Όποτε περνάω από τη Σπυρίδωνος Τρικούπη, κάνοντας σλάλομ από το ένα πεζοδρόμιο στο άλλο, και αναγκαστικά περνώντας από το δρόμο εκεί που το «διατηρητέο» νεοκλασικό ερείπιο έχει στηριχτεί με σκαλωσιά που καταργεί το πεζοδρόμιο, ονειρεύομαι τον ίδιο τον Σπυρίδωνα Τρικούπη, τον πολιτικό της Επανάστασης, να βγαίνει από τον τάφο του και να εμφανίζεται ως πελώριο φάντασμα στο δρόμο που φέρει το όνομα του, να στέκεται στη μέση και να βροντοφωνάζει ότι δεν έκανε την Επανάσταση για να γίνει τέτοιος δρόμος, ότι οι άνθρωποι που αναγκάζονται να κυκλοφορούν έτσι στην πόλη που παριστάνει την πρωτεύουσα του κράτους που έχτισε, αναπτύσσουν χαρακτήρα παθητικό και υποτακτικό, ότι δεν θα ησυχάσει η ψυχή του αν δεν βρουν οι δήμαρχοι τρόπο να κάνουν τα πεζοδρόμια της πόλης άξια των πολιτών. Τέτοια πράγματα.
Μ’ αυτά και μ’ εκείνα, και μέχρι να διατυπώσω τις φράσεις που ακούω στο μυαλό μου, άντε, έφτασα στην πλατεία και κόβω Θεμιστοκλέους, όπου ο επώνυμος στρατηγός δεν μιλάει γιατί έχει φύγει οδοιπόρος για τα Σούσα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου