Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

Οι εξουσίες ανάποδα

Κάθε τόσο οι πολιτικοί προσπαθούν να εμφανιστούν σαν αθώα βρέφη που πέφτουν με διάφορους μυστήριους τρόπους θύματα των δημοσιογράφων. Το τροπάριο το έχουμε ακούσει τόσες πολλές φορές, ώστε μάθαμε να το δεχόμαστε σαν εξ αποκαλύψεως αλήθεια. Οι δημοσιογράφοι υποτίθεται ότι ελέγχουν τις κυβερνήσεις, ο Λαμπράκης τις ανεβοκατέβαζε έλεγαν παλιά, ο Τύπος είναι η τέταρτη εξουσία, μαθαίνουν τα παιδιά να παπαγαλίζουν στο σχολείο, στο ψυχοφθόρο μάθημα της Έκθεσης, παραλείποντας να διευκρινίσουν ότι πρόκειται για σχήμα λόγου, και μπορεί να μην ξέρουν καν τις τρεις κανονικές εξουσίες και γιατί είναι τρεις κι όχι μία. Οι δημοσιογράφοι, έχω την εντύπωση, κολακεύονται απ' αυτό τον ωραίο μύθο, κι επιτρέπουν, αν δεν υποβοηθούν τη διάδοσή του, πολλοί τον πιστεύουν εξάλλου, οι πολιτικές εφημερίδες μας είναι γεμάτες πάθος και κραυγές, σαν υποψήφιοι βουλευτές σε μπαλκόνια, συνέχεια φέρνουν την καταστροφή σε όλα τα πεδία, ακριβώς όπως κάνουν οι πολιτικοί που είναι η δουλειά τους, γιατί αν δεν πείσουν για το πόσο απειλητικός και τρομερός είναι ο κόσμος, πώς θα τους ψηφίσουν ως σωτήρες του;
Συχνά οι πολιτικοί δεν αρκούνται να καταγγέλουν από το πρωί ως το βράδυ τη διαπλοκή και τον πόλεμο των μέσων εναντίον τους, και να παρουσιάζουν τον εαυτό τους ως διωκόμενο, ελπίζοντας να ξυπνήσουν το αίσθημα προστασίας του ψηφοφόρου. Υποβάλλουν μηνύσεις για κάθε γραμμή κριτικής, και ζητούν υπέρογκα ποσά για αποκατάσταση της ηθικής τους βλάβης. Έχει γίνει έθιμο πια, αν ζητήσεις λιγότερο από μερικές δεκάδες εκατομμύρια από έναν άφραγκο εκδότη σοβαρού περιοδικού π.χ. θα είσαι παρακατιανός σε σχέση με τον συνάδελφό σου που είχε ζητήσει δεκάδες εκατομμύρια από μια χρεωμένη εφημερίδα, με απώτερο σκοπό να την αναγκάσει να κλείσει. Ακόμα και τα μέσα που τους στηρίζουν δεν είναι ποτέ αρκετά πιστά, συνεχώς έχουν παράπονα. Σε μερικούς γίνεται μονομανία, πολιτικοί αστέρες της αθυροστομίας κάνουν αγωγές για εξύβριση με το παραμικρό χιομοριστικό δημοσίευμα. Δεν έχει τέλος η απληστία επιβράβευσης.
Οι δημοσιογράφοι είναι υποχρεωμένοι να πηγαίνουν σε 'μπρίφινγκ', αναγνωρίζοντας ότι τα υπουργεία και οι εκπρόσωποί τους είναι πηγή ειδήσεων. Οφείλουν να ισορροπούν ανάμεσα στην ανάγκη για άμεση πληροφόρηση και στην κριτική, κι επειδή είναι πολύ πιο περίπλοκο να κάνουν ρεπορτάζ χωρίς άδειες εισόδου και γνωριμίες, αφήνονται στις καθημερινές αυτές και τόσο ανεβαστικές -είσαι δίπλα στην εξουσία ρε αδερφέ- συνήθειες. Το αληθινό ρεπορτάζ στην Ελλάδα, η έρευνα, είναι τέχνη ξεχασμένη, επαγγέλματα που χάνονται. Ασχολούμενοι δε με τους πολιτικούς και τα καμώματά τους, ξεχνιούνται στ' αλήθεια, περνάνε σε άλλες σφαίρες. Τα βάσανα των επιβατών του ΟΑΣΑ πχ, δεν αφορούν τις συναντήσεις με τον υπουργό μεταφορών, όπως το χάλι στο Πεδίο του Άρεως δεν εμπόδισε τη Δούρου να θριαμβεύσει στο συνέδριο του Σύριζα.
Οι δημοσιογράφοι δεν θα γράψουν ποτέ με τα χεράκια τους την αλήθεια, ότι η εικόνα που δίνουν οι πολιτικοί πως καταπιέζονται απ' αυτούς, είναι η ανάποδη από την πραγματική. Θα ήταν μεγάλη απομάγευση. Άσε που δεν θα τους πίστευε κανένας.

Για την Ερατώ

Ο μπαμπάς μου ο Σπύρος, με την Ερατή αγκαλιά
Θέλησα να δω την Ερατώ λίγες μέρες πριν, δεν είναι ένας μήνας. Ήμασταν στη Φωκίωνος όπου έμενε, κάτω από τα δέντρα που έχουν φουντώσει, κι έχουν μεγαλώσει πολύ παρατήρησε η μητέρα μου, κάτοικος Κυψέλης τα τελευταία εξήντα χρόνια. Δεν τα καταφέραμε εκείνη τη φορά, είπαμε δεν πειράζει, μια άλλη φορά, και μείναμε κάπως σιωπηλές κάτω από τα πολύ ωραία δέντρα, ενώ αν ήταν εκείνη μαζί μας θα μπορούσαμε να έχουμε μιλήσει, εκείνη κάτι περισσότερο θα έβρισκε να πει. Μπορεί και να μας έκανε μετά από λίγο να θέλουμε κι εμείς να πούμε άλλα τόσα και να λέγαμε, μη με διακόπτεις σε παρακαλώ- εμάς που πριν δεν υπήρχε τίποτε να διακόψεις- Είχε αυτό το ταλέντο, δεν δίνουν βραβεία και τίτλους, αλλά όσοι από μας έχουμε συνηθίσει να κάνουμε οικονομία στην ενέργειά μας, στα λόγια και στον ενθουσιασμό που σκορπίζουμε, ή που μάλλον δεν σκορπίζουμε, μπορούμε νομίζω να το εκτιμάμε αυτό, τη γενναιοδωρία αυτή: ενέργειας, ενδιαφέροντος, και πάθους για τα πράγματα, για το κάθετι, που προσφέρεται απλόχερα, και σε ξυπνάει, σε κουρδίζει, σε ωθεί σε ανακαλύψεις. Σε άλλες περιστάσεις, σε μεταγενέστερες εποχές, η Ερατώ θα μπορούσε να έχει γίνει διευθύντρια σε κάτι, ή καθηγήτρια, αυτό θα της άρεσε νομίζω πολύ, είχε πάθος με τη μόρφωση, δικηγόρος ή πολιτικός με πολλή θέρμη, δραματική ηθοποιός, μ' αυτή τη βαθιά και δυνατή φωνή, αλλά ξέρετε πώς είναι αυτά, τίποτε δεν έχει τη γλύκα της καθημερινότητας που δεν συνδέεται με επάγγελμα, δεν μπαίνει στα καλούπια, οπότε υπήρξαμε όλοι προνομιούχοι που την είχαμε έτσι απλά, ανάμεσά μας να παθιάζεται με το ένα και το άλλο, να τα αναλύει, να ρωτάει, να βγάζει νέα συμπεράσματα που έπρεπε να κοινοποιηθούν και να τεθούν σε διαβούλευση τηλεφωνική ή δια ζώσης.
Ύστερα, οι άλλες περιστάσεις, οι άλλες εποχές, μπορεί να μην είχαν κάνει την Ερατώ αυτό που ήταν, αυτό το θερμό και διεκδικητικό και μοντέρνο κορίτσι, που ήθελε να σπουδάσει και που τα κατάφερε, κι ας μην ήταν αυτό στα ιδανικά της οικογένειας, την οποία λάτρευε και στην οποία αφοσιώθηκε τελικά. Αν δεν ήταν η αγαπημένη του πατέρα της, του Δημητρού Εφραίμογλου, η μοναχοκόρη που είχε αδυναμία στους δυο αδερφούς της, τον Μηνά και τον Λάκη, και που την ανταπέδιδαν, σ' αυτή την οικογένεια που είχε πίσω της ένα τραύμα, τον ξεριζωμό των γονιών από την πατρίδα τους, από τα Σπάρτα της Μικράς Ασίας και οι δυο, αν δεν είχε μεγαλώσει σε μια κοινωνία που οι γυναίκες έπρεπε να παλεύουν για πράγματα που είναι σήμερα αυτονόητα, δεν θα ήταν η Ερατώ. Ακόμα κι αν δεν είχε αυτό το όνομα, ανάμνηση της τάσης των μικρασιατών Ελλήνων για αναβίωση του αρχαίου κλέους, από την αδερφή της μητέρας που πέθανε νέα πολύ και ωραία, πριν εκείνη γεννηθεί, ή ακόμα κι αν δεν είχε το ρομαντικό και νεαρό θείο Σπύρο να την μυεί στο λυρισμό εξ απαλών ονύχων, ίσως να μην ήταν τόσο λυρική, να μην αφηνόταν σε τέτοιο έρωτα για τα πρόσωπα και τα πράγματα, να μη θυμόταν ως τις τελευταίες μέρες της ζωής της ποιήματα του Γρυπάρη, που απήγγελε στους καταγοητευμένους συνασθενείς και το προσωπικό του νοσοκομείου. Αλλά ήταν η Ερατώ, δεμένη βαθιά με κάθε ανιόντα του χαμένου παραδείσου, που πάλευε ωστόσο για το ατομικό θάρρος της γνώμης και της προσωπικότητάς της, και στους νεώτερους παρέδιδε έρωτα για τις σπουδές και τη μόρφωση με ασίγαστο πάθος, θυμίζοντας τη ρήση του παππού μας, για το χρυσό βραχιόλι που πέρασε στο χέρι της με το πτυχίο, ένα χρυσό βραχιόλι εσωτερικού πλούτου που πάντα σε στολίζει, ήταν η μητέρα που νανούριζε τις κόρες της με τη Φλαμουριά του Σούμπερτ, χαρίζοντας τους τη νοσταλγία για κάποιο ανείδωτο μεγάλο δέντρο που καλεί πάντα στη γαλήνη, η Ερατώ που έζησε το μεγάλο δίλημμα των γυναικών ανάμεσα στη δουλειά και την οικογένεια και που δεν το έλυσε ποτέ εντελώς, γιατί και όταν άφησε τη δουλειά και χάρηκε την καθημερινότητα του έγγαμου βίου, αγάπησε πολύ το Νίκο, δέθηκε κι απόλαυσε τη ζωή μαζί του, παρέμεινε δραστήρια και παθιασμένη, με τα μάτια στραμμένα στον κόσμο και στην προσπάθεια να επικοινωνήσει μαζί του. Νομίζω ότι δεν πρέπει να έλειψε από καμία εκδήλωση του Ιδρύματος Μ. Ε., για παράδειγμα.
Αντίο Ερατώ. Το χρυσό βραχιόλι μεταβιβάστηκε, χωρίς να κοπεί και χωρίς ν' αλλοιωθεί το μέταλλο, στις κόρες σου, τη Μπίλη και τη Μαριάννα και την εγγονή σου την Άρτεμη, η γαλήνη της φλαμουριάς σε περιμένει.

Κυριακή 16 Οκτωβρίου 2016

Πίσω στην παρανομία

Εμείς εδώ στην Ελλάδα, ακόμα και το ΄50 ή το '60 δεν είχαμε μεγάλο πρόβλημα. Οι εκτρώσεις απαγορεύονταν μεν, εκτός ελαχίστων περιπτώσεων, όπως αν κινδύνευε η ζωή της μητέρας, ή αν η εγκυμοσύνη ήταν αποτέλεσμα βιασμού, γίνονταν όμως κανονικά και με σχετικά ασφαλείς συνθήκες υγιεινής. Σχετικά, που σημαίνει, ότι αν δεν ήξερες τους σωστούς ανθρώπους και τους σωστούς γιατρούς κάποιον κίνδυνο τον διέτρεχες. Υπήρχε βέβαια και η ταπείνωση των κρυφών ιατρείων και της λοιπής παράνομης διαδικασίας, αλλά αυτά μπορεί κανείς να τα θεωρήσει ως το αλατοπίπερο της ενοχής, τη μικρή τιμωρία της παθούσης για την απροσεξία της, οπότε δεν το κάναμε θέμα. Κι όταν το κάναμε είχε ήδη γίνει η μεγάλη ευρωπαϊκη επανάσταση, την οποία μην την ψάξετε στα εγχειρίδια ιστορίας, δεν έχει περάσει ακόμα. Ας πούμε ότι μπορεί να βρείτε στην Wikipedia λεπτομέρειες για το μανιφέστο των 343 Γαλλίδων που το 1971 δήλωσαν ενυπόγραφα ότι έχουν κάνει έκτρωση, ήγουν έχουν παρανομήσει. Τότε δυο πράγματα μπορούσε να κάνει η πολιτεία, ή να τις συλλάβει όλες, ή να νομιμοποιήσει τις εκτρώσεις. Και τις νομιμοποίησε, αλλάζοντας άρδην τη νομοθεσία, ξεκουνώντας τις νοοτροπίες σε ολόκληρη την ήπειρο, και μάλλον σ΄ολόκληρο τον κόσμο. Ήρθε και στην Ελλάδα η αλλαγή, κι από τότε τέρμα τα ρίσκα και η καταισχύνη, οι γυναίκες βρίσκονταν πια μόνες μπροστά στην απόφαση για το σώμα και το μέλλον τους, με όλη την οδύνη και με όλη την ευθύνη. Γιατί δεν είναι απλή ιστορία, από μόνη της είναι αρκετά οδυνηρή η έκτρωση, ώστε να μη χρειάζεται και ο νόμος από πάνω να απειλεί και να υποχρεώνει να γίνεις μητέρα με το ζόρι.
Ωραίες ιστορίες που θα έπρεπε να μπορούμε να τις λέμε στα εγγόνια μας για να διασκεδάζουν, κι όχι να τις καταγράφουμε με κομμένες φωνές μπροστά σε τέτοια πολιτικά πισωγυρίσματα όπως αυτό της Πολωνίας. Όπου ήδη ο νόμος είναι αυτός που ήταν στην Ελλάδα το 50 και το 60, αλλά τώρα ετοιμάζεται κι αυτός ν' αλλάξει και να μη μπορείς να κάνεις έκτρωση ακόμα κι αν κινδυνεύει η υγεία σου, ή έπεσες θύμα βιασμού. Το να αποδείξεις αυτά τα δυο είναι ήδη ταπεινωτικά, κι αβάσταχτα ούτως ή άλλως όταν βρίσκεσαι μπροστά σε μια τέτοια απόφαση. Τι στο καλό κάνουμε στην Ευρώπη, άνθρακα και χάλυβα μονάχα;
Έξι εκατομμύρια Πολωνοί κατεβαίνουν σήμερα στους δρόμους εναντίον του νομοσχεδίου, αλλά δεν ξέρω αν είναι αρκετοί για να κρατήσουν γερά τον ουρανό που αποφάσισε να μας πέσει στα κεφάλια.

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...