Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2012

Grafitti


Χειμωνιάτικο βράδυ, μεγάλη νύχτα ξεκινά, κι ένα δεκάχρονο βγαίνει προς Μοναστηράκι και Ψυρρή να πουλήσει λουλούδια. Σ’ ένα σκοτεινό στενό σταματάει λίγο και ψάχνει την τσέπη του, βγάζει ένα σπρέι μπογιάς και πιάνει να μουτζουρώνει την κυλινδρική μεταλλική επιφάνεια ενός στύλου της τροχαίας. Είναι πολύ λεπτός ο σωλήνας που διάλεξε, αλλά φαίνεται δεν τολμάει να πάει σε κάτι μεγαλύτερο. Εξάλλου όλα είναι πιασμένα εκεί γύρω, τοίχοι πολυκατοικιών, κατεβασμένα ρολά μαγαζιών, πλαίσια παραθύρων, παλιές πέτρινες μάντρες. Παντού έχουν γράψει κάτι, ζωγραφίσει, μουτζουρώσει ή απλώς λερώσει. Οι πιο μεγάλες και καλλιτεχνικές συνθέσεις αναδίδουν την κατάθλιψη που βασανίζει την πόλη, οι μικρότερες είναι πιο καταγγελτικές, όλες είναι γεμάτες γωνίες, οξείες γωνίες, οξύτατες. Όλες έχουν κάτι το εκρηκτικό, το απειλητικό. Ακόμα και μια πράσινη πανδαισία που τριγυρίζει την είσοδο κάποιας πολυκατοικίας αποτελείται μόνο από μυτερούς κάκτους. Λόγχες ξεπηδάνε από χαμηλούς θάμνους με άλλες λόγχες και τυλίγουν την εξώπορτα με λογχοειδή φυτά. Ατέλειωτες οδοντοστοιχίες με μυτερά δόντια εμφανίζονται σε κάθε χαμόγελο.
Κοριτσάκια κι αγοράκια στα γκράφιτι είναι λιπόσαρκες φιγούρες ετοιμοθάνατων από φυματίωση που κατηγορούν την κοινωνία. Μια η τεχνοτροπία κι ένα το θέμα στα γκράφιτι, το αδιέξοδο που δημιουργεί η ίδια η επιφάνεια εργασίας, η απελπισία των κατοίκων πίσω από τους τοίχους. Αληθινή ή υποθετική, μόνο αυτή ενδιαφέρει κι εμπνέει. Πόλη σε μισώ, πόλη με μισείς, φωνάζουν τα γκράφιτι. Το φωνάζουν χρόνια τώρα, πολύ πριν από την κρίση. Στη μεγάλη αφθονία επάνω άρχισαν, εξάλλου οι μπογιές είναι ακριβές. Είναι σπορ που αντιστέκεται όμως. 
Ο μικρός ανθοπώλης δυσκολεύεται να γράψει κάτι στη στενή σωλήνα. Κοιτάζει  πίσω του μήπως κανείς το βλέπει, μήπως το μαλώσουν ή το διώξουν. Παιδεύεται, ιδρώνει μέσα στο κρύο, κρατάει και τα λουλούδια, δυσκολεύεται. Ξεκλέβει χρόνο και φοβάται να ξανοιχτεί στο χώρο.  Άλλοι έχουν συνεργεία, βγαίνουν παρέες, κουβαλούν στα σακίδια ολόκληρο σετ μπογιές. Πλούσιοι και φτωχοί, από βόρεια κι από νότια προάστια, από δυτικές συνοικίες κι από γειτονιές του κέντρου. Μαθητές γυμνασίου και λυκείου δίνουν ραντεβού τις νύχτες κοντά σε μέρη με άγραφες επιφάνειες. Αντί για γράψιμο, γκράφιτι. Χαρτζιλίκια θυσιάζονται για αγορά σπρέι. Μερικές φορές γίνονται επίσημες προσκλήσεις, από τα τρόλεϊ, τα τρένα, ακόμα κι από διευθυντές σχολείων. Ελάτε παιδιά να δημιουργείστε, κοπιάστε. Αφού θα μουτζουρωθούν που θα μουτζουρωθούν, σκέφτονται κάποιοι, ας το κάνουμε τουλάχιστον οργανωμένα, μπας και προκύψει κάτι καλαίσθητο. Αυτό που προκύπτει όμως έχει πάντα τη σφραγίδα του υλικού, κατά κάποιο τρόπο, και το υλικό δεν είναι μόνο οι τοίχοι κι η μπογιά, είναι κι αυτή η κατάθλιψη, μια απελπισία σχεδόν υποχρεωτική, κλισέ απελπισία, κλισέ αδιέξοδο, κλισέ κατάθλιψη που δεν αφήνει και πολλά περιθώρια πρωτοτυπίας. Ωστόσο όλοι οι νέοι οφείλουν να περάσουν από κει, είναι στάδιο μύησης, να βγάλουν τον επιθετικότητα από την απότομη άνοδο της τεστοστερόνης στους τοίχους, να τους γεμίσουν απειλητικές αιχμές κάθε σχήματος.  Και καλύτερα γκράφιτι παρά άλλα χειρότερα, σκέφτονται πολλοί και ξαναπιάνουν μοιρολατρικά τη βούρτσα και τον ασβέστη. Ή δεν την πιάνουν. Σιγά και τι έγινε;
Στο στενό του κύλινδρο ο μικρός πλανόδιος κοιτάζει το έργο του χωρίς σιγουριά. Δεν κατάφερε σ’ αυτή την καμπύλα επιφάνεια να παράγει αρκετές γωνίες. Νοιώθει πως είναι φτωχός,  μικρός και μόνος, και κρίμα τα λεφτά για το παλιοσπρέι. Το κοιτάζει απογοητευμένος, κάνει να το πετάξει, ύστερα το κρατάει, το κρύβει σ’ ένα παλιό τσαντάκι στη μέση του. Πρέπει να περιμένει να μεγαλώσει λίγο. Πιάνει τα λουλούδια αγκαλιά, ξεκινά για το νυχτοκάματο.
 Από το Protagon http://www.protagon.gr/?i=protagon.el.8emata&id=20426

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Πόσο δύσκολο να γίνει το προσωπικό, πολιτικό.

Τη νύχτα που έφτασε ο Καραμανλής στο Ελληνικό να αναλάβει τα ηνία της χώρας που είχε βρεθεί στο χείλος του γκρεμού, πενήντα χρόνια πριν, δεν...