Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2019

Εξευγενισμός



Μερικοί καλοί μου γείτονες φοβούνται μήπως εξευγενιστεί η Κυψέλη. Η λέξη αυτή, εξευγενισμός, είναι μετάφραση του gentrification, και μεταφέρει φόβους και καταστάσεις που δεν μπορούν να συμβούν εδώ. Η καημένη η Κυψέλη υπήρξε κάποτε ευγενής, ως προσδοκία και ιδέα,  επί της ουσίας δεν το πρόλαβε. Εθεωρείτο καλή γειτονιά στη δεκαετία του 60, και τόσο πολύ είχε εξαπλωθεί εκείνη η ευγενική φήμη που έτρεχαν όλοι να αποκτήσουν διαμέρισμα και να εξασφαλίσουν μια θέση στην ευγένεια, στη ζωή και τις ανέσεις της πόλης, σε σχετικά προσιτές τιμές και με ευκολίες πληρωμής. Το βάθος όμως της πολεοδομικής της κατάστασης δεν ήταν τόσο ευγενικό, μικρά τα οικόπεδα, στενά τα πεζοδρόμια κι οι δρόμοι, πλατείες δεν είχαν σχεδιάσει οι πρώτοι πωλητές, τι να τις κάνουν; και σε λίγο καιρό τα διαμερίσματα των πολυκατοικιών που χτίστηκαν αποδείχτηκαν ασφυκτικά. Οπότε οι πιο ευγενείς σηκώθηκαν κι έφυγαν για μέρη πιο ευάερα, ευήλια, κι ευγενικά, διότι ουκ εν τω πολλώ το ευ, όπως ξέρουμε από αρχαιοτάτων χρόνων. Κι αυτό ενώ συνεχιζόταν η παραγωγή μικρών διαμερισμάτων με το ίδιο πολεοδομικό, που κι όταν άλλαζε ήταν προς το χειρότερο για τις δεδομένες συνθήκες.
Κι όμως, να που όταν κανείς δεν το περίμενε, η μοναδική μικρή πλατεία της Κυψέλης, η πλατεία Αγίου Γεωργίου, έγινε της μόδας χάρις σε μια πεζοδρόμηση και μικρούλα ανάπλαση, και χάθηκαν γρήγορα τα χιλιάδες ενοικιαστήρια και πωλητήρια από τις εξώπορτες των πολυκατοικιών. Στους τοίχους άρχισαν τα αντι-εξευγενιστικά συνθήματα, και στις συζητήσεις άρχισε να κυκλοφορεί ο φόβος μην τυχόν εξευγενιστούμε στον ύπνο μας και ξυπνήσουμε εξευγενισμένοι. Κι οι δρόμοι έπηξαν ξανά, δεν βρίσκεις να παρκάρεις, σχεδόν όπως πριν την κρίση, τα νοίκια άρχισαν να ακριβαίνουν. Οι δρόμοι παραμένουν τη νύχτα σκοτεινοί και τη μέρα κάμποσο βρωμεροί, αν και όχι όσο πριν την κρίση. Στα πεζοδρόμια δυσκολεύεται να περάσει κάθε είδους καρότσι και η πλακόστρωση τους είναι μάλλον πλακοξέστρωση.  Τα μικρά ασφυκτικά διαμερίσματα παραμένουν μικρά κι ασφυκτικά, δεν έχουν αποθήκες, δεν έχουν μπαλκόνια, δεν έχουν μέρος να απλώσεις τα ρούχα σου, ή να φυλάξεις το ποδήλατό σου. Αλλά ίσως αρκεί μια ιδέα, μια φήμη, κι ένας φόβος μαζί για να νιώσει κανείς ότι ο εξευγενισμός παραμονεύει. Ας κλείσουμε τα μάτια, ας κατέβουμε να περπατήσουμε στο δρόμο ελπίζοντας ότι οι οδηγοί θα μας προσέχουν περισσότερο από τους εργολάβους του δημοσίου, κι ας απολαύσουμε την ψευδαίσθηση.

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2019

O αληθινός μου εαυτός


Δεν είμαι εδώ, κράζουν βουβά τα νεανικά πρόσωπα στο δρόμο. Τα αυτιά βουλωμένα από ακουστικά, το βλέμμα στραμμένο στην οθόνη. Είμαι κάπου αλλού, από κοντά τους κι εγώ, στη συνεχή προσπάθεια αναβάθμισης, βγάζω το τηλέφωνο από την τσάντα, τα ακουστικά δεν μου στέκονται, τα αυτιά μου είναι παλιάς κατασκευής, δεν πειράζει, υπάρχουν τα μάτια. Κοιτάζω στη μικρή οθόνη το χάρτη της περιοχής που περπατώ. Σα να με κρατάει κάποιος από μια κλωστή, ο δορυφόρος ας πούμε, δεν χάνομαι στα ομοιόμορφα στενά, στις αραδιασμένες προσόψεις. Με οδηγεί ακούραστα ο δορυφόρος, μουτζουρωμένες επιφάνειες κτιρίων, ξεκοιλιασμένα πλακάκια, στραβά καλύμματα φρεατίων, σπασμένα μάρμαρα πεζοδρομίων, λοφάκια και κοιλάδες ασφάλτου, όλα περνάνε σαν ψεύτικα στην περιφερειακή όραση. Το κέντρο των ματιών προσηλώνεται  στην οθόνη, όπου όλα είναι καλύτερα, κι όπου με περιμένει ο αληθινός μου εαυτός, η αληθινή μου ζωή, ο υψηλός προορισμός μου, αυτά που στ’ αλήθεια κάνω, αυτό που στ’ αλήθεια είμαι. Δεν θα πέσω πάνω σας γιατί δεν  βρίσκομαι εδώ που με βλέπετε, είμαι αντικατοπτρισμός, μια ατυχής στιγμή πραγματικότητας, η αλήθεια μου είναι ψηφιακή και είναι αλλού. Δεν ξέρω πώς ξέμεινα, το βαρύ ανθρώπινο σώμα δεν μπορεί ακόμα να παρακολουθήσει τις μεγάλες προσδοκίες, τις αισθητικές επιλογές. Οι προτεραιότητες μπερδεύτηκαν, μπλέχτηκε η μια στα πόδια της άλλης, έβαλαν τρικλοποδιά,  βλέπετε  όντως το γήινο σώμα μου, αλλά υπάρχει και το αστρικό. Κάπου εκεί στο δορυφόρο που με οδηγεί, κάπου υπάρχει η αγάπη μου μα δεν ξέρω ποια’ ναι. Και δεν την γυρεύω διότι την κατέχω οριστικά και χωρά στη χούφτα μου, μικρή γυαλιστερή και πλήρης. Στο τυροπιτάδικο ζητάω σπανακόπιτα από τον καημένο τον πωλητή που δεν μπορεί εκείνη τη στιγμή να ανοίξει το δικό του μικρό σύμπαν, να καταφύγει εκεί για να γλιτώσει από την ασχήμια και την κούραση,  χρειάζομαι τροφή και ρούχα,  μιλώ τη γλώσσα αλλά είμαι αλλού, ψηλά, καλύτερα, ωραιότερα, πιο ταιριαστά στις αρχές μου. Και ο πωλητής της σπανακόπιτας που μπορεί και να μου χαμογελάσει, αλλά μάλλον όχι, αμέσως μόλις χαλαρώσει λίγο η δουλειά, απλώνει το χεράκι του και πιάνει το δικό του smartphone, αμέσως βρίσκει τον δικό του κόσμο και εκεί χαμογελά οπωσδήποτε και χωρίς λόγο. Επιβιώνουμε θαυμάσια.

Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2019

Το κοινό σημείο



Αγανακτούν πολλοί με τις αναφορές στις περιπέτειες των γονιών μας ως προσφύγων από τη Μικρασία στην Ελλάδα. Τι σχέση έχει η ιστορία των προσφύγων που ήρθαν το 1922, με τους σημερινούς πρόσφυγες και μετανάστες που καταφτάνουν στο Αιγαίο; Εκείνοι ήταν  χριστιανοί ορθόδοξοι, έρχονταν σε χώρα που θεωρούσαν πατρίδα, και δεν το είχαν επιλέξει. Είχαν αναγκαστεί να ξεριζωθούν εξαιτίας της ήττας και της καταστροφής που είχε προκαλέσει αυτή η ίδια η χώρα υποδοχής—πατρίδα, άρα είχε υποχρέωση να τους δεχτεί.
Έχουν δίκιο σε γενικές γραμμές οι αγανακτισμένοι, αν και τα πράγματα υπήρξαν πιο πολύπλοκα. Πάντα είναι. Σίγουρα οι άνθρωποι τότε δεν είχαν άλλη επιλογή από το να έρθουν εδώ, έτσι που τα είχε καταφέρει η πατρίδα,  να δεχτούν τη δική της εκδοχή ζωής και αφομοίωσης, σίγουρα θα έπρεπε να υπάρχει κοινό έδαφος με τον ντόπιο πληθυσμό, κοινή συνείδηση ταυτότητας, αν και τους κυνήγησαν δεόντως οι ντόπιοι, παρόλ’ αυτά. Οπότε εκεί βρίσκουμε το κοινό σημείο με τους σημερινούς, την καταδίωξη. Ναι, οι σημερινοί είναι πολλαπλώς ξένοι, δεν έρχονται επειδή είναι Έλληνες αλλά επειδή βρισκόμαστε στο σύνορο της Ευρώπης, όμως υφίστανται την ίδια υποδοχή, είναι το ίδιο ανεπιθύμητοι. Και πολύ περισσότερο, βεβαίως, εννοείται.
Αλλά ξέρετε, δεν έχει το κάθε παιδί κι ο κάθε άνθρωπος που υφίσταται τέτοια μεταχείριση το ανεπιθυμόμετρο να μετρά πόσο ανεπιθύμητος είναι. Ο πατέρας μου, παιδί δέκα χρονών μισο-ασυνόδευτο στην Αθήνα το 1922, έφερε σε όλη του τη ζωή το ψυχικό τραύμα της προσφυγιάς χωρίς να έχει κάτσει να σκεφτεί ότι αν ήταν Σύριος εκατό χρόνια αργότερα θα περνούσε ακόμα χειρότερα. Το τραύμα του, το τραύμα όλων τους, άφησε σημάδια, άφησε ουλές, πέρασε στη δεύτερη γενιά, στην τρίτη. Οι ψυχολόγοι βγάζουν συμπεράσματα για απίστευτες συνέπειες τέτοιων τραυμάτων στα παιδιά των ανθρώπων που υφίστανται τη δίωξη και στα εγγόνια τους ακόμα.
Βλέπουμε συγκλονιστικές ταινίες για τις συνέπειες της βίας στην παιδική ηλικία, αλλά δεν τις συνδυάζουμε με τους ανθρώπους που υποφέρουν δίπλα μας, με τα παιδιά που υφίστανται αυτά τα ανεξήγητα βάσανα σε μια χώρα πλούσια, προνομιούχα, υψηλού επιπέδου. Ποιος ξέρει τι τραύματα δημιουργεί η διαμονή σε στρατόπεδα, η αφασία της υποχρεωτικής απραξίας, η καταδίωξη, οι ταπεινώσεις, τι θα υποφέρουν οι επόμενες γενιές εδώ που θα είναι και θα ζουν με τους δικούς μας απογόνους;
Το μόνο σίγουρο είναι πως το μέλλον χρειάζεται πολλούς ψυχολόγους.

https://www.efsyn.gr/stiles/triti-matia/218644_koino-simeio

Πέμπτη 7 Νοεμβρίου 2019

Ρωμαϊκά ερείπια στο μετρό της Βουδαπέστης


Οι συζητήσεις για τα αρχαία στο μετρό της Θεσσαλονίκης μου θύμισαν μια βόλτα που είχα κάνει το καλοκαίρι στη Βουδαπέστη, στα ρωμαϊκά της ερείπια μάλιστα, που κι εκεί τριγυρίζουν ένα σταθμό του μετρό και μπορεί να τα δει κανείς σαν ανοιχτό μουσείο. Είναι στο βορινό κομμάτι της πόλης, σε λαϊκές γειτονιές, και την ημέρα που εγώ τουλάχιστον είχα πάει να τα δω, δεν υπήρχε κανένας άλλος τουρίστας. Κόσμος πήγαινε κι ερχόταν, βιαστικοί εργαζόμενοι, στέκονταν πολλοί στην ουρά να πάρουν λάνγκος, τηγανίτες με πατάτα, να φάνε πρόχειρα, και τα ρωμαϊκά ερείπια, θέρμες, βίλες, ίσως και ιερά, προτομές και επιτύμβιες στήλες, ήταν παρατημένες στα γκράφιτι και στις κουτσουλιές. Τα λυπήθηκα τόσο που έπιασα να τα φωτογραφίζω ένα- ένα, ύστερα ξέχασα τις φωτογραφίες μέσα στο σωρό που είχα βγάλει. Σίγουρα παρουσίαζα περίεργο θέαμα, να τριγυρίζω ολομόναχη στις θέρμες που βούιζαν άδειες δίπλα στους διαδρόμους της υπόγειας διάβασης και στα ψηλά χορτάρια που πνίγουν τις κολώνες, αλλά οι Ούγγροι δεν δίνουν σημασία στους εκκεντρικούς περιηγητές.
Τα ερείπια του αρχαίου Άκουινκουμ δεν είναι στο κέντρο της πόλης, και θα ήταν εύκολο να τα αφήσουν έτσι ανοιχτά γύρω από το σταθμό του μετρό. Ούτε ήταν και καμιά σπουδαία πόλη στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Οχυρό λεγεωνάριων στην αρχή, όπως και το Λονδίνιουμ, χτίστηκε σταδιακά από τον δεύτερο αιώνα και εγκαταλείφθηκε τον 5ο στα χέρια των Μαγυάρων. Ωστόσο οι Ρωμαίοι έχτιζαν, είναι νομίζω το χαρακτηριστικό τους, κι αν έχει κάποιος κέφι να αναζητά ερείπια, μπορεί να βρει παντού στην Ευρώπη. Σε πολλές πόλεις είναι περιφρονημένα, ελάχιστοι επισκέπτονται τις αρένες της Λουτεκίας στο Παρίσι πχ, ακόμα και την πόλη Τρεβήρα, σημερινό Τρίερ, που ήταν και πρωτεύουσα της δυτικής αυτοκρατορίας όταν είχε χωριστεί, έδρα του Κωνσταντίνου. Για ρωμαϊκά οι τουρίστες πάνε στη Ρώμη, τέλος. Ακόμα και η Πομπήια μπερδεύει λίγο, μήπως δεν είναι απολύτως ρωμαϊκή; Πράγματι, είναι και λίγο ετρουσκική, και λίγο ελληνική. Αλλά ήταν πάντα μπερδεμένη η ιστορία στην Ευρώπη, ούτως ή άλλως.
Κι όμως έχει ενδιαφέρον να συνειδητοποιεί κανείς πόσο πολύ κοινό είναι το παρελθόν της Ευρώπης, πόσο ίδια ερείπια, αντικείμενα, έργα τέχνης, μπορείς να βρεις παντού. Μαρμάρινες αναθηματικές στήλες, ανάγλυφα ίδιας τεχνοτροπίας, κολώνες ναών ή εξοχικών κατοικιών, αμφιθέατρα, υδραγωγεία, δεξαμενές, επιγραφές. Δεν ξέρω αν έχει καταγραφεί ο χάρτης των ευρωπαϊκών ρωμαϊκών ερειπίων, ας πούμε ότι φτιάχνω τον δικό μου σε κάθε ευκαιρία. Να μαθαίνεις το μακρινό παρελθόν κάθε πόλης σου δημιουργεί την ψευδαίσθηση ότι την καταλαβαίνεις σε βάθος, δεν θα τη χάσεις όταν φύγεις, θα έχεις εικόνα πληρέστερη.
Τη λόξα με τους Ρωμαίους  την απέκτησα την εποχή που προσπαθούσα να διδάξω ιστορία το γιό μου για τις εισαγωγικές με το σύστημα Αρσένη. Ήταν τότε που έδινες όλα τα μαθήματα, αν θυμάστε, κι ο υποψήφιος μου για την Αρχιτεκτονική (πέρασε Αθήνα) είχε ένα είδος εσωτερικής και σταθερής άρνησης για τα θεωρητικά μαθήματα. Διάβαζα λοιπόν ξανά την ευρωπαϊκή Ιστορία για να βρω κάποιο συναρπαστικό τρόπο, κάποια τιπς τέλος πάντων, να του την αγκιστρώσω στη μνήμη, κι είχα βρει ένα εσωτερικό νήμα, τη νοσταλγία για τη ρωμαϊκή αυτοκρατορία: Ας πούμε, η Αγία Ρωμαϊκή αυτοκρατορία του Γερμανικού έθνους, οι διάφοροι ηγεμόνες Γάλλων, Ισπανών, Γερμανών, ή ο Ναπολέων, ακόμα κι ο Μουσολίνι με τις ρωμαϊκές του fasces εξού και φασισμός, ήθελαν να ξαναγίνουν αυτοκράτορες ενώνοντας την Ευρώπη στη δική τους εξουσία. Πίστευα ότι αυτή η οπτική θα βοηθούσε το μπερδεμένο κουβάρι που ήταν το μάθημα εκείνο για τις εισαγωγικές. Δεν ξέρω αν βοήθησε το γιο μου τότε, εμένα πάντως με βοηθά έκτοτε να καταλαβαίνω πολλά πράγματα που ακόμα μας συμβαίνουν, ακόμα κι αυτή τη μεγάλη αλλαγή, την Ευρώπη που θέλει να ενωθεί χωρίς αυτοκράτορες πια και πολέμους, αλλά με τη βούληση των πολιτών της.
Πολύ πιο πλούσια τα ευρήματα της Θεσσαλονίκης, απλώνονται σε πολύ μεγαλύτερο βάθος χρόνου, βρίσκονται στο κέντρο της πόλης, δύσκολη η ανάδειξη και η συντήρηση και η διατήρηση, και το μετρό, και όλα. Ονειρεύομαι τη μέρα που θα γίνουν επισκέψιμα, είτε επιτόπου, είτε παραδίπλα, και θα μπουν στην αδιάλειπτη, την ασύλληπτη συνέχεια αυτής της πόλης που ακόμα την εξερευνούμε, τη συνέχεια, και την πόλη. Μάλλον θα περνάμε δίπλα τους πολύ βιαστικοί, αλλά τι πολυτέλεια η σκέψη ότι κάποτε θα βρούμε το χρόνο να σταθούμε να κοιτάξουμε και να τα καταλάβουμε όλα.












https://www.athensvoice.gr/life/urban-culture/cities/592393_romaika-ereipia-sto-metro-tis-voydapestis?fbclid=IwAR2beCWPVoysHycG8uDudYEs2Wru2iXeAZfsSWWzN8nTz53PCVxI2hC92Kk

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...