H Μαρία
έγινε νονά. Σιγά το σπουδαίο νέο θα
πείτε, αλλά εγώ εντυπωσιάστηκα, διότι
η Μαρία είναι Αλβανίδα εξ Αλβανίας, δεν
ζει πολλά χρόνια στην Ελλάδα, δεν έχει
μάθει ακόμα καλά τη γλώσσα, ωστόσο μπήκε
στο νόημα και στο κλίμα. Μου θύμησε το
κύμα βαπτίσεων μεγάλων και μικρών,
εκείνες τις γραφικές εικόνες με τα
κομπινεζόν σε πρωτοχριστιανικές
δεξαμενές που ακολούθησαν το πρώτο κύμα
μετανάστευσης στη δεκαετία του 1990. Δεν
ήταν μόνο οι καταπιεσμένοι Βορειοηπειρώτες
που μπορούσαν επιτέλους να τιμήσουν
την πίστη τους, αλλά κι ένα σωρό Αλβανοί
που βαπτίζονταν για να γίνουν αποδεκτοί
στην Ελλάδα, να διευκολύνουν τη ζωή
τους. Μερικοί έβρισκαν προστασία έτσι
απο ανθρώπους που τους βοηθούσαν αφού
τους βάφτιζαν, άλλοι περίμεναν κάποια
συμπάθεια γενικότερα, μια πιο εύκολη
ζωή για τα παιδιά τους, που ήθελαν να
είναι σαν όλα τα υπόλοιπα. Συχνά έφταναν
σε υπερβολικές εκδηλώσεις θρησκευτικότητας,
είτε ως νεοφώτιστοι, είτε για να αποδείξουν
την καλή τους πρόθεση, να αρνηθούν κάθε
στοιχείο της ταυτότητάς τους και να
ενσωματωθούν πλήρως στην ελληνική
κοινωνία. Ποιος ξέρει ο καθένας πώς
σκέφτεται, τι περνάει από το μυαλό του
όταν δηλώνει πίστη σε κάποιο θεό;
Αυτός λοιπόν ήταν ο
τρόπος ενσωμάτωσης μεταναστών στην
Ελλάδα, άτυπος αλλά ισχυρός, ο οποίος
δεν συζητήθηκε ποτέ απ' όσο θυμάμαι, σε
κάποιο δημόσιο διάλογο, κάποια επιστημονική
ημερίδα. Κι όμως έχει εξαιρετικό
ενδιαφέρον και θα άξιζε να μελετηθεί,
όπως αξίζει να μελετηθούν πολλά απ' όσα
συμβαίνουν στην πολύ παράξενη κοινωνία
μας. Και τι σήμαινε για την Ελλάδα κάτι
τέτοιο, διότι στο κάτω- κάτω οι Αλβανοί
είναι ακόμα οι περισσότεροι, συντριπτική
πλειοψηφία, από τους μετανάστες που
ζουν εδώ. Δημιούργησε κάποιο προηγούμενο,
να περιμένουμε πια όλοι οι μετανάστες
να βαφτίζονται ορθόδοξοι με το που
φτάνουν; Τι επιπτώσεις θα έχει στα παιδιά
μια τέτοια πρακτική; Και πώς το κατάφεραν
αυτό οι Αλβανοί, πώς το έκαναν, τι τους
κόστισε; Είχε πραγματικά το καθεστώς
που έζησαν, η φτώχεια και η καταπίεση,
νεκρώσει μέσα τους κάθε θρησκευτικό
συναίσθημα ώστε να μπορούν να ασπαστούν
το θεό του γείτονα μόνο και μόνο για να
επιβιώσουν; Ή μήπως ήταν αληθινή ανάγκη
θρησκείας;
Πολλά ενδιαφέροντα,
για τα οποία δεν γίνεται λόγος. Κι επειδή
ανέφερα τα παιδιά, με απασχολεί πολύ τι
συνέπειες θα έχουν οι διακρίσεις που
υφίστανται τα παιδιά όλων των μεταναστών
από τον ίδιο το νόμο, ο οποίος κατά τα
άλλα στη χώρα μας είναι τόσο προστατευτικός
για την παιδική ηλικία. Τι ψυχοσύνθεση
αποκτούν οι άνθρωποι μεγαλώνοντας
αναγκαστικά και επίσημα ως πολίτες
δεύτερης κατηγορίας, χωρίς ιθαγένεια,
κυνηγημένοι γι αυτό που είναι κι όχι
για κάτι που έκαναν. Το πόσο ανέμελα
ζούμε την καθημερινότητά μας ανεχόμενοι
τέτοιες αδικίες μου φαίνεται πιο
ριψοκίνδυνο κι από τη φορολογική
αφροσύνη.
Τώρα πιάσαμε κουβέντα
για το βρετανικό μοντέλο ανοχής των
πολιτισμικών διαφορών και το γαλλικό
που είναι αυστηρότερο. Ποιο είναι το
καλύτερο; Μεγάλο πάθος στη θεωρητική
συζήτηση που έχει ανάψει στα μέντια. Οι
μεγάλες και ισχυρές χώρες έχουν κι αυτό
το προνόμιο, να γίνονται θέμα αντιπαράθεσης
στις μικρές. Προσηλωμένοι στο τι γίνεται
στα τζαμιά της Αγγλίας, ξεχνάμε ότι εδώ
τα τζαμιά είναι χωρίς επίσημη αναγνώριση,
ισόγεια μαγαζιά με κουρτίνες τραβηγμένες.
Ριγούμε για τους κινδύνους των δικαιωμάτων
που παρέχει μια ανοιχτή κοινωνία, τη
στιγμή που εδώ δεν παρέχονται ούτε τα
στοιχειώδη. Μεταφράζουμε τη λέξη
'κοινοτισμό' για τη συμπεριφορά των
μεταναστών στις ευρωπαϊκές χώρες,
αποκρύπτοντας κι απο τον εαυτό μας ότι
συμεριφερόμαστε εμείς οι ντόπιοι ως
κοινότητα στους ξένους που θέλουν να
δουλέψουν και να ζήσουν στη χώρα μας.