Παντέρμη πλατεία Συντάγματος. Ή μάλλον ακριβώς το αντίθετο από το «παντέρμη». Αυτή που μαζεύονται όλοι. Που δεν ησυχάζει άνθρωπος και πολιτική δύναμη, πραγματική ή φανταστική, αν δεν βουίξει εκεί στο κέντρο της, αν δεν το γεμίσει, αν δεν απλώσει τα πανό, αν δεν σταματήσει την κυκλοφορία ή αν δεν καταστρέψει, κάψει, σπάσει και απαθανατιστεί σε λυγερές πόζες να ρίχνει τις μολότοφ ουρλιάζοντας ηρωικά.
Ερμη πλατεία, δυστυχής. Ή μάλλον το αντίθετο του έρμη, γεμάτη προσδοκίες, διεκδικήσεις, πολιτικές φαντασιώσεις, βία και βρόμα, πλατεία όπου μια βόλτα δεν μπορείς να πας με την ψυχή ήρεμη, αν δεν πέσεις σε πολιτικές φιλοδοξίες που σου κόβουν τον δρόμο, που σε τρομοκρατούν, που αν δεν βασανίσουν τους συμπολίτες τους δεν υπάρχουν, σου αρπάζουν τα μπράτσα πλασιέ, ούτε να χαρείς που καταφέρνεις να περάσεις αρτιμελής την Καραγεώργη Σερβίας.
Κι ο δήμαρχος βεβαίως κάνει πρότζεκτ, σου λέει όλο το παιχνίδι της πολιτικής εκεί βρίσκεται, τι να κάνω, να πάω να καθαρίσω την Πατησίων μπροστά στον ΟΤΕ που ζέχνει κατρουλίλα; Οποιος ανακατεύεται με τα κάτουρα τον τρώει η αφάνεια, εκεί κι ο δήμαρχος λοιπόν, στο Σύνταγμα. Εκεί δόξα και αθανασία, φώτα και κάμερες και προβολείς, εκεί η εξουσία ως σύμβολο και πραγματικότητα. Βάρα, χτύπα, ρίξε. Βάλε φωτιά. Ή κάνε σχέδια ρομαντικά, αναμόρφωση της πλατείας, να έχουν να σπάνε καινούργια πράγματα οι εισβολείς, κι όλοι μαζί να χαίρονται.
Αν είχε πινακίδες μνήμης στα γύρω κτίρια δεν θα χωρούσαν οι στιγμές επίθεσης. Κι ένας πόντος να γραφόταν για κάθε φορά που κλείνει η κυκλοφορία και απειλείται να καεί η Βουλή, πάλι θα ξεχείλιζαν από τις προσόψεις οι εγγραφές. Οπότε σωστά δεν μπαίνει αναμνηστική πλάκα για τίποτε και για κανέναν, να είναι κάθε φορά η εμφάνιση μοναδική, σαν να μην υπήρξε άλλη. Να νιώθει ο κάθε μολοτοφόρος σαν πρώτος σημαιοφόρος ενός αγώνα που κανένας άλλος δεν σκέφτηκε ποτέ να κάνει, σαν να εφηύρε ο ίδιος τη μολότοφ και σαν να παίρνει την παρθενιά της πλατείας με τη λυγερή του κίνηση ρίψης ακοντίου. Αέναη κατάσταση, αειφόρος ανάπτυξη α λα ελληνικά.
Ιερός περίβολος της θεάς εξουσίας, πεδίο μαχών συμβολικών αλλά με σώματα και όπλα, ό,τι άλλο θέτε είναι, πλατεία δεν είναι αυτή. Αλλά βέβαια πρέπει να λέγεται πλατεία, αλλιώς δεν έχει γούστο. Να έχει και τα παγκάκια της και τα δεντράκια της κι άλλα προκλητικά αντικείμενα ενός βίου σε δημόσιο χώρο που ποτέ δεν θα ζήσουμε, προσομοίωση για καταστροφή.