Μια μέρα μόνο
μείναμε στο Λονδίνο και τριγυρίσαμε στους δρόμους. Νόμιζα ότι το έχω μάθει,
είχα μείνει 3 βδομάδες την τελευταία φορά, αλλά πέρασαν 5 χρόνια και το είχα
ξεχάσει, έτσι ασχολήθηκα κυρίως με το να βεβαιωθώ ότι κάποια βασικά του σημεία
βρίσκονται στη θέση τους. Τα πολύ βασικά, όπως οι δρόμοι με τα μαγαζιά, όπου
γινόταν χαμός. Μποτιλιαρισμένα τα αυτοκίνητα, κόσμος στα πεζοδρόμια και σημαίες
όλων των κρατών του πλανήτη να ανεμίζουν και να βρέχονται εναλλάξ δημιουργώντας
πανηγυρική ατμόσφαιρα και πανηγυρικό άγχος.
Πώς θα τη
βγάλουμε στη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων, αναρωτιούνται οι Λονδρέζοι. Στα
γραφεία, που δεν κλείνουν τον Αύγουστο, προτείνονται διάφορες ιδέες: να πιάνουν
δουλειά στις 6.30 το πρωί και να τελειώνουν νωρίτερα για να αποφεύγουν τις ώρες
αιχμής, ας πούμε. Οι εργαζόμενοι στην πόλη δεν είναι καθόλου ενθουσιασμένοι, σε
αντίθεση με τα κτίρια που φωτίζονται και στολίζονται και δηλώνουν την περηφάνια
τους για τη συμμετοχή στους Αγώνες.
Η δική μας πικρή ελληνική
εμπειρία, ο ωραίος εκείνος ενθουσιασμός και η απογοήτευση που τον ακολούθησε,
δίνει στους έλληνες λονδρέζους το προνόμιο μιας ειρωνικής αποστασιοποίησης. Μου
δείχνουν γελώντας ένα σωρό έργα που ακόμα δεν έχουν τελειώσει. Η πόλη είναι
γεμάτη εργοτάξια και γερανούς. Για να μη λένε για μας μόνο, ότι τα κάνουμε
τελευταία στιγμή. Όλοι το ίδιο παθαίνουν, η διοργάνωση είναι όλο και πιο
δυσβάσταχτη, έχει κάτι το τερατώδες. Από την ασφάλεια, που καταβροχθίζει
εκατομμύρια, μέχρι την τελετή έναρξης που καταβροχθίζει άλλα εκατομμύρια, οι
αριθμοί τρομάζουν. Μα δεν δημιουργούνται θέσεις εργασίας, ρωτώ τους
απελπισμένους άγγλους φίλους μου. Κουνάνε το κεφάλι φρικαρισμένοι. Όλος ο
κόσμος θα ήθελε να παρατήσει την πόλη εκείνες τις μέρες, με βεβαιώνουν, αλλά
δεν μπορεί.
Θυμάμαι εμάς το
2004, τη δική μου οικογένεια που αντί να παρατήσει την Αθήνα έμεινε εδώ με
ενθουσιασμό, αγόρασε εισιτήρια διαρκείας και δεν άφησε άθλημα για άθλημα. Όλοι
εκτός από μένα, που εντάξει, δεν έχω συνηθίσει τον αθλητισμό. Τι ευτυχισμένοι
που ήταν όλοι τους στις φωτογραφίες στο στάδιο, και πόσο ήξεραν καλύτερα από
μένα τα χρόνια που ακολούθησαν πόσο άξιζαν όλα αυτά τα ολυμπιακά ακίνητα που
εγκαταλείφθηκαν στη φθορά ή στα σπεκουλαρίσματα. Τέλος πάντων.
Γιατί θέλουν με
τόση μανία οι πόλεις να αναλαμβάνουν Ολυμπιακούς; Τι ανάγκη έχουν πόλεις τόσο
μεγάλες και πλούσιες όπως το Λονδίνο και το Παρίσι, να επενδύουν χρήματα σε μια
υπόθεση πολύ αμφίβολης κερδοφορίας; Σάμπως χρειάζονται διαφήμιση τα μέρη αυτά;
Δεν είναι πασίγνωστα, δεν είναι πρότυπα και αντικείμενα πόθου παγκοσμίως; Είναι
ένα μυστήριο στο βάθος, εκτός από τη θολή αυτή ιδέα της παγκοσμιότητας που
έχουν οι Ολυμπιακοί, αυτή την αίσθηση ότι υπάρχει αυτό το πράγμα που ονομάζουμε
ανθρωπότητα και μπορεί να βρει τρόπους συνύπαρξης, να θεσμοποιήσει κάπως τον ανταγωνισμό,
να τον ελέγχει, να τον απολαμβάνει. Μια προσπάθεια σισύφεια, μια αυταπάτη, αλλά
πώς να της αντισταθείς;
Το βραδάκι στην
τόσο ανακουφιστική βόλτα δίπλα στον Τάμεση, σε αυτό το μονοπάτι που φτιάχτηκε
πριν μερικά χρόνια για να χαίρονται οι κάτοικοι την πόλη τους, συναντάμε πιάνα
που έχουν τοποθετηθεί σε διάφορα δημόσια μέρη για να παίζει όποιος θέλει. Όλα
έχουν κόσμο γύρω τους, παρέες που παίζουν κι ακούνε μουσική. Είναι το πιο
όμορφο πράγμα που είδα στο προολυμπιακό Λονδίνο. Τριγυρίζαμε παρέα με έναν
πιανίστα, αλλά δεν πετύχαμε ούτε ένα άδειο πιάνο να παίξει λίγο για μας.
Aπό το Protagon http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.8emata&id=16648
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου