Πέμπτη 21 Ιουλίου 2011

Τα παιδιά και η πόλη

Είμαι στη Στοκχόλμη για δυο μέρες ακόμα. Προσπαθώ να δω όσο περισσότερα μέρη γίνεται.
Βόλτα με το μωρό στην παλιά πόλη
Πήγα βόλτα στο Djurgarden, ένα πάρκο όπως λέει και η λέξη, κι έπιασε βροχή πάνω στο καλύτερο. Έτρεξα στη στάση ενός λεωφορείου,  μαζεύτηκαν κι άλλοι. Λεωφορείο δεν περνούσε, σε λίγο περνάει ένα τραμ, τρέχουμε όλοι μέσα. Εισιτήρια δεν ζήτησαν, όταν βρέχει δεν χρειάζεσαι εισιτήριο στα μέσα συγκοινωνίας, είναι «ώρα ανάγκης»!
Στην επόμενη στάση περνάμε μπροστά από το Σκάνσεν, το «ανοιχτό μουσείο» της περιοχής. Περίμεναν στριμωγμένοι στη στάση γονείς με παιδιά, γέμισε το τραμ ασφυκτικά. Πρώτη μπήκε μια τουρκάλα με τρία πιτσιρίκια, «οτούρ, οτούρ» τους έλεγε, καθίστε. Έτρεξαν κάθισαν. Οι υπόλοιποι γονείς δεν βρήκαν θέσεις. Αλλά δεν νοιάστηκαν. Τα μωρά βρέθηκαν πατικωμένα όρθια, μερικά έπεσαν στο πάτωμα, άλλα τσίριζαν αγκαλιά, χαλούσε ο κόσμος. Οι γονείς ψύχραιμοι. Κανείς δεν σηκώθηκε να προσφέρει θέση σε κανέναν με μωρό, εγώ που πήγα να το κάνω, μου έκαναν νόημα να καθίσω σε στυλ «μα τι λέτε τώρα, σας παρακαλώ!» Ένα πιτσιρίκι δίπλα μου είχε διπλωθεί κάτω και φοβόμουν σε όλη τη διαδρομή μήπως σκάσει από τους άλλους γύρω-γύρω, μήπως το πατήσουν, μήπως το ένα και το άλλο. Ο μπαμπάς του όμως δεν φοβόταν τίποτε, δεν του έδινε καμία σημασία. Άδικα προσπάθησα να τους πείσω να το πάρω τουλάχιστον αγκαλιά.
Έτσι φέρονται παντού στα παιδιά τους. Οι δρόμοι είναι γεμάτοι παιδιά και καροτσάκια μωρών.  Το τρένο για το Βορρά ήταν γεμάτο παιδιά που χαλούσαν τον κόσμο. Δεν τα καταπιέζουν όπως οι γάλλοι, να έχουν καλούς τρόπους από τα δύο, αλλά δεν ασχολούνται μαζί τους διαρκώς.  Ξέρουν προφανώς ότι μεγαλώνουν σε ασφαλές περιβάλλον γενικά, οπότε τα αφήνουν όσο γίνεται ελεύθερα, να αποκτήσουν αυτενέργεια και αίσθηση κινδύνου, δεν τα κλείνουν σε κάποιο οχυρωμένο κάστρο για προστασία, όπως κάνουμε εμείς.
Δύσκολη η ποδηλασία στα λιθόστρωτα
Θα μου πεις, άντε βγες με παιδί στην Αθήνα κι άστο να χαρεί… Ναι, η Αθήνα είναι πια μια επικίνδυνη και δυσάρεστη πόλη, αλλά ακόμα κι όταν ήταν μικρά τα δικά μου παιδιά, γενικά οι γονείς δεν τα κυκλοφορούσαν. Στο Γυμνάσιο πήρα κάποια στιγμή τους συμμαθητές του γιου μου να πάμε βόλτα στην Πανεπιστημίου, κι οι γονείς τρόμαξαν να μου αφήσουν τα παιδιά. Κανένα δεν είχε ξαναπάει και δεν ήξερε τι έβλεπε.
Αυτά ανήκουν στην ίδια γενιά που παράγει σήμερα τους καταστροφείς με τις μολότοφ και τα σφυριά. Προφανώς είναι άνθρωποι που δεν πήγαν ποτέ με τους γονείς τους να δουν την Ακαδημία και τη Βιβλιοθήκη και το Πανεπιστήμιο, και να τους εξηγήσουν τι είναι αυτά τα μέρη. Να νοιώσουν ότι είναι δικά τους, ότι μπορούν να τα απολαύσουν, να ταυτιστούν και να ενδιαφερθούν.
Θα μου πείτε, τι να κάνουν εκεί; Είναι τόσο ψυχρός ο χώρος, το πολύ- πολύ να βρεις μπροστά κανένα τσαντίρι πολιτικών αποχρώσεων, ή πωλητές μαϊμούδων. Πραγματικά, πόσο αποξενωμένα από την πόλη είναι αυτά τα κτίρια, σε σχέση με τα ευρωπαϊκά αντίστοιχα. Συνήθως κάθονται τουρίστες σε τέτοια μέρη στην Ευρώπη και ξεκουράζονται, τρώνε κάτι πρόχειρο, και ναι, έχουν σκουπίδια, αλλά και τα δικά μας τι έχουν;
Αν μπορούσε κανείς να τα βάλει σε τουριστικά προγράμματα, να μπορεί να επισκέπτεται ο κόσμος μια δυο αίθουσες της Ακαδημίας, ή της Βιβλιοθήκης, να εκθέτει ας πούμε μερικά χειρόγραφα, να πουλάει σουβενίρ από αυτά τα ωραία και προσεγμένα που πουλάνε παντού στα μουσεία… Ας πούμε χτες, στην Ουψάλα, από τη βιβλιοθήκη της που είναι από τις παλιότερες και γνωστότερες στον κόσμο, αγοράσαμε μαγνητάκια και καρτ ποστάλ με φυτά της κατάταξης του Λινέ, κακό είναι; Ήπιαμε καφέ σε ένα παλιό καφενείο μέσα εκεί, γεμάτο καναπέδες αντίκες.
Σε μας αυτά τα μέρη είναι απρόσιτα, ψυχρά, δεν μας αφορούν, διότι θεωρούνται τόσο σπουδαία που κανείς δεν αισθάνεται άξιος να διαβεί το κατώφλι τους. Κι αν το διαβεί ανακαλύπτει παραμέληση, και αδιαφορία.
Οι πόλεις παραδίδονται
Τα παιδιά μας δεν μαθαίνουν την πόλη. Τα μεγαλώνουμε πολύ προστατευμένα, αλλά δεν τους παραδίνουμε την πόλη μας και μαζί την κοινωνία, το χώρο που τους ανήκει, δεν τα παραδίνουμε στην πόλη και στην κοινωνία. Και το αποτέλεσμα είναι να μην ανήκουν πουθενά κι αυτά, να μισούν το περιβάλλον το οποίο δεν κάνει τίποτε για να τα δελεάσει, να μην τρέφουν την ελπίδα να απολαύσουν την πόλη. Δεν έχουν την αίσθηση ότι της ανήκουν, της οφείλουν, περιμένει εκείνη κάτι από αυτά, κι εκείνα δικαιούνται να περιμένουν από εκείνη.
 Είναι τα παιδιά μας φτωχά και στερημένα, ακόμα κι αν τα μεγαλώνουμε σε παλάτια.

1 σχόλιο:

Το juke box της Ελένης είπε...

Από: Ελένη Αποστολοπούλου
Εξαιρετικό!

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...