Τρίτη 15 Φεβρουαρίου 2011

Nά' στε καλά!

Βραδάκι, το τηλέφωνο χτυπά µε χαρούµενο κουδούνισµα, γεµάτο υποσχέσεις. Μια άγνωστη φωνή µε ρωτά για την υγεία µου, θέλει να µου πουλήσει καλλυντικά. Τη βεβαιώνω πως είµαι εξοπλισµένη για έναν χρόνο. «Να είστε καλά!», λέει θυµωµένα και το κλείνει.

Τι ευχή κι αυτή, σαν κατάρα ακούστηκε µέσα από το σύρµα. Αντε πνίξου ήθελε να πει η γυναίκα, αλλά συγκρατήθηκε και είπε, να είστε καλά. Και λοιπόν τι πειράζει; Γιατί µε πιάνει ακεφιά; Εγώ δεν είµαι υπέρ της αυτοσυγκράτησης; Αυτό δεν πρέπει να κάνουµε για να συµβιώνουµε; Να καταπίνουµε την αγανάκτηση, να είµαστε τυπικά ευγενικοί, να µη βριζόµαστε και σφαζόµαστε ανά πάσα στιγµή και µε πάσα αφορµή; Γιατί δεν µου άρεσε λοιπόν η ευχή της;

Βγαίνω στην Πατησίων, µε πλησιάζει µια γυναίκα µε δυο παιδιά, ζητιανεύει. Δεν δίνω ποτέσε παιδιά, αν και µου κοστίζει η θέα τους κρίση ταχυπαλµίας και κρυφά αλλεπάλληλα εγκεφαλικά.

Την πληροφορώ πως δεν δίνω σε παιδιά, µην ξεχνάµε και τη διαφωτιστική εργασία µας.

Αποµακρύνεται φτύνοντας ένα «να είστε καλά» σαν σαρανταδυό κατάρες. Με πιάνουν ίλιγγοι στο επόµενο τετράγωνο, αλλά σε γενικές γραµµές είµαι καλά, δεν λέω...

Διασταυρώνοµαι διαδοχικά µε ένα πρεζόνι, ένα πλανόδιο µέντιουµ, κάποιον που πουλάει ρολόγια µάλλον κλεµµένα, έναν που πλασάρει δωράκια και ψαρεύει διευθύνσεις. Ακούω πέντε εχθρικότατα «να είστε καλά» σε διάστηµα ενός τετάρτου. Αρχίζω να έχω σοβαρούς φόβους ότι κάτι θα µε βρει. Απεργούν και οι γιατροί. Δεν είναι να ρισκάρουµε τόση αρνητική ενέργεια τέτοιες εποχές. Τι να κάνω, πού να κρυφτώ;

Στο φαρδύ πεζοδρόµιο της Πανεπιστηµίου κάνω σλάλοµ, να αποφύγω τους νεαρούς της Γκρινπίς που θέλουννα µε ενηµερώσουν για το περιβάλλον. Είµαι ενηµερωµένη, λέω σε έναν που µε πλευρίζει τελικά. «Να ‘στε καλά», λέει και το χαµόγελό του µεταβάλεται σε αγριεµένη µουσούδα είδους υπό εξαφάνιση. Και συ Βρούτε; Δίπλα παίζει µιαορχήστρα ένα ταγκουδάκι και ξορκίζει όλη την έχθρα που εισέπραξα. Επιτέλους ρίχνω µε την καρδιά µου ό,τι νοµίσµατα βρίσκω στην τσέπη.

– Ευχαριστούµε, λένε οι µουσικοί.
-Να ‘στε καλά, απαντώ.
Τι φτωχό λεξιλόγιο...

2 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Πόσου άστεγοι και ναρκομανείς προλαβαίνουν να ζητήσουν βοήθεια μέσα σε μια ώρα σε καφετέρια των εξαρχείων;Το λιγότερο 5...και σε λίγο έρχεται ο ακκορντεονίστας από τη Βουλγαρία, να βάλει λίγη μουσική σε αυτήν την αθλιότητα,μερικές νότες χαρμολύπης.Με τι καρδιά να αρνηθείς ένα ελάχιστο υλικό αντάλλαγμα σε αυτόν που σε κάνει να ελπίζεις ακόμα και όταν ο ίδιος υποφέρει;

Anna Damianidi είπε...

Η αλήθεια είναι ότι δύσκολα αρνιέσαι τον οβολό σου, είναι πάντα μια δοκιμασία. Έχω αποφασίσει να το βλέπω σαν άρνηση να ενισχύω τη ζητιανιά, αφού δεν μου αρέσει. Ιδίως των παιδιών. Αλλά δίνω πάντα κάτι σε μουσικούς, αφού μου αρέσουν. Προσπαθώ να συντηρώ ένα δικαίωμα επιλογής στους δρόμους, είναι κάτι κι αυτό.

Poor old things

Μου αρέσει που μιλάμε με πάθος για το   Poor things,  ταινία που βασίζεται σε ιδιοφυές βιβλίο. Η     ιδέα του Άλασταιρ Γκραίυ με την μεταμόσ...