Εχτές σε μια από τις γιορτές για την Παγκόσμια μέρα κατά του ρατσισμού, συνάντησα τον παλιό μου μαθητή από τη Σενεγάλη. Ήταν ένα πρόσωπο που δεν θα μπορούσε να ξεχαστεί, γιατί είχε εντυπωσιακή αντίληψη, είχε μάθει να διαβάζει γρήγορα, καταλάβαινε τους κανόνες της γραμματικής και τους χρησιμοποιούσε σωστά. Η ευτυχία του δασκάλου.
Κάποια στιγμή είχε χαθεί από την τάξη και μετά εμφανίστηκε πάλι. Μου είπε ότι είχε μείνει λίγο καιρό στη φυλακή με τη απειλή απέλασης, αλλά τον είχαν τελικά αφήσει. Μόνο τότε πρόσεξα ότι ήταν κουτσός, το ένα πόδι κοντύτερο από το άλλο. Πώς μου είχε διαφύγει νωρίτερα; Ήταν μια γενικότερη αλλαγή που του συνέβη μετά τη φυλακή και τον έκανε να σέρνει το βήμα;
Από τότε δεν ξαναέγινε τακτικός στα μαθήματα. Το ύφος του άλλαξε, δεν συγκεντρωνόταν, το βλέμμα του συνέχεια είχε μια συγκατάβαση, ναι ξέρω ότι κάνεις ότι μπορείς, αλλά δεν μπορείς τίποτε για μένα, αυτό μου έλεγε βουβά. Κάποια στιγμή μου είπε ότι ψάχνει δουλειά, κάποια άλλη ότι ήταν άρρωστος. Ερχόταν χωρίς βιβλία και τετράδια. Τελικά εξαφανίστηκε τελείως.
Τον ξανάδα χτες και άρχισα πάλι εγώ το τροπάριο, έλα στο Σχολείο να μάθεις ελληνικά, θα σε βοηθήσουν, θα δεις, μην τα παρατάς. Με κοίταξε πάλι με το συγκαταβατικό χαμόγελό του, το «δεν μπορείς να κάνεις τίποτα για μένα κι ας έχεις καλές προθέσεις» έσουρε το πόδι του κι έφυγε. Πέτυχε να τον τσακίσει αυτόν η περιρρέουσα εχθρική ατμόσφαιρα, σκέφτηκα, τον ξεδόντιασαν και δεν έχει πια διάθεση να αγωνιστεί πέρα από την επιβίωση. Ίσως κι οι παρέες του δεν τον κρατάνε όσο χρειάζεται, βλέπεις οι μετανάστες είναι τόσο ευάλωτοι, αν δεν είναι πολλοί μαζί πρέπει να είναι πολύ ισχυροί ψυχικά για να μην παραιτηθούν εντελώς από κάθε προσπάθεια.
Ίσως είναι μάταιο αυτό που κάνουμε, αυτή η τόσο μικρή προσφορά σε τόσο ελάχιστους από όσους και το κράτος με τους απαράδεκτους νόμους και οι άνθρωποι με την ρατσιστική νοοτροπία ταλαιπωρούν καθημερινά και προσπαθούν να διώξουν. Ίσως προσφέρουμε ένα μικρό άλλοθι σε κράτος και κοινωνία, ορίστε δεν είμαστε ρατσιστές όλοι, τους μαθαίνουμε ελληνικά! Ύστερα ποιος περιμαζεύει τα ψυχικά ερείπια που δημιουργεί η έχθρα και η καταδίωξη;
Ωστόσο άγγιξα τον ώμο του πριν τον αφήσω να φύγει, του ξαναείπα, έλα λοιπόν, θα δεις, με τα ελληνικά κάτι θα γίνει, πριν με χαιρετήσει με το πικρό του χαμόγελο. Μπορεί κάποια μέρα να ξυπνήσει πιο μαχητικός, να ψάξει να θυμηθεί τι μπορεί να του προσφέρει αυτή η άσχημη πόλη, και να έρθει ξανά στα μαθήματα ελληνικών. Πρέπει να ελπίζει κανείς, τι άλλο να κάνει;