Καθώς πληθαίνουν τα
σάιτ και τα περιοδικά με ένθετα μαγειρικής, θα πρέπει να έχω φτάσει να διαβάζω
γύρω στις δέκα συνταγές την ημέρα. Είναι η πρώτη μου φροντίς το πρωί και η
τελευταία το βράδυ. Ωραίες έγχρωμες φωτογραφίες και κείμενα με στυλ προσωπικό,
ζωντανά, σπαρταριστά σαν τα ψάρια που περιγράφονται μεταξύ άλλων, μου δίνουν
κουράγιο με τον πρωινό καφέ. Μπορείς να κάνεις τα πάντα, μου ψιθυρίζουν οι
συντάκτες τους, φτάνει να το θελήσεις. Έχω πεθυμήσει το πατρικό ρητό, "Δεν
υπάρχει δεν μπορώ, υπάρχει δεν θέλω!" Είναι παλιοκαιρίσιο; δεν το ακούω
τελευταία. Ίσως γι αυτό αναπληρώνω με συνταγές.
Πόσο θετικό πνεύμα
έχουν τα κείμενα μαγειρικής, πόση εμπιστοσύνη στις ικανότητες κατανόησης, στις
επιθυμίες δημιουργίας και αναζήτησης, πέρα βέβαια απο την απλή πείνα. Μου έχει
λείψει η απλότητα στα κείμενα των εφημερίδων, αυτή η αμεσότητα και η
ειλικρίνεια, ο συγκεκριμένος στόχος. Θέλει να φτιάξεις κάτι; Ξεκίνα με τη λίστα
υλικών (μια λίστα που δεν κινδυνεύει να σε στείλει στην εξεταστική), βγες στην
αγορά, πάρε τα υλικά, γύρα σπίτι σου και πιάσε τα μαχαίρια. Όλα είναι στο χέρι
σου και στις ικανότητές σου απο τη στιγμή που έχεις επιτρέψει στους εμπόρους να
σου προμηθεύσουν τους καρπούς της γης. Δεν υπάρχει αποδόμηση του ρόλου του
εμπορίου, μόνο απλή αποδοχή της χρησιμότητας του και οδηγίες, πού θα βρεις τι.
Και απλές κοινωνικές συμβουλές, ζητείστε απο το χασάπη να σας κόψει το κρέας,
μην υποτιμείστε τις γνώσεις του μανάβη, ψάξετε για μπαχαρικά στην Ευριπίδου,
για ελιές στη στοά των Αθανάτων. Δεν υπάρχει προκατάληψη προέλευσης από πού
κρατάει η σκούφια του λάχανου και του μπρόκολου, παρά μόνο για πρακτικούς
λόγους, και μετράει η σύγκριση τιμών, το πιο λογικό πράγμα του κόσμου.
Σε άλλες εποχές,
ίσως σε άλλες ηλικίες, προτιμούσα να διαβάζω θεωρίες και ερμηνείες της
πραγματικότητας. Αναλύσεις και θεωρίες μέχρι διαστρέβλωσης. Ανακούφιζαν την
πίεση των απαιτήσεων. Λίγη ανάλυση, λίγη ανατροπή των αυτονόητων λειτουργούσε
λυτρωτικά, μέχρι να αρχίσει να σε τρελαίνει. Τώρα έχουν τόσο αναλυθεί τα απλούστατα
και ανατραπεί τα αυτονόητα που η ψυχή μου ζητάει συγκεκριμένα πράγματα σαν
διψασμένος ταξιδιώτης.
Θαυμάζω και ζηλεύω
τους συντάκτες συνταγών. Εχουν το θάρρος να τα βάζουν με τη μιζέρια, με αυτό το
κλισέ που αποθεώθηκε παγκοσμίως τώρα τελευταία, του λιμοκτονούντος λαού, χάρις
σε κείνη τη φωτογραφία υψωμένων χεριών προς σακούλες πορτοκάλια. Αναρωτιέμαι αν
τους βρίζουν οι αναγνώστες τους, ή τους θαυμάζουν, όπως εγώ. Μπορεί να έχουν
διλήμματα, ακόμα και ενοχές. Ο ψυχαναγκασμός μας έχει μεγαλώσει. Πάντως
απτόητοι συνεχίζουν τις έρευνες, ψωνίζουν, δοκιμάζουν, μαγειρεύουν,
φωτογραφίζουν, υπομονετικά προσπαθούν να μεταδώσουν τις γνώσεις και τις
εμπειρίες τους με όλο και καλύτερη γραφή.
Φυσικά και φτιάχνω
κάτι απ' όλ' αυτά που και που. Αλλά κυρίως φτιάχνομαι. Μπορεί κάποτε, αν
συνηθίσουμε, να απαιτούμε απ' όλους όσους σχεδιάζουν και οραματίζονται το
μέλλον να γίνουν έτσι συγκεκριμένοι και απλοί σε ό,τι λένε και ό,τι κάνουν.
Χρειάζεται αισιοδοξία.
1 σχόλιο:
Από τέτοια συνταγή έφτιαξα χταπόδι με κοφτό μακαρονάκι. Απομεινάρι αναμνήσεων από τη μαγειρική της μάνας. μόνο που τότε το χταπόδι δεν ήταν κατεψυγμένο, αλλά ξερό και αφυδατωμένο και κρεμόταν στα τσιγκέλια του μπακάλη της γειτονιάς. Έμενε στο νερό ολονυχτίς για να μαλακώσει. Κι ήταν απείρως πιο νόστιμο!
Δημοσίευση σχολίου