Πριν
από πολλά χρόνια είχε προσπαθήσει ένας φίλος να με μυήσει στο
ποδόσφαιρο, ανεπιτυχώς. Με είχε λυπηθεί που το συνέδεα με την κατάθλιψη
των απογευμάτων της Κυριακής, εκείνη τη φωνή που παθιαζόταν για
ακατανόητους λόγους στα ραδιόφωνα της γειτονιάς όταν ήμουν παιδί, σαν
μελαγχολικό τροπάριο, και μου προκαλούσε σφίξιμο στο στομάχι. Προσπάθησα
κι εγώ να μάθω να παρακολουθώ, να ξεπεράσω εκείνη την αλλεργία. Δεν τα
κατάφερα. Αν δεν παίξεις ένα παιχνίδι, ή δεν το μάθεις από παιδί, μετά
δύσκολα καταλαβαίνεις τη χαρά του. Ηταν ένα βήμα, πάντως.
Κάποια στιγμή διάβασα και το διάσημο δοκίμιο περί της μετάθεσης του πολέμου σε συμβολικό επίπεδο μέσα στο γήπεδο, κι είχα ελπίσει πολλά για την ανθρωπότητα. Πραγματικά, αν όλος ο κόσμος παίζει μπάλα και ξεθυμαίνει την επιθετικότητά του, δεν θα χρειάζεται να πολεμά κανείς. Μόνο που η θεωρία αυτή προϋποθέτει έθνη κάπως οργανωμένα, σε κράτη κατά προτίμηση, που αναπαράγουν συμβολικά διαμάχες, και δεν πιάνει σε τύπους σαν τους ακραίους τζιχαντιστές που ανακήρυξαν το νέο χαλιφάτο στη Ράκα μια μέρα πριν η Ελλάδα χάσει στα πέναλτι στο Μουντιάλ. Αν και Παγκόσμιο δηλαδή, το Κύπελλο ακόμα αφήνει κάποιες επιθετικότητες απ' έξω, πολλές επιθετικότητες δυστυχώς. Δεν μπορεί να τις καλύψει όλες, στο κάτω κάτω παιχνίδι είναι, πόσα θαύματα να κάνει πια;
Την Κυριακή το βράδυ παρακολούθησα το ματς στο Εδιμβούργο, σε βραζιλιάνικη παμπ, πολύ πιο συμπαθητική από τις γνήσιες βρετανικές όπου γινόταν χαμός. Είχε ωραίους φτηνούς μεζέδες και οι φίλαθλοι της οικογένειας, συντριπτική πλειοψηφία, είχαν σχεδόν απαρτία κι έπιναν μπίρες και φώναζαν και παθιάζονταν κάτω από τα γεμάτα κατανόηση βλέμματα των υπόλοιπων θαμώνων. Στον τοίχο η οθόνη σκέπαζε την τοιχογραφία του προσώπου μιας Βραζιλιάνας ντυμένης όπως στο Καρναβάλι του Ρίο, με χρυσοποίκιλτο στηθόδεσμο. Επωφελήθηκα από μερικές έξτρα αγκαλιές την ώρα του ελληνικού γκολ και έφαγα αρκετές αθέλητες σκουντιές και γεμάτα αγωνία σφιξίματα μπράτσων τις ώρες της έντασης. Εχω μάλιστα την εντύπωση ότι κατάλαβα επιτέλους την περίφημη αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι. Στο τέλος οι Σκοτσέζοι, Αγγλοι, Βρετανοί γενικώς, Βραζιλιάνοι πιθανώς, και δεν ξέρω τι άλλο, μας έσφιξαν το χέρι χαμογελώντας, λες και ήμασταν οι προπονητές της ομάδας.
Ως τώρα ήξερα το ποδόσφαιρο που ενώνει αγνώστους, να όμως που δουλεύει και με γνωστούς. Φτιάχνει εξαιρετικές περιστάσεις προς χρήση των ανιόντων που αναζητούν ευκαιρίες να συναντούν τους κατιόντες. Οχι βέβαια ότι θα μπορώ να ταξιδεύω στα μέρη όπου ζουν τα παιδιά μου σε κάθε ματς της Εθνικής, αλλά ίσως να τηλεφωνιόμαστε, ή να συμφωνήσουμε να ανταλλάσσουμε φωτογραφίες, κάτι τέλος πάντων. Ας πούμε, να κάθομαι να βλέπω τον αγώνα. Ακόμα κι αυτό μπορεί να το κάνω. Γιατί όχι; Είναι ωραίο να αλλάζει κανείς, έστω κι αν αισθάνεται πως χάνει κάτι που έχει υπερασπιστεί και που τον χαρακτηρίζει. Η πατρίδα είναι πιο γλυκιά όταν είσαι μακριά, κι αν καταφέρνω να μεταφέρομαι νοερά κοντά στους ξενιτεμένους μου, κάποια θεραπευτική ιδιότητα θα ανακαλύψω.
Κάποια στιγμή διάβασα και το διάσημο δοκίμιο περί της μετάθεσης του πολέμου σε συμβολικό επίπεδο μέσα στο γήπεδο, κι είχα ελπίσει πολλά για την ανθρωπότητα. Πραγματικά, αν όλος ο κόσμος παίζει μπάλα και ξεθυμαίνει την επιθετικότητά του, δεν θα χρειάζεται να πολεμά κανείς. Μόνο που η θεωρία αυτή προϋποθέτει έθνη κάπως οργανωμένα, σε κράτη κατά προτίμηση, που αναπαράγουν συμβολικά διαμάχες, και δεν πιάνει σε τύπους σαν τους ακραίους τζιχαντιστές που ανακήρυξαν το νέο χαλιφάτο στη Ράκα μια μέρα πριν η Ελλάδα χάσει στα πέναλτι στο Μουντιάλ. Αν και Παγκόσμιο δηλαδή, το Κύπελλο ακόμα αφήνει κάποιες επιθετικότητες απ' έξω, πολλές επιθετικότητες δυστυχώς. Δεν μπορεί να τις καλύψει όλες, στο κάτω κάτω παιχνίδι είναι, πόσα θαύματα να κάνει πια;
Την Κυριακή το βράδυ παρακολούθησα το ματς στο Εδιμβούργο, σε βραζιλιάνικη παμπ, πολύ πιο συμπαθητική από τις γνήσιες βρετανικές όπου γινόταν χαμός. Είχε ωραίους φτηνούς μεζέδες και οι φίλαθλοι της οικογένειας, συντριπτική πλειοψηφία, είχαν σχεδόν απαρτία κι έπιναν μπίρες και φώναζαν και παθιάζονταν κάτω από τα γεμάτα κατανόηση βλέμματα των υπόλοιπων θαμώνων. Στον τοίχο η οθόνη σκέπαζε την τοιχογραφία του προσώπου μιας Βραζιλιάνας ντυμένης όπως στο Καρναβάλι του Ρίο, με χρυσοποίκιλτο στηθόδεσμο. Επωφελήθηκα από μερικές έξτρα αγκαλιές την ώρα του ελληνικού γκολ και έφαγα αρκετές αθέλητες σκουντιές και γεμάτα αγωνία σφιξίματα μπράτσων τις ώρες της έντασης. Εχω μάλιστα την εντύπωση ότι κατάλαβα επιτέλους την περίφημη αγωνία του τερματοφύλακα πριν από το πέναλτι. Στο τέλος οι Σκοτσέζοι, Αγγλοι, Βρετανοί γενικώς, Βραζιλιάνοι πιθανώς, και δεν ξέρω τι άλλο, μας έσφιξαν το χέρι χαμογελώντας, λες και ήμασταν οι προπονητές της ομάδας.
Ως τώρα ήξερα το ποδόσφαιρο που ενώνει αγνώστους, να όμως που δουλεύει και με γνωστούς. Φτιάχνει εξαιρετικές περιστάσεις προς χρήση των ανιόντων που αναζητούν ευκαιρίες να συναντούν τους κατιόντες. Οχι βέβαια ότι θα μπορώ να ταξιδεύω στα μέρη όπου ζουν τα παιδιά μου σε κάθε ματς της Εθνικής, αλλά ίσως να τηλεφωνιόμαστε, ή να συμφωνήσουμε να ανταλλάσσουμε φωτογραφίες, κάτι τέλος πάντων. Ας πούμε, να κάθομαι να βλέπω τον αγώνα. Ακόμα κι αυτό μπορεί να το κάνω. Γιατί όχι; Είναι ωραίο να αλλάζει κανείς, έστω κι αν αισθάνεται πως χάνει κάτι που έχει υπερασπιστεί και που τον χαρακτηρίζει. Η πατρίδα είναι πιο γλυκιά όταν είσαι μακριά, κι αν καταφέρνω να μεταφέρομαι νοερά κοντά στους ξενιτεμένους μου, κάποια θεραπευτική ιδιότητα θα ανακαλύψω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου