«Με τις φωτογραφίες μπαίνουμε σε έναν επίπεδο θάνατο. Η φράση
του Ρολάν Μπαρτ, που την είχα ακούσει με τα αυτιά μου στις παραδόσεις του λίγο
καιρό πριν πεθάνει από αυτοκινητιστικό δυστύχημα στο Παρίσι, δεν παύει να με
σοκάρει όσα χρόνια κι αν πέρασαν από τότε. Ωστόσο θα ήθελα να έχω φωτογραφηθεί
μαζί του, πριν εκείνο το αυτοκίνητο που έστριψε απότομα στη rue des Ecoles, την οδό των Σχολείων,
τον στείλει σε έναν κυριολεκτικά επίπεδο θάνατο, πάνω στην άσφαλτο, λίγα μέτρα
πιο κει από το σαντουιτσάδικο όπου παίρναμε δυνάμεις για να μπορέσουμε να
παρακολουθήσουμε κι άλλα μαθήματα, δικά του κι αλλονών. Αν είχα προνοήσει να
έχω μια φωτογραφία κοντά στην έδρα όπου παρέδιδε κι όπου συχνά έβρισκα θέση από
κάτω με τους στριμωγμένους στο πάτωμα, γιατί γέμιζε ασφυκτικά η αίθουσα, θα
μπορούσα τώρα να πλουτίσω τα άλμπουμ που έχω αρχίσει να φτιάχνω και που με
κάνουν να τον θυμάμαι συνεχώς. Όμως όταν είμαστε νέοι δεν καταλαβαίνουμε πάντα
πότε ζούμε στιγμές ξεχωριστές και πότε πρέπει να τις απαθανατίζουμε. Περνάνε τα
καλύτερα μας χρόνια χωρίς φωτογραφίες κι ύστερα χρειαζόμαστε κραγιόν και ρουζ
και μάσκαρα για να βρει το πρόσωπο τις σβησμένες γραμμές του και να ποζάρει όπως
περίπου ήταν στα καλύτερα του. Με τις φωτογραφίες μπαίνουμε τότε, καθυστερημένα,
σε πόζες που πλαστογραφούν τη ζωή, αλλά μήπως σ’ αυτό δεν χρειάζονται κυρίως οι
φωτογραφίες;
Αν δεις τα άλμπουμ που φτιάχνω, νομίζεις ότι η ζωή μας είναι
μια ατέλειωτη εκδρομή. Παρέες γελαστές ποζάρουν σε μέρη όμορφα, και καμιά φορά
τα μπερδεύω κιόλας. Αυτά τα αρχαία μάρμαρα είναι από τους Δελφούς, ή από τους στύλους
του Ολυμπίου Διός; Πότε πήγαμε εκεί; Κι αυτή η αμμουδιά σε ποια χρονιά ανήκει;
Οι εξαιρετικές περιστάσεις γεμίζουν τις σελίδες. Δεν έχουμε
καμιά φωτογραφία που να μας δείχνει αγουροξυπνημένους στις εφτά το πρωί να
ξεκινάμε την εργάσιμη μέρα με τα μέλη ακόμα μουδιασμένα, δεν μας δείχνουν στη
δουλειά, στους διαδρόμους που τρώμε τη ζωή μας και μυρίζουν τσιγαρίλα, δεν μας δείχνουν
ποτέ στριμωγμένους στα τρόλεϊ το μεσημέρι, τη χειρότερη στιγμή της μέρας που
νομίζουμε πως δεν θα τη βγάλουμε. Δεν αποτυπώνουν το πέρασμα από τους βρώμικους
δρόμους που γίνεται συνέχεια και δεν χρειάζεται να τυπωθεί στους κόκκους του
φωτογραφικού χαρτιού, τυπώνεται στα κύτταρά μας και μένει εκεί, δεν χρειάζεται
να ξεφυλλίσεις το άλμπουμ για να το κοιτάξεις. Κι όταν δεχόμαστε επίθεση,
λεκτική, ή κλαξονική κι απαντάμε ή δεν απαντάμε, όταν μας βασανίζουν οι
υπάλληλοι της εφορίας, όταν βάζουμε τις φωνές στο νεαρό που απειλεί να μας χτυπήσει
με το μηχανάκι του πάνω στο πεζοδρόμιο, δεν φωτογραφιζόμαστε, ούτε θέλουμε. Αυτό
το άλμπουμ είναι καταχωνιασμένο στην ψυχή μας και το αφήνουμε να σκονίζεται με
την ελπίδα ότι τα χρώματα του θα σβηστούν κάποτε, ενώ στο σπίτι κορνιζάρουμε τη
φωτογραφία με τα παιδιά μπροστά στην Παναγία των Παρισίων. Μόνο που φαίνεται
σαν φωτομοντάζ όσο περνά ο καιρός, σα να είναι ψεύτικη η εκκλησία και η πέτρινη
γέφυρα και τα παιδιά μπροστά να έχουν ποζάρει σε χαρτόνι φωτογράφου. Ξεθώριασε τελείως
το άρωμα από τα ωραία μέρη πάνω μας, καθώς ο σκονισμένος αέρας μας σπρώχνει
ολοένα γκροπλαν στα μούτρα της άσχημης Αθήνας. Βάζουμε άλλη κορνίζα, στην
Πάρνηθα με φρέσκα έλατα. Την κοιτάμε ξαφνικά και λέμε, εμείς είμαστε αυτοί; Κι
η Πάρνηθα είναι δίπλα, μια ώρα με το αυτοκίνητο, αλλά το νιώθεις ότι η σκόνη της
αθηναϊκής πλεονεξίας ξεθωριάζει τα χρώματα της.
Με τα παιδιά γίνεται το πιο σκληρό παιχνίδι, οι φωτογραφίες
σου δείχνουν πόσο αλλάζουν και στην καθημερινή προσπάθεια να τα εκπολιτίσεις
δεν αντιλαμβάνεσαι πόσο γρήγορα χάνεται από το πρόσωπο τους η υπέροχη νηπιακή
αύρα, πόσο δεν έχεις χρόνο να χαρείς αυτό που ζήλευες στα ξένα παιδιά πριν
αποκτήσεις τα δικά σου. Μόνο οι φωτογραφίες βεβαιώνουν ότι ο καιρός αυτός υπήρξε
κι ήσουν κι εσύ εκεί, στην καρδιά του, αλλά τι τον έκανες; Κάποιος αιχμαλώτισε
στο φακό μια στιγμή που όταν τη ζούσες σου είχε ξεφύγει. Μήπως έπρεπε να
αφήσεις ολότελα την προσπάθεια, να μην φωτογραφίζεις τίποτε απολύτως, και να
ξεδιαλέξεις μετά την προσωπική σου ιστορία, να την πεις, ή να τη γράψεις όπως νομίζεις
εσύ; Η φωτογραφία είναι αυθαιρεσία σε βάρος των εικόνων σου!
Ωστόσο συνεχίζω να τακτοποιώ άλμπουμ, δύσκολη δουλειά που
θέλει πολλές ημέρες, αυθαιρετώντας πάνω στην αυθαιρεσία, τακτοποιώντας το χάος,
καταλαβαίνοντας γιατι οι μεγάλοι άνθρωποι αποφεύγουν να φωτογραφηθούν και γιατί
φτιάχνονται με επιμέλεια πριν στηθούν στο φακό και προβλέποντας τη θλίψη των
μικρών όταν θα είναι μεγάλοι και να κοιτάνε τον εαυτό τους στις παλιές
φωτογραφίες. Γιατί τίποτε δεν αποτυπώνεται τόσο λαμπερό όσο η εφήμερη παιδική
χάρη και τίποτε δεν είναι τόσο χαμένο στην ενήλικη κατάσταση. Οι φωτογραφίες
ξαναδίνουν στο χρόνο της παιδικής ηλικίας τη μικρή του διάσταση, ενώ στον καθένα
μας φαίνεται αιώνας. Μήπως ο Ρολάν Μπαρτ είχε δίκιο τελικά όταν μιλούσε για
επίπεδο θάνατο; Τι μανία είναι αυτή, να θέλεις να αποτυπώσεις ό,τι δεν μπορείς
πια να είσαι;
Μεταφέρω τις σκέψεις στις φωτογραφίες των υποψηφίων για να
ελαφρώσω τη μελαγχολία μου. Ευτυχώς διάλεξα να φτιάξω τα άλμπουμ σε προεκλογική
περίοδο και η πολιτική κάνει όλα τα παιχνίδια του χρόνου σε βάρος μας να
φαίνονται αστεία. μας βοηθούν οι υποψήφιοι να κρατάμε την ελαφρότητά μας, να
μην την βλέπουμε αβάσταχτη, να δίνουμε λίγη στο φαίνεσθαι, λίγη στο είναι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου