Δευτέρα 23 Μαρτίου 2020

Οι Αμνησιακοί



Διαβάζω το βιβλίο της Geraldine Schwarz, Les Amnesiques, μια πολύ ενδιαφερουσα έρευνα για την εξέλιξη της μνήμης των ναζιστικών εγκλημάτων στη Γερμανία και τη Γαλλία, πατρίδες της συγγραφέως, αλλά και στην Ιταλία και άλλες χώρες. Η ίδια είναι Γαλλογερμανίδα, μεγάλωσε στη Γαλλία και τώρα ζει στο Βερολίνο, και το πρώτο αντικείμενο της έρευνας της ήταν οι παπούδες της. Η ακρίβεια της καταγραφής και της κατανόησης καταστάσεων είναι συγκλονιστική. 
Στέκομαι σε μια αναφορά για την προσπάθεια που έγινε κάποια στιγμή το 1938 να δεχτούν Εβραίους πρόσφυγες από τη Γερμανία διάφορες χώρες, με πρωτοβουλία των ΗΠΑ. Μετέφρασα το απόσπασμα γιατί μου θυμίζει τη δική μας εποχή ως προς τους πρόσφυγες:
….Τον Ιούλιο του 1938, αντιμέτωπος με το πρόβλημα των Εβραίων προσφύγων που συνεχώς αυξάνονταν, ο αμερικανός πρόεδρος Φραγκλίνος Ρούσβελτ συγκάλεσε διεθνή συνδιάσκεψη με την ελπίδα να τους διαμοιράσει αναλογικά σε όσο γίνεται περισσότερες χώρες. Η Ιταλία και η ΕΣΣΔ αρνήθηκαν να παραστούν. Αντιπρόσωποι 32 χωρών συναντήθηκαν στα Λουτρά Εβιάν στις όχθες της λίμνης Λεμάν. Μέσα στα δροσερά σαλόνια του ξενοδοχείου Ρουαγιάλ, που το 1909 είχε λανσαριστεί σαν το ‘ωραιότερο ξενοδοχείο του κόσμου’, στέκι εστεμμένων και διασήμων καλλιτεχνών, οι εθνικοί αντιπρόσωποι έπαιρναν το λόγο ένας- ένας εκφράζοντας τη βαθιά τους συμπόνοια για τη μοίρα των εβραίων της Ευρώπης. Αλλά κανένας δεν προσέφερε φιλοξενία, με την εξαίρεση του αντιπροσώπου της Δομινικανής Δημοκρατίας, που κι αυτή το έκανε ζητώντας οικονομική βοήθεια από τις ΗΠΑ. Οι ΗΠΑ που εκπροσωπούνταν από έναν απλό επιχειρηματία, αρνήθηκαν να ανεβάσουν τον αριθμό που τους αναλογούσε και που είχαν ορίσει σε 27.370 βίζες το χρόνο για τη Γερμανία και την Αυστρία. Έτσι μια από τις χώρες με τη μεγαλύτερη επιρροή στον κόσμο έδωσε τον τόνο, και οι άλλες ακολούθησαν. Παρά τις απέραντες αποικιακές αυτοκρατορίες που κατείχαν τότε η Μεγάλη Βρετανία και η Γαλλία δεν δέχτηκαν καμία από τις επιλογές που τους προτάθηκαν, ούτε την Παλαιστίνη, ούτε την Αλγερία, ούτε τη Μαδαγασκάρη. Ο Αυστραλός αντιπρόσωπος εξήγησε ότι η χώρα του, μια από τις πιο εκτεταμένες και αραιοκατοικημένες του κόσμου, δεν ήθελε ‘να εισάγει ένα φυλετικό πρόβλημα’. Ο Ελβετός αντιπρόσωπος Χάινριχ Ρόθμουντ πληροφόρησε την ομήγυρη ότι η πατρίδα του δεν ήταν παρά ‘χώρα τράνζιτ’. Έξι μήνες αργότερα ξεκαθάρισε τη θέση του γράφοντας στον ειδικό απεσταλμένο στις Κάτω Χώρες: «Δεν αγωνιστήκαμε είκοσι χρόνια εναντίον της αύξησης των αλλοδαπών […] και ειδικά την εβραιοποίηση της Ελβετίας για να μας επιβάλουν τώρα μετανάστες». Η Σουηδία έφτασε να ζητήσει από τη Γερμανία να τυπώνει ένα μεγάλο J στα διαβατήρια για να μπορεί να τους αναγνωρίζει εύκολα. Πράγμα που έγινε το Οκτώβριο του 1938…

Για τι αριθμούς μιλάμε; Επρόκειτο για τον διαμοιρασμό σε 32 χώρες που διέθεταν άμεσα ή έμμεσα πολλά εδάφη, περίπου 360.000 Εβραίων οι οποίοι βρίσκονταν ακόμα στη Γερμανία, συν 180.000 της Αυστρίας, δηλαδή για λιγότερο από 20.000 για την κάθε χώρα. Πληθυσμοί κυρίως αστικοί που είχαν αποδείξει τις διανοητικές, επιχειρηματικές και καλλιτεχνικές τους ικανότητες και θα ωφελούσαν όποια χώρα τους έπαιρνε. Αυτή η μετανάστευση δεν θα μπορούσε παρά να πλουτίσει χώρες όπως η Αργεντινή η οποία πάντα έψαχνε υποψηφίους κατοίκους για τα ακατοίκητα εδάφη της. Ωστόσο, πριν καν την σύσκεψη στο Εβιάν, ο Αργεντινός υπουργός εξωτερικών είχε προωθήσει σε όλους τους προξένους της χώρας του μια μυστική εγκύκλιο με την εντολή να αρνούνται να δίνουν βίζα σε ‘πρόσωπα ανεπιθύμητα στη χώρα καταγωγής τους’ δηλαδή Εβραίους. …
Τη συνέχεια λίγο πολύ την ξέρουμε, βέβαια. 
Geraldine Schwartz, Les Amnesiques, recit, Flammarion 2017



Εγγόνια της ισπανικής γρίπης



Η Ισπανία δυσφημείται από τη γρίπη αυτή, ενώ δεν θα έπρεπε, επειδή ήταν η μόνη μεγάλη ευρωπαϊκή χώρα που είχε ελευθεροτυπία σε μια εποχή πολέμου και ελέγχου του τύπου, και άρα μόνο οι ισπανικές εφημερίδες έγραφαν για την αρρώστεια, έτσι της έμεινε το όνομα. Ο παππούς μου είχε μείνει χήρος από τη γρίπη αυτή, συνάντησε αργότερα τη γιαγιά μου, επίσης χήρα από άλλη επιδημία, κι ως επιζώντες επιδημιών με ένα παιδί ο καθένας, παντρεύτηκαν κι έκαναν άλλα τέσσερα, εκ των οποίων πέθανε το ένα από τύφο, άλλη επιδημία.
Αυτά πριν εκατό χρόνια και βάλε, όταν οι στρατοί μετέφεραν και τους ιούς από τη μία χώρα στην άλλη, μεταξύ άλλων καταστροφών. Έκτοτε νικήθηκαν πολλές επιδημίες και ανίατες αρρώστιες, η δε Ευρώπη σταμάτησε και τους πολέμους σε λιγότερο από τρεις δεκαετίες μετά, σε βαθμό που οι σεναριογράφοι ιστοριών με μητριές, πατριούς και ορφανά να πρέπει να καταφεύγουν στο μεσοπόλεμο για να είναι πειστικοί. Τόσο μακριά και τόσο κοντά, πλέον. Προσωπικά είδα ήδη κάμποσα τέτοια σήριαλ εποχής, και κατέληξα να ψάχνω στο πατάρι φωτογραφίες της γιαγιάς, να δω αν όντως ντύνονταν τόσο ωραία τότε. Το διαπίστωσα, ντύνονταν σχεδόν τόσο ωραία.
Τώρα εμείς ντυνόμαστε πολύ πιο απρόσωπα και μαζικά, βολικά και φτηνά, αλλά πιθανότατα θα τα καταφέρουμε καλύτερα με τη γρίπη. Ποτέ δεν ξέρεις βέβαια, μια υπόθεση κάνουμε. Ωστόσο αυτό το αίσθημα του ανήκειν στην ανθρωπότητα που φαίνεται να διέπει ως τώρα την αντιμετώπιση του ιού αν μη τι άλλο είναι ικανό να θεραπεύσει παράπλευρα ορισμένες υπαρξιακές παρεξηγήσεις. Από πού ερχόμαστε, τι είμαστε, πού πάμε; Κυρίως το τι είμαστε. Αν και μοιάζει να χάνουμε κάποια στιγμή τον κόσμο μέσα από τα χέρια μας, γιατί τόσα πράγματα που κάθε μέρα κάνουμε τώρα δεν έχουν αξία, ωστόσο ακριβώς αυτή η δοκιμασία μας ξαναβάζει στο σύνολο που ανήκουμε. Είμαστε η ανθρωπότητα, έχουμε μια ιστορία με τρομερές καταστροφές και ζημιές πίσω μας, αλλά προχωράμε, αλλάζουμε, προοδεύουμε. Την είπα την  κακιά τη λέξη.
 Ίσως να αξίζει κάτι η προχωρημένη μας συνείδηση, όσο κι αν συχνά μας βυθίζει σε απελπισία. Οι γιατροί όλων των χωρών συνεργάζονται, η αξία της ζωής είναι ύψιστη για όλους, η επιστήμη έχει το πάνω χέρι και η πολιτική υπακούει.  Ακόμα και οι αντισπεσιστές θα πρέπει να αναγνωρίσουν ότι έχουμε αξιόλογη εξέλιξη ως είδος.
https://www.efsyn.gr/stiles/triti-matia/235489_eggonia-tis-ispanikis-gripis

Τρίτη 10 Μαρτίου 2020

Ηγέτης χωρίς φραγμό και άλλης κουλτούρας ο Ερντογάν, που χρησιμοποιεί τους ανθρώπους –δυστυχισμένους, ανέστιους ανθρώπους– σαν όπλο εναντίον της Ευρωπαϊκής Ενωσης για να την εκβιάσει· και ατυχία μεγάλη να βρισκόμαστε στη μέση εμείς, οι μικροί και ανάδελφοι.
Οπλο οι άνθρωποι, και το χειρότερο είναι ότι τόσα χρόνια τού το έχουμε φτιάξει εμείς όλοι οι Ευρωπαίοι αυτό το όπλο, το έχουμε σφυρηλατήσει με τα χεράκια μας. Και όχι μόνο με τη συμφωνία να κρατάει εκεί τους πρόσφυγες και να αβγαταίνει τη φυσιγγιοθήκη του, αλλά και πριν, από την εποχή που κανείς πολιτικός δεν μπήκε στον κόπο να αντιμετωπίσει τους φόβους των κατοίκων της προνομιούχου Ευρώπης απέναντι στις αφίξεις ξένων, προσφύγων και μεταναστών.
Κανείς; Οχι, μάλλον αδικώ τη Μέρκελ η οποία κάποια στιγμή, αν θυμάστε, είχε δηλώσει ότι η Ευρώπη δεν μπορεί να γυρίσει την πλάτη στους ανθρώπους που ζητούν τη βοήθειά της. Κάπως έτσι. Κάτι για τα ανθρώπινα δικαιώματα και άλλα τέτοια ευαισθητούλικα πράγματα πολύ ντεμοντέ στη σκληρή στροφή που αποφασίσαμε να κάνουμε ως ήπειρος και κοινωνία και λόγος, και έχουμε ριχτεί με τα μούτρα, λες και μας είχες αιώνες απομονωμένους σε ροζ μπουντουάρ συναισθημάτων. Είχε κάνει, τέλος πάντων, εκείνη τη δήλωση η Μέρκελ και ήδη έμοιαζε αφελής σαν τις φωτογραφίες της από τις κατασκηνώσεις της νεολαίας Ανατολικής Γερμανίας που τη δείχνουν έφηβη να χαμογελά.
Ακραία στάση, όπως απεδείχθη. Κανείς ποτέ δεν ξαναείπε τίποτε παρόμοιο, ούτε κι η ίδια, αφού αναλύθηκε εκτενώς το πόσο αντιδημοφιλή την έκανε αυτή η στάση. Από τότε δεν βρέθηκε πολιτικός να κάνει παρόμοιο λάθος, ενώ πολλοί έγιναν δημοφιλείς διακηρύσσοντας τα αντίθετα, πόσο πρέπει να προστατέψουν τους ψηφοφόρους τους από αυτήν την τρομερή απειλή που είναι οι πρόσφυγες και οι μετανάστες και πόσο πολύ πρέπει να κλείσουν τα ήδη κλειστά σύνορα. Χρόνια μετά κι η ίδια η Μέρκελ κατάφερε να κάνει την περί ης ο λόγος συμφωνία, να μένουν οι πρόσφυγες στην Τουρκία.
Του οπλίσαμε τα χέρια και του γυαλίζουμε τα όπλα τού Ερντογάν, τρέφοντας κι αναδεικνύοντας πολιτικούς που εκμεταλλεύονται το αίσθημα απειλής από μετανάστες και πρόσφυγες. Και όσο το τρέφεις τόσο μεγαλώνει και τόσο ζητάει παραπάνω. Κλειστά σύνορα, καμία διέξοδος, καμία νόμιμη οδός χρόνια τώρα, αναστολή και των αιτήσεων ασύλου. Δεν ήταν αρκετά γυαλισμένη η καραμπίνα που του χαρίσαμε, να τη στιλβώσουμε κι άλλο.

Τρίτη 3 Μαρτίου 2020

Ξαφνικά ένα αγόρι


Βλέπω ξαφνικά τον πατέρα μου ανάμεσα στο πλήθος αυτό που περιμένει πίσω από το συρματόπλεγμα, δέκα χρονών με το μαλλί κουρεμένο γουλί και κοντό παντελόνι, τα γόνατά του χάλια. Τι γυρεύεις εσύ εδώ; του λέω. Γιατί ξαναβγήκες στους δρόμους και τριγυρίζεις με πόδια γυμνά, κανείς δεν φοράει πια κοντό παντελόνι, ούτε τα νήπια!
-Κάνει κρύο, αλλά δεν έχω άλλο, τέτοια φοράμε εμείς, άνοιξε μου!
-Δεν μπορώ να σου ανοίξω. Γιατί έμπλεξες με αυτούς τους ανθρώπους; Εσύ είχες ελληνική συνείδηση, ήσουν χριστιανός ορθόδοξος, ερχόσουν στην Ελλάδα, αυτοί είναι μουσουλμάνοι, είναι ξένοι, δεν έχουν καμία σχέση. Φύγε από την παρέα τους. Τι δουλειά έχεις εσύ, έχεις πεθάνει τριάντα χρόνια τώρα, είσαι στο βουνό επάνω, σε πήγαμε στο ωραίο πηλιορείτικο νεκροταφείο, ησύχασες. Πέρασες στην Ελλάδα όταν ήταν η στιγμή να περάσεις, έζησες, πολέμησες, δούλεψες, παντρεύτηκες, έκανες παιδιά, έχτισες σπίτια, γιατί ξαναβρίσκεσαι στους δρόμους, σε τέτοιους δρόμους; Πάνε εκατό χρόνια που ήρθες εδώ. Τι ζητάς και με ταράζεις τώρα, είμαι πια κι εγώ μεγάλη γυναίκα.
-Δεν μπορείς να μου ανοίξεις;
-Δεν μπορώ, δεν βλέπεις, είσαι με αυτό το πλήθος που αμφισβητεί τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας μας. Γιατί βρέθηκες μαζί τους; Πού είναι οι αδερφές σου;
-Τις έχασα, δεν ξέρω, πρέπει να τις αναζητήσουμε μέσω του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού.
-Ποιανού Ερυθρού Σταυρού; Δεν γίνονται πια τέτοιες αναζητήσεις. Τώρα αναζητάμε τον εαυτό μας, την ταυτότητα μας, το νόημα της ζωής…
-Δεν μπορείς να φέρεις ένα τραπεζάκι εδώ με κάποιον αρμόδιο, να εξετάζει αιτήσεις ασύλου;
-Είστε χιλιάδες εκεί πέρα, πώς να έρθει ο άλλος με το τραπεζάκι να ζητάτε άσυλο;
-Ένας ένας να περιμένουμε στην ουρά.
-Μα τι λες; Τρελάθηκες τελείως;
-Πώς μιλάς έτσι στον πατέρα σου;
-Συγγνώμη, αλλά δεν καταλαβαίνω τι γίνεται. Τά’ χω χαμένα.
-Είστε πολίτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, προστατεύετε τους πρόσφυγες με συμβάσεις, δεν σας περισσεύει ένα τραπεζάκι μ’ έναν αρμόδιο; Τόσους υπαλλήλους προσλαμβάνει το κράτος…
-Εγώ, μια απλή συνταξιούχος είμαι, πατέρα. Δεν μπορώ να κάνω τίποτε, κανείς δεν θα με πιστέψει αν πω ότι είσαι εδώ πέρα. Ο κόσμος έχει θυμώσει στην Ελλάδα. Κάνετε τους Έλληνες ρατσιστές, αυτό πετύχατε! Και βλέπω εφιάλτη μάλλον. Πρέπει να κάνω κάτι για να ξυπνήσω, άφησε με, μη μου μιλάς.. Πρέπει να γυρίσω στην πραγματικότητα. Μη με τρελαίνεις, φύγε!
-Δεν έχω να πάω πουθενά. Εδώ θα περιμένω, να φέρεις το τραπεζάκι.
-Εγώ να φέρω τραπεζάκι; Βάλε κανένα μακρύ παντελόνι τουλάχιστον, είσαι ο μόνος με κοντό…
-Το τραπεζάκι! Περιμένω το τραπεζάκι!  


Σε ένα άλλο νησί



Στην πιτσαρία του ορεινού σικελικού χωριού είχαν έρθει Κυριακή πρωί καμιά δεκαριά ώριμοι μάλλον άντρες και περίμεναν να παραλάβουν πίτσα για το σπίτι. Ήταν μόνοι, είχαν οικογένεια που προτιμούσε το έτοιμο φαγητό, ποιος ξέρει; Στο φούρνο δούλευε Πακιστανός, η κυρία στο ταμείο, ιδιοκτήτρια του μαγαζιού, εστιατόριο και λίγα ενοικιαζόμενα δωμάτια, μας είπε ότι το ‘παιδί’, ο Πακιστανός δηλαδή, έμενε εκεί χρόνια. Είχε έρθει πριν πολύ καιρό ως ασυνόδευτος ανήλικος, με μια μεγάλη φουρνιά εφήβων από την Ασία και την Αφρική που ανατέθηκαν σε οικογένειες του χωριού ώσπου να δουν πού θα πήγαιναν. Έμαθαν τη γλώσσα, πήγαν σχολείο, κάποιοι βρήκαν αργότερα τις οικογένειες τους κι έφυγαν, άλλοι συνέχισαν αλλού δουλειά ή σπουδές, και κάποιοι, λίγοι, έμειναν στο χωριό. Ήταν εντυπωσιακό, άνθρωποι προσηλωμένοι στην παράδοση της ντόπιας πίτσας, Σικελοί δηλαδή, να περιμένουν από έναν ξένο να τους την ετοιμάσει, αλλά ο ξένος εκείνος δεν έμοιαζε με ξένο και τόσο πολύ, δεν είχε το κατατρεγμένο ύφος που έχουν συνήθως οι μετανάστες. Σχεδόν με σόκαρε η άνεση με την οποία κινούνταν μπροστά στο φούρνο του, κι αν σόκαρε εμένα που έχω τη βούλα του ‘φιλομετανάστη’ πόσο θα σόκαρε τους συντοπίτες μου;
Πιο εύκολα συνηθίζεις την εικόνα ενός αξιοπρεπούς Αφρικανού ως ρεσεψιονίστ – καμαριέρη- σερβιτόρου σε μικρή πανσιόν, μια μέρα μετά, έστω κι αν τον λεν Μωχάμεντ, ίσως διότι έχουμε συνηθίσει περισσότερο σε τέτοιες εικόνες από το σινεμά εποχής. Δεν ρωτήσαμε αν ήταν κι αυτός εκπαιδευμένος επί τόπου, στη Σικελία, είναι γνωστό, έχουν φτάσει πάρα πολλοί μετανάστες εδώ και δεκαετίες και είναι φυσικό να τους βλέπεις παντού. Θα είχαν ίσως κι εκεί ξεσηκωμούς κατοίκων, να τους πάρετε στην ήπειρο θα φώναζαν  στους επάνω Ιταλούς, φαντάζομαι, δεν ξέρω. Δεν μπορεί να είναι τόσο ανεκτικοί οι Σικελοί, όσο κι αν έχουν περάσει από το νησί τους τόσοι και τόσοι λαοί ανά τους αιώνες, Φοίνικες, Έλληνες, Ρωμαίοι, Άραβες, Νορμανδοί, Φράγκοι, Ισπανοί, και δε συμμαζεύεται. Δεν μπορεί να συνήθισαν επειδή είναι πέρασμα το νησί τους, ούτε μπορεί να πήραν περισσότερα λεφτά από ευρωπαϊκά προγράμματα απ’ όσα εμείς, άσε που έχουν και μαφία. Γιατί να έχουν διαχειριστεί καλύτερα το μεταναστευτικό; Δεν υπάρχει λογική εξήγηση.
Προφανώς φταίει που ήμασταν τουρίστριες και τα βλέπαμε όλα εξωραϊσμένα. Αλλά θε εκτιμήσουμε περισσότερο την αξία του τουρισμού τώρα που μας τον κόβουν.

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...