Τρίτη 25 Αυγούστου 2015

Στο πατάρι

Υιοθετούμε τους γονείς μας. Όταν διηγούνται τις περιπέτειες των παιδικών τους χρόνων σκάμε που δεν μπορούσαμε να βοηθήσουμε τότε που μας χρειάζονταν. Τους παίρνουμε από το χέρι, έτοιμοι να τους προστατεύσουμε από κάθε επίθεση, αδιαφορώντας για κάθε κριτική.
Ο πατέρας μου ήταν προσφυγάκι. Το είχα από πολύ μικρή υιοθετήσει. Μικρότερη απ' όσο ήταν ο ίδιος όταν ξεκίνησαν να φύγουν από τον τόπο τους, ήμουν εγώ όταν ένιωθα δυνατή κι έτοιμη να τον προστατέψω.
Δεν μελαγχολούσε όταν διηγόταν το ταξίδι από την πατρίδα του, τα Σπάρτα, μέχρι την Αττάλεια, απ' όπου τους παρέλαβαν πλοία για την Ελλάδα. Ήταν τότε ο άντρας της οικογένειας στο καραβάνι από γυναικόπαιδα, αφού ο μεγάλος αδερφός είχε ακολουθήσει τον μπαμπά τους στην εξορία. Θα πρέπει να καμάρωνε, μέσα στο φόβο και την έκπληξη για ό,τι ζούσε. Κάποια στιγμή μου τον περιέγραψαν οι μεγάλες αδερφές του να πιάνει μια βαριοπούλα, πριν φύγουν από το σπίτι, να γκρεμίζει αποφασιστικά έναν τοίχο όπου πίστευαν πως είχαν φυλαχτεί λίρες. Δεν θυμάμαι αν βρήκαν κάτι εκεί, δεν ζει κανείς πια για να ρωτήσω, αλλά σαν να τον βλέπω, μικρόν κι αποφασιστικό, να την πιάνει τη βαριοπούλα και αλύπητα να χτυπάει τον τοίχο του αγαπημένου -ωστόσο- σπιτιού.
Οκτώ μέρες περπατούσαν τη μέρα και τη νύχτα έστρωναν και κοιμούνταν. Όταν τα διηγόταν αυτά σε μας, πολλά- πολλά χρόνια αργότερα, είχε προπάντων αγωνία να είναι ακριβής, και γελούσε χαρούμενος όταν κατόρθωνε να θυμηθεί κάποια λεπτομέρεια.
Με έπνιγε η αδυναμία και ο θυμός, να μην είμαι τότε εκεί να τον βοηθήσω. Τι νόημα έχει να διαθέτεις σπίτι σταθερό και τόπο και πόλη, αν δεν είναι για να μπορείς να βοηθήσεις τον ασθενή και οδοιπόρο, που λεν κι οι χριστιανοί; Αυτό είναι το προνόμιο που σου δίνει. Έτσι σκεφτόμουν, με βαθιά σιγουριά.
Μια γυναίκα, στην Αθήνα πια, τον είχε προσβάλει φωνάζοντας στο γιο της, έξω στο δρόμο: “Φύγε από κει, μην παίζεις με τους πρόσφυγες”. Τι αξιολύπητη! Τη λυπόμουν, ένιωθα τη ντροπή του μικρού μου μπαμπά για λογαριασμό της. Μια μακρινή συγγενής τους είχε καλέσει κάποτε σε τραπέζι, αλλά είχε τσιγκουνευτεί το ρύζι στη σούπα, “ψάχναμε να ψαρέψουμε κανα σπυρί” διηγόταν γελώντας. Είχε χάσει την ευκαιρία να μείνει στη μνήμη του φτωχού αγοριού σερβίροντας πλούσια σούπα. Λες και την είχε κάθε μέρα.
Υπάρχει στην ιστορία και η Αλεξάνδρα, η ωραία και τολμηρή ξαδέρφη των παιδιών, παντρεμένη στην Αθήνα, που έμαθε για το καράβι από την Αττάλεια, πήρε ψωμιά, ανέβηκε στο κατάστρωμα και μοίραζε. Δεν άφηναν τους πρόσφυγες να βγουν στο λιμάνι, είχαν ήδη πολλοί φτάσει στην Αθήνα, μόνο αν κάποιος βεβαίωνε ότι προσφέρει στέγη μπορούσαν να κατέβουν. Η Αλεξάνδρα τους είδε ανάμεσα στο πλήθος, δήλωσε ότι εκείνη θα τους φιλοξενούσε. Έτσι τους άφησαν να μείνουν στην πρωτεύουσα, όπως ήθελαν διακαώς, κι εκεί τους βρήκε ο πατέρας αργότερα με τον μεγάλο αδερφό. Ο τόπος φιλοξενίας ήταν το πατάρι ενός μαγαζιού. Διότι, τι νόημα έχει να διαθέτει πατάρι το μαγαζί σου, αν δεν μπορείς όταν χρειάζεται, κάποια στιγμή στη ζωή σου, σε μια φριχτή και σπάνια ευκαιρία, να φιλοξενήσεις μια οικογένεια προσφύγων;

Παρασκευή 21 Αυγούστου 2015

Μνήμη μνημονίων

Αδεια η Αθήνα καθώς στη Βουλή υπογράφεται το τρίτο Μνημόνιο. Μερικοί τουρίστες κυκλοφορούν στο Σύνταγμα και ψήνονται καρτερικά.
Αν περάσουν από την Καθολική Μητρόπολη αποκλείεται να φανταστούν ότι οι δαγκωνιές στα μαρμάρινα σκαλιά της έχουν γίνει με σφυρί.
Ή στο Οφθαλμιατρείο το κατώφλι ότι φαγώθηκε κομμάτι κομμάτι με βαριοπούλα.
Θα πρέπει να είναι πολύ καλά πληροφορημένοι για να ξέρουν τι κατέστρεψε το τετράγωνο με τα νεοκλασικά στη Σταδίου γωνία με Κλαυθμώνος.
Εμείς όμως ας θυμηθούμε. Μνημόνιο σημαίνει μνήμη, κι εξάλλου βοηθά και η βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, Αννα Γαϊτάνη, που τη μέρα της ψηφοφορίας του τρίτου Μνημονίου εμφανίστηκε στη Βουλή με το γνωστό παραστατικότατο μπλουζάκι: μια μάγκισσα, μια γόησσα, μια νεαρή ξανθή με ύφος πολύ σκληρό κι ασήκωτο ανάβει το τσιγάρο της, μάλλον το τσιγαριλίκι της, με τη φλόγα που ήδη καίει στο φιτίλι μιας μολότοφ, αυτό δείχνει η στάμπα στο τισέρτ.
Κι από κάτω το Α της αναρχίας, για υπογραφή. Ομολογώ πως δεν κάθισα να ξενυχτήσω με την ψηφοφορία στη Βουλή, είδα μόνο τη φωτογραφία αυτής της μπλούζας κι η μνήμη ξύπνησε.
Θυμήθηκα τις άγριες μέρες του 2010, τότε που επί μήνες το κέντρο της Αθήνας καιγόταν, καταστρεφόταν, σκαλί σκαλί, βιτρίνα τη βιτρίνα, ΑΤΜ το ΑΤΜ.
Κάθε κινητοποίηση έπρεπε να είναι πιο μεγάλη από την προηγούμενη, μέχρι τη μέρα της μεγάλης πορείας που στοίχισε τους τρεις νεκρούς στη Marfin.
Μολότοφ είχαν ρίξει τότε μέσα στην τράπεζα. Οι δράστες δεν συνελήφθησαν ποτέ.
Τρεις ζωές για την ψήφιση του πρώτου Μνημονίου. Μέμνησο των Αθηναίων εκείνων που είχαν ξεκινήσει να πάνε στη δουλειά τους μια μέρα σαν τις άλλες.
Διαδήλωση είχε εξάλλου κάθε τρεις και λίγο στη Σταδίου τότε.
Δυο χρόνια μετά, τον Φεβρουάριο του ’12, για το δεύτερο Μνημόνιο αυτή τη φορά, κάηκε η Αθήνα ξανά.
Κτίρια, μαγαζιά, στοές, που κάποια ξανάγιναν, και το «Αττικόν», που δεν ξανάγινε, ίσως επειδή το ανέλαβε αυθημερόν το υπουργείο Πολιτισμού.
Πέντε χρόνια μετά, το τρίτο Μνημόνιο υπογράφεται ήσυχα κι απλά, χωρίς καταστροφές, χωρίς νεκρούς, χωρίς τραυματίες, χωρίς εμπρησμούς, χωρίς σπασίματα, εκτός από τα νεύρα μας δηλαδή, χωρίς διαδηλώσεις.
Μόνο ένα μπλουζάκι που τα νοσταλγεί όλ' αυτά, μέσα στη Βουλή.
Ε, λοιπόν, μπορεί να είμαστε φτωχότεροι απ' ό,τι το 2010, με το πρώτο Μνημόνιο, κι από το 2012 με το δεύτερο.
Αλλά τουλάχιστον οι μολότοφ εμφανίζονται μόνο στο μπλουζάκι της Αννας. Να θυμόμαστε, να ξέρουμε, να συζητήσουμε κάποτε το θέμα, ίσως. Οταν ηρεμήσουμε κι άλλο.
Αρα βρισκόμαστε σε πολύ καλύτερη κατάσταση. Είναι μεγάλη πρόοδος, κι εύχομαι στον σχεδιαστή και στον παραγωγό να φορεθεί πολύ το μπλουζάκι τους.
Να το κάνουν και φούστα, και πανωφόρι, τσάντα, μαντιλάκι, παπούτσια, χαρτοπετσέτες. Να μείνει μόνο η ανάμνηση από εκείνες τις φριχτές μέρες του '10 και του '12.
Να τις συζητάμε, να τις αναλύουμε, να μας σωφρονίζουν, κι οι νοσταλγοί τους να τις ζούνε νοερά φορώντας τα μπλουζάκια τους.

Πέμπτη 13 Αυγούστου 2015

Αντρες και λουλούδια

Απ' όλες τις φωτογραφίες πρόσεξα αυτήν με τους άντρες που κρατούν ο καθένας ένα μάτσο λουλούδια. Δεν είναι συνηθισμένη πόζα, συνήθως κορίτσια φωτογραφίζονται έτσι, ή οικογένειες, ή παιδιά. Χρονολογία δεν είχε, ούτε λεζάντα. Πού πήγαιναν, από πού έρχονταν οι νεαροί; Είχαν μαζέψει τα λουλούδια μόνοι τους, είχαν πάει βόλτα έτσι κοστουμαρισμένοι; Και για πού τα προόριζαν;
Γύρω δεκάδες φωτογραφίες κολλημένες στους τοίχους και στα τραπέζια του σχολείου προσπαθούσαν ν' αποτυπώσουν τη ζωή του χωριού σε μια εορταστική έξαρση αυτογνωσίας που επαναλαμβάνεται κάθε Αύγουστο τα τελευταία χρόνια. Η πρώτη έκθεση φωτογραφίας παρελθόντων ετών στη Δράκεια άνοιξε μετά το αντάμωμα των απανταχού Δρακειωτών. Αν και έμαθα πως είμαι Δρακειώτισα μετά τα είκοσι χρόνια μου, κάνω ό,τι μπορώ έκτοτε για να ιδιοποιηθώ κάποιο κομμάτι της κληρονομιάς του δράκου. Πού θα πάει, θα τα καταφέρω.
Στο γειτονικό Άγιο Λαυρέντη έχουν τον Μουσικό Αύγουστο, εδώ στη Δράκεια πιο γήινοι, πιο πρακτικοί, οργανώνουν τη γιορτή της ελιάς. Ελπίζω να μας πάει το λάδι σιγά- σιγά, όχι με καμιά απότομη γλίστρα, σε κάτι πιο χορευτικό, να ταιριάζουμε με τους κοντοχωριανούς μας. Στο μεταξύ ψάχνω τις σκιές λησμονημένων προγόνων στην έκθεση φωτογραφίας που στήθηκε στο σχολείο με συνεισφορά απ' όλα τα σεντούκια. Σιωπηλές εικόνες από τη ζωή στο χωριό, πόζες κυρίως στην πλατεία, κάτω από τον πλάτανο, στο καφενείο, μπροστά στην εκκλησία, γιορτές και πανηγύρια και περιστάσεις κρίσιμες όπως το μάζεμα των μπάζων μετά το σεισμό που τους κινητοποίησε όλους, και που χρονολογείται με ακρίβεια: 1955. Γάμοι, βαφτίσια, κι άλλα σημαντικά γεγονότα, χαμόγελα αλλά και αρκετή βλοσυρότητα, ξάφνιασμα ενίοτε, αμηχανία. Μπορεί κανείς να παρατηρήσει το πέρασμα του χρόνου με την ποιότητα των εικόνων, τα ρούχα, την πρόοδο στα σώματα. Πόσο λεπτοί ήταν οι νέοι των προηγούμενων γενεών, πώς σταδιακά παχαίνουν. Αυτοί οι τέσσερις σήμερα θα χρειάζονταν γυμναστήριο. Τα ρούχα πλέουν πάνω τους, κι ας ήταν πιθανότατα χειρώνακτες που αποκτούσαν μπράτσα ήθελαν δεν ήθελαν. Τότε αρκούσε το μουστακάκι για να υπογραμμίζει τον ανδρισμό. Μέχρι κι αγκαλιές αγριολούλουδα μπορούσες να κρατάς κατά τα άλλα.
Φωτογράφισα στα γρήγορα τη φωτογραφία, κι ύστερα παρατήρησα ότι ο ένας έχει και στο πέτο λουλουδάκι. Μπορεί απλώς να είναι γαμπρός, να πήγαινε στο γάμο του, κι οι άλλοι να ήθελαν να βοηθήσουν το στολισμό. Να τους τα έκοψαν οι μανάδες, ή οι αδερφές τους τα μπουκέτα, και να τους τα έβαλαν στα χέρια. Να μην υπήρξε βόλτα στην εξοχή, κι η σχέση αντρών και λουλουδιών να είναι δική μου προβολή και νοσταλγία ανύπαρκτων ρομαντισμών.

Πουλιά του Πηλίου

Ανέλπιστα βρήκα ένα βιβλιαράκι στον Βόλο κι αγόρασα, για τα πουλιά του Πηλίου. Τόσα χρόνια βλέπω στο Πήλιο όµορφα πουλιά, ψάχνω τα ονόµατά τους και δεν θέλω να πιστέψω ότι τα λένε, ας πούµε, Χοντροµύτη ή Νανοσκαλίθρα, Καλογεράκι ή Λευκοτσικνιά. Το άνοιξα ανυπόµονη να βρω ωραία ονόµατα, εντυπωσιακά σαν τα πουλιά που καµιά φορά ίσα που προλαβαίνω να αντικρύσω πάνω στα κλαριά των δέντρων. Η συγγραφέας Μπάρµπαρα Μάρτιν πρέπει να είναι Αγγλίδα, εκεί επιδίδονται πολύ στην παρατήρη- ση πουλιών. Τριάντα ένα είδη έχει καταγράψει, αλλά τα ονόµατα είναι παρεµφερή. Εκτός από τα ψαρόνια, τις κουκουβάγιες, τον πελαργό και τα άλλα γνωστά, τα σπανιότερα έχουν ονόµατα όπως Μελισσοφάγος Σταυλοχελίδονο, Κατσουλιέρης, τέτοια.

Θα µου πείτε, τα ονόµατα σε πείραξαν; Νοµίζω τα ονόµατα παίζουν τεράστιο ρόλο στην ελληνική κουλτούρα. Πρέπει να συσταθεί επειγόντως επιτροπή αλλαγής ονοµάτων των πουλιών, γιατί µε τέτοια ονόµατα που έχουν δεν θα επιβιώσει τίποτα. Αυτά δεν είναι ονόµατα πλασµάτων άξιων να ζουν ανάµεσά µας, γι’ αυτό και κανείς δεν ενοχλείται εδώ στο Πήλιο που όλη την ηµέρα ακούγονται πυροβολισµοί από το βουνό. Ας λένε κάποιοι ντόπιοι ότι έχουν χαθεί τα πουλιά.

Η κυνηγετική περίοδος έχει αρχίσει ή συνεχίζεται, και οι κυνηγοί δεν ξεκουράζονται ποτέ. Μέρα, νύχτα, µεσηµέρι, χάραµα, σηµαδεύουν και σκοτώνουν.

Πώς να προστατέψεις ένα είδος που ονοµάζεται Χοντροµύτης; Ας βρεθούν τίποτε αρχαία ονόµατα, όπως εκείνη η Αηδόνα, η Αλκυόνα, τέτοιου τύπου τέλος πάντων, ας ανοίξουν οι εγκυκλοπαίδειες και οι κατάλογοι ονοµάτων να τα συµπαθήσουµε λίγο, πριν εξολοθρευτούν τελείως. Τώρα που φωτογραφήθηκαν και καταγράφηκαν, δεν θα ήταν κρίµα να εξαφανιστούν; Οχι τίποτε άλλο, αλλά εκείνος ο Μελισσοφάγος, ας πούµε, υπάρχουν ελπίδες να φάει και τα κουνούπια που έρχονται από την Αίγυπτο, το σκέφτεστε;

Από ΤΑ ΝΕΑ τον Αύγουστο του 2010 http://www.tanea.gr/opinions/all-opinions/article/4588973/?iid=2

Θαύματα στην Τήνο

Είναι κάτι νεαροί πολύ παράξενοι. Αντί να πάνε διακοπές έπειτα από έναν χειµώνα σκληρής δουλειάς, να ξεκουράζονται ακίνητοι µπροστά στη θάλασσα, σηκώθηκαν και πήγαν στην Τήνο να φτιάξουν µονοπάτια. Για την ακρίβεια, να τα επιδιορθώσουν, γιατί φαίνεται ότι τα µονοπάτια είναι σαν τα ποδήλατα (κι ας µην µπορείς να κάνεις ποδήλατο σε µονοπάτι), χρειάζονται διαρκώς συντήρηση. Πήγανε λοιπόν στο νησί, επιδιορθώνουν κάθε πρωί τα µονοπάτια, κάνοντας µια δουλειά που υποθέτει κανείς ότι φυσιολογικά ανήκει στα βαρέα και ανθυγιεινά επαγγέλµατα, µέσα στο λιοπύρι κ.λπ., και είναι κι ευχαριστηµένοι από πάνω.

Τώρα γιατί όλα αυτά συµβαίνουν στην Τήνο και όχι αλλού, ας πούµε στο Πήλιο όπου τουλάχιστον θα µπορούσαν να έχουν τη σκιά των δέντρων; Και µάλιστα, γιατί να ανήκει το πρόγραµµα αυτό σε µια διεθνή δικτύωση εθελοντών και να µπορεί κανείς να έρχεται, ας πούµε, από τον Καναδά για να φτιάχνει µονοπάτια στην Τήνο, κι όχι στο Πήλιο (επιµένω); Διότι, έµαθα από τους µυστήριους αυτούς νεαρούς, υπάρχει εκεί πέρα µια αρχιτέκτονας που κατάγεται από το νησί, η οποία αφού σπούδασε την Αρχιτεκτονική της και δούλεψε µερικά χρόνια σε πόλεις, φαντάζοµαι, εγκαταστάθηκε στον τόπο καταγωγής της και αποφάσισε να κάνει ό,τι µπορεί για να προωθήσει τον τουρισµό του. Τουρισµό τέτοιου τύπου δηλαδή, µε περπάτηµα στα παλιά µονοπάτια, οικο-τουρισµό, ο οποίος χρειάζεται συντήρηση µονοπατιών.

Καµιά φορά η αποφασιστικότητα ενός µόνο ανθρώπου φτάνει για να γυρίσει ο ήλιος, που λένε. Αυτή τη στιγµή πολλοί παράξενοι νέοι, που δεν είναι και τόσο παράξενοι αν το καλοσκεφτείτε, µπορούν να µπουν στο Ιντερνετ και να αποφασίσουν να περάσουν τις διακοπές τους σε διάφορα µέρη προσφέροντας εθελοντική εργασία.

Υπάρχουν προτάσεις από όλον τον κόσµο. Από την Ελλάδα οι επιλογές είναι ελάχιστες. Τυχερή η Τήνος.

(Από ΤΑ ΝΕΑ τον Αύγουστο του 2010) http://www.tanea.gr/opinions/all-opinions/article/4588790/?iid=2

Τετάρτη 12 Αυγούστου 2015

Οι υπερβολές

Μια λέξη στη Βουλή: Παπαχριστόπουλος: «Τώρα, εντάξει, αν ο Πάνος ο Καμμένος είπε υπερβολές... κι άλλοι είπανε υπερβολές, αν είναι αυτό το έγκλημά μας καταδικάστε μας». 

 Δεν ξέρω ποιος είν' αυτός, βουλευτής των ΑΝΕΛ ίσως, αλλά ναι, αυτές οι υπερβολές είναι το έγκλημα τους, κι όχι μόνο αυτωνών. Οι υπερβολές ολονών, αρχίζοντας από τον κατεδαφιστικό κι επιθετικό μηδενισμό των Εξαρχείων που διαχέει δηλητήριο σ' όλη την πόλη και φτάνοντας στο σιχαμένο ρατσισμό των ναζί, αυτές οι υπερβολές ελευθέρωσαν όλη τη μαυρίλα της ψυχής των πολιτών, την έκαναν πολιτικό λόγο, την καλλιέργησαν σε καθημερινή βάση να αλωνίζει και γκρεμίζει κάθε προσπάθεια κατανόησης της πραγματικότητας, κατέστρεψαν όχι μόνο φιλίες και αγάπες, έκαψαν μυαλά, έσπειραν τέτοια αρρώστεια δυσπιστίας και καχυποψίας βρίσκοντας τα υπαρκτά μικρόβια στον οργανισμό, που δεν θα συνέρθουμε με τίποτε.

Σάββατο 8 Αυγούστου 2015

Bενετσιάνικη λάμπα

 Venitian item /up on the mountain

When I don't walk in the village, I can just look on the ceiling, or the pergola, and put big questions to myself, as: Is this lamp matching with the Pelion landscape?
I bought it in Venice some years ago, and maybe it is not really italian, it can be chinese or something, it was much cheaper that the usually Murano made bulbs, but I didn't really observe the difference. And I could not set it here, in the open air, in the garden of our Pelion house in Drakia, exposed to hard conditions if it costed a fortune. But it looked very venitian in my eye, and as I was eager to purchase something that could remind me of the unique city, offer me the delusion that I could take with me a part of it, as every tourist does, I paid it 30 euros and had to pack it carefully and carry it back home and all the way up here.
Maybe here it is not what you could say, a typical, a local object, but what is really local anywhere? In some old houses in islands e.g. you can see collections of plates on the walls, brought by someone working in the ships and travelling around the world, and this is very nice and typical.
Why people choose fragile objects to preserve memories, this is a mystery.

Τρίτη 4 Αυγούστου 2015

Κι όμως πλήττουμε

Δεν πλήττουμε στην Ελλάδα, λένε μερικοί. Κάτι συναρπαστικό μας περιμένει κάθε βδομάδα. Ξεκινάμε καλοκαίρι με δημοψήφισμα. Παρά το Όχι, πάμε τελικά για συμφωνία. Αλλά μπορεί και να μην πάμε. Θα την υπογράψουν, αλλά θα την υπονομεύουν εκ των έσω. Μερικοί κι εκ των έξω. Κάποιοι άλλοι μέσα- έξω.
Ειδικά πριν το δημοψήφισμα, σκοτώθηκαν όλοι για να μην πλήξουμε. Μεγάλα σχέδια εξυφάνθηκαν. Σενάρια μοναδικής ταινίας πέρασαν κάτω από τα πόδια μας, έκαναν να τρίξουν τα πατώματα, να τρανταχτεί το οικοδόμημα το ευρωπαϊκό, αλλά κυρίως ετούτη εδώ η γωνία η δική μας, κι ύστερα πέρασαν σαν κύμα κι έσκασαν σ' ένα εμπριμέ πουκάμισο.
Θα μπορούσε να είχε γίνει κάτι άλλο όλη αυτή η φαντασία: να φτιάξει επιτέλους την πρώτη χώρα με παράλληλα ηλεκτρικά νομίσματα που δημιουργεί θέσεις εργασίας εκ του μηδενός, να πραγματοποιήσει το όραμα εφευρετών με οικονομικές ανησυχίες, να στήσει με πραγματικά ανθρωπάκια ένα διεθνές παιχνίδι απειλώντας ισορροπίες χρηματιστηρίων και προσπάθειες χωρών να στήσουν συνομοσπονδία ξεκινώντας από το νόμισμα. Να τα τινάξουν όλα στον αέρα με ιδιοφυή πειράματα οι τρελοί επιστήμονες που λιγουρεύονταν τόσο πολύ την ανθρωπιστική κρίση ώστε ήταν πρόθυμοι να τη βοηθήσουν λίγο.
Πειράματα; Ναι, είναι παράξενη ψυχολογική λειτουργία, πάντα οι επιθετικοί άνθρωποι κατηγορούν τους άλλους για όσα προτίθενται οι ίδιοι να κάνουν. Ο Σύριζα, που συνέχεια έλεγε ότι η Ελλάδα γίνεται πειραματόζωο των μνημονίων, φλέρταρε με την ιδέα να την κάνει ο ίδιος πειραματόζωο για το δικό του στόχο. Ευγενικός στόχος βέβαια, δεν λέω, να θέλεις να διαλύσεις την ευρωπαϊκή πορεία, τις προσπάθειες εκατομμυρίων ανθρώπων επί εβδομήντα χρόνια να ξεπεράσουν το συγκρουσιακό και πολεμικό παρελθόν τους, αλλά τελικά δεν ήταν φαίνεται αρκετά ισχυρό το όπλο. Κάνανε ό,τι μπορούσαν οι άνθρωποι, πρέπει να το αναγνωρίσουμε. Άδικα τους κατηγορούν ότι δεν διαπραγματεύονταν, τόσα σενάρια είχαν επεξεργαστεί. Εντάξει, δεν ήταν παρά ένα πλαν μπι, αλλά άμα έχει τόση πλάκα το πλαν μπι, ποιος θα κάτσει ν' ασχολείται με το πλάν έι;
Κοίτα τώρα, η πληκτική ευρωπαϊκή προσπάθεια να συνεχίζεται, και μάλιστα με την Ελλάδα κολλημένη πάνω της δίκην απορροφητικού παρασίτου, και τα ωραία σχέδια να μένουν μόνο σ' ένα πουκάμισο (γεμάτο, όχι αδειανό) και να ξαναρχίζει η αντίσταση στο τρίτο μνημόνιο με διάφορα συγκινητικά άρθρα και αγωνιστικές κραυγές, ακόμα πιο πληκτικά από την αντίσταση στο 2ο και στο 1ο μνημόνιο, για να δούμε αν μπορεί αυτή η μαγική αντιστασιακή συνταγή να χτίσει κι άλλες πολιτικές καριέρες.
Ουφ, πλήξη.

Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015

Καθαρίζοντας κρεμμύδια

Πολλά κρεµµύδια καθαρίζω φέτος. Δεν είµαι η µόνη, υπάρχει µια γενικότερη τάση επιστροφής στις οικογενειακές εστίες, στο σπιτικό φαγητό, τα δε καλοκαιρινά φαγητά έχουν όλα µπόλικο κρεµµύδι. Στο πρώτο κρεµµύδι τα µάτια τσούζουν, στο δεύτερο δακρύζουν, από το τρίτο και µετά ορισµένες ποικιλίες φέρνουν κανονικά δάκρυα στα µάτια, άλλες απλώς τα υγραίνουν. Εκεί απαρεγκλίτως εµφανίζεται στο µυαλό µου ο στίχος του Καρυωτάκη, «θάνατος οι γυναίκες που αγαπιούνται καθώς να καθαρίζουνε κρεµµύδια» κι αρχίζω µε τον ποιητή ένα νοερό διάλογο, ενώ τα δάκρυα τρέχουν.

Αραγε καθάρισες ποτέ σου κρεµµύδια, ρωτάω. Μάλλον όχι, θα ήξερες ότι ο τρόπος που σε κάνουνε τα άτιµα να κλαις δεν διαφέρει πολύ από τον έρωτα. Υπουλα, µε κάποια αόρατη ουσία σου επιτίθενται, ενώ εσύ προσπαθείς να τα χρησιµοποιήσεις σε υποχρεώνουν να αρχίσεις τους σπασµούς σε όλο το πρόσωπο, φτάνεις ενίοτε σε λυγµούς, επειδή θέλησες να νοστιµίσεις το φαγητό σου. Ζήτησες την απόλαυση και σε τιµωρούν, ζήτησες το κάτι παραπάνω στην καθηµερινότητά σου και βρίσκεσαι να κλαις. Δουλεύεις για όλους, για παιδιά που απολαµβάνουν το καλοκαίρι, για µεγάλους που θα σε επαινέσουν ίσως, αλλά δεν µοιράζονται το κλάµα, και κλαις επιπλέον πάνω από τον νεροχύτη, λες και χρειάζεσαι παραπάνω αλάτι. Μυστικό κλάµα. Θα ήθελα κάτι άλλο να έχεις πει για τις γυναίκες, ποιητή µου, για την αγάπη και τα κρεµµύδια. Αυτός ο στίχος είναι σαν να αρνήθηκες να δοκιµάσεις, όχι µόνο το φαγητό τους, αλλά και τη γεύση των δακρύων τους. Δεν τις κατάλαβες, δεν τις εκτίµησες, τις περιφρόνησες και άδειασε η ζωή σου.

Καµιά φορά απαγγέλλω ολόκληρο το ποίηµα σαν ξόρκι, και το καθάρισµα τελειώνει. Δεν είναι συνταγή. Ο σαρκασµός του Καρυωτάκη δεν αρταίνει σωστά την καλοκαιρινή κουζίνα. Ο διάλογος µένει πάντα ηµιτελής.
(Aπό ΤΑ ΝΕΑ, στις 3 Αυγούστου του 2010)

Σάββατο 1 Αυγούστου 2015

Μελτέμι

Το σπίτι του καλοκαιριού τέλειο, στην κορυφή του λόφου. Γύρω ευκάλυπτοι και πέρα ελιές και απέναντι πεύκα και κυπαρίσσια, στην πιο όμορφη σύνθεση, ζωγραφισμένα. Να κακομαθαίνουν το βλέμμα. Εδώ θα ήθελαν οι νοινοκύρηδες να ζουν όλο τον χρόνο, με τη θάλασσα να δηλώνει διακριτικά την παρουσία της στην άκρη του ορίζοντα, με τη γλώσσα των δέντρων στο παράθυρο. Εδώ έχουνε βάλει το μεράκι τους, την αληθινή τους αισθητική, πραγμάτωσαν τα όνειρά τους. Ό,τι μπορείς να φτιάξεις με πέτρα, με τη φύση, με την παράδοση, τα αδρά υλικά. Μέσα έβαλαν ό,τι πιο αρμονικό και απλό, φάνηκε η ομορφιά των πραγμάτων έτσι όπως δεν φαίνεται αλλού. Φάνηκε η ομορφιά της ζωής εν γένει, οι δυνατότητής της, να κάθεσαι στη σκιά και ν' αγναντεύεις, να χαίρεσαι τη μυρωδιά των φυτών. Όλα είναι θαύμα στο εξοχικό, αλλά έρχονται μόνο είκοσι - τριάντα μέρες τον χρόνο και τις υπόλοιπες πρέπει να ζούνε στην Αθήνα, στο στενό διαμέρισμα, που δεν σηκώνει βελτίωση, αισθητική, τίποτα. Τις υπόλοιπες μέρες το σπίτι τής εξοχής μένει κλειστό, με τα παραθυρόφυλλα να σφραγίζουν τη νοσταλγία του για ανθρώπινη παρουσία, παραδομένο στα σαμιαμίδια του. Τώρα επιτέλους έχει ανοιχτεί, έχει στρωθεί, μπήκανε σεντόνια, απλώθηκαν καρέκλες, μαγιό στεγνώνουν στο σκοινί και φαγητά μαγειρεύονται στην κουζίνα. Ιδιοκτήτες και μουσαφιραίοι ανασαίνουν βαθιά, να το απολαύσουν, να τους εντυπωθεί. Και πάνω εκεί πιάνει ένας αέρας τρελός, μελτέμι να΄ ναι, καυτός, αυγουστιάτικος και στριφογυριστός, πετάει κάτω τα τραπέζια, τις καρέκλες, σκορπίζει τα ρούχα, σπάει τα ποτήρια. Κλείνονται όλοι μέσα, βροντοχτυπάνε τα ξώφυλλα. Κοιτάζονται ξαφνιασμένοι, τι κάνουμε τώρα εμείς εδώ;
http://www.tanea.gr/opinions/all-opinions/article/4243315/?iid=2 

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...