Φέτος δεν έχουμε κόσμο, σου λένε στο νησί. Στον κεντρικό δρόμο της παραλίας
γίνεται χαμός, αυτοκίνητα στριμώχνονται εκεί όπου και οι πεζοί προσπαθούν να
κυκλοφορήσουν, τεράστια μπαρ είναι πηγμένα στον κόσμο, νεαροί Δυτικοευρωπαίοι
ο ένας πάνω στον άλλο γυαλίζουν από ιδρώτα, και οι ταμπέλες, οι επιγραφές, πώς
να τις πει κανείς, τα αετώματα, τα σύγχρονα τρίγλυφα και οι μετόπες του
ένδοξου ελληνικού πολιτισμού (Νησί της κουλτούρας, γράφουν με χρυσά γράμματα
στις πλαστικές σακούλες) σού τρελαίνουν τα μάτια. Όμως εδώ κανονικά, σου λένε
οι επενδυτές του τουρισμού, δεν μπορούσες να περάσεις καθόλου! Και σκέφτεσαι
τι το κανονικό μπορεί να έχει μια τέτοια κατάσταση; Πόσο βιτσιόζοι να είναι
ακόμα και οι φημισμένοι για τα βίτσια τους Εγγλέζοι, παραδοσιακοί πελάτες της
περιοχής, ώστε να κρατήσουν γοητευτικές αναμνήσεις από ένα μέρος με τέτοιο
στρίμωγμα ανθρώπων, οχημάτων, καρεκλών και επιγραφών, ώστε να θέλουν να
ξανάρθουν; Κι αν καταφέρουν να θυμούνται με νοσταλγία τις οργανωμένες τρέλες
σε κάποιο γκρουπ, με τι λόγια θα μπορέσουν να το συστήσουν στους φίλους τους ή
να στείλουν τα παιδιά τους; Αλλά ίσως έχουν δίκιο οι μαγαζάτορες που
συνεχίζουν να επενδύουν στην εξάπλωση του κιτς και ουδόλως προβληματίζονται να
συγκρατηθούν. Ίσως είναι τόσο καταπιεσμένοι οι καημένοι οι Άγγλοι - δεν το
ξέρουν, αλλά όταν φθάνουν εδώ το καταλαβαίνουν - ώστε όσο πιο ξέφρενο κιτς
τούς περικυκλώσει τόσο πιο έντονα θα τους μείνει στη μνήμη, έστω και χωρίς
μορφή. Ίσως ό,τι απωθεί το ανθρώπινο είδος να είναι έτσι, άσχημο και
κραυγαλέο, και να πρέπει οι ξένοι να πηγαίνουν σε τέτοια μέρη, ως ξένοι, να το χαρούν.
http://www.tanea.gr/opinions/all-opinions/article/4243461/?iid=2
http://www.tanea.gr/opinions/all-opinions/article/4243461/?iid=2