(ΑΝΑΛΩΣΙΜΑ)
ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ: 28 Σεπτεμβρίου 2010 http://www.tanea.gr/gnomes/?aid=4596356
Αφού η Ελλάδα απέκτησε τόση δηµοσιότητα µε την κρατική της οικονοµική καταστροφή, κι αφού απασχόλησε πολύ κόσµο για το πώς και το τι, ίσως αξίζει να κερδίσει κι ένα Οσκαρ για τον «Κυνόδοντα».
Αυτή η παράξενη ταινία, που λένε ότι έχει ίδια υπόθεση µε µια παλιά µεξικάνικη, και έχει κερδίσει πολλά βραβεία ώς τώρα, εξηγεί πολλά για την ελληνική ψυχοσύνθεση. Είναι βέβαια αφηρηµένη, διηγείται ένα περιστατικό που θα µπορούσε να συµβεί οπουδήποτε, δεν έχει ούτε ένα τοπικό γνώρισµα πέρα από τη γλώσσα, κι όµως µοιάζει µε βυθοσκόπηση της ελληνικής ιδιαιτερότητας. Αυτό το κλειστό σπίτι µε τα παιδιά που δεν τα αφήνουν να βγουν στον κόσµο είναι τόσο χαρακτηριστικά ελληνικό.
Παράξενο κι αντιφατικό βέβαια, τώρα που πολλές οικογένειες προσπαθούν να στείλουν τα παιδιά τους σε χώρες µε µεγαλύτερη αξιοκρατία και καλύτερες ευκαιρίες µόρφωσης και δουλειάς, αλλά το κλείσιµο στο στρείδι της φαµίλιας και του αλλοιωµένου της συστήµατος αξιών δεν αλλάζει ακόµα και για πολλούς που ταξιδεύουν µέχρι την άλλη άκρη του κόσµου. Αυτή η κλειστή οικογένεια είναι η ιδεολογία µας, ο τρόπος που αντιµετωπίζουµε την υφήλιο. Είναι η εξωτερική µας πολιτική, αν και δεν την υποπτεύονται όσοι γνωρίζονται µόνο µε τους διπλωµάτες, όπως είναι στο έργο ο πατέρας. Αλλά πάνω απ' όλα η τερατώδης αυτή κατάσταση θυµίζει έντονα τον τρόπο που µεγαλώνουµε τα παιδιά µας. Αν µπορούσαµε ίσως όλοι θα τα κλείναµε σ' ένα σπίτι και θα τα εµποδίζαµε να µεγαλώσουν, θα εξαφανίζαµε τις πιθανότητες να χρειαστεί να συγκρουστούν µε τον κακό µεγάλο κόσµο.
Αλλά δεν µπορούµε, οπότε τα βγάζουµε στον κακό µεγάλο κόσµο θρηνώντας από πριν για τα κακά που θα τα βρουν, πείθοντάς τα ότι θα είναι θύµατα, ευνουχίζοντάς τα εξαρχής µε την τροµερή µας κλάψα.
Πριν μήνες είχα δει μια άλλη ελληνική ταινία που δεν έχει ελπίδες να διακριθεί έτσι. Αφηγείται κι αυτή ιστορίες του κλειστού μας κόσμου:
Εννοώ την τελευταία ταινία του Χούρσογλου στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος. Είναι η πρώτη στην οποία παίζει, και παίζει πολύ καλά. Ο διαχειριστής του είναι ένας γλυκός σαρανταπεντάρης εκσυγχρονιστής. Αναλαμβάνει απο καθήκον την πολυκατοικία της μάνας του, εκείνη τα έχει κάνει θάλασσα. Πήρε λεφτά, πλήρωσε - ή μήπως δεν πλήρωσε;- έναν υδραυλικό για να φτιάξει τις αποχετεύσεις, δεν εχει αποδείξεις και οι αποχετεύσεις έχουν πάλι χαλάσει. Πάει ο γιος της στον υδραυλικό, φίλο του πατέρα του, τον γδέρνει και τον ξεγελά. Πάει να τα φτιάξει μόνος του, τα κάνει χάλια. Και πλημμυρίζουν στα σκατά. Κανένας δεν κατάλαβε ότι είχε καλές προθέσεις και ότι ήθελε να κάνει μια καινούργια τιμια αρχή. Μόνο μια κοπέλα στο φυτώριο όπου αγόρασε μπουκαμβίλιες για τον ακάλυπτο. Αυτή όμως τόσο καλά το κατάλαβε που τον ερωτεύτηκε, Κι έμπλεξε χειρότερα ο διαχειριστής μας, δεν μπορεί να διαχειριστεί τίποτα, ούτε την οικογένεια του, ούτε κανέναν.
Αυτή η παράξενη ταινία, που λένε ότι έχει ίδια υπόθεση µε µια παλιά µεξικάνικη, και έχει κερδίσει πολλά βραβεία ώς τώρα, εξηγεί πολλά για την ελληνική ψυχοσύνθεση. Είναι βέβαια αφηρηµένη, διηγείται ένα περιστατικό που θα µπορούσε να συµβεί οπουδήποτε, δεν έχει ούτε ένα τοπικό γνώρισµα πέρα από τη γλώσσα, κι όµως µοιάζει µε βυθοσκόπηση της ελληνικής ιδιαιτερότητας. Αυτό το κλειστό σπίτι µε τα παιδιά που δεν τα αφήνουν να βγουν στον κόσµο είναι τόσο χαρακτηριστικά ελληνικό.
Παράξενο κι αντιφατικό βέβαια, τώρα που πολλές οικογένειες προσπαθούν να στείλουν τα παιδιά τους σε χώρες µε µεγαλύτερη αξιοκρατία και καλύτερες ευκαιρίες µόρφωσης και δουλειάς, αλλά το κλείσιµο στο στρείδι της φαµίλιας και του αλλοιωµένου της συστήµατος αξιών δεν αλλάζει ακόµα και για πολλούς που ταξιδεύουν µέχρι την άλλη άκρη του κόσµου. Αυτή η κλειστή οικογένεια είναι η ιδεολογία µας, ο τρόπος που αντιµετωπίζουµε την υφήλιο. Είναι η εξωτερική µας πολιτική, αν και δεν την υποπτεύονται όσοι γνωρίζονται µόνο µε τους διπλωµάτες, όπως είναι στο έργο ο πατέρας. Αλλά πάνω απ' όλα η τερατώδης αυτή κατάσταση θυµίζει έντονα τον τρόπο που µεγαλώνουµε τα παιδιά µας. Αν µπορούσαµε ίσως όλοι θα τα κλείναµε σ' ένα σπίτι και θα τα εµποδίζαµε να µεγαλώσουν, θα εξαφανίζαµε τις πιθανότητες να χρειαστεί να συγκρουστούν µε τον κακό µεγάλο κόσµο.
Αλλά δεν µπορούµε, οπότε τα βγάζουµε στον κακό µεγάλο κόσµο θρηνώντας από πριν για τα κακά που θα τα βρουν, πείθοντάς τα ότι θα είναι θύµατα, ευνουχίζοντάς τα εξαρχής µε την τροµερή µας κλάψα.
Πριν μήνες είχα δει μια άλλη ελληνική ταινία που δεν έχει ελπίδες να διακριθεί έτσι. Αφηγείται κι αυτή ιστορίες του κλειστού μας κόσμου:
Εννοώ την τελευταία ταινία του Χούρσογλου στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος. Είναι η πρώτη στην οποία παίζει, και παίζει πολύ καλά. Ο διαχειριστής του είναι ένας γλυκός σαρανταπεντάρης εκσυγχρονιστής. Αναλαμβάνει απο καθήκον την πολυκατοικία της μάνας του, εκείνη τα έχει κάνει θάλασσα. Πήρε λεφτά, πλήρωσε - ή μήπως δεν πλήρωσε;- έναν υδραυλικό για να φτιάξει τις αποχετεύσεις, δεν εχει αποδείξεις και οι αποχετεύσεις έχουν πάλι χαλάσει. Πάει ο γιος της στον υδραυλικό, φίλο του πατέρα του, τον γδέρνει και τον ξεγελά. Πάει να τα φτιάξει μόνος του, τα κάνει χάλια. Και πλημμυρίζουν στα σκατά. Κανένας δεν κατάλαβε ότι είχε καλές προθέσεις και ότι ήθελε να κάνει μια καινούργια τιμια αρχή. Μόνο μια κοπέλα στο φυτώριο όπου αγόρασε μπουκαμβίλιες για τον ακάλυπτο. Αυτή όμως τόσο καλά το κατάλαβε που τον ερωτεύτηκε, Κι έμπλεξε χειρότερα ο διαχειριστής μας, δεν μπορεί να διαχειριστεί τίποτα, ούτε την οικογένεια του, ούτε κανέναν.
Πώς να μη θυμάμαι τι
τράβηξα εγώ σαν διαχειρίστρια βλέποντας το; Τι κερατιάτικα πλήρωσα και τι
διασυρμό υπέστην... Ευτυχώς βρέθηκε κάποια άλλη που ήθελε να είναι βασίλισσα
της πολυκατοικίας, όπως η μάνα του διαχειριστή στο έργο, και ανέλαβε στη
συνέχεια. Ίσως να βρήκε μπροστά της θεσμούς πιο ξεκάθαρους, τι να πώ.
Φυσικά τον άλλον που
σκεφτόμουν ήταν ο Σημίτης. Διαχειριστή τον ανέβαζαν, λογιστή τον κατέβαζαν. Οι
άλλοι βλέπεις ήταν υψιπετείς. μεγαλειώδεις, ιδεολόγοι, κλπ κλπ Κι ως λογιστής
και διαχειριστής πήρε τη χλεύη και την αχαριστία και πήγε σπίτι του.
Αχ να είχαμε άλλον
έναν διαχειριστή να τα βγάλει πέρα με τα σκατά που μας πλημμύρισαν, έναν
λογιστή με μπλοκάκι να τα βάλει κάτω και να βρει την άκρη στο μπουρδέλο που
βρεθήκαμε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου