Δευτέρα 18 Ιουνίου 2007

Κοίτα τα μαλλιά

Μάλλινη τραγιάσκα, μέσα στη ζέστη, ίσως για σκιά, φοράει εκείνος, κι εκείνη μάλλινη φούστα, ίσως για ομοιοπαθητική. Και πολλά δαχτυλίδια κι ακόμα περισσότερα βραχιόλια, ίσως για να κρατά το βάρος τα χέρια σταθερά, που τρέμουν. Ηλικιωμένοι, χυμένοι στο κάθισμα του αυτοκινήτου, κουρασμένοι, κι ας είναι ακόμα πρωί. Ξάφνου ο άντρας σα να ζωντανεύει, τη σκουντά επίμονη να δει κάτι έξω: ‘Κοίτα αυτόν εκεί, κοίτα μαλλιά που έχει!’ Φράση κατ’ ευθείαν βγαλμένη από τη δεκαετία του ’70, ποιος προσέχει τώρα πια τα μαλλιά; Τρεις έφηβοι έξω από εκείνο το καινούργιο σχολείο της γειτονιάς, το μπετονένιο κουτί σύρριζα στο δρόμο, μέσα στην καλή χαρά, χαζολογάνε και ποζάρουν. Ο ένας έχει ξανθό φουντωτό κράνος από όμορφες μπούκλες, δεν είναι πολύ μακριές, κυκλοφορούν πολύ εντυπωσιακότερα. ‘Να αυτόν εκεί σου δείχνω,’ επιμένει ο γέρος να σκουντάει τη γυναίκα, αλλά εκείνη βαριέται, μέχρι να κάνει ο νεαρός τρεις τούμπες γύρω από το κάγκελο του στενού πεζοδρομίου, εκείνη δεν έχει γυρίσει το κεφάλι. Σβήνει η συζήτηση πριν ξεκινήσει, και δεν ξέρεις τι ήθελε να της δείξει, το απαράδεκτο μήκος, ή την απαράδεκτη ομορφιά των μαλλιών, που κάτι ίσως του θύμισε, το γιο ή τον εγγονό του, τα δικά του μαλλιά που δεν τα άφησε ποτέ να μακρύνουν; Είναι τόσο αστραφτερή αυτή η ξανθή κόμη, ξαφνικά πλημμυρίζει τον απαθή δρόμο με αισιοδοξία, δεν πειράζει που είναι χωρίς αυλή το σχολείο, που δεν έχει πεζοδρόμιο, που δεν παρέχεται καμία διευκόλυνση, τα νιάτα καραδοκούν, θα τα καταφέρουν, θα ξεπεράσουν τη μιζέρια, θα αρπάξουν τη ζωή, θα την απολαύσουν. Τινάζοντας λάμψεις από το κεφάλι τους, ενορχηστρώνουν έναν αβάσταχτο ύμνο στο παρόν, μέχρι να στρίψει το αυτοκίνητο στη γωνία.

https://www.tanea.gr/2007/06/18/opinions/analwsima-koita-ta-mallia/

 

Παρασκευή 15 Ιουνίου 2007

Ανοχή και παραίτηση

ΕΙΔΕ Ο ΛΙΑΠΗΣ τον Ψωμιάδη φωτογραφία σε μηχανή χωρίς κράνος, με τη νικήτρια της Γιουροβίζιον πισωκάπουλα, έβαλε πρόστιμο. Να δει παρακαλώ και τη φωτογραφία της επόμενης μέρας, τη Σταδίου μπροστά στο Ιστορικό Μουσείο κλεισμένη από αυτοκίνητα επισήμων, βουλευτών, υπουργών και άλλων γνωστών και μη εξαιρετέων, που έχουν παρκάρει στη λεωφορειολωρίδα, και τα τρόλεϊ αναγκάζονται να βγαίνουν στη μεσαία. Θα μαζέψει κάτι παραπάνω. Αλλά είναι ψίχουλα τα πρόστιμα μπροστά στη βολή των κακομαθημένων που πάνε παντού καβάλα, χρειάζεται γι΄ αυτούς ειδικός νόμος, σαν αυτόν που θεωρεί κακούργημα την κατάχρηση δημοσίου χρήματος και θεωρείται ξεπερασμένος. Είναι πολύ πιο σύγχρονο, μοντέρνο και προχωρημένο να καταπατάς τους κανόνες μόνο και μόνο επειδή ανήκεις στο σύστημα διακυβέρνησης της χώρας, δηλαδή τους ορίζεις τους κανόνες αυτούς, και έχεις εκλεγεί και πληρώνεσαι, και κάνεις λειτούργημα, για να τους τηρείς!

Για να τους τηρούν όλοι!

Τι πολίτευμα είναι αυτό, όπου οι νομοθέτες δεν είναι υποχρεωμένοι να τηρούν τους νόμους; Δεν υπάρχει πουθενά, δεν το έχει περιγράψει ούτε ο Αριστοτέλης, ούτε κανένας άλλος. Τι είμαστε εμείς που το ανεχόμαστε; Την προκλητική αυτή κατάσταση, κάθε μέρα, παραβιάσεις των νόμων από τους νομοθέτες, από τους υπουργούς, από τους βουλευτές, τους δικαστές, την αστυνομία, τώρα μπήκε και η δημοτική αστυνομία στον χορό, να τρέχει σε πεζόδρομους με μηχανές και αυτοκίνητα; Τα Ελληνικά Ταχυδρομεία παρκάρουν τα μηχανάκια τους πάνω στο πεζοδρόμιο της Πανεπιστημίου, στην καρδιά της πόλης. Πολίτες δεν είμαστε πάντως.

Κάτι άλλο, κουρασμένο, απελπισμένο, παραδομένο στη μοίρα του είδος, που ολισθαίνει αργά και καθημερινά στην απάθεια. Μας έχουν πείσει ότι δεν υπάρχει ελπίδα, να μη μιλάμε, να μη φωνάζουμε, θα φάμε και το κεφάλι μας από πάνω. Και ξαφνιάζονται όταν τα γκάλοπ καταγράφουν απογοήτευση από την πολιτική.


https://www.tanea.gr/2007/06/15/opinions/analwsima-anoxi-kai-paraitisi/

Τρίτη 12 Ιουνίου 2007

To ξένο βλέμμα

 KATA ΚΑΠΟΙΟΝ παράξενο τρόπο, διαβάζοντας το βιβλίο του Μπρους Κλαρκ «Δυο φορές ξένος» θυμόμουνα το βελονάκι της γιαγιάς μου. Εντάξει, η γιαγιά μου ήταν Μικρασιάτισσα, άτομο του πληθυσμού που μετακινήθηκε το 1922, αθεράπευτα κολλημένη στην ανάμνηση της πατρίδας της, που πότισε την παιδική μου ηλικία με τη νοσταλγία της, αντικείμενο του βιβλίου δηλαδή, αλλά το βελονάκι της, ειδικά, το θυμόμουνα λόγω της τεχνικής του.

Έπιανε με φίνες, γρήγορες, μηχανικές κινήσεις, μια θηλιά από τη μία πλευρά του σχεδίου, μια θηλιά από την άλλη, δυο σημεία πολύ μακριά μεταξύ τους, τα ένωνε και σχημάτιζε ένα νέο σχέδιο. Έτσι και η έρευνα αυτή πιάνει από τους «μεγάλους» τα σχέδια του Βενιζέλου και του Ατατούρκ, των μεγάλων δυνάμεων της εποχής, περνάει στους ανθρώπους που βίωσαν τον ξεριζωμό σε διάφορες περιοχές, τον Πόντο και την Καππαδοκία π.χ. με τις διαφορετικές περιστάσεις σε κάθε περίπτωση, ύστερα ξαναγυρίζει στους μεγάλους. Και το πιο σημαντικό, περνάει από την απέναντι πλευρά, στην Τουρκία, τη χώρα που έπρεπε να χτιστεί στα ερείπια της αυτοκρατορίας της, και να δεχτεί κι εκείνη τους μουσουλμάνους της Ελλάδας, που τους έλαχε ο κλήρος να ξεριζωθούν επίσης, στην απίστευτη ακόμα, όσο κι αν την έχουμε βιώσει και ξεπεράσει, ανταλλαγή πληθυσμών. Περνάει από όλες τις πλευρές και ύστερα τις ξεπερνάει, προχωρά στον χρόνο, με ψυχραιμία και αμεροληψία που φαίνεται ότι μόνο ένας ξένος μπορεί να το κάνει, ένας Ιρλανδός με εμπειρίες παρόμοιων επώδυνων διαφορών. Δίνει το περίπλοκο εργόχειρο της σημερινής νεοελληνικής ταυτότητας μέσα από αυτές τις λεπτές θηλιές, τις περίπλοκες εργασίες. Πόσο ξεκάθαρα, αλλά όχι χωρίς συναίσθημα, σχεδιάζει την ίδια την ψυχή μας, το ξένο βλέμμα! Μεγάλη ευτυχία αυτογνωσίας, να διαβάζεις ιστορία μεγαλώνοντας, ξεκολλώντας από την ΣΤ΄ Δημοτικού...

Πέμπτη 7 Ιουνίου 2007

Λουλούδια κόκκινα σε άσπρο φόντο

Το φόρεμα χώρεσε στη θήκη μιας βιντεοκασέτας. Ο άνδρας που το είχε κλέψει από την έκθεση με ενθύμια της Μαρίας Κάλλας- πρέπει να ήταν άνδρας, τον είχαν δει στο Ιταλικό Ινστιτούτοτο επέστρεψε ταχυδρομικώς. Πώς διπλώθηκε τόσο πολύ; Στα παραμύθια τα φορέματα χωράνε μέσα σε ένα καρυδάκι, κι ας έχουν πάνω κεντημένα τον ουρανό με τ΄ άστρα. Η βιντεοκασέτα δεν είναι και πολύ μεγαλύτερη, αν το καλοσκεφτείς. Ένα παραμύθι και το φόρεμα, κόκκινα λουλούδια σε λευκό φόντο, στο ζωγραφισμένο πορτρέτο της Κάλλας, στην ανάμνηση κάποιων ανθρώπων που ίσως την είδαν να το φορά κάποτε, πριν από χρόνια, κάπου, ποιος ξέρει αν μπορούν ακόμα να ανασυστήσουν την εικόνα εκεί που δουλεύει η μνήμη. Κι ο κλέφτης τι το έκανε τις μέρες που πέρασε μαζί του; Να το έδωσε σε κάποια αγαπημένη, να το δοκίμασαν μαζί; Να το φόρεσε ο ίδιος; Το στέλνουν τώρα σε εργαστήρια το φόρεμα, να το βασανίσουν να ομολογήσει το μυστικό του, τι έκανε αυτές τις μέρες της απαγωγής του, δέθηκε συναισθηματικά με τους δεσμοφύλακές του, τους ομόρφυνε, τους χάρισε ηδονή ή μήπως αμέσως φόβο και τρόμο και λίγη φρίκη μπροστά στην αφθαρσία του υφάσματος όταν το σώμα που περιείχε και τεντωνόταν από μέσα αριστοτεχνικά έχει χαθεί πριν από τόσα χρόνια.

Μπορεί να ήταν ένα στοίχημα, ο κλέφτης να το κέρδισε εν ψυχρώ, με ακριβό υπολογισμό και μελέτη των κινήσεών του.

Μπορεί να ήταν αυθόρμητη πράξη, μια ακατανίκητη επιθυμία, μια τρομερή φαγούρα στα δάχτυλα, κάτι σαν αλλεργία στις παπαρούνες, ή μήπως παριστάνει τριαντάφυλλα το φόρεμα; Επέστρεψε τσαλακωμένο, απλώθηκε ξανά, πλύσιμο, σιδέρωμα, και μέσα στα πάντα δροσερά του πέταλα κρύβει άλλο ένα μικρό μυστήριο.


https://www.tanea.gr/2007/06/07/opinions/analwsima-loyloydia-kokkina-se-aspro-fonto/

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...