσκολα την ηλικία τους, αλλά αν το κάνουν, όπως αυτή η ασπρομάλλα με τα λαμπερά μάτια που βρέθηκε σε μια καθιστή παρέα συνομήλικων ανδρών, αφήνονται στην ευχαρίστηση αυτή με πάθος. Τα μάτια της λάμπουν επειδή θυμάται την ίδια αυτή γειτονιά, που βασανιστικά καταγράφεται, όπως ήταν χρόνια πριν, αλλά τότε κανείς δεν είχε την πρόνοια να την καταγράψει. Θυμάται σπίτια με κήπους και αυλές, όπου κατάβρεχαν το απόγευμα και δρόσιζε, περιγράφει κεραμικά στολίδια σε στέγες και ζωγραφισμένα αετώματα σε σπίτια μικροαστικά που παρίσταναν κάτι άλλο, αλλά όχι για καιρό: γρήγορα χρειάστηκε να γκρεμιστούν, να γίνουν πολυκατοικίες, να πάρει κάθε παιδί ένα κομμάτι περιουσίας. Δεν ήταν μόνο η ασπρομάλλα νέα τότε και ωραιότερη, ήταν και η γειτονιά καλύτερη, πιο δροσερή, πιο ανεβασμένη κοινωνικά, πιο αγαπημένη από τους κατοίκους της. Αλλά όλα αυτά δεν καταγράφηκαν ποτέ, σε κανένα κτηματολόγιο. Πάνε καλιά τους, από το φτενό χώμα της Αττικής είναι σαν να ξεφύτρωσαν απευθείας οι πυκνές πολυκατοικίες που τους έλαχε η τιμή να καταγράφονται, λες και δεν υπήρξε πριν από αυτές τίποτα να κατοικήσει κανείς.

https://www.tanea.gr/2008/07/28/opinions/analwsima-perasmena-ktimata/

Παρασκευή 25 Ιουλίου 2008

Καλοκαιρνό διάβασμα

Φταίνε οι κακές συνήθειες, το καλοκαιρινό διάβασμα. Πώς μου ήρθε και άπλωσα το χέρι σε ένα βιβλίο του Γιώργου Ιωάννου, τι παράξενη καλοκαιρινή επιθυμία ήταν κι αυτή; Όπως σε πιάνει καμιά φορά λιγούρα για παστό ή για κάτι πολύ γλυκό με σοκολάτα, το απόγευμα, κάτι ανεξήγητο τέλος πάντων. Κι εκεί που διάβαζα προσπαθώ- ντας να νυστάξω κάτω από το αεράκι του ανεμιστήρα και να χαλαρώσει λίγο το βασανισμένο μου κορμί, πέφτω στην εξής φράση: 

«Έμενε στη γειτονιά και μια Σλαβομακεδόνισσα...». 

Μπα, από τη νύστα θα είναι λέω, κάνουν τα μάτια μου πουλάκια. Κοιτάζω το ταβάνι, ο ανεμιστήρας ανακατεύει τη ζεστή ατμόσφαιρα του δωματίου. Ξανακοιτάω το βιβλίο, η φράση είναι ακόμα εκεί. Κάτσε, λέω, πώς την έπαθε έτσι ο μακαρίτης; Δεν το ήξερε ότι δεν υπάρχουν αυτοί οι άνθρωποι οι λεγόμενοι «Σλαβομακεδόνες» και νυν πλέον «Μacedonians» παγκοσμίως, χάρη στις άοκνες ελληνικές προσπάθειες, για απλοποίηση όλων των γλωσσών (εκτός από τη δική μας που την στραμπουλάμε όλο και περισσότερο με Πουγουδουμού, ψευδοκράτη, ψευδομουφτήδες και άλλα περίπλοκα, αλλά εμάς αυτά δεν μας φοβίζουν, είμαστε λαός των μεγάλων λέξεων, των ωραίων και των αληθινών, έστω κι αν έχουν συνθετικό το ψεύδος); Αλλά, πάλι, ο Ιωάννου πέθανε τον χειμώνα του ΄85, ίσως τότε να υπήρχαν ακόμα, να είχαν ξεμείνει μερικοί στη Θεσσαλονίκη, ένα είδος υπό εξαφάνιση, κάτι σαν τα πάντα στην Κίνα... 

ποιος ξέρει; Ανακατωσούρας ο καημένος κι είχε τόση φιλοπατρία, πού να ήξερε ότι χρησιμοποιούσε μερικά χρόνια πριν λέξεις που επρόκειτο να εκλείψουν μαζί με ανθρώπους που δεν υπάρχουν, η λογοτεχνική φαντασία δεν φτάνει τις περιπλοκές τής πραγματικότητας. Ας διαβάσω καλύτερα κανένα αστυνομικό, ίσως ονειρεύομαι, σαν τη κυρά αυτή, τη Σ.......σα, η οποία έβλεπε όνειρα στο συγκεκριμένο διήγημα. 
https://www.tanea.gr/2008/07/25/opinions/analwsima-kalokairino-diabasma/

Τετάρτη 23 Ιουλίου 2008

Πέτρα και πανί

Το φεγγάρι μοιάζει να κρέμεται από το ψηλό κατάρτι του ιστιοφόρου στο μικρό νησιώτικο λιμάνι. Όπως κάθε φορά που βλέπουμε όμορφο σκαρί, στεκόμαστε να το θαυμάσουμε και τα αγόρια της παρέας υπολογίζουν μήκος και ύψος. Πάντα θαυμάζω τα αγόρια της παρέας, όταν κάνουν τέτοιους υπολογισμούς. Επιπλέον, βρίσκουν το σωστό αποτέλεσμα, πράγμα που ίσως βοηθάει να ονειρεύεται κανείς ταξίδια εναλλακτικά, με την ενέργεια του αέρα, μέρες ολόκληρες στη θάλασσα με το δέρμα να ψήνεται, τα μαλλιά να ξανθαίνουν... Τι καλέσματα φυγής τα γραφικά λιμανάκια, με τις σημαίες ιστιοφόρων να προκαλούν, με λυγερούς ανθρώπους από μέρη μακρινά να κυκλοφορούν σε στενά καταστρώματα και μαδέρια, να πατάνε το πόδι στο ίδιο μουράγιο που έφτασες κι εσύ με το πλοίο της γραμμής και να κάθονται στο ίδιο ουζερί για μεζεδάκια. Μόνο που η θάλασσα δεν φαίνεται, διπλή σειρά πολυτελών αυτοκινήτων σε θηριώδη μεγέθη έχουν παρκάρει κολλητά και εμποδίζουν το πάντα επίκαιρο θέαμα του φεγγαριού όταν καθρεφτίζεται στα νερά. Ίσως είναι καλύτερα έτσι, να μη γινόμαστε πολύ ρομαντικοί, μετά η επιστροφή δημιουργεί νευρικό κλονισμό. Το νησί έχει γεμίσει πέτρινα εξοχικά, δεν ξεχωρίζουν καθόλου στο τοπίο, ας είναι καλά οι Αλβανοί μαστόροι που δούλευαν ακόμα την πέτρα την εποχή που οι Έλληνες μπορούσαν να αποκτούν μαζικά δεύτερη κατοικία. Τα πανιά και τα κατάρτια σε καλούν σε περιπέτειες, η αρμολογημένη πέτρα σε καλεί σε εγκατάσταση. Υπέροχα νησιά των αντιφάσεων. Δεν προλαβαίνουμε να διαλέξουμε, μπαίνουμε ξανά σειρά στο πλοίο της γραμμής και πίσω στον φούρνο.

Δευτέρα 21 Ιουλίου 2008

Αναχωρήσεις

Στην αποβάθρα, κάτω από τον καυτό ήλιο, στεκόμαστε οι ταξιδιώτες μέσα σε ευλαβική σιγή. Οι υποψήφιοι ταξιδιώτες θα έπρεπε να πω. Φυσάει τόσο δυνατά και είναι τόσο γυμνή η προβλήτα, τόσο πολύ κουνιούνται τα υπόστεγα και βροντοχτυπάνε, τόσο αυστηρό ύφος έχουν οι λιμενικοί, να είναι λιμενικοί; Κάτι πολύ σπουδαίο είναι στα σίγουρα, δίνουν παραγγελίες χωρίς να μας κοιτούν, συνοφρυωμένοι, θυμωμένοι σχεδόν που τους ενοχλούμε θέλοντας να χρησιμοποιήσουμε το καράβι τους για να πάμε στα νησιά. 
Αλλά μήπως φταίμε εμείς γι΄ αυτό; Μας παρέσυρε παιδιόθεν η ποίηση, Ελύτης, Γκάτσος, βάλε και τον Καζαντζάκη προηγουμένως με τη διαβεβαίωση ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερη ευτυχία από το να ταξιδεύεις στο Αιγαίο. Θα είχε πει και για το Ιόνιο, δεν μπορεί. Υπάρχει διάχυτος ένας φόβος, θα μας πάρει το καράβι; Θα μας χωρέσει; Πληρώσαμε τα εισιτήρια διπλάσια από όσο είχαμε δώσει την τελευταία φορά, αλλά αυτό δεν είναι εγγύηση. Μάλλον ανασφάλεια μάς προκαλεί, φτάνουν τόσα; Μήπως πρέπει να προσφέρουμε κάτι ακόμα, μια εγγύηση, ένα βιογραφικό, ότι είμαστε καλοί άνθρωποι, δεν έχουμε κακό σκοπό ταξιδεύοντας. Μη μας βλέπετε σαν πειρατές, άλλαξαν οι καιροί και οι αιώνες, σκοπεύουμε να τιμήσουμε τις ταβέρνες, να πληρώσουμε τα μπαρμπούνια στην τιμή που θα μας ορίσουν, ομοίως και τη χωριάτικη. Αφήστε μας να ανέβουμε στο πλοίο. Θα εκτελέσουμε όσο καλύτερα μπορούμε την άσκηση παρκαρίσματος μέσα στην κοιλιά του φεριμπότ με τον άγριο παρκαδόρο να δοκιμάζει τις ικανότητές μας στο απαλό άγγιγμα της λαμαρίνας του διπλανού χωρίς να τη γρατζουνίσουμε. Θα βολευτούμε όπως όπως στα σαλόνια και στα αλώνια του καταστρώματος. Θα είμαστε προσεκτικοί και φρόνιμοι. Και δεν θα το ξανακάνουμε, το υποσχόμαστε. Ίσως αυτό να είναι η μόνη λύση. 

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2008

Στο περιθώριο

Εφόσον όλα τα ναρκωτικά είναι παράνομα, οι άνθρωποι που τα χρησιμοποιούν ζουν στο περιθώριο της κοινωνίας η οποία ρυθμίζεται από νόμους. Τους βλέπουμε κάθε μέρα δίπλα μας, στον πεζόδρομο της Τοσίτσα, στην πλατεία Θεάτρου, οπουδήποτε. Το βλέμμα μας προσπαθεί να τους αποφύγει, όπως οι νόμοι αποφεύγουν χωρίς προσπάθεια να αντιμετωπίσουν την ύπαρξή τους. Για τους νόμους μας οι άνθρωποι αυτοί δεν υπάρχουν. Στον παράλληλο κόσμο τους φτιάχνουν δικούς τους νόμους. Είναι το προνόμιο της αναρχίας, που σου εξασφαλίζει η πλήρης απαγόρευση. Όπως η Μαφία τον καιρό της ποτοαπαγόρευσης. Έτσι, εμείς έχουμε νόμους που έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια επεξεργασίας και επιστήμης, κι ίσως δεν είναι οι καλύτεροι δυνατοί, αλλά όσο να ΄ναι κάποια σοφία, κάποια γνώση παλιά και σύγχρονη, κάποια επιείκεια, κάποια ανθρωπιά έχουν ενσωματώσει. Κι εκείνοι έχουν νόμους που τους φτιάχνουν άνθρωποι σαν αυτόν τον έμπορο ο οποίος έστειλε τους πελάτες του να τιμωρήσουν τον κλέφτη με λιθοβολισμό στην Πάρνηθα. Φτάνει λοιπόν κάποια στιγμή που η βαρβαρότητα πρέπει να μας κάνει να το ξανασκεφτούμε. Οφείλει να μας κάνει. Γιατί, τι αξία έχουν οι επίσημοι, οι τόσο δουλεμένοι κι επικυρωμένοι κι επιστημονικοί μας νόμοι, αν αφήνουν στο περιθώριό τους έναν ολόκληρο κόσμο που ξεκινάει να βάζει τους δικούς του από αρχής της ανθρωπότητας και καθιερώνει τιμωρίες και αμοιβές πιο πρωτόγονες και σκληρές από του Ασουρμπανιπάλ; Κάτι δεν πάει καλά και στο δικό μας σύστημα, κάποια παράλειψη κάνουμε ως έννομη κοινωνία. Αυτό το περιθώριο που δημιουργούν οι απαγορεύσεις μάς κλείνει μάτια κι αυτιά, αλλά ώς πότε; Δεν είναι μόνο η απειλή για όσους μπλέκουν που πρέπει να μας κινητοποιήσει, είναι η ίδια η έννοια των νόμων και της ανάγκης τους που κινδυνεύει από αυτή τη στάση.

Παρασκευή 11 Ιουλίου 2008

Άσπρα φανάρια

Στην οδό Φυλής είναι δύσκολο να περάσεις, πεζός ή εποχούμενος. Ο δρόμος είναι στενός, στα ακόμα πιο στενά πεζοδρόμια παρκάρουν αυτοκίνητα. Τα σπίτια με τη γυμνή λάμπα, μίζερη εξέλιξη του κόκκινου φαναριού, είναι παλιά, παρατημένα, ετοιμόρροπα. Πολλά έχουν αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, αν τα κοιτάξει κάποιος με ψυχραιμία, αλλά το κυριότερο, για τον διερχόμενο, είναι να σιγουρευτεί ότι δεν θα γκρεμιστούν στο κεφάλι του όταν περπατάει από κάτω. Και φυσικά, στο περιβάλλον αυτό τα σκουπίδια ανθούν και συσσωρεύονται, αιώνια παρατημένες σακούλες, βρώμα και δυσωδία. Το όλο ντεκόρ προφανώς συντηρείται για να ενισχυθεί το αίσθημα ενοχής του πελάτη των πορνείων κι ακόμα περισσότερο η κοινωνική απαξίωση απέναντι στις επαγγελματίες που εκδίδονται. Μη τυχόν και ξεχαστούν, και νομίσουν ότι επιτελούν κοινωνικό έργο ή κάτι τέτοιο. Υπάρχουν πολλοί φιλοσοφούντες που αναλύουν την καλλιέργεια αισθημάτων ενοχής στην κουλτούρα των καθολικών και των πουριτανών, αλλά η σύγχρονη αθηναϊκή υποκρισία έχει μείνει πίσω ως αντικείμενο ανάλυσης. Οι ιερόδουλες, όπως το λέμε σε κομψή δημοσιογραφική γλώσσα, βγήκαν προχτές με καύσωνα στους δρόμους της Αθήνας να διαμαρτυρηθούν για τον νόμο που τις περιορίζει ακόμα περισσότερο, φορώντας φερετζέ. Να μην τις γνωρίσουν οι γνωστοί από την τηλεόραση, ίσως και οι συγγενείς τους; 

Δύσκολο να διεκδικείς οτιδήποτε με καλυμμένο πρόσωπο, έχοντας ενσωματώσει την καταδίκη που σου απαγγέλλουν. Κινδυνεύεις να τη δικαιώσεις, να δημιουργήσεις αίσθημα ικανοποίησης ανάλογο με το χάλι του δρόμου και το χλευαστικό βάρος των λέξεων. Περνάνε νύχτες με χειροπέδες στα κρατητήρια, αν και νόμιμες, κατήγγειλαν οι γυναίκες που αίρουν την αμαρτία του κόσμου, κι ίσως περισσότεροι συντοπίτες μας ένιωσαν ανακούφιση για τη δική τους δυνατότητα να κοιμούνται κάθε βράδυ στο κρεβάτι τους, παρά συμπαράσταση και συμπόνια, παρά θυμό για την απαράδεκτη συμπεριφορά των «οργάνων της τάξης». 

https://www.tanea.gr/2008/07/11/opinions/analwsima-aspra-fanaria/

Oι Αθηναίοι δεν μένουν πια εδώ.

Oι Αθηναίοι δεν μένουν πια εδώ. Έφτιαξαν αυτή την πόλη ερήμην τους, αν και ιδιοχείρως. Είναι από τα παράδοξα του σύγχρονου ανθρώπου. Αφού με σχέδια σοφά και δύσκολες Πολεοδομίες έβγαζαν, και βγάζουν ακόμα, τον μεγαλύτερο δυνατό όγκο κέρδους ανά τετραγωνικό, μάζεψαν το βιος τους σε χαρτόκουτα και μετακόμισαν σε σπίτια που είχαν λίγο αέρα, λίγο πράσινο, λίγο χώρο να ανασάνουν. Κι αφού έβγαλαν κι από κει τον μεγαλύτερο δυνατό όγκο κέρδους ανά τετραγωνικό, ξαναμάζεψαν το βιος τους και πήγαν ακόμα μακρύτερα, με περισσότερο αέρα και πράσινο, να ανασαίνουν ακόμα πιο καλά. Περιπλανώμενοι αγωνιστές για μια καλύτερη ζωή, όσοι μπορούν και προλαβαίνουν, το ξανακάνουν. Άλλοι δεν τα καταφέρνουν, ξεμένουν σε μια πόλη που υψώνει γύρω τους τείχη και καγχάζει με την αμηχανία τους. Τα καλοκαίρια δεν ξέρουν πού να κρυφτούν, μπαίνουν κι αυτοί σε ένα γιωταχί, σε ένα λεωφορείο, σε ένα τροχόσπιτο, ξεκινάνε με το καραβάνι. Για λίγο αέρα, λίγο πράσινο, λίγο χώρο να ανασάνουν. Κι όσοι μένουν Σαββατοκύριακα στην πόλη, περπατάνε κι απορούν, τόσα κουτιά, τόσα παράθυρα, τόσοι όροφοι, τόσα συγκροτήματα κατοικιών, σε τι χρησιμεύουν; Αφού δεν κατοικεί κανείς, όλοι λείπουν, έχουν αφήσει τα μπαλκόνια τους βρώμικα να μαζεύουν σκόνη, τις τέντες σκισμένες, τις πλάκες του πεζοδρομίου μαύρες από την κολλημένη γλίτσα. Μα πώς έγιναν όλα αυτά από ανθρώπους- φαντάσματα, που αλλού ζουν κι αλλού περνάνε, πότε πρόλαβαν κι ήρθαν εδώ και έφτιαξαν ό,τι έφτιαξαν; Φυσάει και φέρνει στα πρόσωπά τους χαρτιά μυστηριώδη που τους χαστουκίζουν με τη δύναμη πέντε Μποφόρ, οκτώ, εννέα. Μα τι είναι αυτό το περιστρεφόμενο χαρτομάνι; Α, ναι, τίτλοι ιδιοκτησίας, δικαιώματα, Κτηματολόγιο..

Τετάρτη 9 Ιουλίου 2008

Σαν όνειρο μου φάνηκε

ΕΚΤΟΣ από τα ελληνικά νησιά της «Μάμα μία», υπάρχει και η Αθήνα του «Ονείρου καλοκαιρινής νύχτας». Εκεί που βασιλιάς είναι ο Θησέας και βασίλισσα η Ιππολύτη, και δυο ζευγάρια ερωτευμένων κυνηγιούνται στα δάση όπου τα ξωτικά έχουν δικές τους διαφορές. Η πιο ονειρεμένη Αθήνα, στο πιο ονειρεμένο έργο του Σαίξπηρ, όπερα του Μπρίτεν, παράσταση της Όπερας της Λυών στο Μέγαρο Μουσικής, πρωτοπορία στην αναπαραγωγή ονείρων.

Φαίνεται ότι η τέχνη αρχίζει να το καταφέρνει, έχει φτάσει σε σημείο να σε κάνει να νιώθεις την έκπληξη και τις απολαύσεις, την αίσθηση που σου χαρίζουν τα όνειρα όταν είναι όμορφα, την ανεπανάληπτη γεύση τους. Δεν θα ήταν εύκολο να ειπωθεί η συνταγή, αλλά μάλλον δίνει κάποια ώθηση η πρωτοτυπία.

Κάτι που δεν το περιμένεις δηλαδή, και βλέποντάς το λες, μα πώς δεν το είχε σκεφτεί κανείς, η ιδέα υπήρχε στο βάθος του μυαλού, στο βάθος του κειμένου. Κι ανοίγει η καρδιά σου σιγά σιγά, και αγκαλιάζει πρόθυμα τη μουσική και το τραγούδι, την ιστορία που την ξέρεις, αλλά δεν χάνει τη μαγεία της.

Μάλιστα το ότι την ξέρεις και την αναγνωρίζεις ξανά σού δημιουργεί μια πρόσθετη συγκίνηση, που μεγαλώνει την ευωχία, και δεν χορταίνεις να βλέπεις και να ακούς, δεν βρίσκεις λόγια να μιλήσεις όταν βγεις έξω. Και είναι τότε σαν να ξυπνάς από ένα όμορφο όνειρο: βρίσκεσαι στην αληθινή Αθήνα, τα ξωτικά δεν είναι μέσα στα δάση πια, κυκλοφορούν στην πόλη φρενιασμένα, δεν είναι σε θέση να βοηθήσουν τους ανθρώπους, μόνο να τους τρελάνουν, επειδή τα δάση τους κάηκαν ίσως και οι πηγές τους στέρεψαν. Αλλά έστω και για λίγο, ένα όνειρο χαρίζει κουράγιο να αντέξεις.

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...