Φωτογραφίζω καμιά φορά στην Αθήνα προσόψεις σπιτιών που από
μέσα δεν έχουν τίποτε, χάσκουν τα παράθυρα, φαίνεται ο ουρανός πίσω από τις
ξεχαρβαλωμένες περσίδες. Αλλά τα σπίτια δεν γκρεμίζονται, θα είναι φαίνεται
χαρακτηρισμένα νεοκλασικά από το υπουργείο ΠΠΟ και άρα διατηρητέα, και άρα
οφείλουν να διατηρηθούν, αλλά τα άτιμα δεν διατηρούνται, καταρρέουν από μέσα
προς τα έξω. Πόσο θ’ αντέξουν να μένουν έτσι, πότε θα πέσουν πάνω στα
στηρίγματα που περιμένουν από κάτω υπομονετικά, να κουραστούν οι τοίχοι, να νικήσουν
αυτόν τον παράξενο νόμο για τα διατηρητέα; Ήρεμη πάλη σοβεί στα ερείπια, κι
όπως τα βλέπω απομονωμένα στο κάδρο, σα να σαρκάζουν κι αυτούς που τα έφτιαξαν
κάποτε για να στεγαστούν σε φιλόδοξο πλαίσιο, κι αυτούς που τα παράτησαν και
περιμένουν τώρα την πτώση τους.
Μοιάζουν με σκηνικό,
έτσι όπως στέκονται μπροστά στο κενό, έτσι όπως επικίνδυνα ισορροπούν, σκηνικό
ενός έργου που δεν ανέβηκε ποτέ, ή που όταν παιζόταν κανένας δεν πρόλαβε να το
θαυμάσει, κανένας που να θυμάται. Κάποιοι αποφάσισαν να χτίσουν μια χώρα
φιλόδοξη, ένα καινούργιο κράτος με σπουδαίες αρχαίες περγαμηνές, οραματίστηκαν
αγνότητα, αναβίωση, γύψινες καρυάτιδες σε ιδιωτικές κατοικίες, γλάστρες υπό
τύπον υδρίας και δεν ξέρω τι άλλη παραξενιά, τι άλλη μεταφορά σβησμένων
σχεδίων, πολύ οργανωμένο πάντως, μόνο κάτι λεπτομέρειες τεχνικές είχαν
ξεχαστεί, αποχέτευση ξέρω γω, ή πεζοδρόμια, τέτοια άχαρα πράγματα που κανένας
δεν γουστάρει ν’ ασχολείται. Και στηνόταν το σκηνικό από τη μια και ξηλωνόταν
ήδη από την άλλη, πριν προλάβει να ολοκληρωθεί. Το ξεφορτώνονταν οι απόγονοι,
ακόμα κι οι ίδιοι που το είχαν πρωτοστήσει το ξεφορτώνονταν, μέχρι που τρόμαξε
το κοινό, ο θιασάρχης είπε στοπ, διατηρητέο ό,τι ξέμεινε. Να μας κοιτάει όσο
αντέχει, να θυμόμαστε τα μεγαλεία.
Θέλουμε να ζήσουμε
αλλιώς, λαϊκά, τσαμπουκαλήδικα, με σκληρότητα και περιφρόνηση προς το τι βλέπει
ο περαστικός, αδιάφορα, μάγκικα, κι έχουμε αυτό το σκηνικό να μας ξεβολεύει, να
θυμίζει εκλεπτυσμένα όνειρα παραστρατημένων προγόνων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου