Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2002

Πατίνια και πολυβόλα

 

Φέτος είναι της μόδας το χακί και τα χρώματα παραλλαγής, αλλά εκείνη φόρεσε γαλάζιο. Γαλάζιο στηθόδεσμο, χωρίς μπλούζα από πάνω. Προφανώς έχει χορτάσει παραλλαγή στην Οχρίδα. Σορτσάκι μπλε και καπελλάκι με μπορ που γυρίζει, σακκίδιο, πατίνια στα πόδια και ειδικά γάντια. Περνά μπροστά απ’ το φρουρό της προεδρικής κατοικίας και τον κοιτά λοξά, σα να του ψιθυρίζει το παληό καλό σύνθημα, κάνε έρωτα, όχι πόλεμο, ή τέλος πάντων σκέψου το μόνος σου, εγώ τίποτα δε λέω. Στα χακί ο φρουρός, με το πολυβόλο αγκαλιά, αντί να αγκαλιάζει οτιδήποτε άλλο, στρέφει και την κοιτάζει ξαφνιασμένος. Κοίτα μερικοί αναίδεια που την έχουν, θα σκέφτεται, εδώ ο κόσμος χάνεται, μέσα στο σπίτι που φρουρώ, οι ηγέτες, Σλάβοι και Αλβανοί, προσπαθούν να υπογράψουν συμφωνία ειρήνης, έξω στα βουνά και στα χωριά οι εξτρεμιστές προσπαθούν να μην αφήσουν την ειρήνη να υπογραφεί, εγώ ντυμένος απ’ την κορφή ως τα νύχια με παραλλαγή (και τι θέλω τάχα να παραλλάξω;) κρατάω αγκαλιά το πολυβόλο, αντί για οτιδήποτε άλλο, κι αυτή η νεαρή, ημίγυμνη σχεδόν, με τον αφαλό έξω, μπούτια γόνατα, πλάτες, όλα, πάει με τα πατίνια, ποιος ξέρει πού, ίσως για κολύμπι! Πώς καταντήσαμε έτσι σ’ αυτή τη χώρα, να μη σέβεται τίποτα η νεολαία. Τόσο σοβαρά πράγματα διακυβεύονται μέσα σ’ αυτό το κτίριο κι αυτή περνάει απ’ έξω λες και βρίσκεται σε καμιά από αυτές τις διεφθαρμένες πλούσιες πόλεις, που σκέφτονται μόνο την καλοπέραση και δεν ενδιαφέρονται για τα ιδανικά. Αίσχος δηλαδή, φοράει και πατίνια, να μη μπορείς να τη φτάσεις σε περίπτωση πού, ας υποθέσουμε, αποφάσιζα να την κυνηγήσω λιγάκι…

Η ανεύρετη πηγή

Κάποια μακρινή καλοκαιρινή μέρα, μας είχαν υποσχεθεί οι πολυταξιδεμένοι φίλοι μας, να μας δείξουν τις πηγές ενός ποταμού. Πηγαίναμε πηγαίναμε, περνούσαμε φαράγγια και χωριά και μέρη ωραία και βλέπαμε το ποτάμι συνέχεια δίπλα μας, αλλά τις πηγές του δεν τις φτάσαμε ποτέ. Δεν τις βρήκαμε εκείνη την ημέρα, ούτε την επόμενη κι ύστερα δεν ψάξαμε πια, καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι οι πηγές των ποταμών είναι κάτι διακριτικό, μυστικό, δεν σου φανερώνεται εύκολα, δεν τις βλέπεις. 

Εδώ και κάμποσο καιρό αγοράζω στην Αθήνα πλαστικά μπουκαλάκια νερό με το όνομα της πηγής εκείνης. Εκεί που δεν είχαμε φτάσει, πάνω στα όρη στα βουνά και στα μεγάλα δάση, τώρα υπάρχουν συνεργεία εμφιάλωσης. Την ανεύρετη πηγή την έχουν περιζώσει, ίσως της κανανε μια βρύση να τρέχει οργανωμένα και φανερά, ή ίσως τίποτα, μόνο τα φορτηγά με τα μπουκάλια που πάνε κι έρχονται μέχρι τελικής εξαντλήσεως. 

Για δευτερόλεπτα θυμάμαι την αμηχανία μας μέσα στην ωραία εκείνη φύση, είναι εδώ η πηγή; πώς είναι οι πηγές;, με τι μοιάζουν, κι ύστερα ανοίγω το μπουκαλάκι και πίνω το νερό, με το θρίαμβο του ανθρώπου της πόλης, που όλα τα έχει έναντι χρημάτων, σβήνοντας μαζί με τη δίψα και τα ίχνη της θλίψης, γιατί να μην τη βρούμε τότε εμείς εκείνη την πηγή, πριν ακόμα μπει το νερό της σε μπουκάλια, γιατί να μην την έχουμε γευτεί. 

Γρήγορα το ξεχνάω βέβαια, προχωρώντας στις δουλειές μου, το σημαντικό είναι να βρίσκεις το νερό στα περίπτερα όταν πεθαίνεις της δίψας. Είναι ν΄απορείς πώς ζούσαν οι άνθρωποι εδώ πριν εξαπλωθεί αυτή η συνήθεια.

Δευτέρα 4 Νοεμβρίου 2002

Κλήση επειγόντως

 Φιλενάδα μου, σπανίως τηλεφωνώ και το σπάνιο θα γίνει σπανιότερο.

Τρόμαξα να μάθω τους καινούργιους αριθμούς, να τους συνηθίσω και να τους
περάσω στις μνήμες του τηλεφώνου και του εγκεφάλου μου. Για δεκαετίες οι
αριθμοί έμπαιναν ένας ένας στο νούμερό σου, σαν διακριτική υπενθύμιση ότι ο
πληθυσμός της πόλης αυξάνεται διαρκώς κι αφού η πόλη αρέσει και μεγαλώνει,
οφείλεις να αποστηθίζεις νούμερα. Ύστερα ήρθαν τα κινητά τηλέφωνα που μας
έφεραν πιο κοντά, ιδίως στην οικογένεια και στα παιδιά που τα παίζουν στα
δάχτυλα κι εσύ φιλενάδα μου πήγες να μείνεις πιο μακριά, πιστεύοντας ότι δεν
απομακρύνεσαι, αφού τόσο καλά λειτουργούν οι επικοινωνίες.

Και γέμισες τηλέφωνα και κινητά κι ακίνητα και δεν μετακινείσαι πια με τίποτα,
θέλεις να ερχόμαστε εμείς σε σένα, εκεί στην εξοχή, με τα σκυλιά και με τους
κήπους σου.

Κι όπως η Μεσογείων κάποτε κυλούσε κι ερχόμασταν και σε βλέπαμε, έτσι και το
τηλέφωνό σου ήταν απλό, αλλά αφού η Μεσογείων έπηξε και ο αριθμός τηλεφώνου
σου μεγάλωσε μαζί με όλα τα άλλα, πέρασε καιρός που δεν βλεπόμαστε και δεν
ακουγόμαστε και δεν μας πειράζει πια και τόσο.

Και τώρα πάλι αλλάζει αριθμούς το τηλέφωνο, για λόγους άγνωστους, αλλά με χαρά
και πάλι.

Κι ούτε αυτή τη χαρά δεν ξέρουμε που τη βρίσκει το σύστημα.

Αλλά η ενέργεια λιγοστεύει και τα διαθέσιμα μπάιτς του μυαλού επίσης κι όσο
πλουτίζουν και ποικίλλουν και διαστρέφονται τα νούμερα τόσο γίνεται αδιάβατη η
Μεσογείων.

Αλλάζει ο αριθμός κλήσης και ο κωδικός μετακίνησης. Από την πολλή ευκολία
χαθήκαμε.

Για δώσε σήμα με τη νέα μέθοδο, μη μας ζώσει η σιωπή.

 https://www.tanea.gr/2002/11/04/opinions/analwsima-klisi-epeigontws/

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2002

Μπετόβεν και μπουζούκια

Σιωπηλά πλήθη συνωθούνται στις αποβάθρες του Μετρό. Μεσημέρι, κόσμος πολύς, τα
βαγόνια γεμάτα και οι πόρτες ανοιγοκλείνουν δυο τρεις φορές μέχρι να
καταφέρουν να κλείσουν χωρίς να μαγκώνουν χέρια ή τσάντες. Από τα μεγάφωνα
ακούγεται Μπετόβεν. Μάλιστα, Μπετόβεν, η κορύφωση της 5ης Συμφωνίας είναι ή
κάτι τέτοιο, μια ορχήστρα εν βρασμώ. Διακριτικά ωστόσο δημιουργεί ατμόσφαιρα,
σαν χρωματιστός καπνός που γλιστράει ανάμεσα στα πόδια των επιβατών και
εναρμονίζει τα κουρασμένα βήματα με κάτι ανώτερο, σημαντικό, αόριστο αλλά
καλοδεχούμενο. Τι δουλειά έχει εδώ ο Μπετόβεν, θα μπορούσε κάποιος να πει,
αλλά δεν θα ήταν ειλικρινής, γιατί το πάθος της μουσικής που απαλά ξεχύνεται
ανάμεσα στον θόρυβο των τρένων, θα τον είχε ήδη κι αυτόν εξυψώσει και
στηρίξει. Είναι σαν δώρο, έτσι αθώρητη, χωρίς διαφήμιση, τίτλους, κραυγές, στη
σωστή ένταση, σαν να την έγραψε ο μέγας μουσουργός ειδική παραγγελία για τους
βιαστικούς και κουρασμένους Αθηναίους του 21ου αιώνα που χρησιμοποιούν Μετρό
και χρειάζονται όλοι ανεξαιρέτως παρηγοριά και τόνωση. Στα λεωφορεία παίζουν
καψούρικα λαϊκά, γέμισαν μεγάφωνα τα μέσα μαζικής συγκοινωνίας μας και δεν
μπορούν να τα αφήσουν αχρησιμοποίητα. Φταίει η ένταση ή τα καψούρικα που
αποφεύγω πλέον τα λεωφορεία; Έχει διαχωριστεί το μουσικό σύμπαν σε πάνω και
κάτω, πάνω μπουζούκια, κάτω Μπετόβεν, έτσι αποφάσισε φαίνεται το υπουργείο
τοπίου που διατρέχει τις υπηρεσίες του υπουργείου Μεταφορών. Καλά είναι τα
καψούρικα στη διαπασών για τα γλέντια, αλλά για τη βιοπάλη προτιμώ τον
Μπετόβεν. Ίσως επειδή ήταν κι αυτός παιδί της εργατικής τάξης και έζησε
πονεμένα ονειρευόμενος τη μεγάλη χειραφέτηση των μαζών, την ανύψωσή τους από
την επαναλαμβανόμενη, βαρετή καθημερινότητα.

https://www.tanea.gr/2002/10/23/opinions/analwsima-mpetoben-kai-mpoyzoykia/

Δευτέρα 7 Οκτωβρίου 2002

Xαμηλά ο πήχυς

Κυριακή συννεφιασμένη και τα παιδιά παίζουν στο πάρκο. Μαζεύονται πάντα στο
κέντρο, στο πρώην σιντριβάνι. Πρώην, γιατί χρόνια τώρα δεν τινάζει νερό, είναι
κρίμα που αυτό τουλάχιστον δεν το πήρε ο Δήμος Αθηναίων, ο οποίος ειδικεύτηκε
στους πίδακες, αν μη τι άλλο. Εκεί γύρω στο παρτέρι, το γρασίδι έχει φουντώσει
απ' τις βροχές. Μια μικρή παράξενη ζούγκλα, διότι δεν το κούρεψαν φυσικά,
τραβάει τα παιδιά σαν μαγνήτης. Χάνονται οι γαμπίτσες τους στο χορτάρι,
χοροπηδάνε και φωνάζουν, ξυπνάει μέσα τους το πουλάρι. Και κάποια στιγμή,
μοιραία, ακούγονται τα δυνατά τους κλάματα, γιατί σκόνταψαν στην κρυμμένη
μεταλλική περίφραξη του παρτεριού. Στο χαμηλό ωραίο κιγκλίδωμα που είχε μπει
εκεί δεκαετίες πριν αποφασίσουν να παρατήσουν στην τύχη του το Πεδίον του
Άρεως. Τότε που το σχεδίασαν, πίστευαν ότι χρειάζονται όρια ανάμεσα στους
χώρους, δεν φαντάζονταν ότι θα μεταμορφώνονταν σε παγίδες. Μέχρι πέρυσι
ξεχώριζε το καγκελάκι, τώρα που ανήκει στην περίφημη Νομαρχία Αττικής,
ισοπεδώθηκε πλήρως. Τόσο υπεράνω είναι αυτή η Υπερνομαρχία, που προφανώς δεν
μπορεί ν' ασχοληθεί με ζητήματα χαμηλά, όπως το γρασίδι. Ας είναι κι αυτό
υπεράνω του κιγκλιδώματος. Με τι ασχολείται, κανένας δεν έχει καταλάβει
ακριβώς. Ούτε το σκέφτεται την ώρα που σκοντάφτει. Μανάδες, παιδιά, γέροι,
έφηβοι και πάσης φύσεως περιπατητές που λιμπίζονται το γρασιδάκι, τρώνε τα
μούτρα τους καθημερινά και απομακρύνονται πονεμένοι κι απορημένοι. Πώς να
ανεβάσεις ένα τόσο χαμηλό και ύπουλο ζήτημα στην προεκλογική καμπάνια; Κάποιος
βάζει χαμηλά τον πήχυ, κόντρα στην Ντόρα, που είπε ότι τον βάζει ψηλά. Εκτός
πια κι αν το κάνουν επίτηδες. Οι τωρινοί νεοδημοκράτες υπερνομάρχες, ως
ιδεολογικοί αντίπαλοι του Τζαννετάκου.

https://www.tanea.gr/2002/10/07/opinions/analwsima-xamila-o-pixys/

Κυριακή 22 Σεπτεμβρίου 2002

Ποσείδι

Το Πανόραμα Θεσσαλονίκης το ονόμασαν ελληνικό Μπέβερλυ Χιλς. Και τη Χαλκιδική, ελληνική Ριβιέρα. Δεν ξέρω αν έχει η Ριβιέρα τόσο όμορφη θάλασσα, τέτοια απόχρωση του γαλάζιου προς το τυρκουάζ στις αμμουδιές της, όπως η Χαλκιδική.  Και στην Κασάνδρα, στο σημείο που δείχνει ο χάρτης μια μυτούλα ξηράς, βλέπεις την αμμουδιά, λευκή, (μόνο η λευκή άμμος δίνει τέτοιο χρώμα στο νερό) να προχωρά μέσα στα κύματα και να φτιάχνει δυό παραλίες. Το μέρος λέγεται Ποσείδι κι υπάρχει κι ένας φάρος εκεί, να το σημαδεύει. Οι λουόμενοι μπορούν κάθε φορά να διαλέγουν σε ποια μεριά θα κολυμπήσουν. Όταν έχει κύμα στη μία πλευρά, η άλλη είναι γαλήνια. Εξαιρετικό προνόμιο, και ποιοι το χαίρονται κυρίως; Οι φοιτητές του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που έχουν δίπλα κατασκήνωση. Μέσα στα δέντρα, μπορούν να στήνουν τη σκηνή τους, ή να νοικιάζουν ξύλινα σπιτάκια, σε τιμή συμβολική.  Τι Ριβιέρα και τι Μπέβερλυ Χιλς. Αυτός είναι ο παράδεισος επί της γης. Η φοιτητική ιδιότητα,  παρέχει αυτή τη δυνατότητα, μαζί με διάφορες άλλες.  Και σ’ αυτόν τον παράδεισο, απροσπέλαστο για όσους δεν πέρασαν στο Πανεπιστήμιο, οι ένοικοι έχουν σπείρει τα σκουπίδια τους όπου υπάρχει ελεύθερος χώρος. Ούτε σακκούλες, ούτε σωροί, ελεύθερα, παντού, πάσης φύσεως απορρίματα, κι οι προνομιούχοι παραθεριστές,  να κυκλοφορούν ανάμεσα τους, ανενόχλητοι. Αφού πέρασαν στα ΑΕΙ, θεωρούν ότι δεν έχουν άλλη υποχρέωση. Μαζεύουν ήλιο, μαζεύουν ξεκούραση, μαζεύουν βαθμούς, σκουπίδια προφανώς δεν μπορούν να μαζέψουν. Εκπαιδεύονται καταλλήλως όλο το χειμώνα στα πανβρώμικα ανώτατα εκπαιδευτικά (αλίμονο, η ανωτερότης δεν αμφισβητείται, είναι κατοχυρωμένη) και το καλοκαίρι κάνουν επαναλήψεις στο πιο παραδεισένιο σημείο της Χαλκιδικής.

 Και λέμε, καλά που δεν είναι γνωστό όσο η Ριβιέρα, το όμορφο Ποσείδι, και μόνο  οι ντόπιοι, περνάμε και βλέπουμε το χάλι αυτό κι αναρωτιόμαστε, τι σόι αγωγή δίνουμε στα παιδιά μας.

Τετάρτη 4 Σεπτεμβρίου 2002

Μουσώνες στην Ελλάδα

 Φθινόπωρο όπως τα παλιά, ή περίπου. Σεπτέμβριος με βροχές που δεν δροσίζουν,

μπόρες απότομες, σαν τροπικές. Κάτι σαν τους μουσώνες, που είδαμε στο σινεμά
φέτος, σ' εκείνο το ωραίο ινδικό έργο. «Ο γάμος των μουσώνων» λεγόταν. Μεγάλη
επιτυχία, λίγους μήνες πριν γίνει ακόμα μεγαλύτερη ο «Γάμος α λα ελληνικά».
Αδελφοποίηση του κλίματός μας με το ινδικό κλίμα, μέσω πανάκριβων γαμήλιων
τελετών και τρυφερών ιστοριών. Την ίδια ώρα που στο Γιοχάνεσμπουργκ συζητούν
για εκατομμύρια ανθρώπους χωρίς πρόσβαση σε τρεχούμενο νερό, στην Ευρώπη δεν
στεγνώνουν οι πλημμύρες. Στον δε Πειραιά συννέφιασε και στην Αθήνα βρέχει.
Κυλάνε τα παραπανίσια νερά απρόσκλητα σε υπόγεια που χτίστηκαν για αποθήκες
και έγιναν κατοικίες, κυλάει και η νομοθεσία για την αυθαίρετη χρήση των
υπογείων και ισογείων. Σαν το νερό στ' αυλάκι, η νομιμοποίηση των αυθαιρέτων.
Μαζί με την επαναφορά του συντελεστή δόμησης, τη δικαίωση δηλαδή ενός ακόμα
μεγάλου λαϊκού αιτήματος, για όσους δεν πρόλαβαν να εξαργυρώσουν τα
τετραγωνικά τους και τους ορόφους που δικαιούνταν. Όλα μαζί πακέτο,
νομιμοποιήσεις και τακτοποιήσεις, μόνο το νερό έρχεται απρόσκλητο, την ίδια
μέρα με τα μεγάλα λόγια περί πλανήτη, περί περιβάλλοντος, περί υποδομών, περί
σωτηρίας, περί θυσιών, την ένδοξη Τρίτη Σεπτεμβρίου, που όλοι κάναμε μποϊκοτάζ
στα σούπερ μάρκετ. Ε, δεν γίνεται και μποϊκοτάζ στις ακίνητες περιουσίες των
μικρομεσαίων. Όλα σε μια μέρα θα γίνουν; Σάμπως θα αλλάξει το κλίμα του
πλανήτη με λίγα τετραγωνικά που θα στριμωχτούν στις ήδη στριμωγμένες πόλεις
μας; Ενώ μπορεί να αλλάξει το εκλογικό κλίμα. Εξάλλου συνηθίσαμε να ζούμε
στριμωγμένοι, αν αραιώσουμε καταθλιβόμαστε. Η οικολογία έχει νόημα στο
Γιοχάνεσμπουργκ, εδώ συνεχίζουμε την ανάπτυξη.


https://www.tanea.gr/2002/09/04/opinions/analwsima-moyswnes-stin-ellada/

Πέμπτη 22 Αυγούστου 2002

Του Αυγούστου το φεγγάρι

Πώς ξέφυγε έτσι η πανσέληνος του Αυγούστου από φορείς και διαφθορείς, παραθεριστές και εκπολιτιστές, σαν σαργουδάκι από κομμένο δίχτυ, γλύστρησε, χάθηκε στ’ ανοιχτά του χρόνου; Το ένα το φεγγάρι το τραγουδισμένο, το αυγουστιάτικο φεγγάρι με τ’ όνομα, που μας ξανάκανε για λίγο ειδωλολάτρες και ζωροαστρικούς, βαρέθηκε φαίνεται τις μεγαφωνικές εγκαταστάσεις στους αρχαιολογικούς χώρους, τα φωτιστικά εφέ,  που αναιρούσαν το νόημα της γιορτής, το πηγαινέλα των αυτοκινήτων, που έπνιγαν και στα πέριξ ό,τι ησυχία κι ό,τι φεγγαρίσιο φως απέμενε, αποφάσισε να σκοτίσει το νου εορταστών και ρομαντσοφόρων, γνωστών τραγουδιστών που ρουφούσανμε με φωνακλάδικη απληστία, όποια απαλή αναμνησούλα μας απόμενε από γαλήνιες νύχτες, προέδρων, οργανωτών, και λοιπών εκμεταλλευτών. Μας ξεγέλασε η «πρώτη αυγουστιάτικη πανσέληνος του καινούργιου αιώνα», ήρθε νωρίς, πέρασε διακριτικά, ιδιωτικά, χωρίς φανφάρες, με φάλτσες φωνές, με μικρές παρέες, με απορίες, μα είναι στ’ αλήθεια η πανσέληνος αυτή; Έτσι τόσο ανεπίσημα; Δεν φυσούσε ούριος άνεμος ν’ αποπλεύσουν τα καράβια της μεγάλης  θερινής εκστρατείας αποκέντρωσης του θορύβου, από τη μητέρα πρωτεύουσα, στα στερημένα παιδιά της και περιμένοντας στην προβλήτα χαθήκανε  τα ημερολόγια με τις σεληνιακές φάσεις. Και τρέχουν τώρα οι φορείς και οι οργανωτές, κατόπιν εορτής, να γραπώσουν την πανσέληνο του Σεπτεμβρίου. Θα εορταστεί ως φθινοπωρινή και η μεγάλη πολυτέλεια, μας υπόσχονται, θα είναι να μην έχει μουσική σε μερικά σημαντικά μέρη, όπως η Ακρόπολη κι ο ναός του Ποσειδώνα στο Σούνιο. Μαζί με την αγορά σχολικών ειδών και τη μελέτη του εκκαθαριστικού της εφορίας, νύχτες με τραβολόγημα σε αρχαιολογικούς χώρους, να κλαίμε το καλοκαίρι που θα τελειώνει. Δεν είναι κακό σαν ιδέα.

Τετάρτη 14 Αυγούστου 2002

Σκληρά αναγνώσματα

Μαζεύονται αδιάβαστα στο τραπεζάκι τα αστυνομικά διηγήματα που προορίζονταν
για το καλοκαίρι. Τα ένθετα εφημερίδων και περιοδικών θα περιμένουν, η
17Νοέμβρη είναι το ανάγνωσμα τώρα, και μπήκαμε στον δεύτερο μήνα. Σε αυτά τα
μπανάλ πρόσωπα που «μας απογοήτευσαν» αναγνωρίζουμε κλισέ που έχουμε
χρησιμοποιήσει, τρόπους σκέψης που μας είναι γνωστοί. Αυτοί οι συνηθισμένοι
τύποι μάς προσφέρουν άυπνα μεσημέρια.

 Η απολογία του Σάββα Ξηρού καταγράφειγεγονότα που θυμόμαστε, άλλοτε ζωντανά κι άλλοτε λιγότερο, τον φόνο Μπακογιάννη, ληστείες τραπεζών, τι είχαμε τότε σκεφτεί, τι είχαμε πει στους γύρω μας, ποιος είχε θυμώσει, ποιος είχε αδιαφορήσει, ποιος είχε λυπηθεί,
ποιος είχε ικανοποιηθεί και ποιος είχε νιώσει αδύναμος ως πολίτης κράτους που
ήθελε να λέγεται πολιτισμένο, αλλά δεν τα έβγαζε πέρα με τον πρωτογονισμό. \

Κι ίσως ο καθένας από μας, τους πολίτες, να είχε νιώσει λίγο από όλα αυτά και
μερικά ακόμα, όπως ένα στοιχείο γοητείας ενίοτε για τον πρωτογονισμό αυτό.
Κάποιον θαυμασμό ελπίζει πάντα να προκαλέσει η βία - έτσι ξεκινά. Ιδίως η βία
αυτού του είδους, που τη θεωρούν «πολιτική» αυτοί που την ασκούν. Περιμένει να
συγκινήσει, να αποκτήσει οπαδούς, να δημιουργήσει το δικό της καθεστώς. Πόσο
νιώθαμε την απειλή, πόσο μας αφορούσε η ασφάλεια των τραπεζών, των βουλευτών,
των εφοπλιστών, των αστυνομικών, των ξένων αξιωματούχων - χωρίς ταυτότητα
αυτοί, η ιδιότητά τους αρκούσε για να τους εξασφαλίσει θάνατο - πόσο
αρνούμασταν να ενδιαφερθούμε, αφού δεν ήμασταν εφοπλιστές, βουλευτές,
τράπεζες, αστυνομικοί, ξένοι αξιωματούχοι. 

Η απαρίθμηση των στόχων από τον Ξηρό, με χρονολογική σειρά, εκθέτει τη δική του δράση και υπενθυμίζει τη δική μας αμηχανία. 
Σκληρή αυτογνωσία καλοκαιριάτικα.
https://www.tanea.gr/2002/08/14/opinions/analwsima-sklira-anagnwsmata/





Τρίτη 13 Αυγούστου 2002

Της Μεταμορφώσεως



Πάλι ξανά στα μέρη τα γνωστά, για τον Δεκαπενταύγουστο που αναζητά πατροπαράδοτες εικόνες. Πού να τις βρει στα γνωστά μέρη; Μεταμορφώθηκαν απότην περσινή χρονιά. Εκεί που ήταν μποστάνι έγινε φέτος συγκρότημα ενοικιαζόμενων κατοικιών, απίστευτη ταχύτητα. Σκεπαστές βεραντούλες με μπετόν και καγκελάκι ελληνορωμαϊκό. Εκεί που πίναμε ουζάκι, επεκτάθηκε το μαγαζί με κερκυραϊκές στοές ένθεν και ένθεν, έστησε κιόλας μπροστά μια πλαστική γερτή κολόνα που καταλήγει σε τρισδιάστατη επιγραφή, από μέσα φως κι απέξω το όνομα του επιχειρηματία με γράμματα σε μέγεθος καρπουζιού (για την παρομοίωση φταίει το ξεπατωμένο μποστάνι). Γενικώς τα ονόματα γιγαντώθηκαν, ο φούρναρης έγραψε τα δικά του σε ταμπέλα τριπλάσια, τα σημεία στίξης μεγάλα σαν πιατέλες. Γέμισε το τοπίο ονοπατεπώνυμα, αυτό δεν είναι χωριό, αυτό είναι δάσος ονομάτων, ληξιαρχείο σε εφιαλτική μεγέθυνση, η πάλη των λάμψεων. Ποιος θα φωτίζει περισσότερο και ποιος θα επισκιάσει τον άλλον. Πλην όμως σκιά δεν απέμεινε, πάνε κι οι ελιές, που τις έβλεπες και κάπως δροσιζόταν η ματιά σου, κάπως γαλήνευε. Τώρα οι ταμπέλες σου μεταδίδουν την αγωνία του ιδιοκτήτη, θα πάνε καλά οι δουλειές φέτος, θα αποσβεστούν τα έξοδα, θα βγει κέρδος; Αμάν, άφησες τη δική σου αγωνία στην πόλη κι ήρθες εδώ να ενστερνιστείς ετούτη. Τη νύχτα τα φώτα δεν αφήνουν ούτε φεγγάρι να φανεί, αλλά δεν βρίσκεις τίποτα να θέλεις να
κοιτάξεις απ' όσα άπλετα φωτίζονται. Τα μέρη τα γνωστά έγιναν αγνώριστα, πού
βρίσκομαι; Αναρωτιέσαι, αν ξεχαστείς, ποια μεγάλη γιορτή έρχεται, της Παναγίας
λέγεται ή της Μεταμορφώσεως; Αυτήν έπρεπε να γιορτάζουμε, μεγάλη η χάρη της,
πότε ξανά στο ημερολόγιο τη συναντάμε έτσι περίλαμπρη;

https://www.tanea.gr/2002/08/13/opinions/analwsima-tis-metamorfwsews/

Δευτέρα 12 Αυγούστου 2002

Μουσικά ΚΤΕΛ

Στην Εθνική οδό όλοι πήγαιναν στο αντίθετο ρεύμα, έφευγαν από την Αθήνα, κι
εμείς γυρίζαμε, καταπιεσμένη μειοψηφία, με μια λουρίδα λιγότερη. Μέσα στο
μεσημέρι, μέσα στη λάβρα, ο οδηγός είχε βάλει τέρμα το αιρ κοντίσιον κι οι
ηλικιωμένοι είχαν αρχίσει να βήχουν και να φταρνίζονται. Για να μας ζεστάνει
άνοιξε το ραδιόφωνο στη διαπασών. Νταλκάδες έξαλλοι, κρουστά, πνευστά, ντέφια,
τούμπες, φωνές φουσκωμένες κλάμα. Κάπως ανέβηκαν οι εσωτερικές καύσεις. Όλοι
είχαμε μια ζεστή ιστορία να θυμηθούμε, ακόμα και οι μεγαλύτεροι. Μόνο που την
είχαν ζήσει με άλλη μουσική υπόκρουση εκείνοι οι καημένοι και το έλεγαν. «Μα
είναι μουσική αυτή, δε μπορεί να βάλει κάτι απαλό;». Λίγο σιγότερα, παρακάλεσε
κάποιος. Όχι, όχι, δυνατότερα, είπε μια νεαρή κι ο οδηγός άκουσε εκείνην. Στο
κάτω κάτω οι εραστές της καντάδας δεν είχαν παρά να πάρουν το άλλο λεωφορείο,
αυτό με τη χορωδία και τη μαντολινάτα, αυτό εδώ ήταν σαφώς άλλου είδους και
δεν θα ενέδιδε σε παρεμβάσεις. Διότι το να είσαι ντιτζέι σε κλαμπ είναι ήδη
αναγνωρισμένη τέχνη και σου δίνει μία άλφα ελευθερία, αλλά το να είσαι ντιτζέι
και να οδηγείς ταυτόχρονα κλιματιζόμενο λεωφορείο τη μέρα της μεγάλης εξόδου
των Αθηναίων στο αντίθετο ρεύμα, αυτό δεν είναι τέχνη πια, αυτό περνάει σε
άλλες σφαίρες και υπακούει σε κανόνες αυστηρότερους. «Αθήνα - Πάτρα με
σύγχρονο ρεμπέτικο», έπρεπε να κλείνονται οι θέσεις, «Θεσσαλονίκη - Γιάννενα
με ραπ και λαϊκά» και «Αμφιλοχία - Πύργος με νησιώτικα» (αυτό για να
ξεπεραστεί ο ανταγωνισμός Ρούμελης - Πελοποννήσου). Στάδιον δόξης λαμπρόν για
τα ΚΤΕΛ, που δεν θα το ακολουθήσουν δυστυχώς. Δεν έχουν ανάγκη από φιλόμουση
πελατεία, εκπαιδεύουν αυτή που διαθέτουν https://www.tanea.gr/2002/08/12/opinions/analwsima-moysika-ktel/

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2002

Μελτέμι

Το σπίτι του καλοκαιριού τέλειο, στην κορυφή του λόφου. Γύρω ευκάλυπτοι και
πέρα ελιές και απέναντι πεύκα και κυπαρίσσια, στην πιο όμορφη σύνθεση,
ζωγραφισμένα. Να κακομαθαίνουν το βλέμμα. Εδώ θα ήθελαν οι νοινοκύρηδες να
ζουν όλο τον χρόνο, με τη θάλασσα να δηλώνει διακριτικά την παρουσία της στην
άκρη του ορίζοντα, με τη γλώσσα των δέντρων στο παράθυρο. Εδώ έχουνε βάλει το
μεράκι τους, την αληθινή τους αισθητική, πραγμάτωσαν τα όνειρά τους. Ό,τι
μπορείς να φτιάξεις με πέτρα, με τη φύση, με την παράδοση, τα αδρά υλικά. Μέσα
έβαλαν ό,τι πιο αρμονικό και απλό, φάνηκε η ομορφιά των πραγμάτων έτσι όπως
δεν φαίνεται αλλού. Φάνηκε η ομορφιά της ζωής εν γένει, οι δυνατότητής της, να
κάθεσαι στη σκιά και ν' αγναντεύεις, να χαίρεσαι τη μυρωδιά των φυτών. Όλα
είναι θαύμα στο εξοχικό, αλλά έρχονται μόνο είκοσι - τριάντα μέρες τον χρόνο
και τις υπόλοιπες πρέπει να ζούνε στην Αθήνα, στο στενό διαμέρισμα, που δεν
σηκώνει βελτίωση, αισθητική, τίποτα. Τις υπόλοιπες μέρες το σπίτι τής εξοχής
μένει κλειστό, με τα παραθυρόφυλλα να σφραγίζουν τη νοσταλγία του για
ανθρώπινη παρουσία, παραδομένο στα σαμιαμίδια του. Τώρα επιτέλους έχει
ανοιχτεί, έχει στρωθεί, μπήκανε σεντόνια, απλώθηκαν καρέκλες, μαγιό στεγνώνουν
στο σκοινί και φαγητά μαγειρεύονται στην κουζίνα. Ιδιοκτήτες και μουσαφιραίοι
ανασαίνουν βαθιά, να το απολαύσουν, να τους εντυπωθεί. Και πάνω εκεί πιάνει
ένας αέρας τρελός, μελτέμι να΄ ναι, καυτός, αυγουστιάτικος και στριφογυριστός,
πετάει κάτω τα τραπέζια, τις καρέκλες, σκορπίζει τα ρούχα, σπάει τα ποτήρια.
Κλείνονται όλοι μέσα, βροντοχτυπάνε τα ξώφυλλα. Κοιτάζονται ξαφνιασμένοι, τι
κάνουμε τώρα εμείς εδώ;
https://www.tanea.gr/2002/08/08/opinions/analwsima-meltemi/

Τετάρτη 31 Ιουλίου 2002

Ο ιός του Αυγούστου

 

Ο ιός που έτρεμαν τα κομπιούτερ και το διαδίκτυο, δεν έκανε τελικά και μεγάλες ζημιές. Τον έλεγαν «κόκκινο ιό», τον έλεγαν «σκουλήκι του Ιντερνετ», φοβόνταν ότι θα καταστρέφονταν πολλά δεδομένα, ίσως στο βάθος να ελπίζαν κιόλας την καταστροφή, για να τα αλλάξουν τα δεδομένα. Είναι τόσο μανιώδεις συντηρητές τα κομπιούτερ!  Όμως δεν έγινε τίποτα το σοβαρό. Κανένας ιός   δεν κάνει  ζημιές πια, υπάρχουν εφόδια για την αντιμετώπιση τους. Είναι να απορεί κανείς γιατί κάθονται μερικοί και φτιάχνουν ιούς. Τι σόι ευχαρίστηση βρίσκουν στο να απειλούν  ξένα μηχανήματα; Κι αφού υπάρχουν που υπάρχουν αυτοί οι βιτσιόζοι τύποι, γιατί δεν κάνουν κάτι πρωτότυπο; Γιατί δεν επεξεργάζονται ας πούμε τον ιό του Αυγούστου; Να μεταδίδεται ένας ιός στην αρχή αυτού του μήνα, ο οποίος να εμποδίζει τη χρήση των κομπιούτερ μέχρι το τέλος του. Να μη συμβαίνει τίποτα στα κομπιούτερ μέχρι τις 31. Να υποχρεωθούν οι άνθρωποι που δουλεύουν με κομπιούτερ να πάνε διακοπές, εντελώς διακοπές, χωρίς το φορητό  μαζί τους. Είναι βέβαιο πως δεν είναι φιλάνθρωποι οι επινοητές ιών, αφού δεν κάθονται να τον φτιαξουν. Να μην δημιουργεί βλάβη, ούτε τίποτα κακό, μόνο στις οθόνες να γράφει συνέχεια:  «Πηγαίνετε διακοπές παιδιά, κάνει ζέστη, πάρτε τα βουνά, τρέξτε στις παραλίες και μείνετε ήσυχοι. Εδώ τίποτα δεν θα αλλάξει. Θα σας περιμενουν τα δεδομένα τον Σεπτέμβρη ίδια κι απαράλλαχτα κι ίσως τότε εσείς να έχετε αλλάξει λιγουλάκι και κάτι να προχωρήσει σοβαρά στις υποθέσεις σας. Μη φοβάστε, κλείστε στο μηχάνημα, δεν είναι σοβαρό, κρατάει μόνο ένα μήνα.» Έναν τέτοιον ιό ονειρεύομαι, αλλά οι χάκερς δεν περπάτησαν ποτέ στα βοτσαλάκια.

Τετάρτη 17 Ιουλίου 2002

Αντηλιακά που αδυνατίζουν

Αντηλιακά που βοηθάνε στο αδυνάτισμα, διατείνεται η διαφήμιση ότι λανσάρονται
για πρώτη φορά φέτος. Προστατεύουν το δέρμα και μαζί συσφίγγουν, χάρις στα
πολύ πρωτότυπα συστατικά που περιέχουν. Έφεραν την επανάσταση στα καλλυντικά,
λέει, ενώ όλοι ξέρουμε ότι ανέκαθεν αδυνάτιζαν τα αντηλιακά. Φτάνει να τα
βάλεις μισή ώρα πριν μπεις στη θάλασσα και να μην ξεχάσεις το πρόσωπο. Να
φοράς οπωσδήποτε καπέλο. Να έχεις φάει δύο ώρες πριν και να υπολογίσεις τρεις
αν τυχόν έφαγες καμιά μπριζόλα. Καλό είναι όμως να μην τρως μπριζόλα, γιατί
δεν το βοηθάει το αντηλιακό να ενεργήσει απισχναντικά. Να τρως ψαράκια το
μεσημέρι ή κανένα λαδερό, ή ντομάτα με φέτα. Αφού θα κολυμπάς, αναγκαστικά δεν
τρως το καταπέτασμα, για να μην πας στον πάτο. Μένεις μισή ωρίτσα στο νερό και
κολυμπάς όσο πιο ενεργητικά μπορείς, για να μπορέσει το αντηλιακό να δράσει.
Το βράδυ τρως ελαφρά, για να μπορέσεις να ξυπνήσεις σχετικά νωρίς και να
βάλεις πάλι αντηλιακό και να κάνεις πάλι ένα μπανάκι. Αν δεν σ' αρέσει το
κολύμπι και κάνεις διακοπές στο βουνό, κάνεις μια βόλτα αφού βάλεις αντηλιακό
στο πρόσωπο και τα χέρια. Δεν ξεχνάς τους ώμους, ειδικά αν φοράς φανελάκι με
τιράντες. Ακολουθώντας αυτή την τακτική, αποκτάς πολύ ωραία σιλουέτα στη
διάρκεια των διακοπών σου. Εγώ προσωπικά πάντα στο τέλος των διακοπών είμαι
όσο πρέπει αδύνατη και γυμνασμένη, χάρις στα αντηλιακά που χρησιμοποιώ
ανελλιπώς. Ύστερα έρχεται ο χειμώνας και δυστυχώς ξεχνάω να βάλω αντηλιακό,
οπότε αρχίζει μια περίοδος παρακμής, περιττών κιλών και δυσκινησίας. Από δω
και μπρος θα θυμάμαι να βάζω αντηλιακό όλο τον χρόνο.
https://www.tanea.gr/2002/07/17/opinions/analwsima-antiliaka-poy-adynatizoyn/

Παρασκευή 12 Ιουλίου 2002

Κινητό στο δόντι

Πόσα μάταια εμφυτεύματα μασίφ έχω μέσα στο στόμα μου! Τρελαίνομαι σαν
υπολογίζω τις ώρες που πέρασα στη ζωή μου στην καρέκλα οδοντιάτρων, χωρίς να
μου έχουν καν χώσει στα δόντια ένα κινητό τηλέφωνο σε μικροτσίπ. Άδικα
κατέστρεψα την οδοντοστοιχία μου, μασουλώντας ως παιδί άπειρα μεγαλοτσίπ και
πέφτοντας μετά για ύπνο χωρίς να πλύνω τα δόντια. Διαθέτω αυτή τη στιγμή όχι
μόνο χώρο για κινητό τηλέφωνο στα σφραγίσματά μου, αλλά και για
μικροκομπιούτερ, ατζέντα, τηλεόραση, ραδιοφωνάκι, τηλεκοντρόλ, συσκευή
τηλεόρασης (που θα προβάλλει απευθείας στα γυαλιά μου), επεξεργαστή κειμένου,
σύνδεση με το Χρηματιστήριο, χάρτη GAP με ραντάρ και καμπανάκι ειδοποίησης
όταν καίγεται το φαΐ. Έναν καταγραφέα ιδεών επίσης, που αμέσως θα
αποθησαυρίζει όλες αυτές τις θαυμάσιες ιδέες που μου έρχονται στον δρόμο καθώς
περπατώ κι ύστερα τις ξεχνάω και θυμάμαι μόνο πόσο παιδεύτηκα να διασχίσω τις
διαβάσεις. Με αποτέλεσμα τα σημειώματά μου να πάσχουν από αφόρητη μονοτονία
θεμάτων. Δεν ξέρω αν το έχουν σκεφτεί αυτό οι φοιτητές του King's College που
λανσάρισαν το κινητό τηλέφωνο εμφυτευμένο σε δόντι, αλλά κάποιο είδος
πληκτρολόγησης θα μπορεί να γίνεται από το μάγουλο, με τα δάχτυλα. Να κρατάς
τα δάχτυλα στοχαστικά κοντά στον κρόταφο και να πληκτρολογείς πατώντας απαλά
τους φρονιμίτες. (Γι' αυτό μερικοί συνάδελφοι προπονούνται ήδη σε τέτοιες
πόζες). Οτιδήποτε λαμβάνεις, ακούς, καταγράφεις, σημειώνεις και επεξεργάζεσαι,
να προβάλλεται κατευθείαν στον εγκέφαλο τη στιγμή που το χρειάζεσαι κι όχι
κάποια άλλη που δεν το χρειάζεσαι κι απλώς σε ταλαιπωρεί και δεν σ' αφήνει να
συγκεντρωθείς καθώς φτιάχνεις τη σαλάτα σου, ας πούμε. Προσφέρω τα σφραγισμένα
δόντια μου για ό,τι πείραμα χρειάζεται
https://www.tanea.gr/2002/07/12/opinions/analwsima-kinita-sto-donti/

Τρίτη 9 Ιουλίου 2002

Τα άχρηστα μαθήματα

Όταν πηγαίναμε σχολείο ήταν της μόδας να λέμε ότι μας βάζανε να μάθουμε
άχρηστα πράγματα. Πολύ λεγόταν αυτό κι ο καθένας θεωρούσε άχρηστο αυτό που δεν
του άρεσε. Μόνο τα Μαθηματικά κανένας δεν τολμούσε ποτέ να τα πει άχρηστα,
ακόμα και αν τα σιχαινόταν. Ήταν η επιστήμη του μέλλοντος και της τεχνολογίας,
κυβερ-νούσε τον κόσμο μας ως μυστική δύναμη. Το μάθημα που συγκέντρωνε τους
μύδρους όλων μας εντελώς αδιαμαρτύρητα, ήταν τα Λατινικά. Το θεωρούσαμε το
άχρηστο των αχρήστων. Έτσι λεγόταν κι έτσι φωνάζαμε. Προσωπικά τα συμπαθούσα
και κρυφά τα μάθαινα, τα ελάχιστα που περιλάμβανε η ύλη μας. Ήταν τόσο λίγα,
που πραγματικά δεν μπορούσες να καταλάβεις ούτε την ομορφιά τους ούτε την αξία
τους. Η μόδα της απαξίωσης πραγμάτων είναι ισχυρότερη από τη μόδα
υπερεκτίμησης. Και τελικά καταργήθηκαν ουσιαστικά από τη σχολική ύλη, χωρίς να
πάρει το μέρος τους κανένας. Μεγαλώνοντας είχα άπειρες ευκαιρίες να καταλάβω
πόσο χρήσιμα ήταν τα ελάχιστα λατινικά που είχαν καταφέρει να μας διδάξουν στο
σχολείο. Κι άλλες τόσες να μετανιώσω για όσα μαθήματα δεν έμαθα καλά στις
τελευταίες τάξεις, επειδή δεν τα εξέταζαν στις Εισαγωγικές. Δεν υπήρξε τίποτα
άχρηστο, εκτός από εκείνη την εξυπνακίστικη άποψη περί αχρήστων. Τα μαθήματα
απέδωσαν τα λεφτά τους, τον κόπο που χρειάστηκαν, στο πολλαπλάσιο. Όλα. Ήταν η
μόνη επένδυση που απέδωσε. Πράγμα που ξέρουν σήμερα οι γονείς, γι' αυτό
πληρώνουν αδιαμαρτύρητα περιουσίες ολόκληρες, για να αποκτήσουν τα παιδιά τους
γνώσεις. Δεν είναι όμως εντελώς ακατανόητο που οι ίδιοι αυτοί γονείς ακόμα
μιλάνε για άχρηστα μαθήματα και λανσάρουν τέτοιες φριχτές μόδες απαξίωσης;

Κυριακή 7 Ιουλίου 2002

Τσιπούρες αλανιάρες

«Δεν φαντάζομαι να μας φέρεις τσιπούρες ιχθυοτροφείου», φωνάζει στην ταβέρνα
δυνατά, να τον ακούσουν από τα διπλανά τραπέζια. Και τον ακούν οι πάντες και
γυρίζουν το κεφάλι, να δουν ποιος είν' αυτός που δεν καταδέχεται τα
ιχθυοτροφεία. Ένας από τους πολλούς, δηλαδή, που δεν τα καταδέχονται. Διότι τα
ιχθυοτροφεία φτιάχνουν τσιπούρες για τους άλλους. Γι' αυτούς που δεν ξέρουν.
Για τα κορόιδα. Οι ξύπνιοι έχουν ακόμα τον κόσμο ολόκληρο μπροστά τους.
Άφθαρτο, με τον αλιευτικό του πλούτο ανεξάντλητο. Ακόμα και την τελευταία
τσιπούρα των θαλασσών θα τη φάνε κυνηγημένη στα δικά της νερά, γνήσια
γενναία και ανόθευτη.

«Θέλω τσιπούρες αλανιάρες», φωνάζει ακόμα πιο δυνατά και το γκαρσόνι παίρνει
το έτοιμο για την περίσταση ύφος, πονηρό, συνένοχο και θαυμαστικό μαζί.
Χαμογελά. «Βεβαίως κύριε», λέει. Το καλύτερο θα ήταν να πουν το ίδιο όλοι όσοι
ακούν γύρω γύρω τη βεβαίωση του αγνώστου, που θέλει να ξεχωρίσει από το ότι
τρώει τα εκλεκτά και τα σπάνια. Και τα ακριβά. Κάτι τέτοιο εννοείται στη σιωπή
που ακολουθεί και γεμίζει σκέψεις. Για τις θάλασσες που αδειάζουν από ψάρια
και τις εκκλήσεις του WWF να διακοπεί η αλιεία για κάποιο διάστημα. Για την
κοιλιά του κυρίου που έχει ήδη περίσσευμα σε αποθηκευμένες τσιπούρες και θα
μπορούσε να μείνει νηστικός μέχρι να ξαναγεμίσει η θάλασσα. Για τη γεύση τους,
που μάλλον δεν θα ξεχωρίζει, αλλά τα γκαρσόνια ξέρουν και υποκρίνονται. Για το
νόημα της λέξης «αλανιάρα» που υπονοεί άλλο πράγμα από τις τσιπούρες, ένα
είδος που ο κύριος δεν μπορεί να κυνηγήσει. Και την πληρώνουν τα ψαράκια τα
κακόμοιρα
https://www.tanea.gr/2002/07/18/opinions/analwsima-tsipoyres-alaniares/

Τετάρτη 3 Ιουλίου 2002

Αρχιτεκτονική και παρακολούθηση

Η δική μας αρχιτεκτονική είναι πολύ της παρακολούθησης και δεν ξέρω αν συνέβη
εξεπίτηδες ή κατά λάθος. Το ήξεραν, δηλαδή, οι αρχιτέκτονες όταν έχτιζαν τα
σπίτια μας ή τους προέκυψε; Πάντως, παρακολουθούμε  γείτονες, και μας παρακολουθούν  κι εκείνοι, βάσει σχεδίου εξαιρετικά μελετημένου. Ξέρουμε πότε κοιμούνται και πότε ξυπνούν, πότε αγαπιούνται και πότε τσακώνονται. Τι τραγούδια τους αρέσουν και τι φαγητό
μαγειρεύουν καθημερινώς. Πόσο διαβάζουν τα παιδιά τους και τι ομάδα είναι. Αν
κοιμούνται με νυχτικό, πιτζάμες ή τίποτα. Αν αγαπούν την πεθερά τους κι αν
απατούν το έτερόν τους ήμισυ. Τα πάρτι τους ανελλιπώς, αυτά κυρίως. Αν
τσακώθηκαν με τον προϊστάμενό τους, αν πήραν προαγωγή, αν είναι άρρωστοι ή
καλά στην υγεία τους, αν έχουν μεθύσει ή αν κάνουν δίαιτα. 
Παρακολουθούμε τα πάντα, χάρις σε μια καλά οργανωμένη αρχιτεκτονική κατασκευή, που είναι ίδια με όλα τα τετράγωνα της Αθήνας, αλλά δεν έχει αρκετά αναλυθεί επιστημονικά. Κι
ενώ στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης εκτίθενται οικοδομές μέσα σε σύννεφα,
μεταμοντέρνες μακέτες, όπου πρέπει να στραβολαιμιάσεις για να παρακολουθήσεις
και να παρακολουθηθείς, εμείς ζούμε ως πειραματόζωα στην ένδοξη πρωτεύουσα,
στη μεγαλύτερη παρακολούθηση που έγινε ποτέ, με τάσεις περαιτέρω ανάπτυξης και
υπαγωγής στο σύστημα του συνόλου του πληθυσμού. Πάνω, κάτω και πλαγίως,
παρακολουθώ, παρακολουθείς, παρακολουθεί και δεν υπάρχει μεγάλος αδερφός ή
μικρή αδερφή, το συγγενολόι είναι διαλυμένο και ξαναμπερδεμένο. Τόση
αρχιτεκτονική και παρακολούθηση και μόνο μια ταινία έγινε κάποτε, «Οι
απέναντι», με δύο εκ των παρακολουθούμενων παρακολουθητών που ερωτεύθηκαν. Οι
υπόλοιποι ζούμε την προ και μεταμοντέρνα πραγματικότητά μας, χωρίς κανένα
αφιέρωμα Μοντέρνας Τέχνης ή επιστημονική ανάλυση, συμπέρασμα, κάτι τέλος
πάντων.

https://www.tanea.gr/2002/07/03/opinions/analwsima-arxitektoniki-kai-parakoloythisi/

Τρίτη 2 Ιουλίου 2002

Γιορτή της Δημοκρατίας

Θα μπορούσαμε να κάνουμε πάρτι στους δρόμους με λαϊκούς χορούς και γαϊτανάκια,
αλλά δεν συνηθίζουμε τα γαϊτανάκια, κι επιπλέον η γιορτή καθιερώθηκε εξαρχής
σεμνή, επειδή η χούντα έπεσε από τα όσα έκανε στην Κύπρο. Σεμνή και
συγκρατημένη λοιπόν η γιορτή της Δημοκρατίας, ίσως και λίγο κυριλέ. Κι ίσως
και λίγο χλιαρή, σαν τα βραδάκια της Αθήνας. Ωστόσο είναι ό,τι πολυτιμότερο
έχουμε αυτή η Δημοκρατία. Ίσως να ήλθε με τρόπο λιγότερο εντυπωσιακό απ' όσο
της ταίριαζε. Η λαϊκή πάλη εκείνης της μέρας ήταν περιορισμένη στ' αυτοκίνητα
που διάβαιναν την πόλη βαρώντας τις κόρνες τους. Ξέμειναν τότε μερικά λάβαρα,
περίσσεψαν ρητορικές, λέξεις σαγηνευτικές έμειναν αμήχανες, αχρησιμοποίητες,
να περιφέρονται για χρόνια σε συζητήσεις μεγαλόστομες, σε επιθυμίες θολές,
πρόσφορες διά πάσαν χρήση. Λέξεις και τίτλοι και ονόματα που οξειδώθηκαν από
αίμα. Στα σήματα εμπορικών εταιρειών υπάρχει προστασία νομική, στα πολιτικά
δεν υπάρχει. Στις πολιτικές λέξεις δεν υπάρχει προστασία, ο καθένας αφήνεται
μόνος του να τις ζυγίζει και να τις μετρά. Ο καθένας αφήνεται μόνος του να
διασώσει τα ρομαντικά όνειρα της Επανάστασης από τούτη την απίθανη ιστορία
ληστειών και δολοφονιών, καρφωμάτων και βολεμάτων, βίας και τρόμου, εξοχικών
και παραμυθιών. Έχει ωστόσο βοηθό τη γιορτή της Δημοκρατίας, την ιστορία και
τις αρχές της, την εξέλιξή της και τις προοπτικές της. Ίσως παραείναι άχρωμη
αυτή η γιορτή, ίσως της άξιζε κάτι σαν επίσημη οινοποσία, διανομή κοκορετσιού,
χρωματιστά λαμπιόνια. Αλλά είναι μοναδική κι όλο και σημαντικότερη
αποκαλύπτεται, ας τη γιορτάζουμε χωρίς ιδιαίτερη θέρμη. Μέτρο όλων των
πολιτικών πραγμάτων, όλων των λέξεων και πράξεων και δημοκοπιών. Χρειάζεται
ψυχραιμία αυτή η δουλειά.


Τετάρτη 19 Ιουνίου 2002

Μαμά με ποιον είσαι σήμερα;

Αυτά τα εξοντωτικά μετασχολικά διλήμματα δεν τα αντέχω. Πρωί πρωί να σε ρωτάνε
με ποιον είσαι μεταξύ Ιαπωνίας και Τουρκίας και το μεσημέρι με ποιον είσαι
μεταξύ Ιταλίας και Κορέας. Έχει βαρέσει καμπανάκι το μυαλό μου με τους
συνδυασμούς του Μουντιάλ. Και είμαι συνεχώς με αυτούς που χάνουν, από έμφυτη
κλίση, φαίνεται, προς τους λούζερ. Δεν τους αντέχω τους νικητές. Μέσα στη
ζέστη, με τους δημοσιογράφους να μισοαπεργούν στο ραδιόφωνο και να μας
βομβαρδίζουν ανυπεράσπιστους οι διαφημίσεις για κλιματιστικά. Ριγμένοι σαν
γατιά στους καναπέδες και η χαλάρωση να μην αναπληρώνει το βάσανο της ημέρας.
Δεν είμαι με τους Γιαπωνέζους, λοιπόν, μου φτάνει που αγόρασα κλιματιστικό.
Είμαι με την Τουρκία και την Ιταλία, είναι γείτονες. Αν μάθουμε να αγαπάμε
τους γείτονες, ίσως κερδίσουμε κάποτε στη Γιουροβίζιον. Μήπως οι αληθινοί μας
γείτονες είναι πια οι Γιαπωνέζοι, έτσι που περιφερόμαστε από κλιματιστικό σε
κλιματιστικό; Ε, όχι, ας το ανάβω το ρημάδι, δεν τους υποστηρίζω και στο
ποδόσφαιρο, θα αντισταθώ κι εγώ σε κάτι. Οι φίλοι μου είναι όλοι με
αφρικανικές και νοτιοαμερικανικές ομάδες όταν παίζουν εναντίον ευρωπαϊκών, για
να αντιστέκονται σ' αυτό που είναι οι ίδιοι. Εγώ θα αντισταθώ στην
επικυριαρχία των γιαπωνέζικων κλιματιστικών και αυτοκινήτων και τουριστών. Θα
υποστηρίξω έως το τέλος τις ομάδες της πατρίδας Ευρώπης, να έχουν και τα
παιδιά έναν μπούσουλα να διαλέγουν. Ίσως κερδίσει η Αγγλία και σηκώσουμε
κεφάλι. Την Ιταλία την καρατομήσανε μ' εκείνα τα τύμπανα γύρω γύρω οι
Κορεάτες. Αν πάλι καταφέρατε να είστε με την Κορέα, θαυμάζω την
αποστασιοποίησή σας. Η δε Τουρκία κέρδισε. Μήπως φταίει που την υποστηρίξαμε;

https://www.tanea.gr/2002/06/19/opinions/analwsima-mama-me-poion-eisai-simera/

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...