Ολος ο καλός ο κόσµος έτρεχε στον Μαραθώνιο χτες, κι έλεγα κι εγώ να πάω να µοιράζω µπουκαλάκια µε νερό, να θαυµάζω την αντοχή των δροµέων και να λιάζοµαι στον ξαφνικό ήλιο. Με την ελπίδα βέβαια ότι οι δροµείς κάτι θα µετέφεραν και προς τους θεατές από το πνεύµα της προσπάθειάς τους, ότι το περιβάλλον κάπως θα ζωντάνευε και θα ράντιζε µε αισιοδοξία όσους θα ήµασταν εκεί. Αντί γι’ αυτό βρέθηκα στο ΚΑΤ µε ελαφρές κακώσεις, να παρακολουθώ εισαγωγές - εξαγωγές θυµάτων άλλων δρόµων, µαραθωνίων της καθηµερινότητας. Είχε κόσµο παντού, κι αντί για τους δροµείς θαύµαζα την υποµονετική κυρία της γραµµατείας που υποδεχόταν τα έκτακτα περιστατικά. Οσες ώρες περίµενα εκεί θα µίλησε σε µερικές εκατοντάδες ανθρώπους και κατάφερνε να δίνει απαντήσεις χωρίς να πελαγώνει, να θυµώνει ή να φωνάζει.
Δυστυχώς στις ουρές οι ασθενείς δεν ήταν το ίδιο άψογοι, έπαιρνε ο ένας τη σειρά του άλλου και κινδύνευε κανείς να βλαστηµήσει εντός του τη στιγµή που υιοθέτησε ευγενικούς τρόπους στη ζωή και ξέχασε τους άλλους.
Επιστρέφοντας µε ταξιτζή που έπαιζε µανιωδώς κοµπολόι κι οδηγούσε µόνο µε ένα χέρι, φοβήθηκα πως θα ξαναπηγαίναµε στο ΚΑΤ µε φορείο, αλλά γλιτώσαµε.
Ακολούθησε ορειβασία για το διηµερεύον φαρµακείο σε µακρινή ανηφοριά.
Είχε την πόρτα κλειστή και µια στρογγυλή τρύπα στη µέση. «Να µου µιλάτε από το φινιστίρι» έγραφε από κάτω (το µπέρδεψε ίσως µε το finis terrae), και µπροστά είχε κόσµο στην ουρά. Δεν είχε όµως φάρµακα. Από τους πέντε που περίµεναν µόνο του ενός τα φάρµακα βρήκε. Αν ν είχε τα δικά µου θα έλεγα νενικήκαµεν µέσα από την καρδιά µου. Αλλά δυστυχώς χάσαµε.
Άραγε χρειάζεται ειδική παιδεία για να αντέχεις τέτοιες συνθήκες πίεσης ή είναι θέµα χαρακτήρα και προσωπικών αποφάσεων;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου