Τετάρτη 1 Ιουνίου 2011

Τα στερνά ξεκάνουν τα πρώτα

Κοσμοπλημμύρα στην Πανεπιστημίου. Η κάμερα δείχνει τον κόσμο από ψηλά, το βιντεάκι μεταδίδει τη φωνή του Μίκη. «Τραγουδείστε μαζί μου, Ένα το χελιδόνι» Τραγουδάνε. Η βραχνάδα του μου θυμίζει μια άλλη συγκέντρωση κόσμου, πριν γράψει αυτό το τραγούδι (που ποτέ δεν συμπάθησα, με τους νεκρούς χιλιάδες κλπ). Ήμουνα πιτσιρίκα, με είχε πάρει ο πατέρας μου σε κάποια συγκέντρωση της ΕΔΑ, μιλούσε πάλι ο Μίκης και βεβαίως είχα εκστασιαστεί, και βεβαίως είχα κατασυγκινηθεί, έκλαιγα από πάθος. Αυτή η φωνή, αυτό το πλήθος, πόσο με αναστάτωνε, πόσο γεννούσε στην ψυχή μου ένα κύμα ορμητικών συναισθημάτων τόσο δυνατό που ένιωθα να σκάω. Ένιωθα να με πνίγει, πρώτη και καλύτερη η σιγουριά ότι μετείχα της αλήθειας, μιας αλήθειας που επιβεβαιώνεται από το πλήθος. Διαλυόμουν στη συλλογική ψυχή, και πίστευα ότι μπορούσε αυτή η συλλογική ψυχή να γίνει ένα συλλογικό σώμα που θα επέβαλε την επανάσταση του δικαίου, ακατανίκητη και αδιαμφισβήτητη. Ακολουθούσε τραγούδι και διαλυόμασταν ήσυχα, με τον πατέρα μου να χαμογελάει μυστηριωδώς, κι εμένα απογοητευμένη.
Ήμουν, είπαμε, πιτσιρίκα. Δεν μπορούσα να σκεφτώ λογικά. Δεν ήξερα από τι περιπέτειες είχε περάσει η Ελλάδα και η Αθήνα, αγνοούσα τον εμφύλιο, δεν μπορούσα να εκτιμήσω τη σχετική ομαλότητα που ζούσαμε εκείνα τα χρόνια, δεκαετία του ’60. Κι ο Θεοδωράκης ευτυχώς τότε ήταν υπό κάποιο έλεγχο, είχε το κόμμα, είχε τα νιάτα του, κάποια αυτοσυγκράτηση. Αυτά που τώρα δεν έχει.
Αυτό το μεθυστικό και ταυτόχρονα απελπιστικό συναίσθημα της ταύτισης με το πλήθος το ένιωσα βέβαια πολύ συχνά από τότε.
Έγινε η χούντα, η οποία ήταν τόσο ξεκάθαρος εχθρός που τα εμβατήρια του Μίκη μπορούσαν πράγματι να μας ενώσουν εναντίον της, άσχετο αν δεν μας ένωσαν, γιατί ο κόσμος κοιτούσε τις δουλειές του και φυλαγόταν. Εκ των υστέρων, στη μεταπολίτευση, ζήσαμε τον ξεσηκωμό εκ του ασφαλούς, σα μια διαρκή παράσταση, σε στάδια και πλατείες, με τον ίδιο στο ρόλο αρχιερέα. Ακριβώς όπως και χτες, όπου έπαιξε ξανά, προς μεγάλη του ευτυχία υποθέτω, το ρόλο αρχιερέα.
Είναι η δύναμη της μουσικής αυτή, ειδικά  της μουσικής, του Μίκη. Δεν είναι τυχαίο που οι θρησκείες χρησιμοποιούν όλες μουσικές, χορωδιακά άσματα. Δεν είναι τυχαίο που οι μεσσίες, τον καιρό που ανθούσαν μεσσίες, όταν ανάγγελλαν τον εαυτό τους, πάντα το έκαναν τραγουδώντας. Μπορεί να μη μας ξεσηκώνουν τα άσματα της εκκλησίας τώρα πια, είναι γραμμένα για άλλα γούστα, αλλά σε ένα εμβατήριο κανείς δεν αντιστέκεται, ειδικά όταν έχει επενδυθεί τις ιδέες περί αγνού λαού στον οποίο ανήκουμε, έχει επενδυθεί αναμνήσεις προηγούμενων τέτοιων λαϊκών ιεροτελεστιών.
Όμως δεν ζούμε σε καιρούς που ανθούν μεσσίες. Ζούμε σε καιρούς που οι πολίτες έχουν δικαιώματα, έχουμε δημοκρατία, με χίλια ελαττώματα βέβαια, που χρειάζονται συζητήσεις, αναλύσεις, ρεπορτάζ, διάβασμα, έρευνα, ενημέρωση, ζύμωση, τέτοια πράγματα. Βαρετά, κουραστικά, καμία σχέση με τα κύματα ενθουσιασμό που μπορούν να φέρουν τα τραγούδια στις πλατείες.
Αλλά ο Μίκης δε βαριέται αυτό το ρόλο. Οι πολιτικοί μπορεί να βαριούνται το δικό τους, δεν είναι τόσο καλλιτεχνικός, ούτε τους εξασφαλίζει ενθουσιώδη πλήθη, εκείνος όμως εκεί. Καθώς τον ακούω ξανά, συνειδητοποιώ ότι και τότε, που ήμουν παιδί, καλύτερα θα ήταν να μην τραγουδούσαμε, να καθόμασταν να κάναμε αναλύσεις και συζητήσεις, πώς θα αποφεύγαμε το πραξικόπημα.
Ευτυχώς, όλα μας τα χρόνια, παράλληλα με το Μίκη, παράλληλα με το Σαββόπουλο και όσους άλλους θέλησαν κατά καιρούς να πάρουν τη σκυτάλη, υπήρχε και ο Μάνος.
Ο Χατζιδάκις δεν έπαιξε ποτέ τον αρχιερέα. Δίπλα στα εμβατήρια εκείνος παρουσίαζε τα όμορφα τραγούδια του, θύμιζε τη χαρά της ζωής, την ομορφιά της καθημερινότητας, αυτή που θα θέλαμε να έχει η Αθήνα, η χαρά της γης και της αυγής. Έκανε ό,τι μπορούσε. Έγραψε τραγούδια για τον Ιλισσό, για τον Υμηττό, για τον Πειραιά, χωρίς κλάψες προσπάθησε να ντύσει το περιβάλλον μας με νότες, απλόχερα έδειξε πόσα καλά πράγματα είχαμε να απολαύσουμε, να φροντίσουμε, απλόχερα στέγασε νέους καλλιτέχνες στο Τρίτο Πρόγραμμα. Δεν μας ξεσήκωνε, μας σεβόταν σαν ίσους, δεν μας ιερουργούσε, μας έβαζε να σκεφτόμαστε, μας ξανάκανε ατομικότητες, μας ήθελε ευαίσθητους, ανοιχτούς, γενναιόδωρους, πλούσιους σε εκφραστικά μέσα. Κι η μουσική του τελικά πόσο πολύ ωραιότερη είναι, χωρίς τους νεκρούς χιλιάδες στους τροχούς και τα ρέστα…

9 σχόλια:

Nikos Dimou είπε...

Πολύ σωστή ανάλυση αν και αδικεί κάπως τον Διονύση. Ήταν πάντα πιο στοχαστικός και λιγότερο εμβατηριακός από τον Μίκη (ακόμα και την σκοτεινή περίοδο του Μητσοτάκ - τι τον έπιασε;). Ο Μάνος είχε μία ποιότητα μουσική και ανθρώπινη που δεν έχουμε ξαναδεί στην Ελλάδα.

Μπράβο που συνεχίζεις - κι ο Καρκαβίτσας μου άρεσε.

Anna Damianidi είπε...

Ναι, ίσως αδικώ τον Σαββόπουλο, αλλά δεν μπορώ να ξεχάσω εκείνη τη φωτογραφια του με τον Κάρατζιτς, αγκαλιά και χαμογελαστός τότε που είχε έρθει εδώ, σε κάποιο στάδιο, ΄μου έχει κολλήσει στο μυαλό. Ευτυχώς μετά του πέρασε, αλλά κάθε φορά που ανοίγει το στόμα του, τον φοβάμαι ενδομύχως

Eleni K. είπε...

Ναι σιγά μη στάξει η ουρά του ποντικού στο ντεπόζιτο του λαδιού. Μόνο το μητσοτάκ είναι. Ο Μίκης μπορεί να έχει κάνει χειρότερα από τον Σαββόπουλο· τον συγχωρώ όμως, τον άλλο όχι. Γιατί; Εσείς, αν και με διαφορά ηλικίας, κουραστήκατε έ; Καλά, η Άννα είναι μητέρα, δικαιολογείται, εσύ όμως Νίκο; Κουράγιο, ο μεγαλύτερος υπολογιστής δεν έχει φτιαχτεί ακόμα.

NP είπε...

Μπράβο, συνεχίστε. Για να αλλάξει ο Έλληνας έχει δουλειά πολλή.

Nikos Dimou είπε...

Αχ πόσοι και πόσοι είχαν φωτογραφηθεί με τον Κάραζιτς (&Σια). Κι εμείς οι προδότες τι είχαμε ακούσει...

Ποιος είπε ότι κουράστηκα - απλώς γέρασα...

Sxoliastis είπε...

καλή συνέχεια Άννα. Να θυμήσω απλώς ότι ο Μάνος ήταν τότε ενδομύχως, όπως γράφεις,"ο δεξιός" ήτοι απαξιωμένος. Γιατί τολμούσε να εκφράσει την απέχθειά του προς ό,τι εξέπεμπε και με τα χρόνια στοίχειωσε τους πάντες, το παπανδρεϊκό πασοκ. Ανάχωμα δεν υπήρχε. Ελάχιστοι τόλμησαν αλλά πώς να τα βγάλεις πέρα;Ενδεικτικά αναφέρω την περίπτωσητου Απόστολου Δοξιάδη, που σήμερα θαυμάζουν όλοι, τότε που παίχθηκε η ταινία του στο φεστιβάλ θεσσαλονίκης ή του Νίκου Δήμου. Επιτέλους η κρίση έσπασε το τείχος σιωπής που επιβλήθηκε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο σε τέτοιους ανθρώπους και κατάπιε όλους τους άσχετους που κυριαρχούσαν στα ΜΜΕ με πρώτους τους...καλλιτέχνες, δηλαδή ηθοποιούς και τραγουδιστές. Φαντάσου πριν δύο χρόνια πόσοι διάβαζαν τα κείμενα του Πάσχου Μανδραβέλη ή αν θα περίμενες να δεις κείμενα όπως αυτά που δημοσιεύονται στην Πολιτική Επιθεώρηση. Για μένα αυτό είναι ένα αποφασιστικό βήμα για την αντιστροφή της σημερινής κατάστασης

MelidonisM είπε...

Αν και συμφωνώ με το μήνυμα του κειμένου
(ότι χρειαζόμαστε περισσότερο
ψυχρό παρά θερμό κεφάλι) και
καταλαβαίνω και την ψυχολογική
αντίθεση θαυμαστών Μίκη/Μάνου
(παλιά βεντέτα)

με τρώει ο διάολος :-) να πώ
κάτι εναντίον...τί θα
απαντούσε δλδ ένας
αριστερός βαμμένος με το Θεοδωράκειο
Λαϊκό Κήρυγμα

Χατζιδακισμός
..το Kαταφύγιο
Εστετ Μικροαστών

Δάφνη Χρονοπούλου/ Daphne Chronopoulou είπε...

Το αρχιερέας που λές, δεν ξέρω αν το διάβασες κι εσύ στην πρόσφατη αυτοβιογραφία (Άξιος Εστί'), αλλά είναι όντως σκόπιμο. Τα μαύρα ρούχα με τα οποία ιερουργεί, λέει. Ως ουδέποτε πολιτικοποιημένη χάρηκα το χιούμορ του & τον άρρωστο εγωκεντρισμό του ως γραφικά χαρακτηριστικά ενός καλλιτέχνη άλλης εποχής. Με το τελευταίο όμως έπεσα σε αμηχανία. Έλληνες, πατρίδες & τα αίματα πάντα (που σ΄εμένα θυμίζουν υποτίτους ομιλιών του Χίτλερ), μου φάνηκαν τόσο οπισθοδρομικά, τόσο γελοία, τόσο περασμένου αιώνα που ντρέπομαι που, ασεβώς γιά τα χρόνια του σκέφτηκα, πως αυτός καλά, είναι κολλημένος στα παλιά σαν πολλούς υπερήλικες μα.. δε βρίσκεται κανείς να τον μαζέψει; Από σεβασμό και αγάπη (κι από νοσταλγία εκείνων που έζησαν το ξεσηκωτικό κι απατηλό ενθουσιασμό που περιγράφεις).
Όσο γιά το Σαββόπουλο θα το πω κι ας κάνω εχθρούς: Εμβατήρια ειρηνικής εποχής νομίζω γράφει.

Heliotypon είπε...

Δεν θα μπω στην διαδικασία πολιτικής κριτικής των καλλιτεχνών μας. Νομίζω όλοι (με τα λάθη τους) τιμούν τη χώρα μας και τη μουσική της. Εκείνο που με άγγιξε περισσότερο στην ανάρτηση είναι η αναφορά στην μουσική και τις χορωδιακές εκτελέσεις που προτιμούν οι θρησκείες. Βρίσκω πως η θρησκεία (τουλάχιστον η χριστιανική) έκανε ένα και μοναδικό καλό στην ανθρωπότητα: Ενέπνευσε τους γίγαντες της μουσικής δημιουργίας (σχεδόν όλους) να συνθέσουν μεγαλειώδη έργα, αν και θρησκευτικού περιεχομένου. (Συγχωρήστε μου την αρνητικότητα για τη θρησκεία, αλλά είναι η προσωπική μου θέση).

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...