Μερικά πρωινά βάζουν στο πάρκο το σιντριβάνι να δουλεύει. Ακόμα και με το κρύο τα μικρά παιδιά μπαίνουν στον πειρασμό να παίξουν με το νερό. Τα παιδιά είναι πάντα ένα σοκ σ’ αυτό τον κόσμο.
Τ’ απογεύματα το σιντριβάνι δεν δουλεύει ποτέ. Οι άνθρωποι περπατάνε στα στρωμένα μάρμαρα, εκεί που το πρωί δεν μπορούν να περάσουν. Παιχνίδι ορίων που καταργούνται και ξαναορίζονται, κάθε μέρα. Τι αίσθηση νίκης, να μπορείς να περπατάς άνετα εκεί που πριν τιναζόταν το νερό και δεν στο επέτρεπε. Παραβίαση και ξανά ορισμός ορίων και ξανά παραβίαση.
Δίπλα είναι ένα κτίσμα που ίσως γίνει κάποτε καφενείο. Ακόμα έχει τα χαρτιά συσκευασίας των κουφωμάτων πάνω του, άρα μπορούμε να ελπίζουμε. Οι συνταξιούχοι του πάρκου συνεχίζουν να κουβαλάνε παλιές καρέκλες από το σπίτι τους για να στήνουν τις παρτίδες τους το τάβλι. Κάποια στιγμή ίσως καταφέρει το καφενείο να νοικιαστεί και να λειτουργήσει. Είναι κι ο φόβος μην ξεσηκωθούν ξανά εκείνοι οι γείτονες που ήθελαν το πάρκο ακραιφνώς «δασική έκταση» και χαλούσαν τον κόσμο να μη γίνει καφενείο ούτε τίποτε, ήταν κατά της εμπορευματοποίησης. Ίσως πρέπει να φτιαχτεί κάτι σαν λαθροκαφενείο, να πίνουμε λαθροκαφέδες, να μην τους ερεθίζουμε.
Στο μεταξύ η έλλειψη κάθε είδους εμπορίου σε τόσα στρέμματα περιπάτου γεννά μικρές διακριτικές συναλλαγές. Ακόμα κι αν πάνε δυο άνθρωποι να ζήσουν στην πιο παρθένα δασική έκταση που υπάρχει σε λίγο θα εφεύρουν το εμπόριο. Αλλά μην το πείτε στους ακραιφνείς της περιοχής. Ένα αγόρι πουλάει σακούλες με σπόρια στις γυναίκες πρόσφυγες που κάνουν βόλτα. Πάνω- κάτω περπατάνε ώρες ατέλειωτες, κάτι πρέπει να κάνουν, όχι τσιγάρο, το ρίχνουν λοιπόν στους ηλιόσπορους..
Καθώς βλέπω το παιδί να πουλάει τα σακκουλάκια του συνειδητοποιώ ότι έχω χρόνια να δω ανθρώπους να τρώνε σπόρια. Κάποτε τρελαινόμασταν γι αυτό το τσίκι- τσίκι, θεωρούσαμε μάλιστα παλικαριά να πηγαίνουμε σινεμά και να αφήνουμε ένα βουνό φλούδια φεύγοντας κάτω από το κάθισμα. Σε μιαν άλλη ζωή τα κάναμε αυτά. Τα παιδιά μας προτιμούσαν τα γαριδάκια και τα φουντούνια.
Τώρα αγοράζουμε πασατέμπο και ηλιόσπορο καθαρισμένο και ξεφλουδισμένο σε κουτάκια. Τα τρώμε με τις χούφτες, σα φάρμακο επειδή έχουν αντιοξειδωτικές ουσίες. Ο χρόνος έχει αλλάξει για μας, αυτός ο χρόνος που περισσεύει στις Αφγανές με τα σπόρια. Πόσο να πουλάει άραγε ο μικρός .το σακκουλάκι; Αν αγοράσω ένα, βγάλω το χέρι από το γάντι και τσίκι- τσίκι ξεκινήσω, θα κερδίσω με την αλμυρή γεύση του μια σταγόνα χαμένο χρόνο;
Από το Protagon
Από το Protagon