Τρίτη 28 Οκτωβρίου 2014

Βράδυ στην Γ' Σεπτεμβρίου

Η πλατεία Βικτωρίας γεμίζει πάλι πρόσφυγες. Ξεχωρίζουν πως είναι πρόσφυγες, είναι γυναίκες και παιδιά, λίγοι γέροι επίσης. Γυναίκες με τη μαντίλα όχι πολύ σφιχτή, αφήνουν τα μαλλιά να φαίνονται μπροστά. Η ποσότητα μαλλιών που φαίνονται απο τη μαντήλα είναι σήμα του κώδικα αυστηρότητας.
Πρέπει να είναι από το Ιράν κι αυτοί, Αφγανοί από τα στρατόπεδα προσφύγων του Ιράν δηλαδή, όπου ζούν χρόνια τώρα, από την εποχή των Ταλιμπάν. Οι δυο οικογένειες τέτοιων προσφύγων που γνώρισα εγώ πριν φύγουν απο την Ελλάδα, είχαν περάσει εννιά χρόνια στο στρατόπεδο. Τα μικρά παιδιά είχαν γεννηθεί εκεί. Όσοι κατεφέρνουν να φτάσουν εδώ, περιμένουν και προσπαθούν να φύγουν. Τα καταφέρνουν οι περισσότεροι.
Στην πλατεία, πίσω από το άγαλμα, κάτω από τα φώτα, μαζεύονται πολλοί, μιλάνε σε ομάδες, τα παιδιά παίζουν κοντά τους. Τους βλέπω και τη μέρα να τριγυρίζουν, ποιος ξέρει με τι στόχο, τα πιτσιρίκια απο κοντά, να παραπονιούνται στους γονείς, να τους κρατούν από τη φούστα, το παντελόνι. Κι οι γονείς χαμένοι. Don't follow me, I am lost too, θα ήθελαν ίσως να πουν καμιά φορά, αλλά βέβαια αυτά είναι φαντασίες δικές μου. Γιατί οι γονείς παραμένουν ισχυροί απέναντι στα παιδιά τους, τ' αγκαλιάζουν στοργικά, έχουν στο βλέμμα τους τη σιγουριά την ανύπαρκτη. Πρόσφυγες, ανεπιθύμητοι στη χώρα αυτή, θαλασσοπνιγμένοι, άστεγοι, που στοιβάζονται δέκα- δέκα σε διαμερίσματα για να κοιμηθούν, παραμένουν γονείς, παραμένουν προστάτες των μικρών παιδιών τους.
Ένα βράδυ γυρίζαμε από την πλατεία προς την Κυψέλη, περπατούσαμε τρεις φίλες στην οδό 3ης Σεπτεμβρίου. Ήταν σκοτεινά, όπως είναι οι  περισσότεροι δρόμοι, παρόλ' αυτά είδαμε μια γυναίκα ακουμπισμένη σ' εναν τοίχο, στο μικρό πεζούλι που φτιάχνει η βιτρίνα ενός μαγαζιού με κατεβασμένα ρολά.  Ένα στήριγμα για τους γοφούς πέντε εκατοστά πλάτος,όπου μπορεί ενδεχομένως να ξεκουραστεί κάποιος σε ώρα ανάγκης. Καθόταν εκεί και θήλαζε το μωρό της. Κοιταχτήκαμε και προσπεράσαμε. Δεν μπορέσαμε να κάνουμε τίποτ' άλλο. Δεν ξέραμε ούτε τι να πούμε. Μια σκιά στη σκοτεινή πόλη ήταν, τίποτ' άλλο. Μία ακόμα από τις αποφασισμένες και μοιραίες αυτές γυναίκες που δεν κάνουν φασαρία, κινούνται στην πόλη σαν επισκέπτες απο το Διάστημα, περιμένουν την ευκαιρία για τη φυγή στην αληθινή Ευρώπη, το ξέρουν ότι εδώ δεν είναι ακριβώς αυτό που λέει, Ευρώπη.
Μόνο που η γυναίκα αυτή είχε κάτι το ξεχωριστό, πέρα από το γεγονός ότι είχε καθίσει στο σκοτεινό αυτό αλλά εκτεθειμένο σημείο για να θηλάσει ήσυχα το μωρό. Ήταν όμορφη, πολύ εντυπωσιακά όμορφη, κι αυτό φαινόταν παρά το σκοτάδι και παρά τα μαύρα ρούχα που φορούσε. Ήταν τόσο όμορφη που καθώς την προσπερνούσαμε ήταν σα να άλλαζε ξαφνικά γύρω μας ο αέρας, σα να έπρεπε να τον σπρώξουμε για μια στιγμή, να γινόταν βαριά κουρτίνα για λίγα δευτερόλεπτα. Κι αν δεν είχαμε την ετοιμότητα να τραβήξουμε, να φύγουμε, να πάρουμε βαθιά ανάσα μη μας πλακώσει, μπορεί και να μέναμε εκεί για πάντα, να μας κατάπινε ένα παιχνίδι ταξιδιού στο χρόνο και να μεταφερόμασταν ξαφνικά πίσω εκατό χρόνια ή διακόσια, να εγκλωβιζόμασταν σε μια κατάσταση που δεν θα ξέραμε να διευθετήσουμε. Να μην είχαμε ξαφνικά εμείς ούτε ηλεκτρικό, ούτε άσφαλτο, ούτε φώτα στο δρόμο, ούτε πλακάκια στο πεζοδρόμιο, και φυσικά ούτε κινητά στην τσάντα, ούτε διαμέρισμα σε όροφο ν' ανεβούμε με το ασανσέρ, να βρισκόμασταν με την αληθινή μας ηλικία, όχι αυτή που μας προσφέρει ο 21ος αιώνας, σκυφτές και κουρασμένες γιαγιάδες που πρέπει να φυλάξουν εγγόνια, να κάνουν δουλειές στο σπίτι, να, να να.
Όσο κρατάει μια ανατριχίλα που σε πιάνει από τα δάχτυλα και διανύει όλο το σώμα κράτησε αυτή η αίσθηση, τη σπρώξαμε σιωπηλά την αόρατη κουρτίνα και προχωρήσαμε γρήγορα. Ακόμα σκέφτομαι, θα μπορούσαμε άραγε να σταματήσουμε λίγο, να την πλησιάσουμε, να πούμε κάτι σαν "Madam, do you need some help?"
Κι ύστερα; Τι είδους βοήθεια θα μπορούσαμε να προσφέρουμε στη μητέρα που τάιζε το παιδί της μητρικό γάλα μαζί με τη σκόνη, το καυσαέριο, το θόρυβο της 3ης Σεπτεμβρίου; Τι τρόποι έχουν επινοηθεί για να μπορείς να βοηθάς ένα τέτοιο μωρό και μια τέτοια γυναίκα, που μοιάζει ζητιάνα αλλά δεν είναι; Ακριβώς γι αυτό, μην προσβάλουμε, αμήχανες κι ανίκανες να βοηθήσουμε, περάσαμε δίπλα της σα να μην την είχαμε δει.

Τρίτη 21 Οκτωβρίου 2014

Τι συστηματάκι θα σας άρεσε;


Όταν άνθρωποι ισχυροί δηλώνουν πως είναι εναντίον του συστήματος, θα είχε ενδιαφέρον να μας πουν ποιο σύστημα θα προέκριναν οι ίδιοι. Αν ένα σύστημα που τους βοήθησε να διακριθούν, να πλουτίσουν, να καταλάβουν δημόσια θέση, να ακούγονται, αν ένα τέτοιο σύστημα δεν τους αρέσει, τότε τι θα τους άρεσε;
Ή μήπως να τους ρωτήσουμε πώς περιγράφουν το σύστημα; Τι βλέπουν σ' αυτό και τι τους ενοχλεί; Γιατί πρέπει να αποκλείσουμε κατ' αρχήν ότι η κριτική τους γίνεται από σεμνότητα, ότι ενοχλούνται από τον πλούτο ή από τη φήμη που κατάφεραν να κερδίσουν και θέλουν να τ' απαρνηθούν. Η ανθρώπινη φύση τείνει προς τον πλούτο και τη φήμη, αλλά πάλι και να τα απαρνηθεί κάποιος είναι πανεύκολο. Αν πραγματικά θέλει να μονάσει, να χαρίσει την περιουσία του στην εκκλησία, ή στην Ουνέσκο, ή στο Χαμόγελο του Παιδιού και μετά να πάει στην Κέρο να διαλογίζεται, το σύστημα, βασισμένο στην ουτοπική και μεγαλειώδη ιδέα της προσωπικής ελευθερίας και ευθύνης, του το επιτρέπει.
Έχει πολλές αδικίες φυσικά αυτό το ατελές σύστημα, το οποίο βασίζεται στην ουτοπική και μεγαλειώδη ιδέα της ισότητας. Αλλά όταν άνθρωποι ισχυροί το καταγγέλλουν, η λογική λέει ότι ενοχλούνται από την ουτοπική και μεγαλειώδη αυτή ιδέα. Μήπως θα προτιμούσαν κάτι σε φεουδαρχία; Κάτι σε απόλυτη μοναρχία με τους ίδιους στο ρόλο του απόλυτου μονάρχη; Κάτι σε πριγκιπάτο- επισκοπή, σαν αυτό που είχε το Σάλτσμπουργκ την εποχή του Μότσαρτ; Μην το υποτιμάτε καθόλου, ένας τέτοιος άρχων της πόλης, ο πρίγκιπας επίσκοπος του Σάλτσμπουργκ ήταν ο πρώτος εργοδότης του Μότσαρτ. Δεν ξέρεις ποτέ τι μουσικούς θα συναντήσεις όταν έχεις εκκλησιαστικό όργανο στη μπαρόκ σου μητρόπολη και διαθέτεις μισθό για τον συνθέτη- οργανοπαίχτη.
Θαύμαζα τον αντιεξουσιαστικό λόγο ενός συνδαιτυμόνα κάποια ωραία βραδιά επί μία ώρα. Εξαπέλυε μύδρους κατά του συστήματος με τόσο μένος που είχα πιστέψει ότι είναι άνεργος με πλούσια ίσως σύζυγο ή καλούς γονείς οι οποίο του προμήθευσαν το ωραίο λινό κοστούμι που φορούσε και τη δυνατότητα να κυκλοφορεί σε συμπαθητικούς κύκλους. Στο τέλος έμαθα ότι είναι βουλευτής εν ενεργεία. Δεν παραιτήθηκε από τη θέση του, νευραλγική θέση στο σύστημα. Δεν παραιτήθηκε από το μισθό για τον οποίο φορολογούμαστε όλοι, αλλά δεν μπαίνει και στον κόπο να εξηγήσει την ανάγκη του μισθού και της θέσης του. Όχι, θεωρεί ότι μπορεί απέναντι σε ανθρώπους που δεν είναι βουλευτές, που είναι απλοί πολίτες και ίσως τον έχουν ψηφίσει, να κατηγορεί, να κατακεραυνώνει το σύστημα και την εξουσία.
Την επόμενη μέρα διαβάζω και την ατάκα της Γιάννας Αγγελοπούλου, ότι είναι απέναντι στο σύστημα. Και είναι βέβαια η πολλοστή φορά που άνθρωποι ισχυροί παριστάνουν τους επαναστάτες. Αναρωτιέμαι πότε θα αρχίσουμε να ανησυχούμε αρκετά με τέτοιες δηλώσεις ώστε τουλάχιστον να καταλάβουν ότι δεν τους παίρνει να τις κάνουν; Πότε θα ενοχληθούμε αισθητικά, αν μη τι άλλο, από τέτοιες χοντράδες ώστε να μην τις ακούμε; Ας τις σκέφτονται, ας ονειρεύεται ο καθένας τον εαυτό του σε ρόλο μεγάλης Αικατερίνης, Λουδοβίκου του 14ου, Ροβεσπιέρου, Στάλιν, Ναπολέοντα, ή ό,τι άλλο θέλει, αλλά να κρατάνε τουλάχιστον το στόμα κλειστό.

Κεραμεικός ο δυσανάγνωστος

Ερείπια του Πομπείου
Στον Κεραμεικό δεν μας είχαν πάει με το σχολείο ποτέ. Για πρώτη φορά θα πρέπει να πήγα μετά τα τριάντα μου. Μου είχε κινήσει το ενδιαφέρον η πληροφορία ότι από εκεί περνά ο Ηριδανός, έτσι έκανα την πρώτη επίσκεψη. Και όντως ο Ηριδανός περνά. Το μόνο φανερό νερό που είχα δει ως τότε στην Αθήνα. Και πόσο λίγο! Πόσο μικρό το ποταμάκι, πόσο φτωχό το νερό.
Ξαναπήγα μια δυο φορές, αλλά πάντα με μπέρδευε. Ενώ το λένε Κεραμεικό, δεν βλέπεις τίποτε που να σχετίζεται με την κεραμική, εκτός από μερικά βάζα στο Μουσείο. Τα τείχη είναι σε διάφορες κατευθύνσεις, δεν βγάζεις άκρη. Κτίρια δεν υπάρχουν, οι κολώνες είναι θεόκοντες. Ξεκάθαρα είναι μόνο τα μνήματα στην πλευρά έξω από την πόλη, οι επιτύμβιες στήλες, πολλές από τις οποίες είναι αντίγραφα, για να μην καταστρέφονται τα πρωτότυπα.
Στην τελευταία επίσκεψη είχα αναλάβει την ξενάγηση για τους μαθητές και τις δασκάλες της ομάδας μας "Ελληνικά στην Αγορά", κι αναγκαστικά βάλθηκα να καταλάβω πού βρίσκεται η πύλη της αρχαίας πόλης, πού τα τείχη, πού ετοιμάζονταν οι γιορτές. Και συνειδητοποίησα ότι ο χώρος με δυσκολεύει επειδή έχω εκπαιδευτεί, κατά κάποιον τρόπο, στην Ακρόπολη, ένα χώρο όπου έχουν απομείνει ουσιαστικά μόνο τα κλασσικά μνημεία. Όμως κι εκεί, το 1832 που παραδόθηκε στο νέο ελληνικό κράτος ο βράχος, είχε επάνω σπίτια, τζαμιά, εκκλησίες, φρουραρχεία, τον φράγκικο πύργο σίγουρα, και διάφορα άλλα κτίρια μεταγενέστερων εποχών. Όλα έφυγαν, καθαρίστηκαν, κι η κλασσική Αθήνα, ό,τι απέμεινε απ' αυτήν, τα τρία της μνημεία γλειμμένα από ό,τι τα τριγύριζε, σαν σκελετοί δεινόσαυρων ξεγυμνώθηκαν και υψώνονται ξεκάθαρα. Γι αυτό με μπερδεύει ο Κεραμεικός με τα στρώματα εποχών που περιέχει.
Στον Κεραμεικό, το τείχος του Θεμιστοκλή είναι χτισμένο πάνω σε κάποιο άλλο τείχος, κι από πάνω άλλο, και κάποια κρύβονται κάτω απο τη γη, κι άλλα έχουν χαθεί. Εδώ η κλασσική Αθήνα δεν μπορεί να επικρατήσει. Εξάλλου οι αρχαιολογικές απόψεις έχουν αλλάξει. Οι εποχές έχουν όλες ενδιαφέρον. Κι έτσι μπερδεύεται ο επισκέπτης που έχει μυηθεί στον απόλυτο κλασσικισμό της Ακρόπολης.  Αν βέβαια διαβάσεις Ιστορία εξηγούνται όλα.
Υπαίθριο ιερό των προγόνων
Οι στρώσεις του τείχους διηγούνται τα πάθη και τα λάθη της μικρής εκείνης πόλης που υπήρξε η Αθήνα, ακόμα και τον τρόπο που επιβίωσε. Αναγκαστικά μαθαίνεις τις ταπεινές λεπτομέρειες αν θέλεις να καταλάβεις το χώρο του Κεραμεικού. Δεν πέφτεις εδώ στα γόνατα να προσκυνήσεις την κλασσική ομορφιά, όπως ο Ρενάν μπροστά στον Παρθενώνα. Μπορείς να σκύψεις βέβαια για να δεις αγάλματα χτισμένα στο τείχος που έπρεπε να γίνει βιαστικά, ή παγίδες για τους πολιορκητές, ήλούκια σε πέτρα πάνω από τάφους που χρησίμευαν για τις προσφορές, να κυλάνε βαθιά μέσα στη γη, να φτάνουν ως το νεκρό και τις χθόνιες θεότητες.
Κάποτε η πόλη μεγάλωνε, κάποτε μίκραινε, κάποτε τη λεηλατούσαν, κάποτε ξαναχτιζόταν. Οι αγωνίες της αποτυπώνονται στις λεπτομέρειες των ευρημάτων του Κεραμεικού. Κι οι κεραμίστες ήταν σημαντικοί τεχνίτες, αφού η παραγωγή κεραμικών προοριζόταν και για εξαγωγή σε πολλά μέρη, μακρινά και κοντινά.
Όπως είναι σε στρώσεις τα ευρήματα του Κεραμεικού, έτσι μπορεί κανείς, σε στρώσεις, να τον ανακαλύπτει. Κάθε φορά να τον καταλαβαίνει λίγο καλύτερα. Θα ξαναπάω.

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

Το Νόμπελ στα παιδιά

Πολύ συχνά το Νόμπελ Ειρήνης απονεμήθηκε σε πολιτικούς μόνο και μόνο για να τους θυμίσει ότι υπάρχει και η ειρήνη. Τους έβρισκε σε οργασμό πολεμικών περιόδων, κι ήθελε απλώς να φρενάρει την ορμή τους, να τους βάλει σε σκέψεις, να τους τραγουδήσει Ζιλμπέρ Μπεκώ. Ξέρετε εκείνο το τραγούδι που λέει “μετά τον πόλεμο, πρέπει να συντάξουμε και τη συνθήκη ειρήνης”. (Σε ελεύθερη μετάφραση). Άλλοτε προσπαθούσε να δώσει κουράγιο σε αντιπάλους που ήξεραν το τραγούδι αυτό κι επιχειρούσαν τη σύνταξη της συνθήκης, ενώ τα φιλοπόλεμα πλήθη ούρλιαζαν εναντίον τους.
Φέτος το βραβείο βαραίνει τους ώμους ενός κοριτσιού 17 χρονών. Δεν είναι απλή υπόθεση, ξαφνικά μια τόσο νέα κοπέλα αποκτά το καθήκον να μην αλλάξει ρότα στη ζωή της, να την αφιερώσει στην υπόθεση για την οποία κινδύνευσε να πεθάνει όταν ήταν 12, τη μόρφωση των κοριτσιών στην πατρίδα της. Κι αν αλλάξει γνώμη στα 25, στα 30, αν θελήσει ν' ασχοληθεί με κάτι άλλο, αν ερωτευτεί και πάψει να νοιάζεται για τα κοριτσάκια του Πακιστάν, αν απλώς απογοητευτεί και θέλει να τα παρατήσει; Είναι λογικό να τα σκέφτεται κανείς αυτά. Πώς δεν τα υπολόγισαν, νορβηγοί άνθρωποι, τόσο εξελιγμένοι και προβληματισμένοι στο θέμα της ελεύθερης ατομικής επιλογής; Και τότε ακριβώς, κάνοντας αυτές τις σκέψεις, συνειδητοποιεί κανείς ότι τα εκατομμύρια των κοριτσιών χωρίς πρόσβαση στη μόρφωση δεν έχουν καμία πιθανότητα ατομικών επιλογών. Οπότε, ακόμα κι αν βαραίνει το Νόμπελ στους νεανικούς ώμους της Μαλάλας, τουλάχιστον η εικόνα, η πρόταση, η ιδέα, κάπως θα φτάσει στα μάτια και τ' αυτιά τους, το υπόδειγμα κάπως θα λειτουργήσει.
Συχνά λέμε ότι τύποι σαν τη Μαλάλα και τον Σατυάρτι μάχονται για ουτοπίες. Είμαστε ρεαλιστές και προσγειωμένοι. Να μορφώνονται τα κορίτσια του Πακιστάν; Να μη δουλεύουν οι μικροί Ινδοί; Δεν γίνονται αυτά εκεί πέρα. Τα ρεπορτάζ για την παιδική εργασία, δεκαετίες τώρα δεν έβρισκαν καμία λύση να προτείνουν. Κι όμως ο Καϊλάς Σατυάρτι έχει σώσει 80.000 παιδιά από την παιδική εργασία. Άρα κάποιος τρόπος θα υπάρχει. Κάτι θα μπορεί να περνά από την ουτοπία στην πράξη και στις παιδικές ζωές.
“Ινδία και Πακιστάν θα συγκρουστούν καθώς η ένταση ανεβαίνει γύρω από την ισλαμιστική εστία”, διάβαζα σε ένα περισπούδαστο άρθρο λίγο πριν ανακοινωθεί το Νόμπελ. Ίσως η πρόβλεψη βγει σωστή, ίσως όμως και όχι. Και στις δυο χώρες κάποιοι παλεύουν για το μέλλον των παιδιών. Το Νόμπελ φέτος μοιράζεται όχι μόνο σε ένα παιδί και σε έναν προστάτη των παιδιών, αλλά και σε όλα τα παιδιά που γεννιούνται εκεί, ένθεν και ένθεν των συνόρων. Ενώ μοιάζουν καταδικασμένα να στερούνται και να ταλαιπωρούνται, μπορεί και να πέσουν σε κάποιο δάσκαλο, σε κάποιο σχολείο, σε κάποιο χαρισματικό ακτιβιστή, κάποιο κοσμαγάπητο και βραβευμένο προστάτη, που θα τους μάθει ότι έχουν δικαιώματα. Κι ένα απ' αυτά είναι η ειρήνη.

Τετάρτη 8 Οκτωβρίου 2014

Ψητού κρανίου τόπος

Ποτέ κανένας υπουργός συγκοινωνιών, ποτέ κανένας δήμαρχος, ούτε και κανένας απλός βουλευτής δεν περίμενε το τρόλεϊ μπροστά στην Ακαδημία Αθηνών. Και φαίνεται ότι και κανείς από τους ανθρώπους που περίμεναν εκεί το τρόλεϊ κάποια φορά στη ζωή τους, δεν έγινε ποτέ υπουργός, βουλευτής, δήμαρχος και τα ρέστα. Υπάρχει τεράστιο χάσμα ανάμεσα στους ανθρώπους που περιμένουν το τρόλεϊ εκεί, μπροστά σε ένα από τα ενδοξότερα σημεία της σύγχρονης πρωτεύουσας, και σ' εκείνους που σχεδιάζουν, οραματίζονται, έχουν τα μέσα και τη βούληση και αλλάζουν την πόλη. Κι αν υπάρχουν κάποιοι που το κατάφεραν, δεν τολμούν να επικαλεστούν την ανάμνησή τους, να πούν: ξέρετε είναι βασανιστική η αναμονή εκεί μπροστά στην υπέροχη τριλογία, να βάλουμε ένα στέγαστρο, να φυτέψουμε ένα δέντρο. Δεν θα θέλουν να ομολογήσουν το μικρομεσαίο τους παρελθόν. Άλλο να είσαι από χωριό και να ανέβηκες ψηλά, το επικαλείσαι, αλλά να λες ότι περίμενες το τρόλεϊ στην Ακαδημία; Πολύ απομυθοποιητικό.
Άλλη εξήγηση δεν έχω.
Είναι εκεί ένα από τα ωραιότερα σημεία της Αθήνας. Από τα ελάχιστα που κράτησαν την ομορφιά των μεγάλων φιλοδοξιών της εποχής που γεννιόταν. Θα έπρεπε όσοι έχουμε τη συνήθεια, τη δυνατότητα, την ανάγκη τέλος πάντων, να περιμένουμε το τρόλεϊ στο σημείο αυτό, να το απολαμβάνουμε. Να παίρνουμε βαθιές ανάσες, να παίρνουμε κουράγιο, να γεμίζουν τα μάτια μας ομορφιά, αρμονία, να χτίζουμε αξιοπρέπεια πολίτη και δημότη στην ψυχή μας, να νιώθουμε μέσα μας τη χαρά του ανήκειν σε κάποιον τόπο. Αν δεν το νιώσουμε εκεί, τότε πού;
Ή μήπως όχι; Μήπως πρέπει αντίθετα να υποφέρει ο κόσμος, όπως υποφέρει τώρα περιμένοντας, κάτω από το λιοπύρι, χωρίς τόπο να σταθεί και να καθήσει, χωρίς μια σκιά, να στριμώχνεται όρθιος κάτω από τις τσιγκούνικες νερατζιές, να ψήνεται καλά καλά το δεκάλεπτο που κάνει να έρθει το λεωφορείο, ενίοτε εικοσάλεπτο, ενίοτε μισάωρο, για να μπορεί να νιώσει επαρκές δέος απέναντι στις υψηλές έννοιες που εκπροσωπούν τα περίφημα, τα σπουδαία, τα υψηλόφρονα, τα τέλεια κτίρια της Αθηναϊκής τριλογίας; Βιβλιοθήκη! Πανεπιστήμιο! Ακαδημία! Κάτσε ψήσου ανάξιε άνθρωπε στο γκαζόν και στα πλακάκια για να καταλάβεις το μεγαλείο τους!
Έκανε ο Δήμος διαγωνισμούς παγκακιών. Κανένα παγκάκι δεν μπήκε εκεί, πόσο μάλλον να έχει και σκιά. Θα γίνουν ίσως όλες μαζί οι αλλαγές, όταν ξανασκεφτούν την Αθήνα. Rethink Athens. Δεν μπορεί να μπει ένα σκέτο δέντρο, έτσι, χωρίς σκέψη; Ένα στέγαστρο, κάτι. Όχι, εδώ έχουμε τα ωραία, τα μεγάλα, τα ολοκληρωτικά. Και πολλή σκέψη. Όμως το σώμα των σκεπτομένων δεν πέρασε απο δω, δεν στάθηκε να περιμένει ποτέ σ' αυτό το αβίωτο πεζοδρόμιο. Εκτός απο τη σκέψη, υπάρχουν και πόδια, χέρια, ώμοι, και κεφάλια. Σ' αυτό το φαρδύ πεζοδρόμιο, το πιο μεγάλο, το πιο φαρδύ, που έπρεπε ν' ανοίγει τους ορίζοντες, οι σκεπτόμενοι δεν πάτησαν. Γιατί αν είχαν υποφέρει όπως υποφέρουμε, αν είχαν μια φορά αναγκαστεί να σταθούν είκοσι λεπτά στο ωραίο αυτό μέρος να περιμένουν, δεν θα χρειαζόταν πολλή σκέψη, ούτε μελέτη, ούτε think, ούτε rethink.
Είναι τρελό και ταπεινωτικό. Μεγάλα σχέδια, οράματα, και μια μικρή σκέψη για στοιχειώδη σεβασμό στους ανθρώπους που ζουν κι αναπνέουν γύρω από τα σπουδαία αυτά μέρη, να μην είναι σε θέση να την κάνει κανένας.

Πέμπτη 2 Οκτωβρίου 2014

Σκεφτείτο το ξανά!

Εκείνο που θα περίμενα από μια νέα και τολμηρή περιφερειάρχη αριστερoύ κόμματος, θα ήταν να πάρει νέες και τολμηρές αποφάσεις για τα σκουπίδια, κι ας ήταν πολύ διαφορετικές από τις συνηθισμένες νοοτροπίες. Να αναγγείλει και να αναλύσει τα δύσκολα, να εκπαιδεύσει τους πολίτες, τους δημότες, τους περιφερειαρχόμενους και περιφερόμενους σε σύγχρονες λύσεις. Κι ας τους ξεβολέψει. Να χρησιμοποιήσει ένα παράδειγμα σαν στόχο, όπως το Σπιτελάου της Βιέννης, τον ενεργειακό σταθμό που χρησιμοποιεί σκουπίδια. Πείτε άλλες λέξεις αν δεν σας αρέσουν. Απορρίμματα. Μεταχειριστείτε τα διαφορετικά αν δεν σας αρέσουν. Μην τα ανακατώνετε με την ανακύκλωση επειδή βαριέστε. Και μην ονειρεύεστε ότι μπορείτε ακόμα να τα πετάτε μακριά, έξω από δω, στην αυλή του γείτονα, στην Κίνα, στο διάστημα, στη Σελήνη. Δεν γίνεται. Όσο αποστρέφετε το πρόσωπο και κλείνετε τη μύτη, τόσο περισσότερο βρωμάνε και τόσο περισσότερο μας πλησιάζουν. Αντιμετωπίστε τα.
Οι φωτογραφίες από το Σπιτελάου είναι δικές μου. Πήγα εκεί με το μετρό κι έφυγα με τα πόδια, από τον ποδηλατόδρομο - περίπατο που έχει δίπλα στο κανάλι. Έκανα ωραίο, ρομαντικό περίπατο ξεκινώντας από τον απίθανο αυτό σκουπιδότοπο. Αν στ' αλήθεια σκύβουμε το κεφάλι οριστικά και λέμε ότι αυτά δεν είναι για μας, ας έχουμε μια εικόνα, τι δεν είναι για μας. Σταθμός ενεργειακός σε σχέδια Χουντερβάσερ, του αρχιτέκτονα που έχει φτιάξει κι εκείνα τα υπέροχα δημοτικά διαμερίσματα. Και μην ξεχνάτε ότι μιλάμε για πόλη υπόδειγμα σοσιαλισμού για δεκαετίες. Αν δεν βάλουμε αυτήν πρότυπο, ποια να βάλουμε;
Σκεφτείτο το ξανά!

Περισσότερες φωτογραφίες στο Πρόταγκον  http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.ellada&id=36691

Γαλλικά και σουτζούκια

Στην Ευριπίδου πήγα για μπαχαρικά, και βρέθηκα να φλερτάρω άλλα πράγματα. Μεσημέριαζε, φόρτωναν και ξεφόρτωναν τα μαγαζιά, κουρασμένοι οι πελάτες και οι πωλητές έτρεχαν και σκόνταφταν παντού, στα απίθανα αντικείμενα που εκτίθενται και κυκλοφορούν εκεί πέρα. Στάθηκα απέναντι από το μαγαζί με τα σουτζούκια, ζύγιζα το θέμα, να πάρω ή να μην πάρω; Καθώς στοχαζόμουν σήκωσα το κεφάλι κι είδα πάνω από το μαγαζί ακόμα έναν όροφο με τον τοίχο φτιαγμένο κήπο.

Μήπως δεν έβλεπα καλά; Τεχνική ακριβή και σπάνια αυτή, δεν θυμάμαι να υπάρχει αλλού στην Αθήνα. Ανθισμένες ταράτσες ναι, υπάρχουν μερακλήδες που φτιάχνουν, αλλά ανθισμένο, μάλλον φυτεμένο τοίχο μόνο στο Παρίσι έχω πετύχει, κι εκεί σε μουσείο Φυσικής Ιστορίας. Αρχισα να ψάχνω το κινητό να βγάλω φωτογραφία. Πριν το ψαρέψω από την τσάντα, ένα ζευγάρι Γάλλων σταματά δίπλα μου. Κοιτούσαν κι αυτοί απέναντι, ψάχνονταν.

-«Απίθανο δεν είναι;» ρωτάει η γυναίκα, κι όπως άκουσα καθαρά την κουβέντα, ανακατεύτηκα κι εγώ. «Μοναδικό», τους είπα, «καταπληκτικό, σπάνιο». Πιάσαμε κουβέντα, κι ύστερα κατάλαβα ότι δεν τους είχε εντυπωσιάσει ο τοίχος, δεν τον είχαν καν προσέξει, αλλά τα σουτζούκια και οι παστουρμάδες. Αυτά ήθελαν να βγάλουν φωτογραφία.

-«Να τα βγάλετε, αλλά κυρίως να πάτε ν' αγοράσετε», άρχισα εγώ τη διαφήμιση. «Δεν υπάρχει τίποτε τόσο γνήσιο, τόσο ιδιαίτερο και σπάνιο, τόσο παραδοσιακό…» σκάλιζα τη μνήμη μου, το γαλλικό μου λεξιλόγιο, να βρω λέξεις να περιγράψω. Παλιά συνταγή, ανατολίτικη, με κρέας εκλεκτής ποιότητας, μισό αρνίσιο, μισό βοδινό, ή μήπως ήταν χοιρινό;

Γιατί δεν τη σημείωσα τη συνταγή όταν μου την είχε πει ο πατέρας μου; Τόσο σίγουρο τον είχα, ότι θα βρίσκεται πάντα κοντά μας και κάθε χρόνο θα φτιάχνει τα σουτζούκια του αγοράζοντας ο ίδιος το άπαχο κρέας, περνώντας τον κιμά από τη δική του μηχανή, πλένοντας τα έντερα με τα χεράκια του, ανακατεύοντας τα μπαχαρικά κι ύστερα γεμίζοντας και στριμώχνοντας, και ξεραίνοντας σε δυο φάσεις στον αέρα τα σουτζούκια του, τα οποία ενδιαμέσως τα πατίκωνε με τους τόμους του «Νομικού Βήματος» και των «Ποινικών Χρονικών».

Δεν μπορώ να τα πω όλ' αυτά στους Γάλλους. Δεν μπορώ να εξηγήσω ότι κάθε φορά που πλησιάζω αυτές τις γραφικές σειρές κρεμασμένων αλλαντικών με τρώει η προσδοκία και η αμφιβολία. Θα ξαναβρώ την αγαπημένη γεύση ή θα είναι στο περίπου, όπως κάθε φορά; Θα γίνει το θαύμα κάποτε; Βρίσκω όμως όρεξη να παινέψω τα προϊόντα του μαγαζιού σαν να είναι δικό μου, τόσο που θα σκέφτηκαν ότι έκανα τον κράχτη. Και δώσ' του να μου φέρνουν αντιρρήσεις, μήπως δεν διατηρούνται καλά; Μήπως είναι πολύ πικάντικα; Ε, δεν τα λες και παιδική τροφή, ωστόσο εμείς τα τρώγαμε πριν βγάλουμε δόντια. «Μα δεν είστε Γαλλίδα;» «Οχι δα, ο πατέρας μας βέβαια μας έμαθε από μικρά γαλλικά. Γαλλικά και σουτζούκια, θα ανακαλύψετε πόσο ταιριάζουν».

Δεν ξέρω αν τους έπεισα. Φωτογράφησαν εκείνοι τα αλλαντικά κι εγώ τον κρεμαστό κήπο της Ευριπίδου. Για το χατίρι του θα κάνω σκόντο στις γευστικές απαιτήσεις, θα αγοράζω από κει σουτζούκια. Τουλάχιστον, μέχρι να μάθω να τα φτιάχνω μόνη μου.

Cities are a girl's best friend

Χαζεύω τον κόσμο στις πόλεις, κυρίως στις ξένες πόλεις, επειδή στη δική μου η ρουτίνα δεν μου αφήνει περιθώρια για χάζεμα. Χαζεύω πώς περπατούν οι άνθρωποι, πότε κουρασμένα πότε ζωηρά, ανάλαφρα ή βαριά, άγαρμπα ή κομψά, βιαστικά ή αργά, απρόσεχτα ή μελετημένα, χαρούμενα ή στοχαστικά.
Το κάθε περπάτημα έχει προσωπικότητα, και πιο εντυπωσιακό είναι το περπάτημα των κοριτσιών, με την ευρεία έννοια η λέξη «κορίτσια». Πιο δροσερά από τα συντριβάνια, πιο γοητευτικά από τις βιτρίνες, πιο νέα από τις διαφημίσεις, πιο τολμηρά από τις φωτογραφίες, πιο έτοιμα να γελάσουν, να απολαύσουν, να εκδηλωθούν, ακόμα κι απο αγορίστικες παρέες. Σε πολλά φαίνεται ο προβληματισμός των βημάτων, το πώς βάζουμε το ένα πόδι μπροστά από τ’ άλλο, πώς ζυγίζουμε τον κορμό επάνω τους και την αλλαγή βάρους. Άλλα είναι τελείως ανέμελα κι αδιάφορα, κι όμως κάπου φαίνεται, κάπου προδίνεται ότι κι εκείνα κάποια στιγμή στάθηκαν μπροστά στον καθρέφτη κι έκαναν ό,τι μπορούσαν καλύτερο για την εμφάνιση του πλάσματος που τα κοίταζε από κει μέσα. Πολλά φοράνε σορτς είτε με κρύο είτε με ζέστη. Οι κοιλιές έχουν πια κρυφτεί, πέρασε η μόδα. Τώρα έχουν οι μηροί την πρωτοκαθεδρία, κι όσο αποκαλύπτονται τόσο τελειοποιούνται. Ένα παράξενο πράγμα.
n
Καθώς χαζεύω μου κολλάει το τραγούδι της Μέριλιν Μονρόε Diamonds are a girl’s best friend. Αλλά ο στίχος έχει αλλάξει, cities are a girl’s best friend, λέει και ξαναλέει. Επαναλαμβάνεται επίμονα στο κεφάλι μου, και περνάνε μέρες ώσπου να συνειδητοποιήσω ότι δεν είναι σωστός ο στίχος, δεν λέει έτσι το τραγούδι. Ωστόσο καθώς συνεχίζω να χαζεύω, ο αλλοιωμένος στίχος επιμένει.
Οι πόλεις είναι ο καλύτερος φίλος των κοριτσιών. Στους δρόμους τους τα κορίτσια αναδεικνύονται, είναι σα να φτιάχτηκαν για το σκοπό αυτό. Πεζοδρόμια, δρόμοι, στάσεις λεωφορείων, προσόψεις, δέντρα, λεωφορεία, τραμ, ό,τι συνθέτει μια πόλη, είναι σα να μπήκε στη θέση του για να γίνει ντεκόρ, πλαίσιο, στήριξη και πινελιά, φόντο και υπόδειξη στις βόλτες των κοριτσιών. Σα να δίνουν νόημα τα κορίτσια σ’ όλ’ αυτά, χωρίς την παρουσία τους, θα άξιζαν τίποτε;
Αν ήμουν φωτογράφος θα έστηνα μια κάμερα στους ωραίους ευρωπαϊκούς πεζόδρομους. Τώρα πίνοντας καφέ, ή κάνοντας ενσταντανέ σε αξιοθέατα, βγάζω μερικές τυχαίες φωτογραφίες. Η μηχανή δεν μπορεί να παρακολουθήσει το μάτι. Ωστόσο κάτι πιάνει, μια τούφα ανεμελιά, μια άκρη ελευθερίας. Την ελευθερία διαλαλούν τα κορίτσια στις ωραίες ευρωπαϊκές πόλεις. Κι ακόμα και στις άσχημες εκείνα παραμένουν όμορφα. Έχουν κάτι το μεθυστικό καθώς κυκλοφορούν ελεύθερα, αυτά που πριν δυο ή τρεις γενιές έπρεπε να συνοδεύονται και να κρύβονται για να βγουν στο δρόμο.
n
n
Τι θα πει «κορίτσια»; Είναι οι γυναίκες που δεν έχουν ακόμα δια-κορευτεί, σύμφωνα με την παλιά ιστορία της λέξης. Δηλαδή οι παρθένες. Περιουσία προς διάθεση που έπρεπε να φυλάγεται. Κάλυπταν τα μαλλιά, κάλυπταν το πρόσωπο, δεν έβγαιναν μόνες. Περνούσαν τη συνταρακτική κι επικίνδυνη φάση της διαθεσιμότητας, της αναζήτησης και κατοχύρωσης συζύγου δηλαδή, κι ύστερα παντρεύονταν και γίνονταν γυναίκες. Είναι ακόμα φρέσκια η ελευθερία, και αμφισβητείται σκληρά σε διάφορες φριχτές δικτατορίες που επιτίθενται εξ ανατολών καλύπτοντας τα κεφάλια των γυναικών, και κόβοντας κεφάλια ανδρών. Είναι ακόμα κοντινή η κατάκτηση της ελευθερίας, η συνταρακτική αλλαγή, η υπέροχη αυτή ειρηνική επανάσταση που πέτυχε, αλλά ακόμα αμφισβητείται.
Τα κορίτσια διαθέτουν όπως θέλουν τον εαυτό τους, την παρουσία τους, το βήμα τους, το βλέμμα τους, τα πάντα. Μένουν κορίτσια όσο θέλουν, ακόμα και γερνώντας. Προσφέρουν την εικόνα τους στην πόλη, κι εκείνη τα καλεί αδιάκοπα να τη βελτιώνουν, να τη μελετούν, να την αλλάζουν.
Οι πόλεις, που στολίζουν, πλουτίζουν, γεμίζουν κι εξασφαλίζουν την ελευθερία τους, είναι νομίζω οι καλύτεροι φίλοι των κοριτσιών.
Περισσότερες Φωτογραφίες στην Athens Voice
http://www.athensvoice.gr/article/city-news-voices/%CE%B8%CE%B5%CE%BC%CE%B1/%CE%BF-%CE%BA%CE%B1%CE%BB%CF%8D%CF%84%CE%B5%CF%81%CE%BF%CF%82-%CF%86%CE%AF%CE%BB%CE%BF%CF%82-%CF%84%CF%89%CE%BD-%CE%BA%CE%BF%CF%81%CE%B9%CF%84%CF%83%CE%B9%CF%8E%CE%BD

Πόσο αργά με βρήκε το internet

Τα δάχτυλα του δεξιού χεριού άρχισαν να πονάνε από τη χρήση πλήκτρων. Ισως πρέπει να σταματήσω για λίγο καιρό, να φορέσω κι εγώ ναρθηκάκια, όπως οι συνομήλικοι φίλοι μου, και να μη γράφω καθόλου μέχρι να μου περάσουν. Μπορεί να είναι φυσικό να πονά έτσι κάποιος που μεγάλωσε με μολύβια και στυλό. Αραγε τα σημερινά παιδιά που μεγαλώνουν με τα δάχτυλα στα πλήκτρα εξ απαλών ονύχων, θα έχουν τέτοιους πόνους μεγαλώνοντας;

Κάποιο λάθος κάνουμε πατώντας τα κουμπιά. Βάζουμε παραπάνω δύναμη, ή κάτι τέτοιο. Και πάντα είμαστε πίσω σε σχέση με τα παιδιά, εκείνα πετάνε, εμείς σερνόμαστε ξοπίσω τους. Τα βλέπεις να δραπετεύουν με τεράστια ευκολία από το περιβάλλον που οι μεγάλοι κατασκευάζουν γύρω τους, και βλέπεις τους μεγάλους να απελπίζονται, να φοβούνται, ν' ανησυχούν. Κάνουν διαλέξεις, οι κίνδυνοι του Διαδικτύου για τα παιδιά, πώς θα είναι ασφαλές το Ιντερνετ, πώς θα προστατεύσετε τα παιδιά σας. Αντί να κάθονται να ψάχνουν το μαντζούνι που θα μας κάνει εμάς παιδιά, θα μας γυρίσει στα χρόνια που ήμασταν μικροί, αλλά αυτή τη φορά θα μας δώσει στα χέρια κι ένα άιφον να πορευόμαστε.

Πόσο αργά γεννήθηκα, σκέφτηκα πολλές φορές τα τελευταία τριάντα χρόνια, αλλά ειδικά με τα κόλπα τα ιντερνετικά παθαίνω την πλάκα μου. Γιατί να μην υπάρχει το φέισμπουκ τότε που με άλλαξαν σχολείο στην εφηβεία π.χ., και κόντεψα να πάθω παράκρουση από τη μοναξιά για μήνες; Μια χαρά θα λειτουργούσε ως υποκατάστατο σχέσεων για το ντροπαλό πλάσμα που ήμουν αυτό το θαύμα της τεχνολογίας, μέχρι να βρω τους τρόπους, τις τέχνες και τα γράμματα, ναι, κυρίως αυτά, να βγω από το αδιέξοδο της αλαλίας. Ή μετά, στα φοιτητικά χρόνια, τότε που είχαμε τις πιο τρελές και τολμηρές ιδέες και ζούσαμε στο πιο αντιδραστικό καθεστώς, τι παρηγοριά θα είχαμε με τα απίθανα κόλπα που διαθέτει σήμερα κι η πιο μικρούτσικη οθόνη. Νομίζω, θα ήμουν μεγάλο ταλέντο στο τουίτερ, εγώ που στα καφενεία καθόμουν με τα πόδια γυρισμένα προς τα μέσα, την πλάτη σε καμπούρα, τα μάτια κρυμμένα πίσω από τα πελώρια γυαλιά, και τόσο ανίκανη να μιλήσω που όταν το κατόρθωνα πάντα κατέληγα να τσιρίζω. Θα έβγαζα τις σέλφι μου χωρίς γυαλιά και θα έβρισκα βεβαίως τις καλύτερες λεζάντες, αφού όπως απεδείχθη, εκεί ήταν το ταλέντο μου.

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...