Τρίτη 17 Μαΐου 2022

Ταξιδιώτης προς βόρεια προάστεια

Καμιά φορά επισκέπτομαι τα βόρεια προάστεια κι αισθάνομαι σα να ταξιδεύω σε άλλη χώρα. Κολλημένη στις αναμνήσεις της παιδικής μου ηλικίας, δεν παύω να ξαφνιάζομαι όταν βλέπω (και ξαναβλέπω, και ξαναβλέπω) μέρη όπως τα Βριλήσσια ή τα Μελίσσια, όπου πηγαίναμε κάποτε τις καλοκαιρινές μας διακοπές μέσα σε δάση, να έχουν γίνει πόλεις με δρόμους ταχείας κυκλοφορίας και σπίτια στη σειρά, επεκτάσεις της πόλης προς την Πεντέλη, προς την Πάρνηθα, προς τον Υμηττό, και το δάσος «που λαχτάριζες ώσπου να το περάσεις/ τώρα να το ξεχάσεις/ διαβάτη αλλοτινέ/.

Κάπως έτσι θα ήταν κάποτε και τα Ιλίσσια, σκέφτομαι, λίγη εξοχή έχει απομείνει στο κέντρο της πόλης πλέον, το δάσος των Ιλισσίων, κακοπαθημένο από αφροντισιά. Σα γειτονιά τα Ιλίσσια έχουν προδιαγραφές αθηναϊκές. Όχι ότι είναι σπουδαίες γενικά οι προδιαγραφές μας. Στενά πεζοδρόμια, στενοί δρόμοι, τα γνωστά. Το πώς δημιουργήθηκε η Αθήνα, από τη γενιά που την έφτιαξε και την απληστία της, θα καθορίζει τη ζωή μας εσαεί. Μικρά οικόπεδα, να πουληθούν σβέλτα, στενοί δρόμοι, ελάχιστα πεζοδρόμια, ακόμα πιο ελάχιστες πλατείες και δημόσιοι χώροι. Πες όμως ότι ζήσανε οι πρόγονοι μας καταστάσεις έκτακτες, μια πρωτεύουσα στήθηκε από την πίεση των αναγκών πολλών χιλιάδων ανθρώπων, μεγάλωσε πάλι υπό πίεση, έπρεπε να έρθουν εδώ και να στεγαστούν οι μισοί Έλληνες, δεν περίσσευε χώρος και χρόνος για πολυτέλειες, για δημόσιους χώρους δηλαδή.

Αυτά για την Αθήνα. Τα μέρη όμως που ήταν δάση και μποστάνια στα παιδικά μας χρόνια, γιατί έπρεπε να χτιστούν με ακόμα χειρότερες προδιαγραφές; Αυτό είναι μυστήριο.

Στη δεκαετία του 80 και του 90 και μετά, δεν υπήρχε πια τόσο επείγουσα ανάγκη για στέγαση προσφύγων, εσωτερικών μεταναστών που έπρεπε να ξεχάσουν τον εμφύλιο, κλπ κλπ. Δεν υπήρχε πόλεμος, ούτε φτώχια, ούτε καμία συμφορά. Θα μπορούσαν λοιπόν όλες αυτές οι εξοχές που έγιναν οικόπεδα να σχεδιαστούν με τη σκέψη ότι στο μέλλον ίσως οι μονοκατοικίες χρειαστεί να γίνουν πολυκατοικίες, όπως συνέβη στην Αθήνα. Δηλαδή, δίπλα, όχι κάπου μακριά, να πεις ότι δεν ήξεραν, ότι δεν το είχαν ζήσει, στα διαμερίσματα που άφησαν επειδή δεν άντεχαν άλλο, δεν μπορούσαν να ανασάνουν, δεν έβρισκαν να παρκάρουν, δεν μπορούσαν να κυκλοφορήσουν το καροτσάκι του μωρού τους. Όμως το μέλλον αγνοήθηκε με το ίδιο πείσμα που είχε αγνοηθεί κι όταν χτιζόταν η πρωτεύουσα, και με λίγο παραπάνω. Διότι, τουλάχιστον η Αθήνα έχει πεζοδρόμια. Στενά, ξεπατωμένα, γεμάτα εμπόδια, συχνά δεν περπατιούνται, ωστόσο έχουν σχεδιαστεί, έχουν υπολογιστεί και είναι σωτήρια τη στιγμή που δυο αυτοκίνητα διασταυρώνονται κι ο πεζός έχει έναν ελάχιστο χώρο να καλύψει τα νώτα του και τα μη νώτα του και να γλιτώσει τη ζωή του.

Πρέπει να πάει κανείς στα προάστεια αυτά για να εκτιμήσει τα πεζοδρόμια της Αθήνας. Ολόκληρες γειτονιές, ολοκαίνουργιες, δεν έχουν καθόλου πεζοδρόμια. Σύρριζα στους φράκτες των σπιτιών οι δρόμοι, και κάμποσο στενοί. Γιατί; αναρωτιέται κανείς όταν κάνει μια μικρή βόλτα δίπλα σε αυτό που υπήρξε κάποτε προορισμός εκδρομής, ας πούμε τη ρεματιά του Χαλανδρίου. Ένα κομμάτι ατόφιας εξοχής ανάμεσα στα καινούργια οικοδομικά τετράγωνα που τσιγκουνεύτηκαν τους δημόσιους χώρους περισσότερο από τους κτηματίες του περασμένου και του προπερασμένου αιώνα στην Αθήνα. Γιατί; τι ανάγκη είχαν; Κι οι πολιτικοί γιατί το επέτρεψαν, αφού από αυτούς περνούν τα πολεοδομικά σχέδια; Αφελείς ερωτήσεις, αλλά κάποτε πρέπει να τις θέσουμε. Γιατί δεν μπορούσαν να γίνουν σχέδια όπως στου Παπάγου, για παράδειγμα, στη γειτονιά που προοριζόταν για οικόπεδα στρατιωτικών και θεωρήθηκε άξια να σχεδιαστεί από την αρχή; Γιατί οι άλλες έπρεπε να χαρακτούν όπως -όπως και να καταργήσουν τα πεζοδρόμια λες και εμπόδιζαν;

Ήδη δύσκολα βρίσκει χώρο να παρκάρει ο επισκέπτης από το κέντρο της πόλης ή όπου αλλού, και συχνά δεν γίνεται να ανοίξει την πόρτα του οδηγού ή του συνοδηγού, τόσο κοντά σε κάποιο φράχτη είναι. Προσεγμένες μονοκατοικίες ή μικρές πολυκατοικίες πολυτελείας τον περιτριγυρίζουν, αλλά δεν μπορεί να απολαύσει τη θέα τους, αφού πρέπει να προσέχει τα αυτοκίνητα, των οποίων οι οδηγοί ξαφνιάζονται στη δική του θέα. Δεν έχει προβλεφθεί η ύπαρξη πεζών σε αυτή την προνομιούχα χωροθέτηση. Είναι ν’ απορείς. Φαίνεται πρόλαβαν όλα και σχεδιάστηκαν την εποχή που το περπάτημα ήταν χαρακτηριστικό προλεταρίων, κι έπρεπε να εξοβελιστεί από την ωραία ζωή ανθρώπων με μαιζονέτες.

Μπορεί να φταίνε τα ονόματα των εξοχών που δεν τα άλλαξαν, επειδή ήταν ήδη ελληνικά: Χαλάνδρι, Μελίσσια, Βριλήσσια… Ονόματα που ξέρουμε από παιδιά, και μέρη που μεγαλώνοντας είδαμε να αλλάζουν. Ενώ, ας πούμε, τη Μεταμόρφωση, την Παιανία, τον Άγιο Στέφανο και άλλα τέτοια, δεν τα ξέραμε, ήταν παλιά Κουκουβάουνες,  Λιόπεσι και Μπογιάτι, οπότε αναδύθηκαν στα μάτια μας ως νέες γειτονιές απευθείας, και κάπου στις χαραμάδες της μνήμης χάσαμε τα ονόματα των παιδικών μας χρόνων μαζί με τις εικόνες των καλοκαιριών μας. Καλύτερα έτσι, παρά να θυμόμαστε. Οι αναμνήσεις μας γεμίζουν απορίες.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...