Κυριακή 7 Μαΐου 2000

Ηellenes



To αεροπλάνο  της Ολυμπιακής έρχεται από το Παρίσι, αλλά με κάποια στροφή εναέρια, φτάνει και κατεβαίνει για προσγείωση στο Ελληνικό πάνω από τις παραλιακές συνοικίες της μείζονος Αθήνας. Φαίνονται από ψηλά λαμπερά και κατάλευκα τα καινούργια κτίρια κατοικιών, όλα με αρκετό χώρο γύρω γύρω, αρκετό πράσινο που φωτίζει τον ήλιο του Δεκεμβρίου, και λες, καθώς γρήγορα τα προσπερνά και μπαίνει στο διάδρομο προσγείωσης, σε τι παράδεισο πηγαίνω… Μόλις το αεροπλάνο σταματήσει, κι αφού κανένας πια δεν χειροκροτεί τον πιλότο, ενώ του άξιζε, η φωνή στο μεγάφωνο σε καλωσορίζει:
Καλώς ήρθατε στην Ελλάδα κυρίες και κύριοι, λέει αγγλικά και γαλλικά.
 Αλλά το «Ελλάδα» δεν το λέει Γκρης, όπως το ξέρουν οι αγγλομαθείς, ούτε Γκρες, στα γαλλικά. Το λέει «Ελλάς» Όπως στα γραμματόσημα. Hellas.
Eν συνεχεία αναφέρεται στην Αθήνα. Αλλά δεν τη λέει Άθενς στην αγγλική φράση. Την λέει Αθήνα. Ας πούμε, «Αthina». Κι ύστερα διστάζει, στη γαλλική γλώσσα, διότι οι γάλλοι δεν έχουν τον φθόγγο θήτα. Και τονίζουν όλες τις λέξεις στη λήγουσα. Πώς να το πει λοιπόν, να το πει, «Αθηνά» ή «Ατινά»; Θα μπερδευτεί η πόλη με τη θεά της. Κι έτσι, παίρνει βαθιά ανάσα και λέει τη γαλλική λέξη, Ατέν, αλλά πραγματικά τη λυπάσαι που αναγκάζεται να υποχωρήσει μ’ αυτόν τον τρόπο. Πρόκειται για μικρή ήττα της μάχης περί ελληνικότητας, ενώ μόλις έχεις πατήσει το πόδι σου επί ελληνικού εδάφους.
Φτάσαμε λοιπόν στο σημείο να έχουμε τόσο πολύ διορθώσει τη γλώσσα μας και τα τοπωνύμια της χώρας μας, ώστε να μπορούμε να βάζουμε χέρι και στις γλώσσες των άλλων. Διότι θα μας φαινόταν ίσως γελοίο να μας υποχρέωναν οι Γερμανοί να λέμε στα ελληνικά, όταν μιλάμε μεταξύ μας τη χώρα τους Ντόιτσλαντ, ή οι Γάλλοι τη δική τους Φρανς- ίσως όμως αρκούνταν στο Φραγκία;-    άσε πια τους Ελβετούς και τους Ολλανδούς, εκεί δεν συζητάμε, αλλά το να ξεκινάμε εμείς τέτοια εκστρατεία είναι καλό και άγιο. Διότι είμεθα Ελλέν εμείς κι όχι ότι ότι. Όλα μας επιτρέπονται.
Κατόπιν όλων αυτών βγαίνεις στους δρόμους, όπου τα αυτοκίνητα δεν σταματούν στις διαβάσεις για να περάσουν οι πεζοί, όπου οι οδηγοί κορνάρουν συνέχεια κι όπου οι ταξιτζήδες σε σνομπάρουν ή σε βασανίζουν με πολλαπλές μισθώσεις και πολλαπλές διαδρομές κι αναρωτιέσαι αφελώς, δεν μπορεί να γίνει άλλου τύπου εκστρατεία σ’ αυτή την Hellas, τελοσπάντων, να αποκτήσουν οι Hellenes ανθρώπινη συμπεριφορά στους δρόμους; Αλλά βέβαια αυτά είναι απορίες ευρωλιγούρηδων, που ξεχνιούνται καμιά φορά και λένε μπροστά στον καθρέφτη:
-Εγώ γραικός γεννήθηκα, γραικός θε να πεθάνω!


Φωτογραφίες μη υποψηφίων



«Με τις φωτογραφίες μπαίνουμε σε έναν επίπεδο θάνατο. Η φράση του Ρολάν Μπαρτ, που την είχα ακούσει με τα αυτιά μου στις παραδόσεις του λίγο καιρό πριν πεθάνει από αυτοκινητιστικό δυστύχημα στο Παρίσι, δεν παύει να με σοκάρει όσα χρόνια κι αν πέρασαν από τότε. Ωστόσο θα ήθελα να έχω φωτογραφηθεί μαζί του, πριν εκείνο το αυτοκίνητο που έστριψε απότομα στη rue des Ecoles, την οδό των Σχολείων, τον στείλει σε έναν κυριολεκτικά επίπεδο θάνατο, πάνω στην άσφαλτο, λίγα μέτρα πιο κει από το σαντουιτσάδικο όπου παίρναμε δυνάμεις για να μπορέσουμε να παρακολουθήσουμε κι άλλα μαθήματα, δικά του κι αλλονών. Αν είχα προνοήσει να έχω μια φωτογραφία κοντά στην έδρα όπου παρέδιδε κι όπου συχνά έβρισκα θέση από κάτω με τους στριμωγμένους στο πάτωμα, γιατί γέμιζε ασφυκτικά η αίθουσα, θα μπορούσα τώρα να πλουτίσω τα άλμπουμ που έχω αρχίσει να φτιάχνω και που με κάνουν να τον θυμάμαι συνεχώς. Όμως όταν είμαστε νέοι δεν καταλαβαίνουμε πάντα πότε ζούμε στιγμές ξεχωριστές και πότε πρέπει να τις απαθανατίζουμε. Περνάνε τα καλύτερα μας χρόνια χωρίς φωτογραφίες κι ύστερα χρειαζόμαστε κραγιόν και ρουζ και μάσκαρα για να βρει το πρόσωπο τις σβησμένες γραμμές του και να ποζάρει όπως περίπου ήταν στα καλύτερα του. Με τις φωτογραφίες μπαίνουμε τότε, καθυστερημένα, σε πόζες που πλαστογραφούν τη ζωή, αλλά μήπως σ’ αυτό δεν χρειάζονται κυρίως οι φωτογραφίες;
Αν δεις τα άλμπουμ που φτιάχνω, νομίζεις ότι η ζωή μας είναι μια ατέλειωτη εκδρομή. Παρέες γελαστές ποζάρουν σε μέρη όμορφα, και καμιά φορά τα μπερδεύω κιόλας. Αυτά τα αρχαία μάρμαρα είναι από τους Δελφούς, ή από τους στύλους του Ολυμπίου Διός; Πότε πήγαμε εκεί; Κι αυτή η αμμουδιά σε ποια χρονιά ανήκει;
Οι εξαιρετικές περιστάσεις γεμίζουν τις σελίδες. Δεν έχουμε καμιά φωτογραφία που να μας δείχνει αγουροξυπνημένους στις εφτά το πρωί να ξεκινάμε την εργάσιμη μέρα με τα μέλη ακόμα μουδιασμένα, δεν μας δείχνουν στη δουλειά, στους διαδρόμους που τρώμε τη ζωή μας και μυρίζουν τσιγαρίλα, δεν μας δείχνουν ποτέ στριμωγμένους στα τρόλεϊ το μεσημέρι, τη χειρότερη στιγμή της μέρας που νομίζουμε πως δεν θα τη βγάλουμε. Δεν αποτυπώνουν το πέρασμα από τους βρώμικους δρόμους που γίνεται συνέχεια και δεν χρειάζεται να τυπωθεί στους κόκκους του φωτογραφικού χαρτιού, τυπώνεται στα κύτταρά μας και μένει εκεί, δεν χρειάζεται να ξεφυλλίσεις το άλμπουμ για να το κοιτάξεις. Κι όταν δεχόμαστε επίθεση, λεκτική, ή κλαξονική κι απαντάμε ή δεν απαντάμε, όταν μας βασανίζουν οι υπάλληλοι της εφορίας, όταν βάζουμε τις φωνές στο νεαρό που απειλεί να μας χτυπήσει με το μηχανάκι του πάνω στο πεζοδρόμιο, δεν φωτογραφιζόμαστε, ούτε θέλουμε. Αυτό το άλμπουμ είναι καταχωνιασμένο στην ψυχή μας και το αφήνουμε να σκονίζεται με την ελπίδα ότι τα χρώματα του θα σβηστούν κάποτε, ενώ στο σπίτι κορνιζάρουμε τη φωτογραφία με τα παιδιά μπροστά στην Παναγία των Παρισίων. Μόνο που φαίνεται σαν φωτομοντάζ όσο περνά ο καιρός, σα να είναι ψεύτικη η εκκλησία και η πέτρινη γέφυρα και τα παιδιά μπροστά να έχουν ποζάρει σε χαρτόνι φωτογράφου. Ξεθώριασε τελείως το άρωμα από τα ωραία μέρη πάνω μας, καθώς ο σκονισμένος αέρας μας σπρώχνει ολοένα γκροπλαν στα μούτρα της άσχημης Αθήνας. Βάζουμε άλλη κορνίζα, στην Πάρνηθα με φρέσκα έλατα. Την κοιτάμε ξαφνικά και λέμε, εμείς είμαστε αυτοί; Κι η Πάρνηθα είναι δίπλα, μια ώρα με το αυτοκίνητο, αλλά το νιώθεις ότι η σκόνη της αθηναϊκής πλεονεξίας ξεθωριάζει τα χρώματα της.
Με τα παιδιά γίνεται το πιο σκληρό παιχνίδι, οι φωτογραφίες σου δείχνουν πόσο αλλάζουν και στην καθημερινή προσπάθεια να τα εκπολιτίσεις δεν αντιλαμβάνεσαι πόσο γρήγορα χάνεται από το πρόσωπο τους η υπέροχη νηπιακή αύρα, πόσο δεν έχεις χρόνο να χαρείς αυτό που ζήλευες στα ξένα παιδιά πριν αποκτήσεις τα δικά σου. Μόνο οι φωτογραφίες βεβαιώνουν ότι ο καιρός αυτός υπήρξε κι ήσουν κι εσύ εκεί, στην καρδιά του, αλλά τι τον έκανες; Κάποιος αιχμαλώτισε στο φακό μια στιγμή που όταν τη ζούσες σου είχε ξεφύγει. Μήπως έπρεπε να αφήσεις ολότελα την προσπάθεια, να μην φωτογραφίζεις τίποτε απολύτως, και να ξεδιαλέξεις μετά την προσωπική σου ιστορία, να την πεις, ή να τη γράψεις όπως νομίζεις εσύ; Η φωτογραφία είναι αυθαιρεσία σε βάρος των εικόνων σου!
Ωστόσο συνεχίζω να τακτοποιώ άλμπουμ, δύσκολη δουλειά που θέλει πολλές ημέρες, αυθαιρετώντας πάνω στην αυθαιρεσία, τακτοποιώντας το χάος, καταλαβαίνοντας γιατι οι μεγάλοι άνθρωποι αποφεύγουν να φωτογραφηθούν και γιατί φτιάχνονται με επιμέλεια πριν στηθούν στο φακό και προβλέποντας τη θλίψη των μικρών όταν θα είναι μεγάλοι και να κοιτάνε τον εαυτό τους στις παλιές φωτογραφίες. Γιατί τίποτε δεν αποτυπώνεται τόσο λαμπερό όσο η εφήμερη παιδική χάρη και τίποτε δεν είναι τόσο χαμένο στην ενήλικη κατάσταση. Οι φωτογραφίες ξαναδίνουν στο χρόνο της παιδικής ηλικίας τη μικρή του διάσταση, ενώ στον καθένα μας φαίνεται αιώνας. Μήπως ο Ρολάν Μπαρτ είχε δίκιο τελικά όταν μιλούσε για επίπεδο θάνατο; Τι μανία είναι αυτή, να θέλεις να αποτυπώσεις ό,τι δεν μπορείς πια να είσαι;
Μεταφέρω τις σκέψεις στις φωτογραφίες των υποψηφίων για να ελαφρώσω τη μελαγχολία μου. Ευτυχώς διάλεξα να φτιάξω τα άλμπουμ σε προεκλογική περίοδο και η πολιτική κάνει όλα τα παιχνίδια του χρόνου σε βάρος μας να φαίνονται αστεία. μας βοηθούν οι υποψήφιοι να κρατάμε την ελαφρότητά μας, να μην την βλέπουμε αβάσταχτη, να δίνουμε λίγη στο φαίνεσθαι, λίγη στο είναι.


Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...