Κυριακή 26 Φεβρουαρίου 2017

Σάββατο βράδυ στο κέντρο της πόλης

Τα βράδια στα βαγόνια του ηλεκτρικού είναι σαν να έχεις ταξιδέψει σε παράλληλο σύμπαν.
Δεν αλλάζει το φως που παραμορφώνει τα πρόσωπα δείχνοντας όποια ασχήμια έχουν καταφέρει να κρύψουν, λες και το διάλεξαν μετά από πολλή μελέτη οι μηχανικοί των συρμών, με αποκλειστικό στόχο να διώχνει τους ανθρώπους από το δημόσιο μέσο, να τους στέλνει σπίτι τους πανικόβλητους, να ζητάνε στον καθρέφτη-καθρεφτάκι τους την αλήθεια, την κάπως καλύτερη αλήθεια.
Οχι, το φως είναι το ίδιο, αλλά κάπως κουρασμένο από τη δουλειά της μέρας, ασχήμυνε κάθε άνθρωπο που έκανε το λάθος να καταφύγει εκεί, αλλά πια το βράδυ αντιμετωπίζει τον μεγάλο του εχθρό, τα πλήθη της νεότητας.
Κι εκεί πλέον, το καημένο το κακιασμένο φως, σηκώνει τα χέρια ψηλά. Τι να κάνει μόνο του απέναντι στις δεκάδες, τις εκατοντάδες φρέσκα πρόσωπα που μπαίνουν και βγαίνουν αδιάκοπα;
Πώς ξεστράτισα κι εγώ και μπήκα βράδυ, ήταν μάλιστα Σάββατο, ακόμα πιο αστραφτερά τα μάτια από την προσδοκία του αλάλητου πράγματος που θα βρεθεί λέει τάχα στην πλατεία Μοναστηρακίου. Κοντή ξαφνικά μέσα στη νέα γενιά, ενώ ήμουν από τις ψηλές στη δική μου.
Παραστάτις σημαιοφόρου, και τώρα πατικωμένη ανάμεσα σε σαγόνια που τα έβλεπα από χαμηλά, σφριγηλά, γελαστά, περήφανα, και πλήρως αδιάφορα στην παρουσία ατόμων που υπερβαίνουν το τεσσαρακοστό έτος της ηλικίας.
Κι όμως, τα σκουλαρίκια που έχουν μπήξει σε όλο το σώμα τους, στα πιο απίθανα μέρη, είναι σαν να φωνάζουν ότι βιάζονται να φθαρούν, να νιώσουν πόνο, να μαζέψουν εμπειρίες, έστω από το τρύπημα αυτιών, μύτης, χειλιών, φρυδιών ή το τατουάζ εκεί που είναι λεπτό το δέρμα.
Ισως επειδή οι ζητιάνοι ξέρουν ότι τα παιδιά είναι πιο αδιάφορα, ίσως τυχαία, δεν μπήκε κανένας μέσα ν' αρχίσει να ζητάει ψιλά με αντάλλαγμα μια κακοειπωμένη ιστορία ζωής.
Τόσο που μου ήρθε εμένα ν' αρχίζω να φωνάζω, «κυρίες και κύριοι, συγγνώμη για την ενόχληση, αλλά έχω στο σπίτι γονιό πιο γηραιό από μένα, από το υστέρημά σας δώστε μου μια εξήγηση, πού το πάτε όλο αυτό το μέταλλο με το σώμα σας;
»Του ζητάτε να κρατηθεί νέο όσο εσείς θα μεγαλώνετε ή βιάζεστε να το δείτε να σκουριάζει από συγκινήσεις που ακόμα δεν γνωρίζετε; Μια εξήγηση παρακαλώ, πώς να σας ερμηνεύσω επιστρέφοντας στο σπίτι.

Παρασκευή 17 Φεβρουαρίου 2017

Ακρόπολη- Γκούτσι, ένας αδύνατος έρωτας



Είναι αλήθεια πως η Ακρόπολη δεν χρειάζεται τα λεφτά της Γκούτσι, ούτε και τη διαφήμιση. Το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο είχε δίκιο ως προς αυτό. Είναι πασίγνωστη στα πέρατα του κόσμου, τι να διαφημίσει παραπάνω η Γκούτσι από την Ακρόπολη; Μάλλον η ίδια θα διαφημιζόταν από την επίδειξη μόδας. Και τα χρήματα που προσέφερε δεν ήταν πια και τόσα που να καλύπτουν τη ζημιά του Μοροζίνη στα 1675, δυο εκατομμύρια ευρώ τα βγάζει σε λίγες μέρες μόνη της η Ακρόπολη. Φτάνει να είναι ανοιχτή και να λειτουργεί, να ανεβοκατεβαίνουν οι τουρίστες με τις εσάρπες και τα κασκόλ τους που τα παίρνει ο αέρας κκαι να φωτογραφίζονται αενάως. Να το ντεφιλέ, κάθε μέρα αυτό γίνεται μπροστά στα Προπύλαια και στον Παρθενώνα, δίπλα στο Ερέχθειο. Κορίτσια κι αγόρια γέρνουν, κι αγκαλιάζονται, γέροι και νέοι ποζάρουν και ξαναποζάρουν. Μόδα της καθημερινότητας σε ερασιτεχνικές επιδόσεις απαθανατίζεται διαρκώς, όλες οι φυλές του Ισραήλ, όλα τα χρώματα της ανθρώπινης ποικιλίας παρελαύνουν και χαμογελούν στους φακούς τους, δονείται ο τόπος από κλικ, άσε μην το ξανασκεφτεί το ΚΑΣ και απαγορέψει εντελώς να πατάμε το γλιστερό βράχο για να μη χαλάσει από τόσες εικόνες που παράγει συνέχεια.
Αυτό είναι που θα μου άρεσε να δω στο ντεφιλέ του Γκούτσι πάνω στην Ακρόπολη. Τα πιο ωραία μοντέλα, τους πιο καλούς φωτογράφους, τους πιο ακριβοπληρωμένους μόδιστρους, να δω τι έχουν να προτείνουν εκεί πάνω, πώς θα γράψουν οι δικές τους δημιουργίες με φόντο τις γνωστές κολώνες. Τι προτάσεις, τι ιδέες τους δημιούργησε η Ακρόπολη, τι χρώματα διάλεξαν για να σπάσει η μονοτονία του απογυμνωμένου βράχου. Που όλο και περισσότερο απογυμνώνεται, όσο τον επισκευάζουν, λες και τον ξεκοκαλίζουν. Σ’ αυτή την πασίγνωστη εικόνα με την καινούργια πόλη από κάτω, τους σωρούς πέτρες που σκοντάφτει ο επισκέπτης διαρκώς, τη σιωπή του αέρα, τον κάπως αμήχανο κόσμο, τι θα μπορούσε να στήσει κανείς, δίπλα στις αποστεωμένες πέτρες, εκτός από τις σκαλωσιές που τις στηρίζουν, για να τις κάνει ν’ αποκτήσουν στη φαντασία άλλη διάσταση, να δει ας πούμε κάποιος νοερά τις νεαρές παρθένες που φορώντας τα καλά τους παρέλαυναν κρατώντας κάθε χρόνο ένα πέπλο για το άγαλμα, σκέτη ενιαύσια κολεξιόν στο ιερότερο, αρχαία γαρ η σχέση με το ύφασμα, εν γένει, στον ευλογημένο τόπο.
Πάντα αυτό ήταν η Ακρόπολη, κι ακόμα αυτό είναι. Κι ο κάθε τουρίστας που τη θαυμάζει, αφού βεβαιωθεί ότι βρίσκεται στη θέση της όπως ήξερε από τις φωτογραφίες των σχολικών βιβλίων του, σπεύδει να θέσει τον εαυτό του ως μέρος της εικόνας με μια σέλφι, μετράει το ανάστημα του δίπλα στον Παρθενώνα, προφίλ και ανφάς, κι αυτό είναι η λειτουργία του, το μέτρο του, η αξία του, το ανθρώπινο πρόσωπο που τόσο εκτιμούσαν οι γλύπτες και οι ποιητές, οι ζωγράφοι και νυν οι φωτογράφοι.
Αλλά είπαμε, ας μη ζητάμε πολλά, γιατί όταν ήμασταν παιδιά μπορούσαμε και να σκαρφαλώνουμε στον Παρθενώνα, να παίζουμε ανάμεσα στις πέτρες, ενώ τώρα μόνο από μακριά επιτρέπεται, γιατί εκεί στο ΚΑΣ είναι όπως οι διακομματικές συσκέψεις για το όνομα της Μακεδονίας, ο καθένας κοιτάει πώς να φανεί πιο αδιάλλακτος από τον άλλον, γι αυτό σεμνά και ταπεινά στις επισκέψεις, και τις πόζες χωρίς πολύ σκέρτσο, μην μας πετάξουν έξω εντελώς. 

http://www.athensvoice.gr/politiki/enas-adynatos-erotas-parthenonas-gkoytsi

Μοναξιές, Μαργαρίτα



Στη στήλη αυτή κάθε Παρασκευή έγραφε ως τώρα η Μαργαρίτα Κουλεντιανού. Ξεκινήσαμε κι οι δυο να γράφουμε στην εφημερίδα αυτή μόλις εκδόθηκε, εκείνη πιο κοντά στις πολιτικές της θέσεις απ’ ό,τι εγώ. Παράλληλα γραψίματα, σε πολλά συμφωνούσαμε, σε μερικά συμπεράσματα διαφωνούσαμε. Από τότε που γνώρισα τη Μαργαρίτα, ακόμα ήταν χούντα βαθιά κι ήμασταν πολύ νέες, αυτό συνέβαινε, ποτέ δεν συμφωνήσαμε εντελώς στο τι κόμμα θα ήταν καλό να ψηφίσουμε π.χ, ή να συμμετέχουμε,  και ποτέ δεν τσακωθήκαμε στ’ αλήθεια για τα πολιτικά. Ήμασταν κι οι δυο αριστερές, σε πολλά διαφωνούσαμε, ωστόσο ήταν αδύνατον να τσακωθείς μαζί της, κι εγώ που εύκολα ερχόμουν σε σύγκρουση με τον καθένα, που παθιαζόμουνα και φώναζα, έβρισκα σ’ εκείνην το δάσκαλο των επιχειρημάτων που διατυπώνονταν ήρεμα κι αργά, με σιγανή φωνή, και κάθε αγανάκτηση, κάθε είδους πάθος, ξεφούσκωνε μπροστά στην ακαταμάχητη αταραξία της. Πάντα καταλήγαμε σε γέλιο συμφιλίωσης. Ο τρόπος της με αφόπλιζε, απέφευγα να συζητάω πράγματα για τα οποία ήθελα να διατηρήσω τη γνώμη μου, ξέροντας τις δικές της αρετές και τις δικές μου αδυναμίες.
Έγραψε για χιλιάδες πράγματα,  στην Ελευθεροτυπία κι εδώ, για τις γυναίκες και τα παιδιά περισσότερο, τους αδύναμους της ανθρωπότητας εν γένει. Ενίοτε κάναμε διάλογο μέσω  κειμένων,  πολύ περισσότερο έξω απ’ αυτά.  Κάτι από την ευγένεια και τη μεγαλοψυχία της έβγαινε στα γραπτά της, αλλά η γοητεία της προσωπικής παρουσίας, εκείνο το γέλιο, οι αδιόρατες κι όμως εκφραστικές  γκριμάτσες αντί για λέξεις που ακόμα δεν έχουν επινοηθεί, οι λεπτές κινήσεις, η διακριτικότητα που εξομολογούσε, η παρηγοριά που δεν κριτίκαρε, η υπομονή κι η κατανόηση,  δεν έχουν πουθενά καταγραφεί,  στις εφημερίδες,  στα βιβλία που μετέφρασε, μια ιδέα μόνο πέρασε στα δικά της. Από πού αντλούσε τόση περηφάνεια κι αρχοντιά, απορούσα πάντα. Δεν κατέληξα, ήταν προϊόν του περιβάλλοντος, της φωτεινής Αθήνας του 60, της οικογένειας, της τάξης, ή των νεράιδων που μοιράζουν τις χάρες αυθαίρετα;
Έφυγε ξαφνικά από τη ζωή, απροειδοποίητα, εν μέσω σχεδίων για βόλτες, ταξίδια στην ξένη πόλη που ζουν τώρα και των δυο μας τα παιδιά,  νέες δραστηριότητες. Από τα δεκαοχτώ μας την είχα πάντα δίπλα μου, ακόμα κι όταν έλειπε, να μου εξηγεί και να μου παρουσιάζει τον κόσμο, όμως δεν πρόλαβα να γίνω ο άνθρωπος που ήθελα, με αφήνει στη μέση. Μοναξιές, όπως είχε γράψει δηλώνοντας μια μοναδική φορά ανάγκη για παρέα. 
 https://www.efsyn.gr/arthro/monaxies-margarita

Τετάρτη 8 Φεβρουαρίου 2017

Ροζ πορεία



Πήρα νέα από δυο παλιές αμερικανίδες φίλες που είχα να δω χρόνια, ακόμα και να γράφουν στο facebook. Μου έστειλαν φωτογραφίες από τη μεγάλη πορεία των γυναικών στη Νέα Υόρκη, με σκουφάκι ροζ και οι δυο τους, μέσα στο πλήθος χαμογελαστές. Με ξαφνιάζουν, είναι κάτι τόσο διαφορετικό αυτή η μεγάλη πορεία από τις δικές μας ‘μεγάλες πορείες’ που ζούμε κάθε τρεις και λίγο. Δεν τους το είχα των Αμερικανών, τους θεωρούσα απολίτικους, δεν κάνουν αυτοί πορείες, νόμιζα. Έτσι τους θεωρούμε όλοι, αφοσιωμένους στο κυνήγι της προσωπικής ευημερίας, έχουν εξάλλου δημοκρατικό  πολίτευμα που λειτουργεί κανονικά, γιατί να ασχολούνται; Την επόμενη μέρα της εγκατάστασης του προέδρου κιόλας; Αφού κέρδισε στις εκλογές, τι μπορούν να του πουν;
Είχαν πολλά να πουν, όπως απεδείχθη. Τον παρακολουθούσαν, τις δηλώσεις του, τις πόζες του, τις απειλές του. Όλο αυτό το αντριλίκι που μας έχει λούσει επί μήνες, κι αυτός κι οι παρόμοιες καρικατούρες ανά τον κόσμο. Κι εκεί που ήμουν έτοιμη να καταγράψω την απογοήτευση μου, το συμπέρασμα πώς πάει, κουράστηκαν οι ευημερούντες λαοί, βαρέθηκαν τον πολιτισμό, τα πτυχία, όλον αυτό τον κόπο, τους καλούς τρόπους, το σεβασμό στις γυναίκες, κι άντε μετά να σέβεσαι και τους γκέι, τα ΑΜΕΑ, δεν θέλουν άλλο σεβασμό σε τίποτε, ξεμώραναν και τους πήρε το παράπονο, παραιτούνται από το δικαίωμα του πολίτη ήσυχα και σταθερά, θέλουν ηγέτη που παριστάνει ότι καθαρίζει για πάρτη τους, να διώχνει τους ξένους (Ωστόσο με τον Τραμπ γίνεται για πρώτη φορά μετανάστρια πρώτη κυρία των ΗΠΑ, πλάκα δεν έχει;) και να τους απαλλάξει απ’ όλες αυτές τις αποχρώσεις και τις συζητήσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα των άλλων, τα δικά τους θα τα υπερασπιστεί εννοείται, κι αναρωτιόμουν πού θα σταματήσει το εκκρεμές με τη φόρα πού ’χει πάρει, αυτά τα κορίτσια με μπέρδεψαν. Ίσως δεν είναι εκκρεμές τελικά, αλλά κάποια άλλη κίνηση της φυσικής, δεν ξέρω. Ή αυτά τα σχήματα δεν μπορούν να ερμηνεύσουν τη χώρα της Ρόζας Παρκς, θυμάστε εκείνη τη μαύρη που αρνήθηκε να παραχωρήσει τη θέση της στον λευκό, όπως όριζε ο νόμος τότε, μια γυναίκα μόνη στο λεωφορείο. Είναι τόσο βαθιά η πεποίθηση των δικαίων στις γυναίκες φαίνεται, εκεί στην ανατολική ακτή των ΗΠΑ, που δεν μπορούμε να τη συλλάβουμε εμείς οι μεσογειακές μετά από τόσα χρόνια θαυμασμού του μάγκα του πολλά βαρύ, και όσων συνεπάγεται.
Έχουν αυτές, κι αυτοί, την ισχυρή αίσθηση δικαίου, έχει ο άλλος την εξουσία, με όλους τους ωραίους θεσμούς, να δούμε τι θα γίνει. Πάντως το μέγα αρσενικό την τρίτη μέρα της προεδρίας μετακίνησε την πρεσβεία των ΗΠΑ στο Ισραήλ από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ, και τώρα πρέπει να διαδηλώσουν όσοι τον ψήφισαν για να πάψει η Αμερική να ανακατεύεται στις υποθέσεις του κόσμου.

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...