Δευτέρα 15 Οκτωβρίου 2001

Μπουτάκι γεμιστό

«Σε περίπτωση νίκης του Ολυμπιακού επί της Μάντσεστερ, θα προσφερθεί δωρεάν την Πέμπτη στις 14.45 μπουτάκι γεμιστό σε όσους προσέλθουν στην πλατεία» Στη βιτρίνα του φούρνου, υπήρχε κολλημένο το χαρτάκι, ως την προηγούμενη Τετάρτη το βράδυ, που έγινε το μέγα ματς  Η πλατεία είναι η Αγίου Γεωργίου, μικρή, αποπνιχτική, στενεία θα έπρεπε να τη λένε. Ωστόσο μοιράζεται με την Εξαρχείων το ζευγάρι από κείνα τα μπρούτζινα συμπλέγματα ερωτιδέων, που υποβαστάζουν τέσερεις δημόσιες λάμπες. Στα Εξάρχεια είναι όλες σπασμένες, στην Κυψέλη όλες γερές, αν και κατακουτσουλημένες. Το σουβλατζήδικο δεν απλώνει τραπεζάκια έξω. Κάθονται στα παγκάκια παρέες παππούδων από μακρινά μέρη που μιλάνε γλώσσες ακατάληπτες, γελούν μεταξύ τους. Στο καρτοτηλέφωνο περιμένουν ουρά, νέες γυναίκες των πρώην ανατολικών χωρών που μετατοπίζονται δυτικά μαζί με τις γεωλογικές πλάκες. Και οι χώρες και οι γυναίκες. Τα βράδυα παίζουν ποδόσφαιρο τα πιτσιρίκια στον μικρό ελεύθερο χώρο, μπροστά στην εκκλησία. Αυτά μιλάνε ελληνικά, την ελληνική κοινή. Τη νέα κοινή. Περνάμε βιαστικά πάντα εμείς οι ντόπιοι, είμαστε οι πιο απόμακροι. Αλλά το γεμιστό μπουτάκι μας σταμάτησε. Τι μπουτάκι θα ήταν,  τι γέμιση θα περιείχε και  πώς θα γινόταν το σερβίρισμα; Τάβλες  και πάγκοι; Ίσως και χοροί. Πανηγύρι στην πλατεία. Συναδέλφωση νοτίων Ευρωπαίων με Αφρικανούς, Ασιάτες, κι εκπροσώπους του πρώην υπαρκτού που θέλουν απλώς να υπάρξουν, εις βάρος των Αγγλοσαξώνων της Μάντσεστερ και κυρίως επί τη βάσει της κρεοφαγίας. Μέσα στην περιρέουσα ατμόσφαιρα ευαισθησίας προς τις χώρες του Τρίτου κόσμου, ο κιμπάρης φούρναρης θα δίδασκε χειροπιαστή φιλοξενία και ελληνική κουζίνα. Τι κρίμα! Ήταν ανάγκη να χάσει κι αυτός ο Ολυμπιακός;

https://www.tanea.gr/2001/10/15/opinions/analwsima-gemisto-mpoytaki

Τρίτη 9 Οκτωβρίου 2001

Λόγια και πράξεις

Σε τεντωμένο σκοινί ισορροπούμε. Τι θα γίνει με τον πόλεμο; Κάτω από τον φόβο
των τρομοκρατικών επιθέσεων, υποβόσκει ο φόβος των συναισθημάτων που θα
γεννήσει η αμερικανική εκστρατεία στους μουσουλμάνους ανά τον κόσμο. Μέσα στον
ορυμαγδό βρίσκουν ακόμα το κουράγιο πολλοί και δίνουν συμβουλές μετριοπάθειας.
Να προσπαθήσει και το Ισραήλ να έρθει σε συνεννόηση με τους Παλαιστινίους. Να
ξανασκεφτούν οι ΗΠΑ τη στάση τους απέναντι στο Ιράκ. Να μη νιώθουν
απειλούμενοι και αδικημένοι όλοι οι μουσουλμάνοι του κόσμου. Ευνοεί το κλίμα
των επιχειρήσεων τέτοιες φωνές; Μπορεί ν' αλλάξει υπό πίεση η πολιτική; Στο
μεταξύ, για να πάρουμε τη μοίρα μας στα χέρια μας, πρέπει κι εμείς κάτι να
κάνουμε, εδώ στην Ελλάδα εννοώ. Έχουμε μερικούς αδικημένους μουσουλμάνους
ανάμεσά μας. Τόσα χρόνια κουβεντιάζουμε, να χτιστεί ένα τζαμί, μήπως πρέπει να
το χτίσουμε τώρα; Μπορούμε εμείς να τα βάλουμε με τις προκαταλήψεις μας, να
αποδείξουμε ότι σε κρίσιμες στιγμές οι άνθρωποι αλλάζουν; Τότε θα δικαιούμαστε
να ελπίζουμε και να απαιτούμε να αλλάξουν οι ΗΠΑ, και όχι μόνο, τη στάση τους
απέναντι σε τόσα καυτά ζητήματα που θεωρούμε ότι βρίσκονται στη ρίζα της
τρομοκρατίας. Μπορούμε να αλλάξουμε στάση απέναντι στους πρόσφυγες από τις
επικίνδυνες ζώνες, να τους διευκολύνουμε, να τους περιθάλψουμε, να
ανασκουμπωθούμε ως έθνος, κράτος και κοινωνία, για να κάνουμε πράξη τα ωραία
ανθρωπιστικά μας λόγια, την αντιπολεμική μας άποψη; Μπορούμε, μέσα μας ο
καθένας, να αντικρύσουμε τους ρατσισμούς μας και να τους φιμώσουμε; Αν κανείς
δεν δέχεται να προσπαθήσει πρώτος, σημαίνει ότι οι άνθρωποι τραβάνε ξανά τον
δρόμο της φύσης τους, πεδικλωμένοι στις λογικές του ανυποχώρητου, ανώριμοι και μοιραίοι.
https://www.tanea.gr/2001/10/09/opinions/analwsima-logia-kai-prakseis/

Τρίτη 2 Οκτωβρίου 2001

Μαύρο κύμα


Κολυμπούσαν στη Φρεαττύδα με τα καπελάκια τους, ώρα πρωινή εργάσιμης ημέρας.
Δίπλα τους ο Πειραιάς να βράζει από κίνηση, κι εκείνες, σε ειδυλλιακό τοπίο,
να κουβεντιάζουν για να κρατήσει το μπάνιο πολύ, να μην κρυώνουν τον χειμώνα.
Το αεράκι έφερνε στην αμμουδιά τις κουβέντες τους. Μιλούσαν για ταξίδια, για
ξενοδοχεία, για διακοπές. Ύστερα άλλαξαν θέμα. «Είδες τι έγινε στην Ελβετία;»,
είπε η μία, κουνώντας νωχελικά τα χέρια της, «μ' εκείνον που μπήκε στη Βουλή
και σκότωσε δεκατέσσερις;». «Τρομοκράτης ήταν αυτός;», ρώτησε η άλλη. «Όχι,
όχι, καμία σχέση, ένας άσχετος, ένας κάτοικος εκεί, είχε προβλήματα με την
κυβέρνηση, κάτι του έκαναν, ξέρεις, κάποια δίκη δεν προχωρούσε, τέτοια. Και
πήγε μ' ένα όπλο στη Βουλή και δολοφόνησε δεκατέσσερις ανθρώπους». Χαϊδεύοντας
το κυματάκι, μίλησε κι η τρίτη της παρέας: «Πω πω στην Ελβετία, τόσο ήσυχη
χώρα...», αλλά δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει, την πρόλαβε η δεύτερη, δυναμικά.
«Καλά τους έκανε!» φώναξε, αναστατώνοντας την περιρρέουσα γαλήνη, «καλά τους
έκανε» επανέλαβε δυνατότερα, κοιτάζοντας προς το μέρος μου, σαν να περίμενε
επιδοκιμασία. Εν ριπή οφθαλμού μάζεψα τσάντα, σηκώθηκα κι έφυγα, καταφεύγοντας
στον θόρυβο της πόλης, να μην ακούσω παρακάτω. Μέχρι τώρα σε ταξί άκουγα
τέτοια, από μπαϊλντισμένους οδηγούς, στα λεωφορεία από ηλικιωμένους εκτός
ελέγχου, που κάνουνε τον κόσμο να χαμογελά με συγκατάβαση. Φαίνεται ότι
απλώνεται η συνήθεια. Δημόσια επιβράβευση εγκλημάτων στην πιο προνομιούχα
γωνιά του Λεκανοπεδίου, από ανθρώπους καλοζωισμένους, σημαίνει ότι γίνεται
μόδα η λύσσα η μαύρη, η δωρεάν κακία, η ελεύθερη χολή, που τη βγάζεις κατά
βούληση κι όποιος αντέξει. Και ποιος αντέχει να φέρει αντίρρηση σε τέτοιες
σοφίες και να τον πουν ξενέρωτο και ξεπερασμένο;

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...