Κυριακή 13 Απριλίου 2003

Επίπλωση Βαγδάτης


Η πόλη που ο φακός και το βλέμμα μας δεν μπορεί να εγκαταλείψει, η Βαγδάτη που συνεχίζει να είναι ενωμένη με τους εσωτερικούς μας χώρους με έναν παράξενο ομφάλιο λώρο, γέμισε καρέκλες γραφείου. Καρέκλες μοντέρνες, με ρυθμιζόμενη πλάτη και ύψος, αγκαλιά στα χέρια γυναικών με καλυμμένα πρόσωπα,  που τις μετέφεραν σε άγνωστη κατεύθυνση.  Μερικές βρίσκονταν παρατημένες στο δρόμο, να στριφογυρίζουν και να τσουλάνε, σύμβολα εξουσίας που καταλύθηκε, οι κουρελιασμένοι θρόνοι των γραφειοκρατών. Τι θέση θα πάρουν στα σπιτικά που τις μετέφεραν; Μαζί με χαμηλά μαξιλάρια θα τις ταιριάξουν; Οι πεζοναύτες προσπερνούσαν αδιάφοροι, αρχάγγελοι μιας πειθαρχίας καταπληκτικής, δικής τους όμως και αθώρητης από τους ιθαγενείς, μέσα στην καρδιά του χάους. Ανώτεροι εκείνοι. Ντουλάπια τραπέζια, βάζα, μεταφέρθηκαν κι αυτά προχείρως, οι εικόνες τους είχαν κάτι το προσβλητικό, το άσεμνο. Ας ήταν πράγματα της κυβέρνησης του Σαντάμ. Δεν είναι δυνατόν να λεηλατείς σε απ' ευθείας μετάδοση. Δεν είναι τυχαίο που ο Ράμσφελντ βρήκε την ευκαιρία να κάνει εκείνη την μειωτική παρατήρηση για τα βάζα. Ένα είδος ρατσισμού, μια βαθιά περιφρόνηση φιδοσερνόταν στην εικόνα, ανάμεσα στους πάνοπλους πεζοναύτες και στους ντόπιους με τις παντόφλες που ρήμαζαν ότι έβρισκαν. Ακόμα και το μουσείο, σωροί από πήλινες πινακίδες φάνηκαν να θρυμματίζονται στο πάτωμα. Αν ήταν χρυσαφικά ίσως θα είχαμε σοκαριστεί, ίσως να είχαν βάλει και φρουρά οι πεζοναύτες. Αλλά για τα πήλινα θραύσματα; Ήταν τα πρώτα δείγματα γραφής της ανθρωπότητας απλώς, μερικά ακόμα αδιάβαστα ίσως, μερικά μυστηριώδη. Ίσως όμως και να είχε σκοτωθεί προηγουμένως, σε παιδική ηλικία, και ο αρχαιολόγος που θα τα αποκρυπτογραφούσε κάποτε. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...