Παρασκευή 9 Απριλίου 1999

Αρκάν

              Ο νέος αντι-ιμπεριαλισμός, επειδή όσο να είναι εμφανίζεται μαζικότερος και συσπειρώνει το συντριπτικό ποσοστό του ελληνικού λαού, του πιο ευαίσθητου λαού της Ευρώπης, όπως αρχίζουμε σιγά σιγά να καταλαβαίνουμε, χρειάζεται πια νέους ήρωες και πρότυπα για να μπει στη νέα χιλιετία. Την ώρα λοιπόν που διάφοροι ηθοποιοί του Χόλλυγουντ αναζητούν απεγνωσμένα λίγη δημοσιότητα πουλώντας υποκριτική θλίψη στα στρατόπεδα των προσφύγων από το Κόσοβο, οι έλληνες δημοσιογράφοι στρέφονται σε εικόνες θετικές και παρουσιάζουν πολλαπλά και σφαιρικά πορτρέτα του Αρκάν, του νέου αντι-ιμπεριαλιστικού ήρωα. Διότι, πώς να το κάνουμε, το έλεος είναι αδιέξοδο συναίσθημα, αφού δεν οδηγεί σε παραγωγή παραδειγμάτων που  να κρύβουν ελπίδες δράσης και παρέμβασης του ατόμου στον απρόσωπο κόσμο της νέας τάξης. Ο άνθρωπος δεν είναι είδος ικανό να υπερβαίνει τις προσωπικές του ανάγκες και συμφέροντα και να εξυψώνεται ηθικά με πράξεις συμπόνοιας και συνδρομής. Η φιλανθρωπία δεν ανατρέπει το κατεστημένο, χρησιμεύει σαν άλλοθι σ’ αυτό κι επιτρέπει στους πιο προνομιούχους του συστήματος να θεραπεύουν επιπλέον τη συνείδηση τους. Η αληθινή επανάσταση θέλει πλέον αποφασιστική δράση, θέλει όπλα, θέλει πιστούς οπαδούς, θέλει κατάβαση στην αληθινή ουσία των ανθρώπων, την ορμή του θανάτου. Θαρραλέα κατάβαση. Και κάπου εκεί στο δεύτερο υπόγειο βρίσκονται και τα καζίνα, αγιασμένα από την επανάσταση, αφού προσφέρουν όπλα κι εν συνεχεία εξαργυρώνουν αίμα. Μην τρομάζετε μπροστά στο ασανσέρ λιπόψυχοι Έλληνες. Το σκοτάδι κρύβει μέσα του βυζαντινό μεγαλείο της φυλής. Εδώ είναι η δράση. Πώς θα εκτιμούσατε ένα λαό που κάθεται παθητικά να τρώει βόμβες, χωρίς να παίρνει στο χέρι το καλάσνικοφ του τιμωρού; Ξεκουνείστε από την ψυχή σας τις παληές προκαταλήψεις. Ασπαστείτε το οργισμένιο βαλκάνιο αντρηλίκι. Μόνος θεός του 21ου αιώνα η μπαλκάνια λεβεντιά. Και κοιτάξτε τι λευκό και καθαρό πρόσωπο έχει ο ήρωας όταν φορά την πράσινη στολή του, κοιτάξτε πώς λάμπει από νιάτα μετά την καθαρτική του επιχείρηση. Σα να είναι κύτταρα του προσώπου του αυτά που καθάρισε, σαν να έκανε πήλινγκ και να πέσανε νεκρά σε μια πετσέτα. Απαρνηθείτε τον μαλθακό πολιτισμό σας Έλληνες κι υποδεχτείτε τον Αρκάν και τις κουκουλοφόρες σαρκοφάγες τίγρεις του, προχθές στις σελίδες της Ελευθεροτυπίας, αύριο στις συναυλίες σας.

             

                                                                     

Πέμπτη 1 Απριλίου 1999

Το ευγενικό αίμα

Πώς έγινε κι οι άνθρωποι που έζησαν αιώνες μαζί, χωρίς συγκρούσεις, πέρα από τις καθημερινές που συναντά κανείς στο είδος των ανθρώπων, πώς έγινε ξαφνικά, δέκα χρόνια πριν ο αιώνας τελειώσει, να βρεθούν αντιμέτωποι με τέτοιο μίσος; Πολλά κείμενα και αναλύσεις διάβασα περι του θέματος που αντιμετωπιζόταν ως βαλκανική ιδιομορφία, από την αρχή των πρώτων πολέμων στη Γιουγκοσλαβία. Αλλα τίποτα δεν με φώτισε περισσότερο από τα λόγια ενός Σέρβου που άκουσα προχτές σ’ ένα «παράθυρο» του Σκάϊ.

Συνηθίζει κάθε βράδυ ο Σκάι αυτές τις ημέρες, να καλεί έναν Σέρβο κι έναν Αλβανό να τσακώνονται μέσω των παραθύρων του. Ηταν στη μέση λοιπόν ο Ν.Ευαγγελάτος, κι εκείνοι ένθεν και ένθεν. Μιλούσαν και οι δύο ελληνικά, με κάποια λαθάκια, αλλά σε γενικές γραμμές καλά. Ο Σέρβος ήταν ένας φαρδύστερνος μακρυμάλης νεαρός, πολύ καλοβαλμένος. Στις κατηγορίες του Αλβανού για καταπίεση των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου, άρχισε να λέει:

«Κανένας Σέρβος, που έχει στις φλέβες του, το αίμα του Άγιου Σάββα, του Βασιληά Στέφανου και του Τσάρου Λάζαρου.... και πιστεύω ότι όλοι το έχουν..κανένας δεν θα διαφωνούσε μαζί μου! Εγώ είχα συμμαθητές Αλβανούς στο Σχολείο κι έμαθα μάλιστα και λίγα αλβανικά, γιατί ήταν το λιγότερο που θα μπορούσα να κάνω για να δείξω την αγάπη μου σ΄ένα λαό που τον φιλοξενούσαμε»..

Φαινόταν τόσο γαλήνιος κι ευτυχισμένος τη στιγμή που έλεγε αυτές τις λέξεις, και πραγματικά εξηγήθηκαν όλα τόσο απλά! Οι Αλβανοί μπορεί να είναι έξη αιώνες στο Κόσοβο, αλλά δεν έχουν το αίμα των ως άνω επιφανών Σέρβων. Είναι φιλοξενούμενοι. Είναι ξένοι. Ας είναι περισσότεροι. Η φιλοξενία τελειώνει. Χρειαζόμαστε τον ξενώνα για ιδιοκατοίκηση. Τέλος!

Πόσο γλυκό, πόσο ακαταμάχητο το μεθύσι του αίματος! Του γνησίου κι ανόθευτου φυσικά. Πόσο ωραία πλημμύρα υπέροχων συναισθημάτων ο εθνικισμός, να νοιώθεις  περιούσιος λαός, ο καλύτερος, και φυσικά καταδιωγμένος και κυνηγημένος απ΄όλους! Πόση αξία αποκτούν τα κειμήλια, τα ενθύμια, πώς χρυσώνονται τα αρχαία, πώς όλα γλυκαίνουν σαν παιδικό παραμύθι, πώς σε μεταμορφώνουν σε Υπεράνθρωπο και δεν καταλαβαίνεις το κενό της ζωής, τον πόνο και τον παραλογισμό της. Και πόσο δύσκολο και άχαρο και βασανιστικό, να πρέπει να συμβιβαστείς, να ζήσεις με τον άλλον, να αποδεχθείς τον ξένο, να συνυπάρξεις. Προσπάθεια χωρίς εξάρσεις και μεγαλεία, καθημερινή, σαν τον μόχθο της επιβίωσης.

Μέσα στο γεμάτο έπαρση βλέμμα του νεαρού Σέρβου, είδα το καθαρό του αίμα να φωνάζει και μ’ έπιασε τρέμουλο για όλη τη γλύκα, την ηδονή της αναζήτησης  εθνικής ταυτότητας, της αναζήτησης υπαρξιακής συνέχειας και σημείων ιστορικής αναγνώρισης. Είναι δυνατόν αυτή η θεάρεστη πράξη, να σε οδηγήσει στο μίσος και την κτηνωδία των εθνικών εκκαθαρίσεων;  Γίνεται;

Έχει ξαναγίνει, πολλές φορές, σ’ αυτή την γηραιά ήπειρο.

 

 

                                         Άννα Δαμιανίδη

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...